Το 2024 κυκλοφόρησε, από τις εκδόσεις Ηλία Επιφανίου, η νουβέλα της αγαπημένης φίλης Μαρίας Σταυροπούλου Οικονομίδου «Το Νυφικό», φιλολόγου που υπηρέτησε τη μέση εκπαίδευση από διάφορες θέσεις ευθύνης,
Η συγγραφέας με τριτοπρόσωπη αφήγηση ξεκινάει την ιστορία της από το παρόν. Κύπρος, Λευκωσία, παραμονή πρωτοχρονιάς. Ο Ανδρέας και η Νεφέλη με τα παιδιά και τα εγγόνια τους γιορτάζουν την έλευση της καινούριας χρονιάς με τη χιλιοειπωμένη ευχή: «και του χρόνου στα σπίτια μας».
Δύο μήνες μετά, με αφορμή τα επικείμενα γενέθλια της γιαγιάς Νεφέλης και την έκπληξη που θέλουν να της κάνουν τα εγγόνια της, ένα βίντεο με στιγμιότυπα/ φωτογραφίες της από την παιδική της ακόμη ηλικία, οι δύο μεγαλύτερες εγγονές της, η Νεφέλη και η Αλεξάνδρα, ανακαλύπτουν στο μπαούλο της μια παλιά φωτογραφία και ένα πολύ όμορφο και αφόρετο νυφικό. Η γιαγιά, υποκύπτοντας στην επιμονή των δύο κοριτσιών, διηγείται σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση μια άγνωστη πτυχή της ζωής της κατά τη νεανική της ηλικία. Έχουμε, λοιπόν, μια ιστορία εγκιβωτισμένη μέσα σε μιαν άλλη, ενώ και οι δυο μαζί πλαισιώνονται από τη μεγάλη, αυτήν του αγώνα των Κυπρίων κατά των Άγγλων κατακτητών, του πραξικοπήματος κατά του Μακαρίου και της τουρκικής εισβολής στη Μεγαλόνησο, γεγονότα που έχουν αποτελέσει πηγή έμπνευσης για την τέχνη και κυρίως τη λογοτεχνία. Ωστόσο, η Μαρία Οικονομίδου, παράλληλα με τα ιστορικά συμβάντα, στα οποία συμμετέχουν οι ήρωές της, επιλέγει στη νουβέλα της αυτή να μας μιλήσει για ένα θέμα, που θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε και ως παράπλευρη απώλεια των τραγικών γεγονότων του 1974. Η κεντρική ηρωίδα λίγο πριν από τον Ιούλιο του 1974 εξαναγκάζεται από τους γονείς της να απαρνηθεί τον άνθρωπο που αγαπά, να αρραβωνιαστεί έναν άλλο, αυτόν που της επέλεξαν οι ίδιοι, πιστεύοντας ότι κάνουν το καλύτερο για την κόρη τους, και να εγκαταλείψει παράλληλα και το όνειρό της για σπουδές ιατρικής. Πρόκειται ουσιαστικά για μία εμπορική συναλλαγή, που περιλαμβάνει γενναιόδωρη προίκα από τη μεριά της κοπέλας. Η τουρκική εισβολή και η κατάληψη της Κερύνειας ανατρέπουν τα σχέδια των γονιών, οι οποίοι αναγκάζονται να αφήσουν τα μέρη τους και συνακόλουθα την περιουσία τους, καταφεύγοντας ως πρόσφυγες στη Λευκωσία. Η απώλεια της περιουσίας οδηγεί πολύ γρήγορα και στη διάλυση του αρραβώνα, αφού είναι αδύνατο πλέον να τηρηθούν οι όροι της προγαμιαίας συμφωνίας. Τα γεγονότα που ακολουθούν είναι γεμάτα απρόοπτα και ανατροπές.
