You are currently viewing Δημήτρης Γαβαλάς: Η Τάση για Ολοκλήρωση στην Ποίηση

Δημήτρης Γαβαλάς: Η Τάση για Ολοκλήρωση στην Ποίηση

  1. Ποίηση και Συναίσθημα/ Συγκίνηση

 

Εκφράζοντας την κοινή και καθιερωμένη αντίληψη, οι I. A. Richards και R. Jakobson ορίζουν την ποίηση ως τη συγκινησιακή χρήση της γλώσσας. Επίσης, ο Valery λέει ότι στην ποίηση η γλώσσα αφήνει τον πεζό βηματισμό και πιάνει τον ποιητικό χορό, για να χορέψει με τον χορό της συγκίνησης. Ακολουθώντας αυτούς, ο Γ. Σεφέρης λέει για τους δυο τρόπους της γλώσσας: «τον έναν που αφορά το λογικό μας, και τον άλλο που αφορά τις συγκινήσεις μας».

 

Η γλώσσα έχει πολλές λειτουργίες, επισημαίνονται όμως δυο κυρίως: αναφορική και ποιητική. Η ποιητική λειτουργία, που ενδιαφέρει εδώ, είναι μεταφορική, συνυποδηλωτική, συγκινησιακή: έχουμε συναισθηματικές αποχρώσεις. Σκοπός του πομπού (ποιητή) δεν είναι μόνο η πληροφορία/ μήνυμα, αλλά και η προσέλκυση του δέκτη (αναγνώστη, ακροατή), περισσότερο ενδιαφέρει η μορφή με την οποία διατυπώνεται το μήνυμα (ποίημα), παρά το ίδιο το μήνυμα/ πληροφορία. Στην ποιητική λειτουργία η επικοινωνία αναφέρεται κυρίως στον εαυτό της, στο ίδιο το μήνυμα, και μάλιστα στη μορφή του. Την προσοχή του δέκτη δεν την ελκύει τόσο η πληροφορία καθαυτή που φέρνει το μήνυμα, όσο το ίδιο το μήνυμα για τη μορφή που παίρνει. Συνεπώς, το μήνυμα δεν αλλάζει, έχουμε όμως δύο διαφορετικές όψεις του: την πρώτη φορά παρέχει στον δέκτη πληροφόρηση κυρίως, ενώ τη δεύτερη προσφέρει την ίδια του τη μορφή για αισθητική απόλαυση. Η γλώσσα λειτουργεί με δύο τρόπους: τη μια φορά με λογικό τρόπο και την άλλη με συγκινησιακό.

 

Από την άποψη του σκοπού κάθε λειτουργίας η αναφορική στοχεύει στην πληροφόρηση, η ποιητική στη συγκίνηση, το συναίσθημα, την αισθητική απόλαυση και στην προσέλκυση. Η αναφορική χρήση συνδέεται με την κυριολεξία, δηλαδή την πραγματική σημασία της λέξης, και η ποιητική με την αναλογία/ μεταφορά, δηλαδή ένα μετασχηματισμό που δεν δηλώνει πια την πραγματική της σημασία. Ποιητική χρήση της γλώσσας συναντάται στην ποίηση, στην τέχνη και συχνά στη δημοσιογραφία. Αναφορική χρήση της γλώσσας συναντάται στα επιστημονικά κείμενα, στον δοκιμιακό λόγο και αλλού.

 

Ο γνωστικός ψυχολόγος Jerome Bruner, ήδη από το 1986, στο δοκίμιο του ‘Two modes of thinking’ εστιάζει σε δύο τρόπους γνωστικής λειτουργίας, μέσω των οποίων, προσπαθούμε να κατανοήσουμε τον κόσμο. «Οι δύο τρόποι, αν και συμπληρωματικοί, δεν ανάγονται ο ένας στον άλλον. Προσπάθειες για να αναχθεί, ο ένας τρόπος στον άλλον ή να αγνοηθεί ο ένας σε βάρος του άλλου αποτυγχάνουν αναπόφευκτα να συλλάβουν την ποικιλομορφία της σκέψης. Οι δύο τρόποι διαφέρουν ριζικά ως προς τις διαδικασίες επαλήθευσης που χρησιμοποιούν. Μια καλή ιστορία και ένα καλοδιατυπωμένο επιχείρημα είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Και τα δυο μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως μέσα για να πείσουν, αλλά για ριζικά διαφορετικά πράγματα: τα επιχειρήματα πείθουν για τις αλήθειες τους, οι ιστορίες για την αληθοφάνεια τους».

