You are currently viewing Αριστούλα Δάλλη:  Σοφία Τριανταφυλλίδου, « Το σπίτι στη ράχη ενός ψαριού», συλλογή διηγημάτων , Εκδόσεις ΑΩ, 2023.

Αριστούλα Δάλλη:  Σοφία Τριανταφυλλίδου, « Το σπίτι στη ράχη ενός ψαριού», συλλογή διηγημάτων , Εκδόσεις ΑΩ, 2023.

Ένα παιδί της μνήμης που αναδύεται απ΄τις ρωγμές ενός παρελθόντος, ενός παρόντος, ίσως και μιας προ-οικονομίας του μέλλοντος, κοσμεί το εξώφυλλο της πρώτης συλλογής διηγημάτων της Σοφίας Τριανταφυλλίδου, με τίτλο « Το σπίτι στη ράχη ενός ψαριού και άλλες μικρές υδάτινες ιστορίες».

Αυτό το εσωτερικό παιδί, πρωταρχική μορφή ύπαρξης, με παιγνιώδη τρόπο γραφής, άλλοτε σε πρωτοπρόσωπη ή τριτοπρόσωπη αφήγηση και άλλοτε ως παντογνώστης αφηγητής, συνομιλεί με τον αναγνώστη και τον μυεί στον μυστικό κόσμο της συγγραφέως.

Γραφή σύντομη, σε μικρή φόρμα, με οικονομία λέξεων και πλοκής, με ανατροπές, χωρίς να παραλείπει τη βύθιση στον εσωτερικό κόσμο της , ούτε να χάνεται το νόημα του σκοπού του μηνύματος.

Άλλοτε πάλι οι σύντομες ιστορίες της αποτελούν μία πρόκληση για τον δημιουργικό αναγνώστη, καθώς καλείται να συμπληρώσει νοερά τα κενά της αφήγησης με δικές του σκέψεις, να αναδείξει αυτά που δεν λέχθηκαν, ίσως και να αλλάξει με δικές του ανατροπές το τέλος της ιστορίας.

Με το μαγικό κλειδί της ποιητικής συνένωσης λέξεων και ιδεών, ανοίγει την πύλη προς τον «κόσμο του θαυμαστού» και συνέχει το πραγματικό και το αλλόκοτο ως καθημερινό και κοινό, το υπερφυσικό και το ανεξήγητο ως μέρος της υπαρκτής πραγματικότητας.

Η Σοφία Τριανταφυλλίδου χωρίς ιδεασμούς και αναστολές, διαχειρίζεται ευσύνοπτα την τεχνική της γραφής του μαγικού ρεαλισμού, του υπερρεαλισμού, της ανιμιστικής πίστης, του συμβολισμού με εικόνες και ανατροπές του φανταστικού κόσμου της.

Επιλέγει, ίσως όχι τυχαία, τίτλο με σύμβολα αρχετυπικά (θάλασσα, ψάρι, σπίτι), και μας προϊδεάζει για τις υδάτινες ιστορίες των ηρώων που θα συναντήσουμε στην ανάγνωση του βιβλίου της.

Ο Γάλλος φιλόσοφος  Γκαστόν Μπασελάρ, στο έργο του «Το νερό και τα όνειρα», με φιλοσοφική προσέγγιση, διακρίνει δύο φαντασίες: «Μία φαντασία που ζωντανεύει το τυπικό αίτιο και μία φαντασία που δίνει ζωή στην υλική αρχή ή, πιο συνοπτικά, τη μορφολογική και την υλική φαντασία». Δύο φαντασιακές δυνάμεις που συχνά συνεργάζονται και δεν μπορούμε να τις διαχωρίσουμε απόλυτα, γιατί η μία συνυπάρχει με την άλλη σε μία πλήρη ενότητα. 1.

Στον αφηγηματικό λόγο της συγχωνεύει το ρεαλιστικό με το φανταστικό και μέσω της προσομοίωσης προσεγγίζει την καθημερινότητα, που βρίθει από πάθη και ένστικτα (ατομικά και συλλογικά).

