Λογγίνος, έτσι, απλά, μια λέξη μόνο. Ένα όνομα που κινείται μεταξύ μύθου και πραγματικότητας. Ποιος ήταν: Ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς, ο ρητοροδιδάσκαλος του 1ου π.Χ αιώνα ή ο Κάσσιος Λογγίνος του 3ου μ.Χ. αιώνα. Μάλλον δεν είναι ούτε ο ένας ούτε ο άλλος. Τότε ποιος; Είναι αυτός που έγραψε το Περί Ύψους, ένας συγγραφέας που γνώριζε πολύ καλά τις φιλοσοφικές θεωρίες και τη λογοτεχνική παραγωγή και της εποχής του και του παρελθόντος και το μόνο σίγουρο είναι ότι έθεσε τις βάσεις της λογοτεχνικής γραφής, με επιστημονικά κριτήρια κυρίως αισθητικά κατά το πρώτο μισό του 1ου μ.Χ. αιώνα.
Αυτό το υλικό έχει μεταφραστεί πάλι και πάλι, πολλές φορές με το ανάλογο επιστημονικό ύφος, όμως τώρα η Ευσταθία Δήμου, μια αεικίνητη νεαρή φιλόλογος, δοσμένη στην επιστήμη και στη λογοτεχνία, πολυγραφότατη και ενασχολούμενη με όλα τα είδη της φιλολογικής γραφής, πήρε τη σκυτάλη.
Όπως έλεγε και ο Γεωργουσόπουλος, οι μεταφράσεις πρέπει να ανανεώνονται και η Δήμου στον Πρόλογό της, καταθέτει το αυτονόητο∙ ότι δηλαδή κάθε νέα μεταφραστική απόπειρα οφείλει να φέρει κάτι νέο, οπότε η συγκεκριμένη, «στο κλείσιμο του πρώτου τέταρτου του 21ου αιώνα», αποτελεί:
– προσαρμογή του έργου στα νέα γλωσσικά και εκφραστικά δεδομένα της ελληνικής.
– επαναπροσδιορίζει τα σημεία αναφοράς για την εν γένει λογοτεχνική κίνηση και ζωή.
– οριοθετεί ένα πεδίο κανόνων, αρχών και κατευθυντήριων γραμμών με βάση τις οποίες θα πρέπει να ερμηνεύεται, να αξιολογείται και, κυρίως, να μεθοδεύεται η σύγχρονη συγγραφική παραγωγή.
– στρέφεται και προσανατολίζεται στο λογοτεχνικό γίγνεσθαι, στη δημιουργία και σύνθεση…
Φυσικά το εγχείρημα αφορά κάθε ενασχολούμενο με τη συγγραφή. Και μπορεί το αποτέλεσμα να οφείλεται στο ταλέντο του γράφοντος, απαιτείται όμως βαθιά γνώση των τρόπων, μεθόδων και τεχνικών συγγραφής ενός έργου τέχνης. Το πλεονέκτημα αυτής της μεταφραστικής προσπάθειας της Δήμου είναι ότι έδωσε στην αφήγησή της τη ροή του καθημερινού λόγου ή αλλιώς μας έδωσε τον απαραίτητο λόγο για να διαβάσουμε ένα έργο που είχε πολύπλοκη και δύσβατη διατύπωση.
Η Δήμου μεταφράζει ερμηνεύοντας και με αυτόν τον τρόπο συνδυάζει τον διπλό ρόλο της μεταφράστριας και ερμηνεύτριας, προσφέροντας διπλή απόλαυση, για εκείνη την ίδια που μεταφράζει, αλλά και για τον αναγνώστη της που δυσκολευόταν να παρακολουθήσει τη δαιδαλώδη αφήγηση του Λογγίνου.
Στο βιβλίο παρατίθενται αντικρυστά το πρωτότυπο κείμενο με το μεταφρασμένο, για να μπορεί ο αναγνώστης να ανατρέχει στο πρωτότυπο, όποτε κρίνει σκόπιμο, και να έχει την αίσθηση της συνέχειας. Μπορεί, όπως είναι φυσικό, η μετάφραση –κάθε μετάφραση-
να υπολείπεται του πρωτοτύπου, ωστόσο παρέχει ευκολία στον ενδιαφερόμενο σήμερα αναγνώστη.