 

(i) Ο πρώτος τρόπος, ο παραδειγματικός ή λογικό-επιστημονικός (paradigmatic thinking) κυρίαρχος στον διάλογο, που αναπτύχθηκε ανάμεσα στους διανοούμενους της Δύσης, τουλάχιστον από το 17ο αιώνα, προσπαθεί να εκπληρώσει το ιδανικό ενός τυπικού μαθηματικού συστήματος, περιγραφής και εξήγησης. Στα πλεονεκτήματά του, συγκαταλέγονται η αμερόληπτη, επαληθεύσιμη ανάλυση, η «λογική απόδειξη, το υγιές επιχείρημα και η εμπειρική ανακάλυψη που καθοδηγείται από αιτιολογημένες υποθέσεις». Παρ’ όλα αυτά ο Bruner θεωρεί αυτόν τον τρόπο ‘άκαρδο’, διότι επιδιώκει «να ξεπεράσει το ιδιαίτερο (που φέρνουν οι ιστορίες) με στόχο να κατακτήσει την αφαίρεση και γενίκευση».

(ii) Ο δεύτερος τρόπος σκέψης, είναι ο αφηγηματικός (narrative thinking), όπου γίνεται χρήση μεταφορών και αναλογιών ώστε να κατανοηθεί και να περιγραφεί ο τρόπος με τον οποίο συνδέονται γεγονότα και καταστάσεις. Ο Bruner, θεωρεί αυτόν τον δεύτερο τρόπο σκέψης, ως μια «μορφή τέχνης». H ικανότητα να ακούς ή να διαβάζεις ιστορίες, ενισχύει την ικανότητα πρόβλεψης και αναγνώρισης, το ενσυναίσθημα, την ικανότητα μνήμης και συγκέντρωσης, ενώ επιπλέον ενθαρρύνει τη διάθεση για μάθηση. Στην πραγματικότητα, οι μαθηματικές ιδέες αναπτύσσονται συχνά κατά τρόπο αφηγηματικό, ενώ αντίστροφα, τα λογοτεχνικά έργα μπορούν να περιλάβουν τον παραδειγματικό τρόπο δόμησης.

 

Παραδειγματικός/ Λογικο-επιστημονικός τρόπος Αφηγηματικός τρόπος
Στόχος Αλήθεια Αληθοφάνεια
Κεντρικό πρόβλημα Γνώση της αλήθειας Νοηματοδότηση της εμπειρίας
Στρατηγική Εμπειρική ανακάλυψη καθοδηγούμενη από τεκμηριωμένη υπόθεση Καθολική κατανόηση στηριζόμενη σε προσωπική εμπειρία
Μέθοδος Ø  Ισχυρό επιχείρημα

Ø  Σωστή ανάλυση

Ø  Λογική σκέψη

Ø  Τυπική λογική

Ø  Απόδειξη

Ø  Καλή ιστορία

Ø  Εμπνευσμένο θέμα

Ø  Σύνδεση

Ø  Αισθητική

Ø  Διαίσθηση

 

  1. Η Τετραπλή Όψη

 

