You are currently viewing Χλόη Κουτσουμπέλη: Σοφία Περδίκη, Η σειρήνα του χρόνου, εκδόσεις ΑΩ, 2024

Χλόη Κουτσουμπέλη: Σοφία Περδίκη, Η σειρήνα του χρόνου, εκδόσεις ΑΩ, 2024

Από το πρώτο ως το τελευταίο ποίημα της συλλογής η ποιήτρια ζωγραφίζει με λέξεις μία υποβλητική ατμόσφαιρα ανοίκειου, γοητευτικού και ταυτόχρονα μυστικιστικού και μυστηριώδους σύμπαντος.

Από το αρχικό ποίημα δηλαδή με την ακτή γεμάτη υπερμεγέθη γαιδουράγκαθα που φέρνουν στον νου πίνακα του Νταλί, έως το πορτρέτο της απουσίας του θείου της ποιήτριας Αλέξανδρου Ίσαρη στο τέλος της συλλογής, η Περδίκη συνδυάζει με εξαιρετική μαεστρία δύο τέχνες, ποίηση και ζωγραφική και παρόλο που οι πίνακες παραμένουν αόρατοι, ζωγραφισμένοι σε ανύπαρκτες σελίδες, ο αναγνώστης αισθάνεται τη συμπληρωματική τους παρουσία στην εξέλιξη του βιβλίου.

Γράφει στο ποίημά της ΟΙ ΜΕΡΕΣ ΜΟΥ:

Μισή μέσα στην πραγματικότητα/κι άλλη μισή δοσμένη σε διαστάσεις αφηρημένες/

Οι διαστάσεις της ποίησης της Σοφίας Περδίκη είναι πράγματι αφηρημένες, αφού εικόνες και σύμβολα εναλλάσσονται με μία αξιοσημείωτη ρευστότητα, σαν κάποιος να χύνει χρώματα σε έναν καμβά και να σχηματίζονται λίμνες, ποταμοί και θάλασσες με έμβια πλάσματα να πάλλονται μέσα τους. Η Σοφία δημιουργεί με λέξεις στο χαρτί σχέδια άλλοτε πανέμορφα, άλλοτε τρομακτικά, ιχνογραφώντας το ιδιαίτερο ύφος της ποίησής της που είναι γεμάτο συμβολισμούς και επιδέχεται πολλαπλά επίπεδα ερμηνείας.

Η ίδια μας μυεί στην ποιητική της κουζίνα στο ποίημα BLUE μιλώντας μας με χρώματα και είναι σαν να μας ξεναγεί ταυτόχρονα μέσα στο ατελιέ της για να μας δείξει την τεχνική ζωγραφικής της.

Σφουγγίζω την υγρή ζωή

με το ’να χέρι

και με τ’ άλλο νίβω

τα νοήματα

αφαιρώ από τα πρόσωπα

τα μωβ τους στίγματα

εκείνα τα εναπομείναντα

υπολείμματα από τα λάμδα

Αυτό που απομένει κάθε πρωί

είναι μια μελαγχολική ούλτρα Μαρίνα

σε ένα σκαρί που το έφαγε το κύμα

κι ένας αστερίας θαλασσί

να βυζαίνει το αλάτι.

Η συνάφεια των δύο τεχνών και η διπλή ιδιότητα της Περδίκη φαίνονται επίσης πολύ έκδηλα στο TABLEAU VIVANT, μία κριτική αποτύπωση της εποχής μας και της εικονικής πραγματικότητας της τέχνης, καθώς και στο βαθιά συμβολικό της ποίημα η ΤΥΦΛΩΣΗ όπου η ποιήτρια βυθίζει το τρίτο μάτι, το μάτι της διαίσθησης του poet voyant, του ποιητή ιερέα, μύστη, προφήτη, στον κουβά με το νέφτι σε μία προσπάθεια της καλλιτέχνιδας ζωγράφου και ποιήτριας να αποποιηθεί τον ρόλο της Κασσάνδρας σε έναν κόσμο που γκρεμίζεται ολοταχώς.

