You are currently viewing Δήμητρα Μπεχλικούδη:  Ανύτη η Τεγεάτις, Τα Ποιήματα. Πρόλογος-Μετάφραση – Σημειώσεις: Τασούλα Καραγεωργίου. Εκδόσεις Νίκας

Δήμητρα Μπεχλικούδη:  Ανύτη η Τεγεάτις, Τα Ποιήματα. Πρόλογος-Μετάφραση – Σημειώσεις: Τασούλα Καραγεωργίου. Εκδόσεις Νίκας

Τον περασμένο Δεκέμβριο εκδόθηκαν τα  ποιήματα της Ανύτης —πρώτη αυτόνομη έκδοση των επιγραμμάτων της αρχαίας ποιήτριας— σε μετάφραση της Τασούλας Καραγεωργίου. Η γνωστή ποιήτρια εκτός από το ποιητικό και δοκιμιακό της έργο έχει ασχοληθεί επί μακρόν με τη μετάφραση Αρχαίας Ελληνικής Λυρικής Ποίησης. Έχουν προηγηθεί μεταφράσεις της σε ποιήματα της Σαπφώς, στην Ηλακάτη και σε σπαράγματα της Ήριννας και επιτύμβια επιγράμματα από το έβδομο βιβλίο της Παλατινής Ανθολογίας, που αφορούν ναυαγούς και ναυάγια. Πρόκειται για ένα έργο σημαντικό, προϊόν γνώσης, μόχθου και αγάπης .Με την πρόσφατα εκδοθείσα εργασία της έρχεται να γνωρίσει στο ευρύτερο κοινό την Ανύτη,  λυρική ποιήτρια του 3ου π.Χ. αιώνα, από την Τεγέα της Αρκαδίας. Προσεγμένη έκδοση από κάθε άποψη. Το ωραίο εξώφυλλο  κοσμεί  ένα δελφίνι που ίπταται σχεδόν πάνω από τη θάλασσα, έτοιμο να ξαναβυθιστεί στο κύμα, λες για να δώσει και πάλι ζωή στο νεκρό δελφίνι του επιγράμματος, που θα πλεύσει και πάλι «στα πλωτά τα πελάγη».

Από τον κατατοπιστικό πρόλογο ο αναγνώστης έχει την ευκαιρία να γνωρίσει την Ανύτη και την ιστορία της, όπως  σώζεται από την αρχαία ελληνική γραμματεία και πάνω από όλα την ποιητική της και τα θέματα των επιγραμμάτων της. Αν και σύμφωνα με μια παράδοση που παρατίθεται στα Φωκικά του Παυσανία το όνομα της Ανύτης αποδίδεται σε ιέρεια του Ασκληπιείου της Επιδαύρου, η μελέτη των επιγραμμάτων της από την συγγραφέα αναδεικνύει την Ανύτη  σε μια διανοούμενη ποιήτρια με πρώιμες οικολογικές ανησυχίες, με βαθιά αγάπη για τον ζωικό και φυσικό πλούτο και με ιδιαίτερη ευαισθησία σε θέματα που αφορούν τη θέση της γυναίκας στην εποχή της. Η Καραγεωργίου καταθέτει στο βιβλίο τις μεταφράσεις και των είκοσι δύο επιγραμμάτων που αποδίδονται με βεβαιότητα στην Ανύτη. Πρόκειται για μεταφράσεις έμμετρες που παρατίθενται αντικρυστά με το πρωτότυπο σε έξι θεματικές ενότητες και, έτσι,   με τους έξοχους ιάμβους και αναπαίστους τής όπως πάντα φροντισμένης εργασίας της μας γνωρίζει τον ποιητικό κόσμο της Ανύτης.

Στην πρώτη ενότητα παρατίθενται δύο αναθηματικά επιγράμματα. Επιγράφουν αφιερώματα στον ναό της Αλέας Αθηνάς, ιερό που ακόμα και στη σημερινή του μορφή αποκαλύπτει τη σπουδαιότητά του. Ο μεγαλύτερος ναός της Πελοποννήσου μετά τον ναό του Ολυμπίου Διός στην Ολυμπία, έργο του γλύπτη Σκόπα. Το πρώτο υπό τον ψευδότιτλο «[Η μεγάλη Τεγέα πατρίδα του]» συνοδεύει ένα μεγάλο λέβητα σώζοντας το όνομα του δωρητή του Κλεόβοτου με έμφαση στην καταγωγή του και υπερηφάνεια για την Τεγέα, την πατρίδα του και βέβαια με αναφορά του ονόματος του καλλιτέχνη που δημιούργησε το ανάθημα. Στο δεύτερο, «[να ιστορείς την ανδρεία]», ιστορείται η ανδρεία του Εχεκρατίδα του Κρητός, ο οποίος αφιερώνει το δόρυ του που εξόντωσε τους άθλιους εχθρούς του «στον μαρμάρινο της Αθηνάς τον υπέρλαμπρο δόμο».

