Οι Αθλιοι. Ένα βιβλίο που περιέχει όλα τα θέματα. Πολιτικό, ιστορικό, κοινωνικό, ερωτικό, ανθρώπινο. Χαρακτηρίστηκε «Κοινωνικό Ευαγγέλιο» ή «Ευαγγέλιο των φτωχών». Ο Βίκτωρ Ουγκό το έγραψε για να καταγγείλει την εποχή του αλλά περιγράφει πολύ καλά όλες τις εποχές και τη σημερινή, τη δική μας.
Η γενιά μου γνώρισε το έργο, όπως και άλλα παρόμοια από τα «Κλασσικά Εικονογραφημένα», όπου βέβαια η σύμπτυξη ήταν πολύ μεγάλη, αλλά το ότι δημοσιευόταν με εικόνες ήταν αρκετό για να κάνει τη νεολαία της εποχής να αγαπήσει το έργο και βεβαίως ήταν ευπώλητο.
Στην παρούσα ωραιότατη έκδοση του Gutenberg, ο μεταφραστής Ωρίων Αρκομάνης, της γενιάς μου κι αυτός, στο Προλογικό Σημείωμα, μας μεταφέρει την εμπειρία του, πρώτον, από την εβδομαδιαία εικονογραφημένη έκδοση, αλλά και από έναν θείο του, ο οποίος επιστρέφοντας από την εξορία στη Μακρόνησο του είχε διηγηθεί την ιστορία. Ήταν ένα έργο, όπως και πολλά άλλα, που τα συζητούσαν οι εξόριστοι, επειδή στο έργο μέσα και στην αθλιότητα της ζωής των ηρώων αλλά και των σύγχρονων εξορίστων υπήρχε στο τέλος η ελπίδα.
Ο Αρκομάνης αναφέρει τις άπειρες εκδόσεις που έχουν γίνει σε όλες σχεδόν τις γλώσσες του κόσμου και στην Ελλάδα πολλές, επίσης αναφέρει τις πάρα πολλές κινηματογραφικές ταινίες και τηλεοπτικές σειρές. Μας αναφέρει ακόμη τις κλασικές γαλλικές εκδόσεις στο πρωτότυπο, στο οποίο στήριξε τη μετάφρασή του. Από τις ελληνικές προτιμά την έκδοση του Ισίδωρου Σκυλίτση, του οποίου κράτησε και τα εξελληνισμένα ονόματα και πολύ σωστά το σκέφτηκε γιατί αυτά τα ονόματα έχουν καταγραφεί στην ελληνική μνήμη. Δοθείσης ευκαιρίας, ας το πούμε ότι τα ονόματα των συγγραφέων και οι τίτλοι των έργων καλό είναι να μην αλλάζουν. Αναστατώνουν με τη “μοντερνιά” στους τη μνήμη, χωρίς να προσφέρουν κάτι στους νέους που τα πρωτοακούν, για να μην πω πως πληγώνουν κιόλας. Έτσι, λοιπόν, οι ήρωες παραμένουν Γιάννης Αγιάννης, Ιαβέρης, Γαβριάς, Μάριος, Τιτίκα και οι άλλοι όπως τους πρωτομάθαμε καθώς και τα τοπωνύμια, τα παρατσούκλια και τα ονόματα δρόμων, γιατί ο Ουγκό «χρησιμοποιεί γι’ αυτά τίτλους που έχουν σημασία για τον αναγνώστη ή απλώς είναι διασκεδαστικά». Μια σημαντική πληροφορία λέει ότι ο Ουγκό είναι ο τελειότερος εκφραστής της γαλλικής γλώσσας. Η γλώσσα του δηλαδή είναι στρωτή, πεντακάθαρη, ρέουσα, αστική, επίσημη, λαϊκή, του υποκόσμου, ανάλογα με το κοινωνικό επίπεδο που τη χρησιμοποιεί. Συχνά, οι ήρωές του τραγουδούν δήθεν δημοτικά ή λαϊκά τραγούδια, τα οποία έχει συνθέσει ο ίδιος.
Σχετικά με τον τίτλο, Les Miserables, Οι Άθλιοι. Η μετάφραση του τίτλου στα ελληνικά εμπεριέχει αρνητικό περιεχόμενο, ενώ στην ουσία του ο γαλλικός τίτλος μιλάει για τους εξαθλιωμένους ανθρώπους από τις κοινωνικές συνθήκες μέσα στις οποίες ζουν, τους φουκαριάρηδες, μαγκούφηδες, κακορίζικους. Ο Ουγκό έχει πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία στο έργο του και συχνά ταυτίζεται με πολλούς από τους ήρωές του. Επίσης αναμειγνύει στην υπόθεση ιστορικά γεγονότα και πρόσωπα, για τα οποία ο Αρκομάνης μας δίνει πληροφορίες στις Σημειώσεις του. Με εξαίρεση την τεχνολογική ανάπτυξη της κοινωνίας σήμερα, τα θέματα του Ουγκό είναι επίκαιρα. Η καταγγελία των κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών, η πορνεία, η αδικία, η έλλειψη δωρεάν παιδείας, η θανατική ποινή, η διαφορετικότητα και πολλά άλλα. Για όλα αυτά το βιβλίο είναι ένα διαχρονικό μάθημα ζωής.
