Η κυρία Χριστίνα Ι. Αργυροπούλου είναι διδάκτωρ Νεοελληνικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Βρυξελλών (ULB), με θέμα: «Η Γλώσσα στην ποίηση του Ε. Κακναβάτου, η Γραμματική και οι λειτουργίες της ποιητικής γλώσσας» (1997) και Επίτιμη Σύμβουλος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, όπου προσέφερε αξιόλογο επιμορφωτικό έργο και συνέβαλε αποφασιστικά στην αναμόρφωση αναλυτικών προγραμμάτων Δευτεροβαθμιας Εκπ/σης και στη συγγραφή νέων σχολικών βιβλίων.
Υπηρέτησε ως φιλόλογος για πολλά χρόνια στη Δ/θμια Εκπ/ση και ως Σχολική Σύμβουλος. Επίσης, υπηρέτησε στο Υπουργείο Παιδείας της Πολιτείας της Victoria στη Μελβούρνη και στο Ευρωπαϊκό Σχολείο του Λουξεμβούργου και δίδαξε ευρωπαϊκό Baccalaureate.
Εκδόθηκαν πολύ σημαντικά βιβλία τής ίδιας, όπως : Διδακτική της Ιστορίας- Η διαθεματικότητα στα Φιλολογικά Μαθήματα- Η Ανθολογημένη Ποίηση στο Γυμνάσιο και το Λύκειο- Τα Γυναικεία Πορτρέτα στα Ομηρικά Έπη- Η Ποιητική του Χώρου στα Ομηρικά Έπη κ.ά.
Είναι επίσης ποιήτρια, με αξιόλογες συλλογές, όπως «Η Λέξη και η Άβυσσος», «Σε πρώτο πρόσωπο», «Ψηφίδες Ζωής».
Από την όλη συγγραφική της πορεία διαπιστώνει κανείς ότι η συγγραφέας διαθέτει πλούσια φιλολογική κατάρτιση στην ομηρική και στη νεοελληνική φιλολογία και γλώσσα, αλλά και στη διδακτική των φιλολογικών μαθημάτων.
Τον πυρήνα του παραπάνω βιβλίο της, Καζαντζακικά Μελετήματα, απετέλεσε επιλογή άρθρων από ομιλίες της σε Συνέδρια και Ημερίδες προς τιμήν του Νίκου Καζαντζάκη. Τα κείμενα αυτά δεν είναι τα αρχικά, καθώς άλλα συμπληρώθηκαν και άλλα επεκτάθηκαν, μέσα από μια ευρύτερη μελέτη. Γι’ αυτό η ίδια αναφέρεται σε «πυρήνα και όχι σε συμπερίληψη άρθρων» ( σ. 15). Σκοπός της συγγραφέως είναι « να συμβάλει στην παρουσίαση του συγγραφέα από την οπτική ποικίλων αξόνων μελέτης…» ( σ. 15).
Το βιβλίο αποτελείται από οκτώ μέρη. Αρχίζει με παράθεση επιλεγμένων «Αποσπασμάτων από το έργο του Νίκου Καζαντζάκη», ως μια πρώτη εισαγωγή, θα λέγαμε, στο πνεύμα του μεγάλου διανοητή, και ακολουθεί ο Πρόλογος.
Στο πρώτο μέρος η συγγραφέας μάς δίνει Εργο-βιογραφικά στοιχεία του Νίκου Καζαντζάκη και στη συνέχεια συγκεντρωτική καταγραφή των έργων του κατά κατηγορίες, κρίσεις λογοτεχνών και μελετητών γι’ αυτόν και κατόπιν παρουσιάζει σημαντικές διαπιστώσεις για τις γλωσσικές-συγγραφικές του ικανότητες και την κοσμοθεωρία του: «Ο δημιουργός Καζαντζάκης, άριστος χειριστής της ελληνικής γλώσσας, κάνει σύζευξη αντίθετων κοσμοθεωριών, διαπλέκει τον λογοτεχνικό ρεαλισμό με τον φιλοσοφικό υπαρξισμό, τον ελληνοκεντρισμό με τη διαχρονική παράδοση και σκιαγραφεί ένα ιδιότυπο εικονοστάσι προσώπων-ιστορικών, μυθολογικών και καθημερινών-σε γλώσσα δημοτική και ύφος καθημερινής ομιλίας, αξιοποιώντας όλες τις δυνατότητες της Γλώσσας», σ. 37.