Η δεύτερη ενότητα περιλαμβάνει επιτύμβια επιγράμματα για αγαπημένα ζώα. Η ενότητα συνιστά την ποιητική καινοτομία της Ανύτης, όπως επισημαίνεται και στον πρόλογο του βιβλίου. Πράγματι και τα πέντε αυτά επιγράμματα, το καθένα με τον δικό του τρόπο, απηχούν τη σύνδεση του ανθρώπου με τα πλάσματα του ζωικού βασιλείου που ζουν κοντά του και η απώλειά τους είναι οδυνηρή και αποτυπώνεται με εξαιρετική ευαισθησία.  Στο επίγραμμα «[η μικρούλα Μυρώ]», το κοριτσάκι φτιάχνει ένα τάφο για την ακρίδα και τον τζίτζικα: «Στην ακρίδα, τ’ αηδόνι του αγρού/ και στον τζίτζικα, ψάλτη των δέντρων,/κοινό τάφο η μικρούλα Μυρώ είχε στήσει/ παρθένιο δάκρυ σταλάζοντας/ γιατί ο άπονος Άδης/ τα δυο της παιχνίδια τα πήρε και πάνε». Όσοι είχαν την τύχη να ζήσουν τα παιδικά τους χρόνια σε αγροτικές περιοχές, μέσα στους ήχους και στην πανδαισία της φύσης ίσως θυμούνται τις ταφές των πουλιών που με περισσή φροντίδα πραγματοποιούσαν τα παιδικά τους χέρια βάζοντας πετραδάκια γύρω από τους τάφους των πουλιών ή άλλων πλασμάτων για να μην πατηθούν από βέβηλα πατήματα. Η απώλεια του πετεινού, που όριζε το ξύπνημα κάθε αυγή, προκαλεί τη θλίψη στο σχετικό  αφιερωματικό επίγραμμα: «Τώρα πια, όπως πρώτα, δεν θα με ξυπνάς,/με το χάραμα πάντα λαλώντας…». Σε άλλο επίγραμμα «[για τ’ αγέρωχο άτι…]» αναφέρεται ο Δάμις, πολεμιστής, που εγείρει μνημείο για το περήφανο και αγέρωχο άλογό του που βρήκε φρικιαστικό θάνατο στο πόλεμο και αναδεικνύεται —μεταξύ άλλων— και η αντιπολεμική διάσταση του επιγράμματος. Στο «[επιτύμβιο για ένα δελφίνι]», το οποίο εγγράφει πρώιμες οικολογικές ανησυχίες,  το νεκρό πιά δελφίνι, που αντίκρυζε το ξυλόγλυπτό του είδωλο στην πλώρη όταν  έσχιζε τα πέλαγα,  αφηγείται το φριχτό του τέλος: «Ερεβώδης νοτιάς στην ξηρά/ απ΄τη θάλασσα μ΄έχει πετάξει/και νεκρό τώρα κείτομαι στην αμμώδη ακτή». Και για τη σκυλίτσα που χάθηκε από το δηλητήριο οχιάς («[η πιο γρήγορη σκυλίτσα]») θρηνεί με ξεχωριστή τρυφερότητα ένα ακόμα επιτύμβιο.

Έπονται πέντε «επιγράμματα για τον πρόωρο θάνατο γυναικών και ο βιαστής πόλεμος» στην ομώνυμη ενότητα. Επιγράμματα που αναφέρονται στον πρόωρο θάνατο μελλόνυμφων παρθένων ή μικρών κοριτσιών αποτυπώνουν εύλογα την άφατη θλίψη των οικείων τους. Παραθέτουμε ενδεικτικά το επίγραμμα με τίτλο  «[η μάνα η Κλεινώ]» όπου ακούγεται ο μητρικός θρήνος πάνω από  το μνήμα της κόρης που ανυμέναιη έχει αφήσει τον κόσμο:

Μ’ οδυρμούς και με θρήνους πάνω απ’ της κόρης το μνήμα

         συνέχεια η μάνα η Κλεινώ το λιγόζωο κορίτσι της φώναζε,

         την ψυχή της μικρής Φιλαινίδος καλώντας, που αντί γάμου

          είχε πλέον διαβεί το θολό του Αχέροντα ρεύμα.

Συγκλονιστικό το επίγραμμα για τον θάνατο  των τριών κοριτσιών από τη Μίλητο «[ο βιαστής πόλεμος]» που προκειμένου να αποφύγουν τον βιασμό από τους  Γαλάτες, εκπορθητές της πατρίδας τους, αποφασίζουν να μη δεχθούν τον ανίερο έρωτα και αυτοβούλως οδηγούνται στο θάνατο. Τα θρηνητικά αυτά ποιήματα, λογοτεχνικά μικροτεχνήματα της αρχαιότητας, συγκινούν τον αναγνώστη και ενεργοποιούν συνειρμούς που παραπέμπουν στη νεοελληνική λαϊκή παράδοση των μοιρολογιών. Στα «δύο  επιτύμβια για πολεμιστή και για δούλο που ακολουθούν» εξυμνείται η ανδρεία του ήρωα Πρόαρχου  που έπεσε …υπέρ φίλης πατρίδος μαχόμενος και η κοινή μοίρα των ανθρώπων μπροστά στο θάνατο είτε δούλων είτε βασιλέων.