Ο κόσμος της χαρακτηρίζεται από αντίθετες αντιλήψεις. Είναι ο αισθητηριακός κόσμος απέναντι από την μεταφυσική έξω-αισθητηριακή αντίληψή του.

Το καλό απέναντι από το κακό, το σκοτάδι απέναντι από το φως. Τα θετικά τρυφερά συναισθήματα και το ένστικτο της ζωής ενάντια στο ένστικτο του θανάτου και την αρχέγονη σκληρότητας του.

Ο αφηγηματικός λόγος σε όλο το σώμα της συλλογής διακρίνεται από την χρονική και την άχρονη πραγματικότητα, από την πολυπλοκότητα της ρευστότητας του χρόνου, την επικέντρωση στην περιγραφική λεπτομέρεια που δημιουργεί έντονες μαγευτικές εικόνες.

 

Γράφει στο διήγημα «Τα λουλούδια του πάθους», (σελ 39).

 

« Είμαι δεκατριών ετών. Το βράδυ στον ύπνο μου, βλέπω τις μικρές αδελφές μου, αντί για κεφάλι έχουν παιδικά ρολόγια καρτούν, οι μεγαλύτερες μεγάλα ρολόγια σαν αυτό στο καμπαναριό της εκκλησίας, και ο μοναδικός αδελφός μου ένα χοντροκομμένο τετράγωνο ρολόι με ασημένιο μπρασελέ. Το πρόσωπο της μητέρας μου έχει αντικατασταθεί από ένα λεπτεπίλεπτο ρολόι που οι δείκτες του γυρίζουν απελπιστικά αργά. Στο κεφάλι του πατέρα όμως δεσπόζει το πιο ακριβό ρολόι που κάνει συνεχώς τικ τακ και δεν χάνει ποτέ κανένα ήχο. Όλα ήταν τέλεια.»…

Η Σ.Τ περιγράφει με γλαφυρό τρόπο τους χαρακτήρες και τους ρόλους που παίζουν τα μέλη μιας οικογένειας, ο πατριαρχικός έλεγχος του αρσενικού και η υποταγή του θηλυκού. Όλοι σαν καλό-κουρδισμένα ρολόγια επιδέχονται το σατυρικό χιούμορ με την υποβόσκουσα ειρωνεία της συγγραφέως.

Τα διηγήματα, γραμμένα σε πεζό λόγο με ποιητική χροιά, μάς μεταφέρουν στο κόσμο της μυθοπλασίας όπου όλα μπορούν να συμβούν με τον ίδιο τρόπο που θα συνέβαιναν στο κόσμο της πραγματικότητας.

Υπαρξιακές ανησυχίες και προβληματισμοί μορφοποιούνται ως εικόνες σε επίπεδο λόγου και τέχνης.

Θέματα που απασχολούν την συγγραφέα είναι οι σχέσεις των ανθρώπων, οι δεσμοί που τους ενώνουν, ο λειτουργικός ή ο δυσλειτουργικός τρόπος σύνδεσης τους, η συνύπαρξη και η αντιπαράθεση σε περιβάλλοντα οικεία ή ανοίκεια με όλη τη φυσικότητα και την παραδοξότητα τους.

Συναισθήματα αναδύονται από τη «σκιά» και από το «φως» της ψυχής, χωρίς ενοχή ή υπεροχή, αλλά με καθαρότητα και γνησιότητα αντικειμενικότητας και παραδοχής.

Ανοίγει και κλίνει τη συλλογή της με την μορφή της πρωταρχικής σχέσης, τον σημαντικό «Άλλον», την μητέρα.

Γράφει στο διήγημα «Μάνα»,( σελ. 9.

«Μετρούσε αιώνες η ελιά που αγκάλιαζε το πατρικό μας, ζητώντας μόνο λίγο νερό .Τώρα οι ρίζες της σε προχωρημένη άνοια μπερδεύουν τις διαδρομές και, αντί να χαθούν στο υπέδαφος, ξεπροβάλλουν αναμαλλιασμένες έξω από το χώμα. Εκεί έβρισκα καταφύγιο στα παιδικά μου χρόνια….»