Ακολουθεί το δεύτερο μέρος, με τίτλο : «Μελέτες σε Μυθιστορήματα», με ένα εισαγωγικό κείμενο για τη λειτουργικότητα του μουσικού και χορευτικού στοιχείου σε μυθιστορήματά του. Στη συνέχεια γίνεται ειδικότερος λόγος για την ποίηση, τη μουσική, το σαντούρι, το τραγούδι και τις μαντινάδες, τον χορό και το μοιρολόι στο μυθιστόρημα «Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά». Ανάλογη εξέταση επιχειρεί η συγγραφέας και στο μυθιστόρημα «Καπετάν Μιχάλης». Όλα αυτά είναι στοιχεία του λαϊκού πολιτισμού της Κρήτης, (που απαντούν λίγο-πολύ και στα άλλα μυθιστορήματά του), και η συγγραφέας τα επισημαίνει και τα σχολιάζει με λαογραφικό ενδιαφέρον.
Στην τρίτη ενότητα υπάρχει ένα εκτενές κεφάλαιο, με τίτλο «Από τη γραφή στον στοχασμό του Νίκου Καζαντζάκη και την οικουμενική διάσταση των έργων του «Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά» και «Αναφορά στον Γκρέκο». Η συγγραφέας επιδιώκει «να σκιαγραφηθεί η προσωπικότητα του Ν. Καζαντζάκη μέσα από τη γραφή και τον στοχασμό του, καθώς γραφή και στοχασμός συγκροτούν το ύφος και το ήθος του συγγραφέα» (σ.67). Στο πλαίσιο αυτό εξετάζει τη γραφή του «ως προς το λεξιλόγιο, τη διακειμενικότητα, το ύφος, την πολυφωνία, τα αφηγηματικά μέσα, την αισθητική κ.ά.» (σ.70). Κατόπιν ερευνά τον στοχασμό στο έργο του Καζαντζάκη σε θέματα ελευθερίας, ζωής και θανάτου, υπαρξισμού και αρχετύπων, συχνά με την τεχνική τής αντίστιξης. Αντιστιτικά ζεύγη, «όπως ζωή vs θάνατος, ύλη vs πνεύμα, αλήθεια vs ψέμα, βάρβαρος vs μορφωμένος, θεωρία vs πράξη είναι από τα βασικά στοιχεία στον στοχασμό του Καζαντζάκη» (σ.85).
Ακολουθούν, στην τέταρτη ενότητα, «Πολιτισμικοί κώδικες στο έργο του Ν. Καζαντζάκη Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά». Εδώ μελετώνται ενδιαφέροντα θέματα, όπως: εντοπιότητα και ελληνικότητα, τρόπος ζωής και διατροφής, στερεότυπα και η ευχή ως προφητική δύναμη του μελοθάνατου, η φιλοξενία και η ντόπια ηθική για τη θέση του άλλου, οι μοιρολογίστρες, η άκληρη θανούσα, ήθη και έθιμα σχετικά με τον νεκρό, μοτίβα ηλικιωμένων ανθρώπων, ο Αλέξης Ζορμπάς ως εκπρόσωπος του ζωικού πρωτόγονου κόσμου (μπερξονικός και διονυσιακός τύπος), η θέση της γυναίκας ως λόγος και ιδεοληψία, η συνομιλία της λογοτεχνίας με την ιστορία, οι προλήψεις, η σχέση με τη θάλασσα, η ανεργία, η θεοσέβεια, ο έρωτας. Ακόμα γίνεται λόγος για τον λαϊκό γνωμικό λόγο, για διακείμενα, φράσεις και εγκιβωτισμένα τραγούδια με την ιστορική, την κοινωνική και γενικά την πολιτισμική τους φόρτιση και πολυφωνία, για θρησκευτικούς κώδικες, με διερεύνηση της εθνοτικής και θρησκευτικής ετερότητας.
