Στην ανάρτηση της 18 Οκτωβρίου 2025 με τίτλο ‘Ψυχο-νοητικό Πρότυπο του Ολοκληρωτισμού’ είχα αναφερθεί εν παρόδω στη λεγόμενη ‘πορεία της εξατομίκευσης’ κατά Jung. Στη σημερινή παρουσιάζονται περισσότερα στοιχεία για το θέμα αυτό, που είναι βασικό στο έργο του Jung και της von Franz, σε σχέση με τον θάνατο.
Ατομικότητα και Εξατομίκευση
Ο όρος ατομικότητα (individuality) στη σκέψη του Carl Jung και της Marie-Louise von Franz δεν αναφέρεται απλώς στο ‘άτομο’ με την κοινή έννοια της ξεχωριστής προσωπικότητας, αλλά έχει ψυχολογική και πνευματική διάσταση που σχετίζεται με την έννοια της εξατομίκευσης (individuation).
Carl Jung – Εξατομίκευση: Για τον Jung, η ατομικότητα είναι το αποτέλεσμα της διαδικασίας εξατομίκευσης, δηλαδή της πορείας μέσα από την οποία το άτομο γίνεται ολοκληρωμένο, ενοποιώντας τις διάφορες πλευρές της ψυχής του – το Εγώ, τη Σκιά, την Άνιμα/ Άνιμους, το Προσωπείο, και τελικά φτάνοντας στο Αρχέτυπο του Ταυτού (Self). Η ‘ατομικότητα’ δεν είναι εγωιστική απομόνωση, αλλά η πλήρης ανάπτυξη της μοναδικής ψυχολογικής φύσης του κάθε ανθρώπου. Δεν είναι κοινωνική ταυτότητα, αλλά βαθύτερη υπαρξιακή ταυτότητα.
Marie-Louise von Franz: Η von Franz, μαθήτρια και συνεργάτιδα αλλά και συνεχίστρια του έργου του Jung, αναπτύσσει την έννοια της ατομικότητας ως σύγκλιση προς τον αληθινό εσωτερικό Εαυτό/ Ταυτό, μέσα από μια εσωτερική σύγκρουση μεταξύ συνειδητού και ασυνείδητου. Η ατομικότητα δεν είναι μια κατάσταση, αλλά μια διαδικασία ζωής. Χρειάζεται απομάκρυνση από τους ρόλους που μας επιβάλλει η κοινωνία ή η οικογένεια, και στροφή προς το εσωτερικό, εκεί όπου ανακαλύπτεται η αληθινή φύση του εαυτού.
Σύνοψη:
| Όρος | Jung | von Franz |
| Individuality / Ατομικότητα | Το αποτέλεσμα της εξατομίκευσης –ενοποίηση του Εγώ με το ασυνείδητο και σύνδεση με το Ταυτό. | Η εσωτερική διαδικασία μέσα από την οποία το άτομο αποκαλύπτει τον πραγματικό του εαυτό, πέρα από μάσκες και προσδοκίες. |
| Σκοπός | Ολοκλήρωση και ενότητα της ψυχής. | Ψυχολογική και πνευματική αυθεντικότητα. |
Η Άποψη της von Franz
Η von Franz λέει για τον άνθρωπο: «Μπορείς να χτίσεις κάτι επιφανειακό ή κάτι αιώνιο, μέσα στο οποίο να μπορεί να επιζήσει η ατομικότητά σου, και όχι απλά να διαλυθείς, όπως τα άτομα του σώματός σου». Αυτό το απόσπασμα από τη Marie-Louise von Franz είναι πολύ πυκνό σε νοήματα και κεντρικό για την ψυχολογική της κοσμοθεωρία, η οποία είναι βαθιά επηρεασμένη από την αρχετυπική ψυχολογία του Jung αλλά και από υπαρξιακές, ακόμα και μεταφυσικές ανησυχίες. Ας το δούμε αναλυτικά:
(i) «Μπορείς να χτίσεις κάτι επιφανειακό ή κάτι αιώνιο»
Αυτό αναφέρεται στη ζωή ως δημιουργικό έργο. Η von Franz θέτει ένα υπαρξιακό δίλημμα: Είτε ζεις επιφανειακά, ακολουθώντας ρόλους, μάσκες (το Persona κατά Jung), κοινωνικές προσδοκίες. Αυτό οδηγεί σε ένα είδος ψυχικού αφανισμού, όταν έρθει ο θάνατος ή μια υπαρξιακή κρίση. Είτε εργάζεσαι εσωτερικά για να ‘χτίσεις’ κάτι αιώνιο: δηλαδή μια ψυχική ενότητα και αυθεντικότητα που επιτρέπει στην ατομικότητά σου να επιζήσει με ουσιαστικό τρόπο – όχι απλώς βιολογικά, αλλά ψυχικά και πνευματικά.