Υπαρξιακή ανάγκη να συμφιλιώσει τη ζωή και τον θάνατο μ΄ ένα ασύμβατο τρόπο και ασαφή όρια ανάμεσα στο ονειρικό και το πραγματικό. Αλληγορική η προσομοίωση της γέρικης ελιάς με την μητέρα σε άνοια, την αδυσώπητη φθορά του χρόνου και τις πληγές, την άρνηση της απώλειας. Ανιμιστική η προσπάθεια της ελιάς να αλλάξει την φυσική πορεία των ριζών της προς το βάθος της γης και να κατευθυνθεί προς το φως του ήλιου, τη ζωή. Συμβολικό το λευκό μανταρισμένο σεντόνι-σάβανο που σκεπάζει το σώμα της ελιάς,  ενώ την ίδια στιγμή το παιδί κρύβεται στην αγκαλιά της, έτσι όπως ήταν η πρωταρχική θύμηση του πρώιμου δεσμού μαζί της.

Έντονη η λαχτάρα του παιδιού για την παρουσία και την αγάπη της μητέρας. Αναγκαία η μορφή και το βλέμμα της για να καθρεφτιστεί και να βρει την ταυτότητα του. Θεραπευτική η αγκαλιά της ακόμη και όταν είναι κρυμμένη μέσα σε μία «Μεγάλη ξύλινη κότα» (σελ.49), όπως μας λέει στο διήγημα της με τον ίδιο τίτλο.

Τραυματική η απώλεια της μάνας για το παιδί.  Γίνεται αναφορά στην ορφάνια, στην εγκατάλειψη, στην απόρριψη, στην έλλειψη γονεϊκής προστασίας που κατακερματίζουν τον πυρήνα της ύπαρξης και τού  στερούν την πίστη, την αισιοδοξία, την επιθυμία για ζωή.

Στα διηγήματα «Ματίνα-Άλκηστη (σελ.16-18), η απουσία της μάνας, η ταύτιση μαζί της, η αδυναμία του παιδιού ως αυτόνομη ύπαρξη, δημιουργούν σύγχυση και αλλοτρίωση του Εγώ και του Εσύ, της προσωπικότητας και της ταυτότητας του.

Από την άλλη στο διήγημα «Εριφύλη» (σελ31-32), η παρουσία της αυταρχικής και ελεγκτικής μητέρας πνίγει τον αυθορμητισμό και την ελευθερία της βούλησης του παιδιού, το εμποδίζει να ενηλικιωθεί σε συνύπαρξη της αρσενικής και θηλυκής φύσης του.

Το παιδί απεγνωσμένα αναζητάει το ταξίδι στη γνώση του κόσμου, να πετάξει σε ουρανό, ταξιδευτής σ΄ ένα πλασματικό δικό του κόσμο, με ή χωρίς χάπια. Να βυθιστεί επιθυμεί σαν ψάρι στη θάλασσα, να ερωτευθεί, να αγαπήσει, να πονέσει, να αρχίσει από την αρχή, ως Αδάμ, Εύα, Λίλιθ,  χωρίς να χάσει την δυνατότητα της επιστροφής  στο σπίτι της στεριάς,  στο αρχέτυπο σύμβολο της ασφάλειας που υπόσχεται η αγκαλιά της αρχέγονης μητέρας γης.

Στο διήγημα της « Το σπίτι στη ράχη ενός ψαριού», η ηρωίδα υπάρχει συγχρόνως σε πραγματικό και φανταστικό κόσμο.

Γράφει: (σελ.13).

