You are currently viewing Χρ. Δ. Αντωνίου: Ο μύθος του Σικελιανού: οραματισμός, Δελφική Ιδέα, ουτοπία.

Χρ. Δ. Αντωνίου: Ο μύθος του Σικελιανού: οραματισμός, Δελφική Ιδέα, ουτοπία.

Επειδή στο προηγούμενο άρθρο μου: «Η Ελλάδα ως ποιητική ψευδαίσθηση», που δημοσιεύτηκε στο Περί ου το προηγούμενο Σάββατο (22 Νοε. 2025), δεν αναφέρθηκα στον Σικελιανό ως οραματιστή, που θέλησε να υψώσει την Ελλάδα σε παγκόσμιο πνευματικό κέντρο, συνεχίζοντας έτσι την ποιητική ψευδαίσθηση, θα ήθελα να συμπληρώσω τα προηγούμενα με τα ακόλουθα:

Ο Άγγελος Σικελιανός (1884–1951) δεν υπήρξε μόνο ένας λυρικός ποιητής με έντονη στροφή προς το θρησκευτικό και το ιστορικό σύμβολο, αλλά υπήρξε, ίσως πρωτίστως, οραματιστής και μάλιστα  εκείνος που τόλμησε να μετατρέψει την ποιητική ψευδαίσθηση σε πολιτισμικό σχέδιο. Η «Δελφική Ιδέα» που διατύπωσε και προσπάθησε να εκπροσωπήσει σε επίπεδο δημόσιου πολιτιστικού γεγονότος δεν ήταν απλή νοσταλγία για το αρχαίο παρελθόν, αλλά μια συστηματική προσπάθεια επανασύνδεσης του σύγχρονου ελληνισμού με έναν ρόλο πνευματικού μύστη της ανθρωπότητας. Στο κέντρο αυτής της προσπάθειας ήταν να λειτουργήσει το ελληνικό τοπίο και το ελληνικό πνεύμα ως τόπος ένωσης, μυσταγωγίας, αισθητικής και συγχρόνως πνευματικής εμπειρίας.

Η πρακτική εφαρμογή του οράματος κατά το χρονικό διάστημα 1927 – 1930, εννοώ τις δύο Δελφικές Εορτές που οργάνωσαν ο Σικελιανός και η σύζυγός του Εύα Palmer, δεν ήταν εθιμική αναπαράσταση αλλά απόπειρα δημιουργίας μιας «ζωντανής» αρχαιότητας με αθλητικούς αγώνες, μουσικές και χορούς, παραστάσεις αρχαίας τραγωδίας (όπως ο Προμηθέας Δεσμώτης), με εκθέσεις λαϊκής τέχνης κ.ά. και με μια ρητορική που στόχευε στην παγκόσμια πρόσκληση για πνευματική αλληλεγγύη. Η επιλογή του τόπου των Δελφών, της τελετουργίας και της μορφής στόχευε να ξυπνήσει μια συλλογική συνείδηση, μια «αρχαία-συγχρονική» ενότητα που θα έδινε νόημα στην Ελλάδα ως πνευματικό κέντρο όλου του κόσμου. Οι Δελφικές Εορτές χρηματοδοτήθηκαν στην πλειονότητά τους από τους ίδιους τους  Σικελιανούς και αποτέλεσαν το πιο ορατό και επώδυνο (οικονομικά και προσωπικά) εγχείρημά τους.

Η ποιητική βάση αυτού του οράματος ανιχνεύεται στα μεγάλα, τελετουργικά ποιήματα του Σικελιανού:  Πρόλογος στη  Ζωή,  Μήτηρ του Θεού και στην ομιλία του, που εκφώνησε στους Δελφούς στα 1927  κατά την έναρξη των πρώτων Δελφικών Εορτών,  Δελφικός Λόγος. Σ’ αυτά τα έργα η ελληνική παράδοση, η θρησκευτική εικόνα και η ιστορική μνήμη συγχωνεύονται σε έναν λόγο που δεν περιορίζεται στην αισθητική, αλλά προσπαθεί να λειτουργήσει ως πράξη αναμόρφωσης της συλλογικής ψυχής.

Μελετώντας τον μύθο του Σικελιανού, πρέπει να ξεχωρίσουμε δύο επίπεδα: το συμβολικό-ποιητικό και το κοινωνικό-πολιτισμικό. Στο πρώτο, ο Σικελιανός επιτυγχάνει να δώσει σάρκα στην ιδέα μιας Ελλάδας, που όχι απλώς ανακαλείται, αλλά ενεργεί ως μυσταγωγός κι αυτό είναι το πιο γνήσιο στοιχείο του μύθου του: η πίστη ότι η ποίηση μπορεί να ανασυνθέσει κοινότητες νοήματος. Στο δεύτερο, η πρακτική εφαρμογή αποτυγχάνει, γιατί οι Δελφικές Εορτές δεν θεσμοθετήθηκαν μόνιμα και η οικονομική, κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα τους περιόρισε. Παρ’ όλα αυτά, η αποτυχία σε επίπεδο θεσμού δεν αναιρεί την ποιητική και συμβολική αξία της απόπειρας, αλλά μάλλον σίγουρα την αναδεικνύει ως μια ουτοπική χειρονομία.