Η συγγραφέας υφαίνει με δεξιοτεχνία την ιστορία της χρησιμοποιώντας διάφορες αφηγηματικές τεχνικές όπως τους φυσικούς διαλόγους, τη διήγηση μέσα στη διήγηση, την αβίαστη μετακίνηση στον χρόνο, από το παρόν στο παρελθόν και το αντίστροφο. τη δυνατή σκιαγράφηση των χαρακτήρων, τις ζωντανές περιγραφές: «Η Αμμόχωστος ήταν πράγματι μια πανέμορφη πόλη, αλλά τις ομορφιές της Κερύνειας καμιά άλλη επαρχία δεν τις έφτανε. Ήταν το μαγευτικό άπλωμά της από τους πρόποδες του καταπράσινου Πενταδάκτυλου μέχρι την καταγάλανη θάλασσά της, ήταν η πυκνή βλάστησή της με τις αμυγδαλιές και τις καταπράσινες χαρουπιές που έσμιγαν με το χρυσαφί των ελιών, ήταν το άρωμα των αγριολούλουδων που ανταγωνιζόταν με το άρωμα των λεμονανθών ή τα πανέμορφα κυκλάμινά της, που σκαρφαλωμένα στων «βράχων τη σχιμάδα», ξεπρόβαλλαν δειλά δειλά από την καταπράσινη φυλλωσιά τους;» Η γλώσσα, καλά νεοελληνικά, αυθεντική, προσαρμοσμένη στους χαρακτήρες και στην εποχή, λιτή και ώριμη αποτελεί ένα από τα μεγάλα πλεονεκτήματα της νουβέλας. Οι ήρωές της ενταγμένοι στην εποχή τους δεν είναι εξωπραγματικοί. Είναι άνθρωποι καθημερινοί, με τις αδυναμίες και τα προτερήματά τους, όπως ακριβώς συμβαίνει και στην πραγματικότητα. Υπάρχουν οι δυνατοί, που υπηρετούν με πάθος και συνέπεια τα ιδανικά τους, και εκείνοι που στέκουν αδιάφοροι απέναντι στην καταστροφή που συντελείται γύρω τους. Αυτοί που έσφαλαν και μετανιώνουν για ό,τι κακό προκάλεσαν και οι αμετανόητοι, που δεν αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους για τη συμφορά που έσπειραν. Η ίδια η ζωή, όμως, τελικά έρχεται να «διορθώσει» τα πράγματα και να απονείμει δικαιοσύνη.
Τα θέματα που αναδύονται είναι πολλά και ποικίλα και ο προβληματισμός που εγείρουν είναι επίκαιρος. Η παλαιότερη αντίληψη, ιδιαίτερα της εύπορης κοινωνικής τάξης, πως ο γάμος δύο νέων είναι υπόθεση των γονέων αποκλειστικά και πως η νεαρή σύζυγος δεν θα πρέπει να εργάζεται, άρα και να ακολουθεί πολυετείς ανώτατες σπουδές, αλλά να ασχολείται με το μεγάλωμα των παιδιών και το σπίτι, ο θεσμός της προίκας και η δυνατότητα ακύρωσης ενός αρραβώνα, αν δεν τηρούνταν τα συμφωνημένα (να μην ξεχνάμε ότι στην Ελλάδα ο αναχρονιστικός θεσμός της προίκας καταργήθηκε τυπικά με νόμο του 1983), αποτελεί το έναυσμα, την αφορμή για να αναφανεί μια σειρά από άλλα θέματα διαχρονικά, όπως είναι η αξία της φιλίας, της μετάνοιας και της συγχώρεσης, της υπομονής, της επιμονής και της ελπίδας, όταν ο κόσμος καταρρέει, το μεγαλείο της αυτοθυσίας, η ιερότητα της οικογένειας, η αποτελεσματικότητα της ομοψυχίας και της αλληλεγγύης («Αν είστε μονιασμένοι και αγαπημένοι, κανείς δεν μπορεί να σας νικήσει»), η δύναμη της αγάπης.
Η Μαρία Οικονομίδου με τη νουβέλα της «Το νυφικό» μας χαρίζει ένα βιβλίο που τα έχει όλα: ενδιαφέρουσα πλοκή, δυνατούς χαρακτήρες, πανανθρώπινες αξίες και διαχρονικά μηνύματα, ρέοντα και φυσικό λόγο. Ένα βιβλίο που του αξίζει να αγαπηθεί από τους αναγνώστες.