Προοπτική Μηδενικού Προσώπου (Zero-Person Perspective): Σημαίνει την απουσία τόσο πρώτου όσο και τρίτου προσώπου από τη συνειδητή εμπειρία. Επεισόδια πλήρους απορρόφησης σε καθαρή επίγνωση, καθώς και απρόσωπη αυτογνωσία και καθολικές μη-δυϊκές καταστάσεις, είναι παραδειγματικές περιπτώσεις της κατάστασης που περιλαμβάνει τη φαινομενολογία τού να γνωρίζεις από μια προοπτική μηδενικού προσώπου (0PP), δηλαδή απουσία γνωρίζοντος εαυτού.
Η καθαρή επίγνωση δεν είναι ούτε κατάσταση πρώτου προσώπου ούτε τρίτου προσώπου, γιατί αποτελεί το βασικό παράδειγμα μιας γνωσιολογικής “οπτικής μηδενικού προσώπου”. Η καθαρή επίγνωση βασίζεται σε μια μορφή γνώσης που είναι από μόνη της μη-δυϊκή, απρόσωπη και επομένως άνευ οπτικής. Αυτή η συνειδητή μορφή γνώσης μπορεί να είναι μια οργανισμική κατάσταση, αλλά κατά την εκδήλωσή της δεν είναι μια κατάσταση προσώπου και δεν ανήκει σε κανένα πρόσωπο, διότι η διαδικασία του εγωικού αυτό-μοντέλου, που δημιουργεί την προσωπική ιδιοκτησία, έχει ανασταλεί. Δεν μπορείς να την γνωρίσεις άμεσα, αλλά ίσως ο βιολογικός οργανισμός να μπορεί. Ίσως ο οργανισμός να μπορεί να εξοικειωθεί με αυτήν, αλλά ένας προσωπικού επιπέδου εαυτός δεν μπορεί (τρεχάμενος λέει ο Σεφέρης).
Οι διαλογιστές υιοθετούν την οπτική μηδενικού προσώπου εδώ και αιώνες. Από μια πιο ριζοσπαστική, φιλοσοφική οπτική, ο διαλογισμός δεν έχει καμία σχέση με την ευεξία, τη μείωση του στρες ή τη βελτιστοποίηση του εαυτού· είναι μια ιδιαίτερη μορφή γνωσιολογικής πρακτικής. Πρόκειται για ενόραση, για απόκτηση γνώσης. Γνωσιολογικές πρακτικές όπως η επιστήμη και η φιλοσοφία εμπλέκονται μέσω της γλώσσας, με βιβλία, έννοιες, επιχειρήματα και θεωρίες. Είναι κοινωνικά οργανωμένες, εξαρτώνται από διαπροσωπικές αλληλεπιδράσεις και στοχεύουν στην αξιολόγηση και νομιμοποίηση ισχυρισμών γνώσης. Ο διαλογισμός είναι μια πολύ διαφορετική γνωσιολογική πρακτική. Η επιζητούμενη ενόραση συμβαίνει εν σιωπή, πλήρως χωρίς λέξεις. Συχνά λαμβάνει χώρα σε κοινωνικό πλαίσιο, αλλά η δυνατότητα διατύπωσης δημόσιων λεκτικών δηλώσεων γνώσης εκ των υστέρων δεν αποτελεί ουσιώδες χαρακτηριστικό ή στόχο. Ο ριζοσπαστικός διαλογισμός είναι μια γνωσιολογική πρακτική, όπως και η φιλοσοφία και η επιστήμη. Αυτό σημαίνει ότι ο διαλογισμός στοχεύει στην ενόραση, στη δημιουργία γνώσης —αλλά ενός πολύ ιδιαίτερου είδους γνώσης που δεν έχει καμία σχέση με λέξεις, έννοιες ή θεωρίες. Αντιθέτως, ένας κεντρικός στόχος της διαλογιστικής πρακτικής είναι μια πλήρως σιωπηλή και μη-εννοιολογική μορφή απρόσωπης αυτογνωσίας. Το να βλέπεις μη-εννοιολογικά τον κόσμο και αυτό που προηγουμένως θεωρούσες ως εαυτό, είναι η ουσία αυτής της γνωσιολογικής πρακτικής, και αυτό είναι επίσης το νόημα του να υιοθετείς την οπτική μηδενικού προσώπου. Και όμως, κανείς δεν την υιοθετεί· είναι περισσότερο σαν να βγαίνεις αβίαστα από το κάδρο. Η οπτική μηδενικού προσώπου υπήρχε ανέκαθεν, και μπορούμε να τη δούμε ως έναν απρόσωπο τρόπο γνώσης καθαυτό.