Το Περί Ύψους αποτελεί ένα παράδειγμα «ενδιάμεσου» κειμένου που αφήνει τη λογοτεχνία να του δώσει τη χάρη της. Στη συνέχεια η Δήμου, αναφέρει τις μεταφράσεις που χρησιμοποίησε. Π.χ. για την Ιλιάδα του Ιάκ. Πολυλά, για την Οδύσσεια του Δημ. Μαρωνίτη, για τη Σαπφώ του Π. Λεκατσά, για τον Οιδίποδα Τύραννο του Ι. Γρυπάρη. Επίσης έλαβε υπόψη της όλες τις προηγούμενες μεταφράσεις των Λεκατσά, Μ.Ζ.Κοπιδάκη, Κ. Χωρεάνθη και της ομάδας των εκδόσεων «Κάκτος».
Η Δήμου τονίζει τη δυσκολία που έχει ο αναγνώστης στην ερμηνευτική προσέγγιση και ανάλυση του έργου, αναφέρεται στην περίπλοκη σύνταξη και την δύσκολη ορολογία, από την άλλη όμως μιλάει για τη θεμελιώδη συμβολή του στην εν γένει λογοτεχνική θεωρία και κριτική, ώστε το Περί Ύψους να θεωρείται συνέχεια του Περί Ποιητικής του Αριστοτέλη.
Το έργο, από το οποίο έχει χαθεί το ένα τρίτο του συνόλου, άρχισε να απασχολεί τους μελετητές τον 17ο αιώνα, μετά τη μετάφραση στα γαλλικά του Nicolas Boileau το 1674.
Ο Λογγίνος το απευθύνει ως υπόμνημα στον Ρωμαίο ευγενή φίλο του Ποστούμιο Τερεντιανό. Κέντρο του πάντα η επιδίωξη του υψηλού – τρόποι κατάκτησης, σχήματα λόγου, κατευθυντήριες γραμμές – με οδηγούς του τον Όμηρο, τον Δημοσθένη, τον Πλάτωνα, τον Θουκυδίδη, επιμένοντας στα έργα γιατί το καλύτερο εργαλείο για τη λογοτεχνική ανάλυση είναι η ίδια η λογοτεχνία και όχι ο θεωρητικός λόγος (Να θυμίσουμε στο σημείο αυτό ότι και ο Σεφέρης έλεγε πως τα μεγάλα έργα της τέχνης γίνονται οδηγεί για τα άλλα έργα της τέχνης). Προς επικουρίαν του Λογγίνου σπεύδουν φιλοσοφικές θεωρίες, πλατωνικοί, περιπατητικοί, επικούρειοι, και η σύγχρονη του λογοτεχνία ελληνική, λατινική, εβραϊκή. Μεγάλο ρόλο παίζει η περιρρέουσα ατμόσφαιρα, η εποχή της Pax Romana, με τη συρρίκνωση των ηθών και των φρονημάτων, τη ροπή προς την πολυτέλεια και τη φιληδονία, μακριά από τα ήθη που διαμόρφωσαν το αρχαιοελληνικό «θαύμα».
Το έργο του Λογγίνου επέζησε σε όλες τις εποχές, πέρασε και στις άλλες τέχνες, γιατί η λογοτεχνία είναι η κιβωτός του υψηλού, η εστία της ανθρώπινης συνθήκης που διασώζει το ανώτερο φρόνημα, την υψηλή ποιότητα σκέψης, τον η οποία αποτελεί τον ρυθμιστικό παράγοντα της ζωής.
Η «ακρότης και εξοχή» και το «μεγαλοφροσύνης απήχημα» είναι δύο σημαίνουσες φράσεις του Λογγίνου για τον ύψος, καθώς επίσης η παρομοίωση του υψηλού με τον κεραυνό, η έκπληξη, η υπέρβαση, η διαφοροποίηση από τον μέσο όρο, αυτό που ξεπερνά το σύνηθες και αγγίζει το έξοχο και εξέχον.
Διδάσκεται το υψηλό; ΄Το ερώτημα είναι δύσκολο. Ας πούμε Ναι, με τον όρο ότι ο γράφων έχει χάρισμα, λογοτεχνική «ευφυΐα», πνεύμα δυνατό και ακτινοβόλο, φυσική προδιάθεση και κλίση, υπακοή σε κανόνες. Ο Λογγίνος δεν θα παραλείψει να αναφέρει και εκείνους που απέτυχαν, φέρνοντας παραδείγματα από τα έργα όπου φαίνεται η κενότητα, η ψυχρότητα, το κούφιο, το ανούσιο κ.ά. Και ίσως, είναι εκεί που ευστοχεί περισσότερο∙ στην επισήμανση της αδυναμίας.