Στην ενότητα με τον τίτλο «Επιγράμματα για πηγές και βρύσες» είναι προφανής η αγάπη της Ανύτης για τη φύση και τον τόπο της. Επιγράμματα χαραγμένα στον λίθο πάνω από τη βρύση την λειτουργούν και ως τοπόσημα, κάτι που εξακολούθησε να συμβαίνει και στην παραδοσιακή κοινωνία. Οι βρύσες έφεραν το όνομα μιας περιοχής ή άλλοτε ενός σημαντικού προσώπου που έζησε και άφησε εκεί ένα σημάδι ζωής, άξιο να το θυμούνται οι άνθρωποι και περισσότερο οι διψασμένοι οδοιπόροι. Το φυτικό βασίλειο, η δάφνη, η φτελιά, η πνοή του Ζέφυρου, το κελάρυσμα  του νερού, η δροσιά, καταφύγιο του κουρασμένου στρατοκόπου, το κάλλος αυτό της ευδαίμονος Αρκαδίας αναδύεται από τον ποιητικό λόγο της Ανύτης αφήνοντας ανοιχτό τον ορίζοντα πίσω από τους γοητευτικούς και λιτούς στίχους της στη μνήμη του μύθου των νυμφών και των Δρυάδων, στην εξιδανικευμένη φαντασιακή συνύπαρξη θεών και ανθρώπων.

Εξαίρετα αποδίδεται ο ποιητικός λόγος στη μετάφραση του επιγράμματος με τον ψευδότιτλο «μες στο καύμα του θέρους…»:

                           Στης φτελιάς έλα, ξενε, τον ίσκιο

                        κι ανάπαυσε το κατάκοπο σώμα,

                 απαλά στη χλωρή φυλλωσιά τ’ αεράκι θροΐζει

                 κι εσύ πιες της πηγής το νερό, δροσερό που κυλάει·

                 την ανάπαυλα αυτή μες στο καύμα του θέρους

                                        ποθούν οι οδοιπόροι.

 Το αρκαδικό τοπίο, για το οποίο έγινε λόγος παραπάνω, ιχνογραφείται με την παρουσία των θεών του στην τελευταία ενότητα του βιβλίου υπό τον τίτλο «επιγράμματα για τόπους λατρείας και ιερά». Ο διάλογος με τον Πάνα, θεότητα σύμβολο της αρχαίας αρκαδικής θεολογίας, αποκαλύπτει τη γαλήνη που σκορπίζει ο ήχος της φλογέρας του, ολοκληρώνοντας την εικόνα της βοσκής του κοπαδιού («[ για να βόσκουν οι δαμαλίδες]»):

-Γιατί, Πάνα θεέ των αγρών, ενώ βρίσκεσαι

 στο βαθύσκιο απάτητο δάσος

 τον γλυκόφωνο αυλό σου φυσάς;

-Για να βόσκουν για χάρη μου στα ολόδροσα τούτα βουνά

 δαμαλίδες που γεύονται τα καλλίκομα στάχυα.

Αλλού υμνείται η αγέρωχη περηφάνεια του τραγοπόδαρου θεού καθώς δέχεται τη θωπεία της νύμφης Ναϊάδος («[ο περήφανος τράγος]») κι άλλού γίνεται μνεία σε ένα παιχνίδι των παιδιών που “ιππεύουν” τον τράγο  κι ο θεός Διόνυσος χαίρεται με τη χαρά τους («[τράγος σε αγώνα ιππικό]»). Ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης ένα ωραίο επίγραμμα, αφιερωμένο στο ιερό της Αφροδίτης («[της Κύπριδος είναι ο χώρος]»), η οποία  παρουσιάζεται  εδώ ως προστάτιδα των ναυτικών:

Εδώ είναι ο χώρος της Κύπριδας γιατί πάντα της άρεσε

από τη στεριά το ολόλαμπρο πέλαγος να αγναντεύει

 και να φέρνει στους ναύτες ταξίδι καλό,

 αφού γύρω ο πόντος ευθύς από φόβο ημερεύει,

 μόλις δει της θεάς το εξαίσιο άγαλμα.

Η κατατοπιστική εισαγωγή και οι διαφωτιστικές σημειώσεις που πλαισιώνουν τα επιγράμματα της Ανύτης, μα περισσότερο από όλα η υπέροχη μετάφραση της Καραγεωργίου, δοσμένη με έναν καίριο και πλούσιο γλωσσικά και αισθητικά τρόπο, αναμφίβολα φωτίζουν τον ποιητικό κόσμο της Ανύτης και εγγυώνται τη χαρά της ανάγνωσης του βιβλίου, που με γλώσσα απλή ζωντανεύει θέματα ιδιαίτερα οικεία στον σύγχρονο αναγνώστη.

 

 

 

Δήμητρα Γ. Μπεχλικούδη

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

       

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.