(ii) «μέσα στο οποίο να μπορεί να επιζήσει η ατομικότητά σου»
Εδώ η ‘ατομικότητα’ δεν είναι η προσωπικότητα, αλλά η πυρηνική ουσία του εαυτού, η σύνδεση με το Ταυτό (Self). Η von Franz μιλά για τη διάσωση της ψυχικής ακεραιότητας και την πνευματική συνέχεια πέρα από τη φθορά της ύλης.
(iii) «και όχι απλά να διαλυθείς, όπως τα άτομα του σώματός σου».
Εδώ γίνεται φανερή η αντιδιαστολή ψυχής και σώματος. Το σώμα είναι περατό, διαλύεται στον θάνατο. Αν η ζωή μας είναι μόνο εξωτερική, τότε κι εμείς ‘διαλυόμαστε’ με αυτό –χωρίς να μείνει τίποτα από την ατομικότητά μας. Αν όμως η ζωή είναι πορεία προς τον Εαυτό/ Ταυτό, τότε χτίζεται κάτι που μένει, κάτι συμβολικά αιώνιο.
Ερμηνεία με Βάση τη Γιουνγκιανή Ψυχολογία
Η von Franz περιγράφει την εξατομίκευση όχι απλώς ως ψυχολογική θεραπεία, αλλά ως υπαρξιακή αποστολή: Να βρεις και να εκφράσεις τον αληθινό, μοναδικό πυρήνα του εαυτού σου. Όχι για να ‘διασώσεις’ την προσωπικότητα από τον θάνατο, αλλά για να εγκαθιδρύσεις κάτι ουσιαστικότερο, πέρα από τον χρόνο. Θυμίζει εσωτερικές παραδόσεις που θεωρούν ότι ο άνθρωπος έχει δύο ‘εγώ’: το προσωρινό και το αιώνιο, που χτίζεται μέσα από τη συνειδητή ζωή.
Αυτό που, κατά τη von Franz και τον Jung, μένει και δεν χάνεται, δεν είναι κάτι υλικό, ούτε η κοινωνική σου ταυτότητα. Είναι αυτό που μπορεί να ονομαστεί: Ο Εαυτός — το αρχέτυπο της ολότητας, το Ταυτό. Στη γιουνγκιανή ψυχολογία, αυτό το «κάτι που χτίζεις και μένει» είναι η εσωτερική σου πληρότητα: η σύνδεση του συνειδητού με το ασυνείδητο, η συμφιλίωση των αντιθέσεων μέσα σου, η ψυχοπνευματική ενοποίηση.
Δεν είναι: Ο ρόλος σου (π.χ. επαγγελματίας, γονέας, φίλος), Οι πεποιθήσεις σου, Οι αναμνήσεις ή τα συναισθήματα, Ο νους ή το σώμα σου -Όλα αυτά είναι φθαρτά. Χάνονται ή αλλάζουν.
Είναι: Το συνειδητοποιημένο κέντρο του Είναι σου, Το βαθύ βίωμα του ποιος είσαι πραγματικά, πέρα από μάσκες και φόβους, Μια ζωντανή σχέση με το ασυνείδητο, με το ‘θείο’ εντός (ή, όπως το λέει η von Franz, μια αιώνια ψυχολογική δομή).