Αλλά τι είναι αυτό που γνωρίζεται; Ο Shen-Hui (684–758), μαθητής του Hui Neng, Δάσκαλου του Ζεν, είπε: «Το να βλέπεις το κενό — αυτή είναι η αληθινή και αιώνια όραση». Ο Shen-Hui διακήρυξε ότι το «να βλέπεις τη φύση σου» είναι το «να βλέπεις το κενό». Κάποιος μπορούσε να αρχίσει να υποθέτει ότι η καθαρή επίγνωση μπορεί να είναι μια μη-γλωσσική γνωσιολογική μορφή, μια θεμελιώδης υπολογιστική αρχή, ένα μη-δυϊκό “μορφότυπο δεδομένων” που εξελίχθηκε φυσικά στους βιολογικούς εγκεφάλους, προσφέροντάς μας μια άνευ οπτικής μορφή μη-προσωπικής γνώσης του κόσμου καθαυτού. Η οπτική μηδενικού προσώπου ίσως είναι αυτό που περιβάλλει και διαποτίζει την οπτική πρώτου προσώπου, καθιστώντας την συνειδητή εξ αρχής. Μήπως από εκεί πηγάζει το βάθος; Μήπως νιώθουμε την υποκείμενη ενότητα της τρίτης και της πρώτης οπτικής, αλλά μη-εννοιολογικά, όχι ως διανοητική κατασκευή αλλά ως αυτό που η επίγνωση είναι στην πραγματικότητα; Η ιδέα μοιάζει συναρπαστική —ίσως και λίγο ρομαντική. Ωστόσο, όταν αρχίζουμε να σκεφτόμαστε για την οπτική μηδενικού προσώπου, πρέπει να εφαρμόζουμε τα υψηλότερα πρότυπα διανοητικής ειλικρίνειας και να παραμένουμε όσο το δυνατόν εννοιολογικά καθαροί. Είναι απλώς υπερβολικά σημαντικό για να μην το κάνουμε.
Και μετά σιωπή. Η αίσθηση ότι όλα στο δωμάτιο είναι χωρίς σύνορα· αν κάποιος κάνει έναν ήχο, είναι σαν να προέρχεται από μέσα μου, όχι από εκείνον. Αλλά δεν βρίσκομαι σε σταθερή κατάσταση, είμαι περισσότερο σαν αέρας ή κάτι πολύ ευρύχωρο. Είμαι εγώ, και ταυτόχρονα είμαι όλοι γύρω μου, κάθε ήχος. Όλα ρέουν μέσα από μένα. Αυτό είναι που αποκαλείται “οπτική μηδενικού προσώπου” (0PP). Η λέξη “οπτική” (Perspective) προέρχεται από το λατινικό perspicere, που αρχικά σήμαινε “να βλέπεις μέσα από”. Το να έχεις μια οπτική συνήθως σημαίνει να έχεις μια μορφή μέσω της οποίας βιώνεις τον κόσμο, όπου η μορφή είναι διαφανής και συνεπώς αόρατη -είναι ένα κοσμοείδωλο. Εδώ, όμως, η επίγνωση της παλιάς οπτικής πρώτου προσώπου (1PP) είναι μέρος της εμπειρίας, γιατί δεν κοιτάμε μέσα από αυτήν, αλλά σε αυτήν. Ο συνειδητός οργανισμός την περιβάλλει ή τη βλέπει από το άπειρο όλων των πιθανών οπτικών, συνειδητοποιώντας ξαφνικά την κατασκευασμένη, εικονική της φύση. Αν θέλεις, η 1PP είναι τώρα μέρος της 0PP.