Για να ζήσουμε μέσα στον χωρόχρονο και στις σχέσεις/ καταστάσεις των πραγμάτων αυτού του Κόσμου, μας χρειάζονται ψυχικές λειτουργίες, οι οποίες γενικά μας προσανατολίζουν. Μια λειτουργία, που μας βεβαιώνει πως υπάρχει κάτι: η αίσθηση. Μια δεύτερη, που καθορίζει τι είναι αυτό που υπάρχει: η σκέψη. Μια τρίτη, που αποφαίνεται αν μας ταιριάζει ή όχι, αν το θέλουμε ή όχι, αν μας αρέσει ή όχι: το συναίσθημα. Τέλος, μια τέταρτη, που πληροφορεί από πού ήρθε και πού πηγαίνει αυτό το κάτι: η διαίσθηση. Οι τέσσερις αυτοί λειτουργικοί τύποι αντιστοιχούν σε τέσσερις τρόπους, με τους οποίους η συνείδησή μας προσανατολίζεται σε σχέση με την εμπειρία. Τα τέσσερα αυτά κριτήρια, που καθορίζουν πρότυπα συμπεριφοράς, δεν είναι παρά απλές πλευρές ανάμεσα σε άλλες, όπως για παράδειγμα, η βούληση, η ιδιοσυγκρασία, η φαντασία, η μνήμη, κτλ. Ο βασικός τους όμως χαρακτήρας, τις καθιστά κριτήρια κατάλληλα για ταξινόμηση.

 

Η παραπάνω, λοιπόν, τετραπλή όψη, είναι το ελάχιστο όριο, το οποίο απαιτείται για μια πλήρη κρίση. Τι γίνεται όμως στην πραγματικότητα; Κανένας δεν γεννιέται με αναπτυγμένες και τις τέσσερις λειτουργίες του. Συνήθως είναι αναπτυγμένη η μία και άλλη μία μισοαναπτυγμένη και δρα ως βοηθητική. Οι άλλες δύο δεν είναι και πρέπει μόνοι μας να τις αναπτύξουμε, με μεγάλη συνειδητή προσπάθεια. Ενώ, λοιπόν, για να έχουμε ικανοποιητική κρίση και κατανόηση χρειάζονται και οι τέσσερις λειτουργίες, και πρέπει να φτάσουμε σε σύμμετρη ανάπτυξή τους, σε αρμονική συν-λειτουργία τους, σε συντονισμό, σε σύνθεση, εμείς ζούμε μονάχα με μια ή δυο από αυτές. Επόμενο είναι λοιπόν, να μην μπορούμε να φτάσουμε ούτε σε ικανοποιητική κρίση και κατανόηση ούτε, πολύ περισσότερο, σε πλήρη, με αποτέλεσμα να βλέπουμε τα πάντα ανάλογα με τη λειτουργία που έχουμε αναπτυγμένη και συνεπώς κατά κάποιο τρόπο  να τα διαστρέφουμε ως προς την καθαυτή πραγματικότητα. Έτσι, άλλοι είναι άνθρωποι των αισθήσεων, άλλοι του συναισθήματος, άλλοι της διανόησης και βλέπουν τα πάντα μονάχα από τη δικιά τους αντίστοιχη σκοπιά.

 

Για να περιγράψουμε, λοιπόν, πλήρως τον κύκλο του ορίζοντα ως ολότητα, το λιγότερο που απαιτείται είναι να ονομάσουμε τα τέσσερα σημεία του, δηλαδή Βορρά (Β) – Νότο (Ν) – Ανατολή (Α) – Δύση (Δ). Από την αρχαιότητα, ο κύκλος χωρισμένος με δυο κάθετες διαμέτρους στα τέσσερα συνιστά παγκόσμιο σύμβολο πληρότητας και ολότητας. Ακολουθώντας την απλή αυτή ιδέα, κατατάσσουμε όλες τις απόψεις ενός θέματος σε ένα ολιστικό σχήμα, το οποίο μας επιτρέπει να αντιμετωπίσουμε τις βασικές πλευρές του. Χρησιμοποιώντας αυτό το πλήρες σχήμα μπορούμε να ελέγξουμε τι γνωρίζουμε για το θέμα, αλλά και πώς ακριβώς δουλεύει ο εαυτός μας για να κατανοήσει αυτό το θέμα. Έτσι, μπορούμε να βελτιώσουμε τη γνώση μας γι’ αυτό και τον εαυτό μας.