«Στη ράχη ενός ψαριού ήθελα το σπίτι μου και, επιτέλους, το κατάφερα…»

Σε ένα μονόλογο σπαραχτικό, που δεν χρησιμοποιεί μόνο ωραίες λογοτεχνικές εκφράσεις, αλλά εκφράζει βαθιά συναισθήματα, κτίζει το σπίτι της στη ράχη ενός ψαριού. Βυθίζεται στη θάλασσα του ασυνειδήτου, εκεί από όπου ξεκίνησε η ύπαρξη της, με θύμισες τραυματικές σπαράζει για τις απώλειες των επιθυμιών της. Διχασμένη, ανάμεσα στην ελευθερία και την σιγουριά της εξάρτησης, την ρευστότητα του υγρού στοιχείου και την ασφάλεια του σπιτιού πάνω στο βράχο, μνημονεύει με νοσταλγία την πρωταρχική ομορφιά της ύπαρξης της.

«Όχι μόνον οι μνήμες μας αλλά και οι λησμονιές μας έχουν ένα κατάλυμα. Το ασυνείδητο μας έχει ένα κατάλυμα. Η ψυχή μας είναι μια κατοικία  και μαθαίνουμε να ζούμε μέσα σε αυτήν.», γράφει ο Μπασελάρ. 2.

Με μία ελεγεία κλίνει το μονόλογο της.

«Όταν έχει πανσέληνο, κολυμπώ στα ρηχά, σπαράζω για τα χαμένα μου. Το ψάρι σκαλωμένο σε κάποιο βράχο πάντα περιμένει. Γνωρίζει κι αυτό καλά τη θάλασσα της απώλειας».

Για ποιες απώλειες η συγγραφέας μάς κάνει κοινωνούς, άλλοτε ονοματίζοντάς τες και άλλοτε υπαινικτικά δίνοντας λόγο, σκέψεις και συναισθήματα σε αντικείμενα του περιβάλλοντος χώρου;

Η ανιμιστική προσέγγιση του κόσμου, δίνει την δυνατότητα να γίνει παντογνώστης παρατηρητής και να δει το τραγικό πρόσωπο της Μέδουσας μέσα από την αντανάκλαση στην ασπίδα του ήρωα.

Στο διήγημα «Ανοιχτή αγκαλιά», (σελ 42-43), η ηρωίδα με ειρωνεία λοιδορεί την ανύπαρκτη γονεϊκή αγκαλιά-του πατέρα και της μητέρας- από την ώρα της γέννησης της και μετέπειτα, την μη αποδοχή επειδή είναι θηλυκό έναντι του διδύμου αρσενικού αδελφού. Ο πόνος της απόρριψης του φύλου της, μετατρέπεται διαχρονικά σε εχθρότητα του μη αποδεκτού σώματος (βουλιμία ή ανορέξια, υποκατάστατο της  στερημένης  ψυχικής τροφής και αγάπης ), υπονομεύοντας την προσωπικότητα της.

Γράφει: «Εγώ στον καθρέφτη βλέπω το μικρό μωρό που ποτέ δεν αποδέχτηκαν».

Και στο διήγημα « Το σπίτι», μιλάει υπαινικτικά για την απώλεια και τον θρήνο του θανάτου, δίνοντας με συμβολισμό τη σχέση γονιών-παιδιού, τη σχέση της αγάπης, τον πόνο της χαμένης ευτυχίας με την οποία ήταν ποτισμένοι ακόμη και οι τοίχοι του σπιτιού. Δίνεται ο λόγος σε ένα αντικείμενο του χώρου, το σπίτι, και η δυνατότητα να εκφράσει συναισθήματα, σαν να έχει την ίδια ψυχή και τα συναισθήματα με τους ανθρώπους που το κατοικούν.

Μονολογεί το βιωμένο σπίτι και κλαίει, προσπαθεί να κλείσει το θρήνο της απώλειας, να κρατήσει το τελευταίο μήνυμα του αγαπημένου παιδιού που άφησε στους οικείους του, λίγο πριν φύγει ξαφνικά από την ζωή.

Γράφει το σημείωμα που άφησε το παιδί. « Ό,τι και να συμβεί, εγώ θα σας αγαπάω».