Η επόμενη πέμπτη ενότητα έχει ιδιαίτερο λαογραφικό ενδιαφέρον. Ασχολείται με «τον κρητικό πολιτισμό: ήθη – έθιμα και αξίες, την ιδέα της ελευθερίας, το θρησκευτικό συναίσθημα, τη συνομιλία λογοτεχνίας και ιστορίας και τη θέση του άλλου, του διαφορετικού, στην κρητική κοινωνία, στον Καπετάν Μιχάλη». Η συγγραφέας αρχίζει με την εξέταση των αφηγηματικών και ιδεολογικών στοιχείων του Καπετάν Μιχάλη, τον χωροχρόνο της αφήγησης, τις ιδέες, αξίες και γλώσσα, για να μετακινηθεί στο θρησκευτικό συναίσθημα, τα σχετικά έθιμα με τις θρησκευτικές γιορτές, τη σχέση τους με την απελευθέρωση της Κρήτης, ήθη και έθιμα συναφή με τον θάνατο, μέσα από μικροϊστορίες κειμενικών προσώπων. Ακολουθούν μικροϊστορίες ηρώων και αναφορά σε αξίες, όπως η φιλοξενία και τα κρητικά εδέσματα, η δύναμη της ευχής και της κατάρας, η πίστη στα όνειρα, οι αντιφωνήσεις και οι όρκοι, η ενδυμασία των δύο ηρώων, η φιλία, ο σεβασμός στον κατατρεγμένο, η θέση του αλόγου και η αξιοκρατία στους καπεταναίους. Κατόπιν, εξετάζεται η θέση του Άλλου, φυλετικά, θρησκευτικά και κοινωνικά, η συνομιλία λογοτεχνίας και ιστορίας και η γλώσσα και η πολυφωνία του Καπετάν Μιχάλη.
Η έκτη ενότητα ασχολείται με τα λογοτεχνικά πορτρέτα και τις μικροϊστορίες τους στο έργο Καπετάν Μιχάλης, με ενδολογοτεχνικές αναφορές, και στην «Αναφορά στον Γκρέκο». Η συγγραφέας σημειώνει εύστοχα ότι «ο Καζαντζάκης πλάθει περίτεχνα τους χαρακτήρες του με τα απαραίτητα υλικά, που συνάδουν με τη θέση τους και με τη δράση τους στη μυθοπλασία του, με τις αξίες τους, με τις αδυναμίες τους και με τη θέση τους στην κοινωνία που αναπαρίσταται» (σ.159). Εξετάζονται ακόμα το πορτρέτο της Κρήτης, του Άι-Μηνά, του Καπετάν Μιχάλη (πατέρα του Καζαντζάκη), του Νουρήμπεη, του Μανούσακα, του γερο-Σήφακα, του δάσκαλου και της θέσης του σε μια ηρωική εποχή. Δίνονται ακόμα και τα πορτρέτα ένδεκα άλλων ηρώων και δρώντων προσώπων. Ιδιαίτερο λαογραφικό ενδιαφέρον παρουσιάζει «Ο γάμος και τα προικιά μέσα από τις μικροϊστορίες των κειμενικών απλών και σημαντικών ανθρώπων» και η θέση της γυναίκας σε αντίστιξη με τη θέση του άντρα στην κρητική κοινωνία. Η συγγραφέας στη συνέχεια παρουσιάζει πορτρέτα γυναικών, όπως έκανε με τους άντρες. Τέτοια είναι της κυρα-Κατερίνας (συζύγου του Καπετάν Μιχάλη), της κόρης του Ρηνιώς, της Νοεμής, της μάνας του Καπετάν Μιχάλη κ.ά.