 

Για παράδειγμα, κάποιος μπορεί να έχει ως κύρια λειτουργία τη Σκέψη και βοηθητική την Αίσθηση. Με αυτό τον τρόπο όμως είναι φυσικό να μην μπορούμε να φτάσουμε σε πλήρη κατανόηση των πραγμάτων, αφού κάποιες πλευρές τους λείπουν. Στο παράδειγμα αυτό, λείπει η πλευρά των πραγμάτων που δίνει η Διαίσθηση και το Συναίσθημα. Ο Jung τοποθετεί αντιδιαμετρικά τις τέσσερις βασικές λειτουργίες, ως εξής:

 

ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑ

 

ΑΙΣΘΗΣΗ                                    ΔΙΑΙΣΘΗΣΗ

 

ΣΚΕΨΗ

 

Ονομάζει τη Σκέψη και το Συναίσθημα (κατακόρυφος άξονας) έλλογες λειτουργίες, δηλαδή ορθολογιστικό υπολογισμό και σχηματισμό κρίσης, που φτάνει στο πληρέστερο νόημά του όταν συμφωνεί με τους νόμους της λογικής. Αντίθετα, ονομάζει την Αίσθηση και τη Διαίσθηση (οριζόντιος άξονας) άλογες λειτουργίες, δηλαδή μη ορθολογιστική επεξεργασία δεδομένων, που αναγκάζονται να παραβλέπουν το λογικό για να έχουν πληρέστερη αντίληψη ολόκληρης της ροής των γεγονότων.

Η αρμονική συν-λειτουργία όλων των επιμέρους βασικών λειτουργιών οδηγεί, λοιπόν, στην πλήρη και ισορροπημένη, στη σφαιρική και πανπεριεκτική, στην ολιστική και πολυδιάστατη αντίληψη αυτού του κάτι, που υποπίπτει στη συνείδησή μας. Για το λόγο αυτό, μπορούμε να ονομάσουμε το κέντρο του κύκλου, όπου συμβάλλουν όλες οι λειτουργίες, με την κλασική ελληνική λέξη πεμπτουσία, αφενός γιατί είναι η πέμπτη μετά τις τέσσερις λειτουργίες, αφετέρου γιατί αποτελεί την ουσία αυτού του κάτι, το πιο ουσιαστικό συστατικό, το πλέον κύριο περιεχόμενο, το απόσταγμα. Με αυτή την άποψη, μπορούμε να μετασχηματίσουμε το πιο πάνω σχήμα στο εξής:

 

ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑ

 

 

ΑΙΣΘΗΣΗ                                                     ΔΙΑΙΣΘΗΣΗ

 

ΣΚΕΨΗ

 

ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ/ ΠΛΗΡΟΤΗΤΑ/ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

 

Στη συνέχεια, χρησιμοποιώντας τις απόψεις του Jung μπορούμε να εξηγήσουμε γιατί η Επιστήμη αναπτύσσει τους πέντε τρόπους, δηλαδή αριθμό, λογική, χώρο, άπειρο και πληροφορία, και πώς αυτοί οι πέντε τρόποι σχετίζονται με τις πέντε πιο πάνω λειτουργίες, όπου εδώ ως πεμπτουσία θεωρούμε την πληροφορία. Κάνουμε, λοιπόν, την εξής αντιστοιχία:

  • Αίσθηση»Αριθμός. Αυτό το ‘κάτι’, στο οποίο αναφέρεται η Αίσθηση, είναι αποτέλεσμα διάκρισης και ακριβώς αυτή η δημιουργία διακρίσεων είναι που οδηγεί στον αριθμό. Ο κόσμος της Αίσθησης και του αριθμού είναι κόσμοι του διακριτού, του κοκκοειδούς.
  • Σκέψη»Λογική. Η Σκέψη καθορίζει τις αφηρημένες δομές, με τις οποίες μας τροφοδοτεί η Αίσθηση και η Διαίσθηση. Στη σκεπτική διαδικασία αναζητούμε υποκείμενα πρότυπα και τα συνδέουμε και αυτό ακριβώς είναι που οδηγεί στη λογική.
  • Συναίσθημα»Χώρος. Το Συναίσθημα μας συνδέει με τα πράγματα. Επομένως, για να έχουμε συναίσθημα για κάτι και να το αξιολογήσουμε ή να δεθούμε με αυτό, πρέπει να βγούμε προς τα έξω και να βρεθούμε μέσα στο συνεχή χώρο.
  • Διαίσθηση»Άπειρο. Διαίσθηση σημαίνει βαθιά αίσθηση της πραγματικότητας ως ολότητας. Θεωρώντας τον απέραντο κόσμο ως ένα όλον, οδηγείται κάποιος στην έννοια του απείρου.
  • Πεμπτουσία/ Πληρότητα/ Επικοινωνία»Πληροφορία. Η αντίληψη του κόσμου στηρίζεται στην ανταλλαγή πληροφορίας, στην επικοινωνία μαζί του, με όλους τους βασικούς τρόπους.

 

Μπορούμε να πούμε ότι η πληροφορία ενοποιεί τους τέσσερις κλάδους. Θεωρώντας ότι η Επιστήμη είναι σύνολο εννοιών, μεθόδων, κανόνων και τεχνικών, που βοηθάνε στην πρόσβαση και εξερεύνηση κόσμων (υλικού, εννοιακού, ιδεατού), στην ουσία μετασχηματίζει ένα είδος πληροφορίας σε άλλο, δίνει ένα εργαλείο αποκωδικοποίησης μηνυμάτων αυτών των κόσμων. Επίσης, αν δούμε διαχρονικά τη βασική έννοια της Επιστήμης, τότε παρατηρούμε ότι αυτή είναι ο αριθμός κατά τον Μεσαίωνα, ο χώρος κατά την Αναγέννηση, η λογική κατά τη Βιομηχανική Επανάσταση και το άπειρο κατά τη Σύγχρονη Εποχή. Όμως, με την πρόοδο των Η/Υ, οδηγούμαστε σε μια νέα εποχή, πέμπτη κατά σειρά, στην οποία δεσπόζουσα έννοια είναι αυτή της πληροφορίας. Τέλος, να σημειωθεί ότι από βιολογική άποψη, το αριστερό ημισφαίριο του εγκεφάλου είναι υπεύθυνο για τους ψηφιακούς χειρισμούς, σκέπτεται δηλαδή με όρους διακριτού αριθμού, ενώ το δεξιό ημισφαίριο για τους αναλογικούς, σκέπτεται δηλαδή με όρους συνεχούς χώρου.

 

Δεν πρέπει να προσποιούμαστε ότι ‘εισπράττουμε’ και καταλαβαίνουμε τον κόσμο μόνο από το συναίσθημα ή την αίσθηση (κατ’ αίσθηση αντίληψη), τον συλλαμβάνουμε και με τη νοημοσύνη (κατά νόηση αντίληψη). Ως εκ τούτου, η μονόπλευρη κρίση είτε του συναισθήματος είτε της διάνοιας είναι, στην καλύτερη περίπτωση, μόνο η μισή αλήθεια, και πρέπει να καταλήξει σε κατανόηση της ανεπάρκειας της, που οδηγεί στην αμφίπλευρη κρίση.

 

  1. Το Δέον Γενέσθαι

 

Σύμφωνα με τα πιο πάνω, οφείλαμε να είχαμε ήδη εγκαταλείψει προ πολλού χρόνου τις απόψεις ότι ‘ποίηση σημαίνει συγκίνηση’ και να έχουμε αντιληφθεί ότι ‘ποίηση σημαίνει συναίσθημα και σκέψη και αίσθηση και διαίσθηση και πολλά ακόμα, σε αρμονική συλλειτουργία’. Αυτό συμβαίνει διότι η ποίηση είναι ars combinatoria (τέχνη συνθετική) και απαιτεί όλες τις βασικές ανθρώπινες λειτουργίες, διότι διαφορετικά είναι μονομερής και μισερή. Είναι καιρός ο άνθρωπος να πάψει να είναι ένα σχιζοφρενικό ον και να ολοκληρωθεί.