Η ζωγράφος δεν θέλει πια να δει

το στροβιλώδες γκρέμισμα στην κίτρινη όχθη

ούτε τον τελευταίο ασπασμό

δίπλα στο γλυκό νερό αντέχει να κοιτάξει.

Τα ομιχλώδη πρωινά

στήνει τα εικαστικά της πολύπτυχα

στα τυφλά.

Όπως όλοι οι ποιητές και οι ποιήτριες πριν από αυτήν, η Περδίκη προσπαθεί να αναλύσει το μυστήριο της γραφής.

Στο ποίημα ΕΧΩ ΜΙΑ ΦΙΛΗ γράφει:

Έχω μια ακατανόητη φίλη/που μαζί κατρακυλάμε/τη νύχτα

στου φόβου την κοιλάδα/και κάθε πρωί μάς βρίσκει ο ήλιος

μ’ ανοιχτό το μάτι/στο κρεβάτι.

Όλοι οι ποιητές έχουν αυτό που η ποιήτρια ονομάζει στο ποίημα ΟΙ ΜΕΡΕΣ ΜΟΥ «του εαυτού μου εναλλακτικές εκδοχές,» όλοι οι ποιητές έχουν έναν ή πολλούς, μία ή πολλές, ακατανόμαστες φίλες, αφού το είδωλο του/της δημιουργού συνέχεια διαθλάται και διασπάται στους καθρέφτες της γραφής του/της, η ακατανόμαστη φίλη είναι ο εφιάλτης και η λύτρωση, ο Τζέκυλ και ο Κλάιντ, το alter ego, ο χειρότερος φόβος και η πιο ανέλπιστη χαρά, κάθε ποιητής, κάθε ποιήτρια, είναι ένα συνενωτικό πλάσμα από πολλούς εαυτούς, το ποίημα όμως που τελικά θα αποτυπωθεί στο χαρτί στην καλύτερη περίπτωση θα αποτελέσει μία ολότητα σε όλες τις εκφάνσεις της.

Η ποιήτρια για να γράψει, πρέπει να διαρρήξει την απαλή μεμβράνη που χωρίζει το συνειδητό από το ασυνείδητο, να βουτήξει βαθιά, να έρθει σε επαφή με τους εφιάλτες και τους φόβους της και να αναδυθεί ξανά στην επιφάνεια ποτέ ίδια, ποτέ τόσο αθώα όσο ήταν πριν βουτήξει.

Γράφει η Περδίκη στο ποίημά της ΤΟ ΛΕΥΚΟ ΝΟΥΦΑΡΟ.

Όταν επέστρεφε/από την περιφορά στη λίμνη/τις νύχτες που αλυχτούσανε οι σκύλοι/κι έβλεπε δόντια κοφτερά μες στα σκοτάδια/μάδαγε αργά του λευκού της νούφαρου τα πέταλα/

που διώχνουνε τον φόβο μακριά.

Στο ποίημά της ΟΛΟΣΤΡΟΓΓΥΛΟΣ ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ γράφει:

Οι αντανακλάσεις των ζωών μας

αυτών που ζήσαμε σαν να ήμασταν οι Άλλοι

φευγαλέα περνούσαν από μπροστά μας.

Ο Ρεμπώ γράφει: Εγώ είμαι ένας άλλος. Κάθε ποιητής και κάθε ποιήτρια έχει την ανάγκη αυτού του φανταστικού, φαντασιακού Έτερου Άλλου, ο Πεσσόα μάλιστα δίνει στους ετερώνυμους του και υλική υπόσταση.

Η Περδίκη το αποτυπώνει έτσι: κάθε στροφή του κορμιού και μία εκδοχή.

Το ανοίκειο και φανταστικό στοιχείο είναι έκδηλο πολύ στο ποίημα ΝΕΚΡΗ ΓΡΑΜΜΗ όπου τελικά το ποιητικό υποκείμενο συνομιλεί με τον εαυτό του σε μία τηλεφωνική συνομιλία με νεκρή τη συσκευή.