Και συνεχίζει η ροή των σκέψεων της συγγραφέως να κινείται στα επίπεδα της συνειδητότητας των δύο διαστάσεων, στην αμφιθυμία ανάμεσα στην ικανοποίηση της επιθυμίας (θέλω) και την αντίσταση του πρέπει (αξίες και απαγορεύσεις), άλλοτε σε συμφωνία και άλλοτε σε ενδοψυχική σύγκρουση.

Τα διηγήματα της δεν αφηγούνται μόνο μια ιστορία αλλά είναι μια μεταφορά που σκιαγραφεί τις πράξεις των ηρώων, καλές και κακές , σ΄ ένα σύμπαν πολύπλοκο, πολυπρόσωπο, παράλογο και χαοτικό.

Η Σ.Τ. με εργαλείο την μεταφορά, ως Θησέας με το νήμα της Αριάδνης μπαίνει στο λαβύρινθο αγγίζοντας το σκοτάδι και τον Μινώταυρο του ανθρώπινου είναι.

Συναισθήματα, μη αποδεκτά στο κοινωνικό status, αναδύονται μέσα από την μυθοπλασία και βιώνονται από τους ήρωες των διηγημάτων, επιτυγχάνοντας έμμεσα την δικαίωση και την κάθαρση.

Κοινωνική αδικία, ματαίωση, θυμός, μίσος, εκδίκηση, ενοχή, έγκλημα, λαγνεία, πάθη ενστίκτου και ορμής θανάτου παίρνουν τη μορφή των ηρώων στα διηγήματα του φανταστικού.

Στα  διηγήματα « Ύφάντρες». (σελ10-11), « Πόθος»(σελ.34-35), και «Παραμάνα»,( σελ.30), περιγράφεται αλληγορικά η λαγνεία, ο πρωτόγονος κανιβαλισμός, η ακόρεστη σεξουαλικότητα.

Η ενοχή περιγράφεται, σαν βάρος του λάθους και της αμαρτίας, σαν αυτοτιμωρία στις αφηγήσεις των ηρώων, «Η θέση του Διευθυντή»( σελ.19-20. και « Ο χυλός» ( σελ ).

Και στα διηγήματα « Σήμερα ζωγράφισε η μητέρα» ( σελ24-25), «Η μαύρη γάτα» (σελ.36).» Οι γόπες» (σελ.27-28), ζωντανεύει η οργή και η εκδίκηση για την αδικία, την προσωπική και κοινωνική βία και κακοποίηση.

Ως αντίσταση σε όλη αυτή την ανθρώπινη παθογένεια, η Σοφία Τριανταφυλλίδου γκρεμίζει τον μαθηματικό κόσμο της Λογικής και επιστρέφει στον κόσμο του συναισθήματος και της εξατομίκευσης.

Γράφει στο διήγημα « Ο άγνωστος Χ»,  σελ. 14-15» .

[….Την επομένη, ο μαθηματικός μου κόσμος κατέπεσε. Οι ανισότητες δίχως νόημα πλέον. Τραχιά σύμβολα εξαφανίστηκαν και εγώ για πρώτη φορά βρήκα τον άγνωστο Χ στο δικό μου ανάστημα. ΟΧΙ μονάδα , αλλά μοναδική.»]

Η μοναξιά και η θλίψη της ανικανοποίητης γνώσης δεν την τυφλώνει πλέον.

Ποιο μήνυμα μας στέλνει με την συλλογή της η Σ.Τ. για την επόμενη ημέρα;

« Πάντα υπάρχει μια σκιά ζωής που αντιστέκεται στις απώλειες», μάς λέει το εσωτερικό παιδί της μνήμης  του εξωφύλλου και η δημιουργός αυτής της ευφάνταστης συλλογής κλίνει στον αναγνώστη το μάτι με το νόημα της εν-συναίσθησης και της αυτογνωσίας.

  1. GastonBachelard, «Το νερό και τα όνειρα». εκδ, Χατζηνικολή.1985
  2. GastonBachelard,«Η ποιητική του χώρου», εκδ.Χατσηνικολή, 1982

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.