 

 

Δημήτρης Γαβαλάς

O Δημήτρης Γαβαλάς γεννήθηκε στην Κόρινθο το 1949. Σπούδασε Μαθηματικά, Κυβερνητική και Συστήματα Αυτομάτου Ελέγχου σε μεταπτυχιακές σπουδές και Ψυχολογία του Βάθους σε ελεύθερες σπουδές. Εκπόνησε Διδακτορική Διατριβή με θέμα τα Μαθηματικά, τη Θεμελίωση και τη Διδακτική τους. Αρχικά εργάστηκε ως Επιστημονικός Συνεργάτης στο Πανεπιστήμιο Πατρών και ως Ερευνητής στο Κέντρο Ερευνών «Δημόκριτος». Στη συνέχεια εργάστηκε στην εκπαίδευση ως καθηγητής Μαθηματικών. Συνεργάστηκε με το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο (στη συγγραφή Προγραμμάτων Σπουδών & σχολικών βιβλίων και σε άλλα εκπαιδευτικά θέματα). Εργάστηκε επίσης στη Βαρβάκειο Σχολή, και συνέχισε ως Σχολικός Σύμβουλος. Για το πνευματικό του έργο, έχει τιμηθεί από τον Δήμο Κορινθίων. Το δοκίμιό του για τον Οδυσσέα Ελύτη έλαβε κρατική διάκριση, ενώ το ποίημα «Φανταστική Γεωμετρία» περιελήφθη στα Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας της Β΄ τάξης του Γυμνασίου.

Έργα του Δημήτρη Γαβαλά:

Ποίηση

Σπουδές. Αθήνα, 1973.
Μετάβαση στο Όριο. Αθήνα, 1974.
Ανέλιξη. Αθήνα, 1975.
Δήλος. Αθήνα, 1976.
Εσωτερική Αιμομιξία. Αθήνα, 1977.
Η Πάλη με το Άρρητο. Αθήνα, 1978.
Ελεγείο. Αθήνα, 1979.
Τα Εξωστρεφή. Αθήνα, 1980.
“Η Του Μυστικού Ύδατος Ποίησις“. Αθήνα 1983.
Το Πρόσωπο της Ευτυχίας. Κώδικας, Αθήνα, 1987.
Απλά Τραγούδια για έναν Άγγελο. Κώδικας, Αθήνα, 1988.
Φωτόλυση. Κώδικας, Αθήνα, 1989.
Ακαριαία. Κώδικας, Αθήνα, 1994.
Σύμμετρος Έρωτας Ή Τα Πρόσωπα του Αγγέλου. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 1996
Άγγελος Εσωτερικών Υδάτων. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 1998.
Το Λάμδα του Μέλλοντος. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 2003.
Ποιήματα 1973-2003: Επιλογή. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 2004.
Ου Παντός Πλειν. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 2006.
Στη Σιωπή του Νου. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 2013.
Δίχως Μαγνητόφωνα Φωνόγραφους Δίσκους και Μαγνητοταινίες. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 2016.

Δοκίμιο

Η Εσωτερική Διαλεκτική στη «Μαρία Νεφέλη» του Οδυσσέα Ελύτη. Κώδικας, Θεσσαλονίκη, 1987. (σσ. 94).
Ψυχο-Κυβερνητική και Πολιτική: Αναλυτική Θεώρηση του Πολιτικού Φαινομένου. Κώδικας, Αθήνα, 1989. (σσ. 40).
Αισθητική και Κριτική Θεωρία των Αρχετύπων: Θεωρητικά Κείμενα και Εφαρμογές. Κώδικας, Αθήνα, 1999. (σσ. 202).