Όμως σε όλο αυτό το στέρεο οικοδόμημα υπάρχει μια ρωγμή, εκείνη που επιτρέπει την ύπαρξη προσωπικών κριτηρίων. Σήμερα δεν δίνεται ιδιαίτερη σημασία στο «ύψος», ο όρος έχει αντικατασταθεί από το «ωραίο», το «επιδραστικό», το «μοντέρνο» , το πρωτοποριακό», ωστόσο η ουσία παραμένει ίδια. Για να καταλήξουμε, «Ο δημιουργός είναι αυτός που δίνει αξία στο κείμενο, όταν μπορεί και ξέρει να διοχετεύσει το πάθος της ύπαρξης και τη φλόγα της ψυχής του στη γραφή», όταν δηλαδή έχει το χάρισμα ή τη θεία πνοή. Εν τέλει, ο Λογγίνος παραθέτει κανόνες που προέκυψαν από άλλους κανόνες. Το Περί Ύψους είναι ένα έργο που βάζει κανόνες, αλλά ελευθερώνει κιόλας. «Ο καθένας ας απολαμβάνει αυτό που τον ευχαριστεί», αρκεί η ελευθερία του να έχει θητεία στα «πρέπει» και στα «μη».
Η Ευσταθία Δήμου έχει κάνει μια πολύ ωραία μελέτη πάνω στον Λογγίνο μες λόγο εύληπτο, σαφή, γοητευτικό, τεκμηριωτικό και ευχάριστο. Dulcis et utilis.
Παραθέτω δείγματα της μετάφρασης από τα 44 αριθμημένα κείμενα:
Φίλε μου Ποστούμιε Τερεντιανέ, θυμάσαι τότε που διαβάζαμε μαζί τη μελέτη του Καικίλιου για το Ύψος; Μας είχε φανεί κατώτερη του θέματος…
Δύο είναι τα ζητούμενα σε κάθε μελέτη: Πρώτα πρώτα να προσδιοριστεί με ακρίβεια το θέμα… Δεύτερο και σπουδαιότερο ο τρόπος και η μέθοδος με την οποία αυτό θα γίνει κτήμα μας… Δεν εξηγεί όμως με ποιον τρόπο θα μπορέσουμε να το καλλιεργήσουμε, λες κι αυτό είναι κάτι περιττό…
Το υψηλό είναι χαρακτηριστικό του τέλειου λόγου…δεν πείθει απλώς τον αναγνώστη, τον ενθουσιάζει…
Το ταλέντο αντιστοιχεί στην ευτυχία και η γνώση των κανόνων στην ορθή σκέψη..
Το ωραίο και αληθινά υψηλό είναι αυτό που αρέσει σε όλους διαχρονικά. Όταν άνθρωποι με διαφορετικό επάγγελμα, διαφορετικό τρόπο ζωής, διαφορετικές επιθυμίες, ηλικία γλώσσα, έχουν για το ίδιο έργο την ίδια γνώμη, τότε αυτή η συμφωνία ανθρώπων που διαφέρουν μεταξύ τους γίνεται κρίση αυστηρή και αναμφισβήτητη.
Πέντε είναι οι πηγές του υψηλού: η ευφράδεια, η σύλληψη υψηλών διανοημάτων, το ορμητικό και ενθουσιώδες πάθος, η δυνατή έκφραση, η άρτια εξυψωμένη σύνθεση…
Τίποτα πιο υψηλό δεν υπάρχει από το γνήσιο πάθος, όταν εκφράζεται την κατάλληλη στιγμή…
Το ύφος του λόγιου αποκαλύπτει το ύψος της σκέψης…Τέτοια υπήρξε η σιωπή του Αίαντα στη «Νέκυια», που είναι υψηλότερη από τη φράση που την αποτύπωσε.