Στο τρίτο μέρος η συγγραφέας εξετάζει την «Ταξιδιωτική Λογοτεχνία» του Νίκου Καζαντζάκη. Και ασφαλώς έχει δίκιο η ίδια, όταν επισημαίνει ότι «η ταξιδιωτική λογοτεχνία του Καζαντζάκη είναι πλούσια και ποικίλη, καθώς αγκαλιάζει πολλές χώρες σε Ανατολή και Δύση και φέρνει τον αναγνώστη σε επαφή με τους τόπους και τους ανθρώπους τους, με τις νοοτροπίες, τα ήθη, τα έθιμα, την ιστορία και τον συνολικό πολιτισμό τους. Πρόκειται για ένα λογοτεχνικό είδος μεγάλης μορφωτικής και λογοτεχνικής αξίας και ευρείας γλωσσικής εμβέλειας» (σ.211). Στη συνέχεια, η συγγραφέας παρουσιάζει συνοπτικά τα σχετικά έργα του Καζαντζάκη: Ταξιδεύοντας στην Ισπανία (1937), Ταξιδεύοντας στην Αγγλία (1939),Ταξιδεύοντας στην Ιαπωνία (1935), Ταξιδεύοντας στην Κίνα (1935), Ταξιδεύοντας: Ιταλία-Αίγυπτος, Σινά-Ιεροσόλυμα, Κύπρος- Ο Μοριάς (1961).
Στη δεύτερη ενότητα του μέρους αυτού η συγγραφέας εξετάζει την αναζήτηση της ελληνικότητας μέσα από τα έργα του Καζαντζάκη Ταξιδεύοντας σε Αγγλία, Ισπανία, Ρουσία, Ιαπωνία – Κίνα, Ιταλία – Αίγυπτο, Σινά – Ιερουσαλήμ, Κύπρο – Μοριά, δίνοντας έμφαση στον Μοριά. Έτσι, αναφέρεται εδώ στην ελληνικότητα ως φύση και πολιτισμό, ως ράτσα μέσα από τις μικροϊστορίες των ηρώων (ήθη και έθιμα) και ως κάστρα με την ιστορία τους.
Στο τέταρτο μέρος η συγγραφέας αναφέρεται σε ένα κορυφαίο έργο του Καζαντζάκη, την «Ασκητική». Παρουσιάζει τη δομή του και αναλύει με ουσιαστικό τρόπο το περιεχόμενο κάθε μέρους. Το έργο αυτό «είναι η αναζήτηση της απόλυτης εσωτερικής ελευθερίας, που ακούει μόνο στο πρόσταγμα της διαρκούς πορείας, αυτό που ο συγγραφέας έχει ονομάσει «κρητική ματιά» (σ. 269). Σωστά παρατηρήθηκε ότι «η Ασκητική αποτελεί καταστατικό χάρτη των ιδεών του, που μαζί με την Οδύσεια και την Αναφορά στον Γκρέκο συγκροτούν τα τρία κλειδιά για να διεισδύσουμε στον ιδεολογικό του χώρο» (σ. 271).
Το πέμπτο μέρος μελετά το σκωπτικό και χιουμοριστικό στοιχείο στο ποιητικό και επιλεγμένο θεατρικό έργο του Ν. Καζαντζάκη. Έτσι, εξετάζει την ειρωνεία, τη σάτιρα, την παρωδία και το καρναβαλικό στοιχείο και δίνει παραδείγματα από τις Τερτσίνες. Από τον ίδιο χώρο (τις Τερτσίνες ) αντλεί παραδείγματα για την κωμωδία, τα κωμικά απρόοπτα, το διονυσιακό στοιχείο και το χιούμορ.