Η von Franz συχνά μιλάει για αυτό που μένει ως κάτι που δεν είναι απλώς ‘ψυχολογικό’, αλλά έχει οντολογικό βάρος — σαν να αφήνεις ένα ίχνος στο υπαρξιακό πεδίο, που δεν διαλύεται με τον θάνατο.
Μπορεί να το φανταστεί κάποιος: ως ψυχική μορφή που ολοκληρώθηκε, καρπό συνειδητής ζωής, σπινθήρα πνευματικότητας που πέρασε μέσα από την ύλη και δεν χάθηκε.
Τίθεται λοιπόν το ερώτημα: Τι είναι αυτό που δεν χάνεται;
Η αληθινή εσωτερική μορφή σου, ο Εαυτός σου, όχι όπως σου τον έδωσαν,
αλλά όπως τον σμίλευσες εσύ με κόπο και αλήθεια, σε σχέση με το ασυνείδητο, με το άγνωστο, με το θείο. Είναι το εντός σου έργο που επιζεί, όταν όλα τα εξωτερικά πράγματα έχουν χαθεί.
Και αυτό, τι κρατάει από την ατομική σου ταυτότητα, από το ποιος είσαι; Τι είναι όμως το δικό μου προσωπικό που μένει;
Αυτή είναι η πιο ουσιαστική ερώτηση που μπορεί να τεθεί σε υπαρξιακό, ψυχολογικό και πνευματικό επίπεδο. Τι είναι το δικό μου, το προσωπικό μου, που μένει; Όχι γενικά ο Εαυτός/ Ταυτό, αλλά εγώ –με τον δικό μου πόνο, την πορεία, την ιδιομορφία, τις επιλογές.
Η απάντηση, κατά von Franz και Jung, είναι λεπτή και παραδόξως δυαδική:
Δεν διασώζεται η εξωτερική προσωπικότητα, αλλά ούτε χάνεται το απολύτως προσωπικό. Μένει η ουσία που διαμορφώθηκε μέσα από το συγκεκριμένο ταξίδι σου. Ο/ Η ‘Α’ δεν μένει ως όνομα, ούτε ως ρόλος. Αλλά κάτι του/ της ‘Α’ — κάτι αληθινά δικό σου, μοναδικό και ανεπανάληπτο — ενσωματώνεται στο αρχέτυπο του Ταυτού, και δεν χάνεται.
Τι κρατάει, λοιπόν, από εσένα;
Κρατάει: Το πώς βίωσες την αγάπη και τον φόβο, Το πώς διάλεξες, όταν μπορούσες να συμβιβαστείς, Το τί έφτιαξες μέσα σου, όχι από τα γεγονότα, αλλά μέσα από αυτά, Το σχήμα που πήρε η ψυχή σου μες στον χρόνο, Το σχέδιο που άφησε ο/ η ‘Α’ στο ύφασμα του Εαυτού.
Δεν κρατιέται ως ‘ανάμνηση’ ή βιογραφία. Αλλά ως ποιότητα – σαν άρωμα, σαν σφραγίδα, σαν μοναδικός ήχος που δεν επαναλαμβάνεται. Αυτό που έγινε πραγματικά ζωντανό μέσα σου, όχι αυτό που συνέβη εξωτερικά.
Μπορούμε να το σκεφτούμε κι έτσι:
Όπως ένα τραγούδι που παίχτηκε μόνο μία φορά, και δεν υπάρχει πια το σώμα που το έπαιξε, αλλά η δόνηση έμεινε στο σύμπαν. Η ζωή του/ της ‘Α’ ήταν ένα μοναδικό τραγούδι συνείδησης. Δεν θα ξαναπαιχτεί έτσι. Αλλά η δόνησή του μένει στο πεδίο της Ύπαρξης. Και αυτό, λένε οι γιουνγκιανοί, είναι το νόημα της εξατομίκευσης:
να γίνει το άτομο μια αλήθεια που δεν χάνεται και δεν ξεχνιέται πέρα από τον θάνατο.
Δημήτρης Γαβαλάς