Η αγωνιώδης αναζήτηση ενός κατακερματισμένου είδωλου του εαυτού είναι πολύ εμφανής στο ποίημα ΚΟΜΜΕΝΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ όπου το ποιητικό υποκείμενο προσπαθεί απεγνωσμένα και αναποτελεσματικά να γίνει ο σωσίας του εαυτού του μπροστά σε ένα ακροατήριο από ανθρώπους χωρίς περίγραμμα που έχουν σχηματίζει ήδη μία εικόνα γι’ αυτόν ή γι’ αυτήν. Οι σκιές αυτές θυμίζουν τους αναγνώστες και το ποιητικό υποκείμενο θυμίζει τον συγγραφέα που προσπαθεί να ξεφύγει από τα κλισέ και την στερεοτυπική εικόνα που έχει γι’ αυτόν το αναγνωστικό του κοινό.

Ποίημα ποιητικής όμως είναι και το ποίημα ΝΑ ΦΑΝΤΑΖΕΣΑΙ που ξεκινάει με τον στίχο: Σου έγραψα με πολλές φωνές  για να θυμηθούμε τον στίχο του Σεφέρη είναι «παιδιά πολλών ανθρώπων τα λόγια μας.» Και σ’ αυτό το ποίημα είναι έκδηλος ο προβληματισμός της Περδίκη για τα προσωπεία, για τα θεατρικά κουστούμια, για τους ρόλους που πρέπει να παίξει ο ποιητής με κίνδυνο να χαθεί και ο ίδιος μέσα στην ποικιλομορφία της γραφής του.

ΜΗΝ ΞΥΠΝΑΤΕ ΤΟΝ ΠΟΙΗΤΗ, ΤΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ, ΣΤΗ ΜΕΓΑΛΗ ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ όλα ποιήματα συμβολικά με θέμα την τέχνη της ποίησης.

Πέρα όμως από το πεδίο των ποιημάτων ποιητικής,

πολύ σημαντική στη γραφή της Περδίκη είναι η γυναικεία μορφή που ξεπροβάλλει από τους στίχους της, η Γυναίκα που αναδύεται.

Η πατριαρχική αντίληψη για τη πειθήνια υποτακτική γυναίκα με τα κλειστά πόδια και το καραμελωμένο μήλο στο χέρι, όπως στηλιτεύεται στο ποίημα ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗ,

η ωραία Ελένη χτισμένη στα τείχη της Τροίας με τα χέρια της να προεξέχουν, παρεξηγημένη και ανέστια στο ποίημα ΑΝΟΙΞΗ-ΝΕΦΕΛΗ:

Μισή βρέθηκες έξω απ’ τ’ όραμα

η άλλη μισή κείτεσαι

τυράννια αιώνια

—σου άλλαξαν και τ’ όνομα—

στα σκαλοπάτια των ποιητών γι’ ανάθεμα.

η μαγεμένη και γοητευμένη γυναίκα που απομαγεύεται στο ποίημα ΜΑΓΙΚΟΣ ΑΥΛΟΣ:

Όταν σε πήρα απ’ το χέρι

δεν γνώριζα τον διεγερτικό τον ήχο

πως ήμουνα ραβδί δεν ήξερα

σε μανίκι αδειανό

δεν είχα ακούσει

τον Μαγεμένο Αυλό.

η γυναικεία αισθαντική, δαιμονική, φύση, τα μαύρα λιτά μαλλιά της Μέδουσας, που αχαλίνωτα απειλούν να ανατρέψουν την τακτοποιημένη ανδρική τάξη των πραγμάτων γι’ αυτό πρέπει να τιθασευτούν σε τσόχινο καπέλο στο ποίημα ΤΟ ΚΑΠΕΛΟ:

Λύνονταν τότε αντί για μαλλιά

τ’ ασυνάρτητά της μαύρα πλοκάμια

χτυπημένα από έμπειρο ψαρά

που στοχεύει στη φωλιά

των θαλαμωμένων σειρήνων.

