Η συλλογή διηγημάτων «Μπαμπά, σου λείπω;» είναι το τρίτο βιβλίο του Παναγιώτη Γκούβερη, το οποίο, παρόλο που είναι διαφορετικό απ’ ό,τι έχει γράψει ως τώρα, μοιάζει να ανακεφαλαιώνει, κατά κάποιον τρόπο, όλα τα προηγούμενα. Ο Γκούβερης είναι πρώτα απ’ όλα θεατρικός συγγραφέας – το λογοτεχνικό του ντεμπούτο ήταν το «Μην κλαις, ρε γοργόνα!» με θεατρικά κείμενα, κάποια από τα οποία έχουν ανεβεί και στη σκηνή. Στο δεύτερό του βιβλίο, το «Μινχάουζεν διά αντιπροσώπου», τον είδαμε περισσότερο με την επαγγελματική του ιδιότητα: ένα επιστημονικό, κατά βάση, βιβλίο, που ερευνά το σύνδρομο Μινχάουζεν διά αντιπροσώπου και περιέχει, μεταξύ άλλων, πραγματικά περιστατικά διαζευγμένων γονιών κατά τα οποία η υγεία του παιδιού γίνεται αντικείμενο φιλονικίας μεταξύ της μητέρας και του πατέρα. Είναι μέσα στα ερευνητικά και επαγγελματικά ενδιαφέροντα του Γκούβερη η μελέτη περιπτώσεων κακοποίησης ανηλίκων.
Το «Μπαμπά, σου λείπω;» λοιπόν φαίνεται να συνενώνει τις επαγγελματικές και λογοτεχνικές ιδιότητες του Γκούβερη. Όπως λέει και ο υπότιτλος, έχουμε να κάνουμε με ιστορίες που αφορούν περιπτώσεις διαζυγίου, το οποίο διαζύγιο φέρνει πολλές φορές τη γονική αποξένωση και βλάπτει το παιδί, όταν οι γονείς δεν μπορούν να διαχειριστούν σωστά τον χωρισμό. Πρόκειται για μικρές ιστορίες, διηγήματα θα μπορούσαμε να πούμε, ή, αν θέλετε, σύντομες θεατρικές πράξεις, γιατί τα περισσότερα κείμενα είναι διάλογοι ή μονόλογοι, θα μπορούσαμε να τα δούμε και στο θέατρο, γιατί στο κάτω κάτω ο Γκούβερης παραμένει ένας θεατρικός συγγραφέας και όσα γράφει έχουν πάντα μια ζωντάνια, μια καθαρότητα, μια θεατρικότητα.
Ο Γκούβερης ως συγγραφέας χαρακτηρίζεται από μια ηρεμία. Ο τρόπος που αφηγείται –είτε πρόκειται για κάτι ευχάριστο είτε για κάτι δυσάρεστο– έχει μια ειλικρίνεια, μια σταθερότητα, μια αμεσότητα, είναι αφοπλιστικός. Αυτό ακριβώς το χαρακτηριστικό του είναι που μαγνητίζει τον αναγνώστη και που τον κερδίζει, προτού προλάβει να φέρει άμυνες, προτού προλάβει να αμφισβητήσει αυτά που διαβάζει. Τα κείμενα του Γκούβερη σε κρατούν από την αρχή, βυθίζεσαι μέσα τους, κι έπειτα σε οδηγούν έξω, αφότου σε έχουν συνταράξει.
Αυτό συμβαίνει σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό στο συγκεκριμένο βιβλίο, που από τη φύση του προκαλεί τον αναγνώστη τόσο λογοτεχνικά όσο και συναισθηματικά: οι ιστορίες αφορούν άσχημα διαζύγια και στα περισσότερα κείμενα ο συγγραφέας παρουσιάζει την κατάσταση μέσα από τα μάτια και τα λόγια του παιδιού.
Στο βιβλίο τονίζεται ιδιαίτερα –όπως δηλώνει εξάλλου και ο τίτλος– η σχέση μεταξύ παιδιού και πατέρα, εφόσον, ως γνωστόν, τα παιδιά πάνε συνήθως με τις μητέρες μετά το διαζύγιο, οπότε πολλές φορές έρχεται απόσταση με τον πατέρα. Κι αυτό είναι ένα στοιχείο που καθορίζει το βιβλίο και φωτίζει κοινωνικά, αν θέλετε, το θέμα του διαζυγίου από μια σκοπιά που δεν έχουμε συνηθίσει και μας βάζει σε πολλές σκέψεις ή ανοίγει πολλές συζητήσεις.