Η ζωηρή και γρήγορη εναλλαγή ερώτησης-απάντησης και οι αντιρρήσεις προς τον εαυτό, σαν να είναι κάποιος άλλος, δεν δίνουν μονάχα ύψος στον λόγο, αλλά και αξιοπιστία. Η ερώτηση και η απάντηση προς τον εαυτό μιμείται την έκφραση του πάθους… Ακόμη ένα από τα χωρία του Ηροδότου που θεωρείται πως αγγίζει το υψηλό, αν βέβαια είναι έτσι…
Φράσεις που διακόπτουν η μία την άλλη με γρήγορο ρυθμό αναδεικνύουν την αγωνία του ομιλητή… Αυτό το ύφος δημιούργησε ο Όμηρος με το ασύνδετο σχήμα.
Ιδιαίτερη συγκίνηση προκαλεί η συγκέντρωση πολλών λεκτικών σχημάτων σε μια φράση… Έτσι και στον Κατά Μειδίου λόγο του, ο Δημοσθένης…
αμέσως άλλα ασύνδετα και άλλες επαναφορές: «Με την έκφραση του προσώπου, με το βλέμμα, με τον τόνο της φωνής, όταν επιτίθεται, όταν γίνεται εχθρικός, όταν με γροθιές ορμά, όταν χτυπάει τους κροτάφους…»
Πρόσθεσε και τους συνδέσμους, αν θες, όπως κάνουν οι μιμητές του Ιοσοκράτη …
Τα λεγόμενα «πολύπτωτα» -οι αθροισμοί, οι μεταβολές και οι κλίμακες- κοσμούν τον λόγο… και τον προικίζουν με ύψος και πάθος… και η αναφορά του Πλάτωνα στους Αθηναίους, που την έχω παραθέσει και αλλού. Δεν ζουν μαζί μας Πέλοπες ούτε Κάδμοι, ούτε Αίγυπτοι ούτε Δαναοί, ούτε και πολλοί άλλοι βάρβαροι, αλλά εμείς οι γνήσιοι Έλληνες κι όχι βαρβαρόσποροι ζούμε εδώ».
Ο Δημοσθένης είναι μεγαλοφυής και κατέχει απόλυτα τις αρετές ενός καλού συγγραφέα… είναι σαν να βροντά κι αστράφτει εναντίον όλων των ρητόρων…
Οι ισόθεοι συγγραφείς…ήξεραν ότι η φύση δεν έκανε τον άνθρωπο μια ταπεινή και ασήμαντη ύπαρξη, αλλά τον οδήγησε στη ζωή και στον κόσμο σαν σε πανηγύρι. Για να γίνουμε θεατές των «κατορθωμάτων» της και ένθερμοι αγωνιστές. Εμφύσησε ευθύς μες στις ψυχές μας έρωτα ακαταμάχητο για καθετί μεγάλο και θεϊκό… Το παράδοξο προξενεί πάντα τον θαυμασμό….
Ο Ηρόδοτος ιστορεί για τις Θερμοπύλες … ότι το περιστατικό δεν περιγράφεται για χάρη της υπερβολής, αλλά ό,τι η υπερβολή γεννήθηκε από το ίδιο το περιστατικό… Δεν θα σταματήσω να υποστηρίζω ότι την εκφραστική τόλμη τη δικαιολογούν τα γεγονότα… Γι’ αυτό, οι κωμικές καταστάσεις, παρόλο που φαίνονται απίθανες, γίνονται πιστευτές, διότι μας κάνουν να γελάμε:
Πήρε ένα χωράφι που είχε μικρότερη έκταση
από την επιστολή ενός Σπαρτάτη.
Η χρήση του ευτελούς λεξιλογίου… Δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται λέξεις λαϊκές και κακόηχες…
Η φιλαργυρία μας κάνει μικρόψυχους και η φιληδονία αγενείς…
Τα παραδείγματα είναι πολλά, πάρα πολλά και όλα μεγάλου ενδιαφέροντος. Τα ονόματα επίσης και οι πληροφορίες στις Σημειώσεις χρησιμότατες.
Η Ευσταθία Δήμου μας προσέφερε μια μεγάλη υπηρεσία διότι μας άνοιξε ένα έργο «κλειστό» που μας προκαλεί να το διαβάσουμε και τούτο διότι το μετέφρασε με αγάπη και με ωραίο σύγχρονο λόγο, ανάλογο με εκείνον που απαιτεί το «υψηλό».
Το «ευχαριστώ» μας μεγάλο απευθύνεται και στις πάντοτε επιμελημένες εκδόσεις Κουκκίδα.
Ανθούλα Δανιήλ