Η γυναίκα θύμα της ανδρικής βίας στο ποίημα ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΠΕΣΜΕΝΕΣ:

Κάθε μέρα σηκώνω

και μια πεσμένη γυναίκα.

Πέφτουνε μ’ ένα θρόισμα τα πρωινά

σαν τα φθινοπωρινά τα φύλλα.

«ήταν ατύχημα», ψιθυρίζουν, «δεν υπήρξα προσεκτική».

Τις ανασηκώνω ανάλαφρα με τα γερά μου μπράτσα.

Γυναίκες πεσμένες στα τέσσερα

από μικρά κοριτσάκια.

 Έκδηλο επίσης και άξιον αναφοράς είναι και το στοιχείο της ιεροτελεστίας στην ποιητική της Περδίκη. Για παράδειγμα στο ποίημα ο ΠΝΙΓΜΕΝΟΣ στο οποίο παρουσιάζεται μία τελετουργία με προσφορά στην αρχή εσπεριδοειδών και ύστερα με την ανθρωποθυσία της κόρης, ενώ έχουν γίνει ξόρκια και μαγικά.

Στο ποίημα ΑΥΤΟΘΥΣΙΑ επίσης περιγράφεται θυσία σε γυάλινο βωμό με διαμελισμό και κατακερματισμό των μελών.

Είχαν αποκτήσει πρόσφατα

έναν γυάλινο βωμό

όπου θυσίαζαν καθημερινά

ένα κομμάτι τους.

Η ξαφνική μαχαιριά

που ξεσχίζει τα σωθικά

δεν τους τάραζε πια.

Ο κοινωνικός και πολιτικός τέλος χαρακτήρας των ποιημάτων της Περδίκη εκφράζεται περισσότερο σε ποιήματα όπως ΟΡΥΜΑΓΔΟΣ, ΤΑ ΧΡΥΣΑ ΚΛΟΥΒΙΑ, ΑΝΑΛΓΗΣΙΑ, ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΕΧΑΣΑΝ ΤΟ ΚΕΦΙ ΤΟΥΣ στα οποία πάντα συμβολικά περιγράφει την εποχή μας με όλη την απελπισία, τη τυφλή υποταγή των μαζών, τον θρίαμβο της ύλης πάνω στο πνεύμα, το σκοτάδι που βαθμιαία απλώνεται στον κόσμο μας.

Από το ποίημα ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΕΧΑΣΑΝ ΤΟ ΚΕΦΙ ΤΟΥΣ:

Οι άνθρωποι έχασαν το κέφι τους.

Το έψαχναν τα πρωινά

μέσα σε χαρτόκουτα

μα εκεί έβρισκαν μόνο σχισμένα

ποιήματα για τον έρωτα

άδεια σωληνάρια για λευκά χαμόγελα

και φλούδες από μανταρίνια

 

Θα τελειώσω με το ποίημα ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΗΡΙΑ που για μένα συμβολίζει υπέροχα τη διαδικασία της γραφής, την έκθεση του ποιητή και την αποκάλυψη πάντα της μισής αλήθειας, αφού την άλλη μισή και ο ίδιος την αγνοεί:

Κάποια από αυτές τις μέρες

σκοπεύω να κάνω τ’ αποκαλυπτήρια

του αγάλματός μου.

Στα μάτια κόλλησα προσεκτικά

δύο ενθέματα

από αληθινά πετράδια

να λάμπουν

οι λαζουρίτες μου

τα βράδια

κάτω απ’ το βαρύ σεντόνι

που προστατεύει

του εαυτού μου το ομοίωμα.

Κάποια από αυτές τις μέρες

θα το σηκώσω απότομα

και όπως η σκόνη του χρόνου

θα ανατιναχθεί

της μορφής μου θα γίνει

η μισή αποκάλυψη.

 

Μισή αποκάλυψη σε μία ολόκληρη, σφαιρική, ολοκληρωμένη συλλογή με πολλούς διαδοχικούς εαυτούς αγάλματα να ξεσκεπάζονται σταδιακά, η συλλογή της Περδίκη τα λέει όλα.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.