Η ουτοπία που πρότεινε ο Σικελιανός δεν ήταν τεχνοκρατική ή πολιτικο-οικονομική· ήταν μυσταγωγική και εκπαιδευτική. Αποσκοπούσε να μεταστρέψει τις σχέσεις ανάμεσα στην τέχνη, τη θρησκεία και την καθημερινή ζωή, έτσι ώστε η Ελλάδα να αποβεί πηγή πνευματικής έλξης. Με άλλα λόγια, η πρόταση του Σικελιανού για μια «Δελφική Ένωση» δεν σχεδιάστηκε ως θεσμικό μοντέλο διεθνούς οικονομικής συνεργασίας ούτε ως πρόγραμμα κρατικής πολιτιστικής πολιτικής. Ήταν μια πρόταση βαθιά μυσταγωγική, γιατί  ο ποιητής πίστευε ότι η τέχνη, αν επανέβρισκε τον αρχέγονο τελετουργικό της ρόλο θα μπορούσε να λειτουργήσει σαν πνευματική μύηση των ανθρώπων. Εδώ, να θυμηθούμε ότι στον αρχαίο κόσμο, και ειδικά στην Ελλάδα, η τέχνη δεν ήταν διακοσμητική ούτε ατομική έκφραση, όπως συχνά είναι σήμερα. Είχε τελετουργικό, συλλογικό και ιερό-πρακτικό ρόλο μέσα στη ζωή της πόλης. Και ταυτόχρονα, είχε εκπαιδευτικό ρόλο, με την έννοια μιας εσωτερικής παιδείας, η οποία στόχευε σε μια μεταστροφή του τρόπου με τον οποίο σχετίζονται οι άνθρωποι με την τέχνη, τη θρησκεία και την ίδια την καθημερινότητα, ώστε η Ελλάδα ως τόπος όπου αυτά τα στοιχεία κάποτε συνυπήρξαν αρμονικά, να ξαναγίνει πηγή πνευματικής αναγέννησης για την ανθρωπότητα. Το όραμά του δεν στόχευε να αλλάξει τους θεσμούς αλλά να αλλάξει τις συνειδήσεις.

Δεν είναι στην πρόθεσή μου, να επικαιροποιήσω το σικελιανό όραμα εκμεταλλευόμενος τον ουτοπικό του χαρακτήρα, αλλά πιστεύω πως οποιαδήποτε αξιολόγηση πρέπει να λάβει υπόψη της δύο πράγματα:

α. Η επικαιροποίηση αυτού του οράματος σήμερα θα σκοντάψει στη σύγχρονη κουλτούρα του θεάματος και στην εμπορευματοποίηση της πολιτιστικής κληρονομιάς. Αυτά τα δύο καθιστούν τέτοιες προτάσεις ευάλωτες σε ιδιοποίηση και φθορά.

β. Σε μια εποχή διασπασμένων κοινοτήτων, η ιδέα ενός τόπου που συγκεντρώνει διαφορετικά πολιτισμικά στοιχεία σε μια κοινή εμπειρία έχει ασφαλώς κάποιαν αξία, εφόσον συνοδεύεται από κριτική επίγνωση και δημοκρατική πρόθεση. Αυτή η διπλή όψη είναι το κρίσιμο κριτήριο για να αξιολογήσουμε σήμερα το σικελιανό όραμα: όχι ως ρεαλιστική πολιτική πρόταση, αλλά ως δημιουργική ποιητικό ψευδαίσθηση.

Συμπερασματικά: ο μύθος του Σικελιανού είναι μια από τις πιο μεστές εκφάνσεις της προσπάθειας να μετατραπεί η «ποιητική ψευδαίσθηση» σε συλλογική εμπειρία. Είναι ουτοπία, μυσταγωγία και πρόγραμμα μαζί. Πρέπει να αναγνωρίσουμε τη διαφορά ανάμεσα στην ποιητική πρόθεση και την πολιτισμική πραγματικότητα — και να αναρωτηθούμε αν, υπό άλλους όρους (κοινωνικούς, οικονομικούς, θεσμικούς), μια σύγχρονη «Δελφική Ιδέα» έχει νόημα ή αν ο Σικελιανός μάς δείχνει κυρίως τη λειτουργία της ποιητικής μεγάλης κίνησης: να χαρτογραφεί το δυνατό, έστω και αν το δυνατό δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί πλήρως.

 

Χρήστος Αντωνίου

Ο ΧΡΗΣΤΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ είναι δρ. Φιλολογίας και το διδακτορικό του εξετάζει τη «λαϊκή παράδοση» στο έργο του Γιώργου Σεφέρη, η ποίηση του οποίου τον απασχολεί και σε επόμενα βιβλία και άρθρα. Υπηρέτησε στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, χρημάτισε Διευθυντής Λυκείου και Σχολικός Σύμβουλος φιλολόγων στην Αθήνα, δίδαξε στο Ευρωπαϊκό Σχολείο Βρυξελών και στην Ακαδημία Λαμίας, σε επιμορφούμενους δασκάλους. Υπήρξε μέλος τριών Δ.Σ της Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων. Έχει εκδώσει έξι ποιητικές συλλογές, και συνεργάζεται με πολλά περιοδικά.

Αφήστε μια απάντηση

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.