Αυτό που μας κεντρίζει συναισθηματικά στο συγκεκριμένο βιβλίο είναι ότι σε πολλές από τις ιστορίες τα παιδιά δεν βλάπτονται από το διαζύγιο αυτό καθεαυτό, αλλά από τους ίδιους τους γονείς. Τα παιδιά δεν είναι δηλαδή τραυματισμένα απλώς επειδή οι γονείς χώρισαν, αλλά επειδή οι μητέρες και οι πατέρες βγάζουν έναν θυμό μεταξύ τους, μια μικροπρέπεια, ο κάθε γονιός στέκεται εμπόδιο στη σχέση του παιδιού με τον άλλον γονιό. Κοινώς, δεν μπορούν να αφήσουν τις διαφορές τους στην άκρη για το καλό του παιδιού.
Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για τον νόμο. Σε πολλά σημεία του βιβλίου διαβάζουμε για δικαστήρια, δικαστές, δικηγόρους, δικαστικές αποφάσεις, όλα αυτά περιορίζουν ασφυκτικά τη σχέση του παιδιού με τον έναν γονιό, τον γονιό-«θύμα» δηλαδή, που αναγκάζεται να βλέπει το παιδί του πολύ συγκεκριμένες μέρες και ώρες.
Όλα αυτά είναι γνωστά στους ενήλικες, αλλά βλέποντάς τα εδώ μέσα από τα μάτια ενός παιδιού αντιλαμβάνεται κανείς τον παραλογισμό που συχνά συνοδεύει έναν χωρισμό. Το βιβλίο του Παναγιώτη Γκούβερη είναι μια μετωπική σύγκρουση ενός κακού διαζυγίου με την αγάπη. Όλα αυτά έχουν λογοτεχνικά πολύ μεγάλο ενδιαφέρον και ο συγγραφέας δημιουργεί τρομερές ιστορίες που ο αναγνώστης θα τις θυμάται για πολύ καιρό αφότου τις διαβάσει, αλλά παράλληλα το βιβλίο αποτελεί ολόκληρο ένα τεράστιο κοινωνικό σχόλιο, για τις συμπεριφορές των γονιών και για το νομοθετικό σύστημα.
Ο κόσμος του «Μπαμπά, σου λείπω;» είναι ο μικρόκοσμος ενός παιδιού γεμάτος μοναξιά, φόβο, ανασφάλεια, αδικία, παράπονο και μια μεγάλη αγάπη που τεμαχίστηκε ή λειτουργεί με συγκεκριμένα ωράρια. Ο Γκούβερης είναι ιδιαίτερα προκλητικός, όχι μόνο γιατί μιλά για το διαζύγιο δίνοντας φωνή στο παιδί, αλλά γιατί προχωρά σε τολμηρές επιλογές, όπως το να παρουσιάσει τον πατέρα ως θύμα και όχι ως θύτη, να θίξει τον παραλογισμό της νομοθεσίας, να δείξει τους γονείς ως ανθρώπους που βάζουν τον εγωισμό τους πιο πάνω από το παιδί τους.
Το «Μπαμπά, σου λείπω;» ασχολείται με το θέμα του διαζυγίου από μία εντελώς άλλη οπτική, αποτελεί μια κατάθεση στο ζήτημα αυτό και μια πραγματική αφορμή για προβληματισμό και διάλογο. Έχει να προσφέρει κάτι και λογοτεχνικά και κοινωνικά και σε τελική ανάλυση είναι ένα βιβλίο που έπρεπε να γραφτεί και καλώς γράφτηκε με τον τρόπο που γράφτηκε, δηλαδή με νηφαλιότητα, με ρεαλισμό, με μαύρο χιούμορ σε κάποια σημεία και με μια πολύ εύθραυστη τρυφερότητα. Ένα τέτοιο βιβλίο, που να συνενώνει όλα αυτά τα στοιχεία με αυτόν τον τρόπο, βρήκε την καλύτερη έκφρασή του από την ιδιαίτερη λογοτεχνική φωνή του Παναγιώτη Γκούβερη.