Ο Ουγκό (1802-1885) έζησε στην εποχή των πολέμων του Βοναπάρτη. Το παράδοξο είναι πως ο Ναπολέων κυβέρνησε δικτατορικά αλλά διέδωσε τις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης, ενώ οι βασιλιάδες που επανήλθαν στην εξουσία προχώρησαν σε κοινοβουλευτισμό, ίδρυση κομμάτων, ανθρώπινα και εργατικά δικαιώματα.
Εν τω μεταξύ, ο κόσμος αλλάζει, οι δρόμοι φωτίζονται με φωταέριο, εμφανίζεται ο ηλεκτρικός τηλέγραφος, γίνονται μεγάλες φυτείες στην Νότια Αμερική, Ινδίες, Βραζιλία και αναπτύσσεται το δουλεμπόριο. Οι άντρες εγκαταλείπουν τις πολυμελείς οικογένειές τους, οι γυναίκες γίνονται πλύστρες και ανάλογα με τις ανάγκες πόρνες. Τα παιδιά μεγαλώνουν στο δρόμο και γίνονται εύκολα θύματα κάθε λογής εκμετάλλευσης.
Με τους διαφωτιστές στη Γερμανία, Αγγλία, Γαλλία αναπτύσσεται ο ρομαντισμός με πολιτικές προεκτάσεις. Μέσα σ’ αυτό το κλίμα ανδρώνεται ο Ουγκό, γιος στρατηγού του Ναπολέοντα και φιλοβασιλικής μητέρας. Από μικρός δείχνει έφεση στα διαβάσματα, γράφει ποιήματα, αρχίζει ένα μυθιστόρημα, ανακατεύεται στα καλλιτεχνικά. Η επαφή με τον πατέρα του, η έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης οι Σφαγές της Χίου, ο Μπάιρον και το Μεσολόγγι τον κάνουν βασικό παράγοντα του Φιλελληνισμού.
Το 1840 αρχίζει να γράφει τους Αθλίους αφού επισκέφτηκε ένα κάτεργο στην Τουλούζ. Επισκέπτεται το Βέλγιο, και το έργο του κυκλοφορεί εκεί το 1862, σε μια μικρή, φτηνή εικονογραφημένη έκδοση (με δική του απαίτηση),η οποία μεταφράζεται σχεδόν αμέσως στα αγγλικά, γερμανικά, ιταλικά και ισπανικά και γίνεται ανάρπαστη, παρά την αρνητική κριτική εκείνων που δεν συμφωνούσαν με τον κοινωνικό χαρακτήρα του έργου.
Στην Ελλάδα, όπως είπαμε, έχουμε την έκδοση του Σκυλίτση. Έγιναν και άλλες με πολλές με περικοπές. Όμως τώρα έχουμε ολόκληρο το έργο με πλήθος σημειώσεων που διευκολύνουν τον αναγνώστη για να καταλάβει τις σχέσεις των ανθρώπων, τις ιδιότητες και τα υπαινισσόμενα.
Ο Ουγκό είχε πει: αυτό το βιβλίο «θα αποτελέσει μία από τις κυριότερες κορυφώσεις …όλου του έργου μου». Γνωρίζοντας από προσωπική έρευνα τα κάτεργα, τις φυλακές, τους υπονόμους, τις συνθήκες διαβίωσης του λαού και διαπλέκοντας τον μύθο με τα πραγματικά γεγονότα μεταμόρφωσε την ιστορία του 19ου αιώνα σε μια πλατιά ιστορική τοιχογραφία. Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα που εμπεριέχει κάθε είδος μυθιστορήματος, συνδυάζει αντιμαχόμενα λογοτεχνικά ρεύματα, θεωρήθηκε αρχηγός των Γάλλων ρομαντικών και οι Άθλιοι το μέτρο σύγκρισης για κάθε άλλο μυθιστόρημα.