Στη συνέχεια διερευνά το σκωπτικό και χιουμοριστικό στοιχείο στην Οδύσεια, ήδη από τη δομή του έργου, αλλά και με ενδεικτικά παραδείγματα ειρωνείας και χιούμορ από επιλεγμένες ραψωδίες του. Κατόπιν, αναζητεί το χιουμοριστικό και σκωπτικό στοιχείο στα θεατρικά έργα του Καζαντζάκη. Ειδικότερα, ασχολείται με τις τραγωδίες Χριστός, Ιουλιανός ο Παραβάτης, Νικηφόρος Φωκάς, Βούδας, Σόδομα και Γόμορα. Εξάλλου, μέσα από τις μικροϊστορίες του Καπετάν Μιχάλη, γίνεται λόγος για το σκωπτικό και κωμικό στοιχείο, για το γέλιο, το γενικό κωμικό στοιχείο και την παρονομασία, την ειρωνεία, την παρωδία και το καρναβαλικό στοιχείο.
Στο έκτο μέρος του βιβλίου της η συγγραφέας μάς ενημερώνει για «Μεταφράσεις παιδικής λογοτεχνίας από τον Νίκο Καζαντζάκη», παρουσιάζοντας και αναλύοντας, με εύστοχες επισημάνσεις, το έργο του Καζαντζάκη, «Ιουλίου Βερν, Ο γύρος του κόσμου εις 80 μέρες». Σημειώνουμε εδώ τη διαπίστωση της συγγραφέως ότι «ο Καζαντζάκης δεν μεταφράζει απλώς καλά, αλλά δημιουργεί ένα νέο λογοτεχνικό κείμενο στα ελληνικά, που όχι μόνο δεν προδίδει το πρωτότυπο, αλλά χαρακτηρίζει την ελληνική γλώσσα, τη γεμάτη με τους κυματισμούς του Αιγαίου, με την αναπαραστατική δύναμη και το ύφος της γραφής του μεταφραστή-δημιουργού» (σ. 343).
Ακολουθεί η πλούσια Βιβλιογραφία του βιβλίου (έβδομο μέρος) και το Ευρετήριο (όγδοο μέρος), με Πίνακες όρων και ορολογιών και επιλογές τίτλων έργων, καθώς και Πίνακας Ονομάτων.
Η κυρία Χριστίνα Αργυροπούλου με αυτό το βιβλίο κατέθεσε μια εξαιρετική συμβολή στην μελέτη του καζαντζακικού έργου. Η ίδια έχει βαθιά γνώση του έργου του μεγάλου διανοητή και αυτό διαπιστώνεται από τις αναλύσεις και ερμηνευτικές προτάσεις της, που η ίδια επισημαίνει, σε πολλούς «άξονες». Εντυπωσιάζει πράγματι η ερευνητική της ενασχόληση με πάρα πολλές πλευρές του έργου του μεγάλου Κρητικού, μερικές από τις οποίες είναι πρωτότυπες. Ίδια πρωτοτυπία βλέπει κανείς και στην ερμηνευτική προσέγγιση έργων τού Καζαντζάκη. Η ίδια ξεκινάει πάντα με εισαγωγικές σκέψεις σε κάθε ενότητα, ενημερώνοντας αρχικά τον αναγνώστη, περνάει στη συνέχεια στην ανάλυση του θέματος και καταλήγει με χρήσιμες επιλογικές διαπιστώσεις και συμπερασματικές σκέψεις, τις οποίες τεκμηριώνει με στοιχεία από τα κείμενα, τα οποία προσεγγίζει με θαυμαστή κριτική ματιά και με γλώσσα πλούσια και εκφραστική. Επιπλέον, γνωρίζει καλά τη σχετική βιβλιογραφία (καταγράφονται 207 βιβλία), και την αξιοποιεί επαρκώς. Επισημαίνουμε επίσης την ευαισθησία της στην παρουσίαση λαογραφικών θεμάτων στο έργο του Καζαντζάκη, γεγονός που δείχνει τη δική του στενή σχέση με τον λαϊκό πολιτισμό της Κρήτης.
Για όλα αυτά, η κυρία Χριστίνα Αργυροπούλου είναι άξια συγχαρητηρίων. Ευχόμαστε το βιβλίο της, που κοσμεί πλέον την καζαντζακική βιβλιογραφία, να είναι καλοτάξιδο!