Μετάφραση – Εισαγωγή – Σχόλια
Nicoll, M. Ψυχολογικά Σχόλια στη Διδασκαλία του Γκουρτζίεφ. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 1997. (σσ. 96).


Επιστημονικά Βιβλία

Πρότυπα και Χαρακτήρας Κυβερνητικών Συστημάτων: Συμβολή στη Θεωρητική Κυβερνητική – Ένα Μαθηματικό Μοντέλο. Πάτρα, 1977 και Αθήνα, 1993 . (Διδακτορική Διατριβή). (σσ. 250).
Η Θεωρία Κατηγοριών ως Υποκείμενο Πλαίσιο για τη Θεμελίωση και Διδακτική των Μαθηματικών: Συστημική Προσέγγιση της Εκπαίδευσης. Πάτρα, 2000. (Διδακτορική Διατριβή). (σσ. 350).
Θέματα από τα Σύγχρονα Μαθηματικά 1: Μη-συμβατική Ανάλυση, Ασαφή Σύνολα, Η έννοια της Μη-διακριτότητας. Εκδόσεις 3 4 5, Αθήνα, 2005. (σσ. 190).
Θέματα από τα Σύγχρονα Μαθηματικά 2: Πρώτη Μύηση στη Θεωρία Κατηγοριών. Εκδόσεις 3 4 5, Αθήνα, 2006. (σσ. 330).
Το Αρχέτυπο του Τυχερού Παιχνιδιού: Για την Τύχη, τη Μαντική και τη Συγχρονότητα Σύμφωνα με τις Απόψεις των C. G. Jung και M.- L. von Franz. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 2006. (σσ. 280). (Σε συνεργασία).
On Number’s Nature. Nova Publishers, NY, 2009 (pp. 70).
Συστημική: Σκέψη και Εκπαίδευση – Συμβολή στο Ζήτημα της Εκπαίδευσης. Εκδόσεις Γαβριηλίδης, Αθήνα, 2011. (σσ. 310).
Αρχετυπικές Μορφογενέσεις. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 2012.
Θέματα από τα Σύγχρονα Μαθηματικά 3: Για τη Φύση του Αριθμού. Εκδόσεις 3 4 5, Αθήνα, 2012. (σσ. 360).
Αρχέτυπο: Η Εξέλιξη μιας Σύλληψης στον Τομέα της Γνώσης. Εκδόσεις 3 4 5, Αθήνα, 2015. (σσ. 320).
Κυβερνητική: Αναζητώντας την Ολότητα. Εκδόσεις 3 4 5, Αθήνα, 2016. (σσ. 400).

Κρατικά Σχολικά Βιβλία
Οδηγίες για τη Διδασκαλία των Μαθηματικών στην Α΄ Τάξη Λυκείου. (Σε συνεργασία). ΟΕΔΒ, Αθήνα, 1997.
Μαθηματικά Θετικής Κατεύθυνσης για τη Β΄ Τάξη Λυκείου. (Σε συνεργασία). ΟΕΔΒ, Αθήνα, 1998 – 2015.
Λογική: Θεωρία και Πρακτική για τη Γ΄ Τάξη Λυκείου. (Σε συνεργασία). ΟΕΔΒ, Αθήνα, 1999-2015.
Οδηγίες για τη Διδασκαλία των Μαθηματικών στο Γυμνάσιο και το Λύκειο (Σε συνεργασία). ΟΕΔΒ, Αθήνα, 1998 – 2008.
Μιγαδικοί Αριθμοί. Κεφάλαιο στο: Μαθηματικά Θετικής Κατεύθυνσης για τη Γ΄ Τάξη Λυκείου (Σε συνεργασία). ΟΕΔΒ, Αθήνα, 1999-2015.



Δημοσίευσε επίσης πλήθος άρθρων σε εφημερίδες και περιοδικά για θέματα εκπαίδευσης, πολιτικής, λογοτεχνίας κτλ.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.