Ο ίδιος ο Ουγκό λέει στον Πρόλογό του, στον οποίο μετά από πολλές δοκιμές κατέληξε, τα εξής:
Όσο, εξαιτίας των νόμων και των ηθών, θα υπάρχει μια κοινωνική καταδίκη που εν μέσω πολιτισμού θα δημιουργεί τεχνητά την κόλαση και θα μπερδεύει την ανθρώπινη μοίρα με το πεπρωμένο που είναι θείο∙ όσο τα τρία προβλήματα του αιώνα –ο ξεπεσμός του άντρα από την προλεταριοποίηση, η εξαχρείωση της γυναίκας από την πείνα και ο μαρασμός του παιδιού από την αμορφωσιά– μένουν άλυτα∙ όσο θα είναι δυνατή σε ορισμένες περιοχές η κοινωνική ασφυξία∙ μ’ αλλά λόγια και από μια ευρύτερη σκοπιά, όσο στη γη θα υπάρχει άγνοια και αθλιότητα, βιβλία σαν κι αυτό, μάλλον δεν θα είναι ανώφελα
Βίκτωρ Ουγκό
Οικία Οτβίλ, 1862
Το έργο μοιράζεται σε δύο τόμους. Ο πρώτος αποτελείται από 1353 σελίδες και περί τις εκατό σελίδες Σημειώσεις πολύτιμες για πρόσωπα και πράγματα, καταστάσεις, πολέμους, επαναστάσεις, πληροφορίες πραγματολογικές και μυθοπλαστικές, ερμηνευτικές και διευκρινιστικές (θα λέγαμε ένα ξεχωριστό βιβλίο συνιστούν μόνο οι Σημειώσεις). Ο δεύτερος αποτελείται από 1341 σελίδες, Σημειώσεις, Παράρτημα, Χρονολόγιο.
Το θέμα, όπως άφησε να εννοηθεί ο Αρκομάνης, είναι πολύπλοκο. Η βασική ιδέα είναι εκείνος ο άνθρωπος ο Γιάννης Αγιάννης (σαν Άγιος Γιάννης ακούγεται στα ελληνικά), ο οποίος για ένα τίποτα καταδιώκεται δια βίου από τον αστυνόμο Ιαβέρη, που τηρεί τον τύπο -το γράμμα του Νόμου- σε βάρος της ουσίας και της συνείδησής του. Στο ενδιάμεσο θα δούμε την επανάσταση, τον Μάριο στα οδοφράγματα, την Τιτίκα και τον έρωτά τους, τον μικρό Γαβριά που εικονίζεται με ένα πιστόλι στο χέρι σε αντίστοιχη κίνηση με εκείνη της Ελευθερίας που κρατάει τη τρίχρωμη σημαία στο έργο του Ντελακρουά La Liberté guidant le people, έργο εμπνευσμένο από την επανάσταση του 1830.
Από τα πολλά αξιοσημείωτα επιλέγω:
Ο Ουγκό βάζει στο στόμα του Μυριήλ (ενός επαρχιώτη δεσπότη) τα λόγια του ακαδημαϊκού Royer -Collard το 1836: «Τώρα νεαρέ μου που εγίνατε κι εσείς ακαδημαϊκός, θα μας φέρετε καθαρό αεράκι εδώ μέσα. Αλλά να ξέρετε ότι εμείς οι γέροι δεν εκτιμούμε τις αλλαγές στη θερμοκρασία».
Ο Γιάννης Αγιάννης παίρνει το όνομα Μαγδαληνής, επειδή πολλοί μπερδεύουν τη Μαρία Μαγδαληνή του Ευαγγελίου με την πόρνη.
Η Φαντίνα, είχε αρχικά το όνομα Μαργαρίτα, αλλά ο Ουγκό προτίμησε το Φαντίνα, διότι η Enfantine παραπέμπει στην παιδική ηλικία και «Φαντίνες» έλεγαν τις καλές νεράιδες των βουνών που προστάτευαν τα παιδιά.
Οι Άθλιοι διαδραματίζονται στο διάστημα από το 1795, όταν συλλαμβάνεται ο Γιάννης Αγιάννης, επειδή έκλεψε ένα ψωμί, ώς το 1833 που πέθανε. Το βιβλίο γράφεται μέσα στη Βιομηχανική Επανάσταση και ενώ πολλά πράγματα έχουν αλλάξει στη Γαλλία.
Ο Ουγκό πέθανε στις 22 Μαΐου 1885 από βαριά πνευμονία. Τα τελευταία λόγια του ήταν: «je vois de la lumière neuve» / βλέπω νέο φως!
Και στον θάνατο της Φαντίνας είχε πει: «Ο θάνατος είναι η είσοδος προς το μέγα φως».
Στις 31 Μαΐου η σορός του εκτέθηκε κάτω από την Αψίδα του θριάμβου σε λαϊκό προσκύνημα, όπου παρήλασαν 2.000.000 πολίτες. Η 1η Ιουνίου κηρύχτηκε ημέρα εθνικού πένθους. Το Πάνθεον ξαναορίστηκε ως Εθνικό Μαυσωλείο επιφανών Γάλλων. Με ένα φτωχικό κάρο οδηγήθηκε στο Πάνθεον, στην τελευταία κατοικία του (αυτή ήταν η επιθυμία του) αλλά ακολουθούσαν έντεκα άμαξες γεμάτεςς λουλούδια.