Η καθαρή επίγνωση, όταν έχει μετασχηματιστεί σε μια πλήρως περιεκτική απρόσωπη μονάδα ταυτοποίησης, μοιάζει έντονα με αυτό που αποκαλούμε “αντικειμενικός εαυτός” ή “αληθινός εαυτός”, τον οποίο περιγράφουμε ως “το υποκείμενο μιας άνευ οπτικής σύλληψης της πραγματικότητας”. Αυτό το υποκείμενο είναι η αρχή αυτού που αποκαλείται “οπτική μηδενικού προσώπου”, και αυτό που πραγματικά εμφανίζεται από αυτή την οπτική δεν είναι κάποια διανοητική “σύλληψη” ενός φιλοσόφου αλλά το περιεχόμενο ενός πλήρους, συνειδητού μοντέλου της πραγματικότητας στον εγκέφαλο ενός βιολογικού οργανισμού. Η οπτική μηδενικού προσώπου περιγράφει τη φαινομενολογία τού να γνωρίζεις τον κόσμο, όχι όμως ως γνωρίζον υποκείμενο, ως σκεπτόμενο πρόσωπο ή ακόμη και από την οπτική ενός συγκεκριμένου τόπου. Αντιθέτως, είναι σαν ο γνωσιολογικός χώρος καθαυτός, ή ακόμα και ο κόσμος στο σύνολό του, να παρατηρεί σιωπηλά τι συμβαίνει μέσα του. Και το ενδιαφέρον εύρημα είναι ότι ακριβώς αυτός ο παθητικός γνωσιολογικός χώρος μπορεί κάποιες φορές να λειτουργεί ως η νέα, απρόσωπη μονάδα ταυτοποίησης.
Φαίνεται ότι όλοι οι υγιείς άνθρωποι έχουν τη δυνατότητα να βιώσουν την ποιότητα της επίγνωσης αυτής καθαυτής, καθώς και τη διάφανη, μη-εννοιολογική και πλήρως απρόσωπη μορφή αυτογνωσίας που επιτρέπει αυτό που αποκαλείται “οπτική μηδενικού προσώπου”. Όχι, η συνείδηση καθαυτή δεν είναι υποκειμενική, αλλά ναι, για τους ανθρώπους η συνειδητή εμπειρία σχεδόν πάντα είναι, γιατί έχει συμπυκνωθεί και τώρα διαρθρώνεται από μια οπτική πρώτου προσώπου, από το εγκεφαλικό μοντέλο ενός γνωρίζοντος εαυτού που στρέφεται προς τον κόσμο. Τι συμβαίνει με την απρόσωπη αυτογνωσία; Η απρόσωπη αυτογνωσία είναι σίγουρα φαινομενική (αυτό είναι που την καθιστά εμπειρία), αλλά δεν είναι ούτε υποκειμενική ούτε αντικειμενική. Δεν υπάρχει γνωρίζων εαυτός σε αυτήν, και επίσης δεν έχει αντικειμενοποιηθεί — δεν είναι κάποιο “πράγμα” στο οποίο η επίγνωση μετατράπηκε για να κοιτάξει τον εαυτό της απ’ έξω. Κανείς δεν την κατέχει. Μετά, μπορεί να υπάρξουν συνειδητές αναμνήσεις επεισοδίων απρόσωπης αυτογνωσίας ή πλήρους απορρόφησης σε καθαρή επίγνωση, και τέτοια επεισόδια ανάμνησης μπορούν να βιωθούν ως καταστάσεις ενός γνωρίζοντος εαυτού. Αλλά εκείνος ο εαυτός δεν ήταν παρών όταν η συνείδηση εμφανίστηκε στην πιο απλή, πιο πρωτογενή της μορφή. Το μόνο που υπήρχε ήταν η οπτική μηδενικού προσώπου· το μοντέλο του γνωσιακού φορέα ήταν απόν σε αυτή την κατάσταση.
Σημείωση. Για περισσότερα δες:
Thomas Metzinger, MPE Project (https://mpe-project.info/the-mpe-project/),
βιβλίο του ίδιου «The Elephant and the Blind», MIT Press, 2024.