Για την 100στή επέτειο από τη γέννησή του, το 1902, το σπίτι του στην Πλατεία Βοσγίων γίνεται Μουσείο Βίκτωρος Ουγκό με προσωπικά του αντικείμενα, φωτογραφίες, εκδόσεις, χειρόγραφα και άλλα. Το 1981 καταργήθηκε η θανατική ποινή στη Γαλλία και ο Πρόεδρος της Γαλλίας François Mitterand κατέβηκε από το βήμα της Βουλής και κατέθεσε ένα κόκκινο τριαντάφυλλο στο έδρανο του Ουγκό.
Από το πολύτιμο έργο απομονώνω σκέψεις, περιγραφές και άλλα:
«Η νιότη είναι το χαμόγελο του μέλλοντος μπροστά σε κάτι άγνωστο που είναι το ίδιο» (β΄τομ. σελ. 776-777)
«… το λευκό πόδι που καταφεύγει σε μια παντόφλα, το στήθος που καλύπτεται μπροστά σ’ έναν καθρέφτη, η πουκαμίσα …τα κορδόνια που δένονται, οι αγκράφες που κλείνουν, τα λουράκια που σφίγγονται, τα ανατριχιάσματα, τα τρεμουλιάσματα από το κρύο ή τη ντροπαλοσύνη…Το μάτι του άντρα πρέπει να είναι ευλαβικό μπροστά στο ξύπνημα μιας νεαρής κοπέλας… το αδιάκριτο άγγιγμα του βλέμματος μολύνει βάρβαρα αυτό το ακαθόριστο ημίφως. Εδώ η ματιά είναι βεβήλωση. Έτσι λοιπόν κι εμείς δεν θα δείξουμε τίποτα από αυτό το θελκτικά ατημέλητο ξύπνημα της Τιτίκας» (β΄τομ. σελ. σελ. 778).
(Εδώ ας προσθέσουμε πως ο Σεφέρης θα έλεγε ότι το ξύπνημα της Τιτίκας είναι σαν την πρώτη μέρα της δημιουργίας και ο Ελύτης ξύπνημα γαλανό μες στην πηγή της μέρας).
«Το Παρίσι έχει ένα παιδί και το δάσος ένα πουλάκι∙ το πουλάκι το λένε σπουργίτι∙ το παιδί το λένε χαμίνι. Ζευγαρώστε αυτές τις δύο ιδέες οι οποίες περιέχουν η μία ένα ολόκληρο καμίνι και η άλλη όλη την αυγή, τσουγκρίστε αυτές τις δυο σπίθες, δηλαδή το Παρίσι και την παιδική ηλικία∙ από κει ξεπηδάει ένα πλασματάκι … Όσο για το λεξιλόγιο, αυτό το παιδί έχει το ίδιο με τον Ταλεϋράνδο (πνευματώδης αλλά χωρίς κανένα ηθικό φραγμό…). Όλη η μοναρχία βρίσκεται μέσα στον αργόσχολο, όλη η αναρχία μέσα στο χαμίνι…»
«Καμιά νυχτερίδα δεν αντέχει την αυγή. Φωτίστε την κοινωνία από κάτω».
Τα μηνύματα είναι σαφή. Το κοινωνικό τους περιεχόμενο διαχρονικό, η γραφή χωρίς καμία χρονική ρωγμή, η αφήγηση ρέουσα και γοητευτική. Το περιεχόμενο πλούσιο. Ανεξάρτητα από την κύρια σειρά των γεγονότων, το κάθε κεφάλαιο θα μπορούσε να είναι ένα ανεξάρτητο βιβλίο πάρα πολύ ενδιαφέρον.
Στα εξώφυλλα Fortuné Méaule, ο Ιαβέρης στα ίχνη του Γιάννη Αγιάννη και ο Γιάννης Αγιάννης κουβαλά τον Μάριο στα έντερα του Λεβιάθαν (περ. 1879-1882). Στη ράχη του βιβλίου, το γνωστό πορτρέτο του μεγάλου συγγραφέα.
Ο σημερινός αναγνώστης είναι πολύ τυχερός διότι έχει όλο το έργο με πλούσια σχόλια σε ωραία αφήγηση, πολυτελή έκδοση, καλό χαρτί και κυρίως γραμμένο-μεταφρασμένο με την αγάπη εκείνου που ανέλαβε το μέγα Opus, του Ωρίωνα Αρκομάνη.
Ανθούλα Δανιήλ
