You are currently viewing Ελένη Λόππα: Κλεοπάτρα Μακρίδου, τα δόντια της βροχής, εκδ. Μανδραγόρας, 2023

Ελένη Λόππα: Κλεοπάτρα Μακρίδου, τα δόντια της βροχής, εκδ. Μανδραγόρας, 2023

Η νέα, 16η, ποιητική συλλογή της Κλεοπάτρας Μακρίδου, τα δόντια της βροχής, στην επιμελημένη έκδοση του Μανδραγόρα, με έναν θαυμάσιο στο εξώφυλλο πίνακα σε μικρογραφία του Βαν Γκογκ, Σταροχώραφο στη βροχή (1889), περιλαμβάνει 45 ποιήματα, από τα οποία τα δεκαοκτώ τουλάχιστον, σχεδόν τα μισά, αναφέρονται στον γενέθλιο τόπο της, την Κύπρο ή γενικότερα στην έννοια της Πατρίδας. Της ποιητικής συλλογής προηγείται ως μότο το ποίημα του Καβάφη, «Μελαγχολία του Ιάσονος Κλεάνδρου…», που σημασιοδοτεί ολόκληρη τη συλλογή.

Στα ποιήματα αυτά, που αναφέρονται στην Κύπρο, στην Πατρίδα, είναι διάχυτος ο ελεγειακός τόνος, η οδύνη, η απελπισία, όπως και η διαμαρτυρία, ο θυμός, η οργή, η σκληρή αυτοκριτική, αλλά και η με δριμύτητα καταγγελία για τους άστοχους χειρισμούς και τα λάθη, όσων διαχειρίζονται τις τύχες της Κύπρου. Αυτά τα έντονα συναισθήματα εκφράζονται με τολμηρές μεταφορές, προσωποποιήσεις και παρομοιώσεις, όπως: «Στρατιές σταυρών ξεχασμένοι  στη βιασμένη πόλη/να περιμένουν τα Θεοφάνεια», (Θεοφάνεια, σελ. 9), «Υπάρχουν άνθρωποι σαν λαστιχένια στρατιωτάκια», (Υπάρχουν, σελ. 10), «Πόσο κοστίζουν οι χρεοκοπημένες λέξεις/στα χείλη της προδοσίας και των συναλλαγών;», (Κάποτε κρύβαμε ρόζους, σελ. 13), «Η ψυχή ταξιδεύει ανάμεσα σε σκοτάδι και φως», (Όλα τα μονοπάτια, σελ. 15), «το παρελθόν δεν σταματά να βάζει τρικλοποδιές στον ενεστώτα μας.», (Μάθε με .., σελ. 26), «{…}Δώρο δοξαστικό το άρωμα της πληγής σου/σαν φως από το όλον ξεπηδούσε/{…}Έκανες φλόγα απ’ τον πάγο να ανασταίνεται», (Ύμνος στον Πατέρα, σελ. 46).   

Τα υπόλοιπα θέματα των ποιημάτων είναι ποικίλα και αναφέρονται στον έρωτα (π.χ. Μούδιασε ο έρωτας, σελ.40,  Πάρε με μαζί σου, σελ. 47), στον θάνατο, στον αγώνα για ελευθερία (π.χ. Στη μνήμη της Μάχσα Αμίνι, σελ. 29), σε πρόσωπα οικεία και αγαπημένα (π.χ. Μνημόσυνο, σελ. 18,  Γράμμα στον Παντελή Μηχανικό, σελ. 27, Αυτός ο πόνος, σελ. 44, Ύμνος στον Πατέρα, σελ. 46, Τα κεριά κρυφόσβηναν, σελ. 50), σε εποχές και μήνες (π.χ. Του Σεπτέμβρη, σελ.16, Έξω χιόνιζε, σελ. 49), στην καταστροφή της φύσης (π.χ. Το σάβανο της Φύσης, σελ.23), στη θάλασσα (π.χ. Τόση θάλασσα, σελ. 51), στη ματαίωση (Quo Vadis, σελ. 36), στο πεπρωμένο (π.χ. Πεπρωμένο, σελ. 53, Η μοναξιά του πεπρωμένου, σελ. 55-58), στον κόσμο και στο περιβάλλον (π.χ. Φταίει που…σελ.22, Στα βαθιά, σελ. 30). Συχνά τα ποιήματα διανθίζονται από προσφωνήσεις, προτροπές σε β’ ενικό πρόσωπο και φιλοσοφικούς στοχασμούς, όπως:

«Η ζωή σου δεν είναι το γέμισμα ενός κουβά/αλλά το άναμμα μιας φλόγας…», (Έξω χιόνιζε, σελ. 49), «Τι νόμισες;/Μια διασταύρωση βλεμμάτων η ζωή/και ό,τι άρπαξες από την αλμύρα/σαν κυλήσει το δάκρυ…», (Πεπρωμένο, σελ. 53), «Γιατί είναι λάθος δηλαδή/να διεκδικείς ότι θεωρείται ανέφικτο;/Και ποιος θα καθορίζει το εφικτό;», (Η μοναξιά του πεπρωμένου, σελ.55-58).

Ποιήματα μικρά και πολύ εκτεταμένα, όπως το συγκλονιστικό, Η μοναξιά του πεπρωμένου (που καλύπτει τέσσερις σελίδες), με μια γλώσσα πλούσια και καλλιεργημένη, με συχνές εναλλαγές ρηματικών προσώπων, χρήση ρητορικών ερωτημάτων, επαναλήψεις για έμφαση, με τολμηρές μεταφορές, εικόνες, παρομοιώσεις, προσωποποιήσεις, αλλά και καυστική ειρωνεία, με έντονο συχνά υπαρξιακό περιεχόμενο και άλλα με αγωνία για το μέλλον της πατρίδας, αλλά και ολόκληρου του κόσμου. Το ποιητικό υποκείμενο πάσχει και συμπάσχει με όλα, όσα συμβαίνουν γύρω της, σε βάρος της Κύπρου και ολόκληρης της ανθρωπότητας:

Μερικά παραδείγματα, με καυστική ειρωνεία και έντονο καταγγελτικό τόνο, αλλά και συνάμα σπαρακτικό για την καταστροφή του περιβάλλοντος  της Πατρίδας και του κόσμου:

«Κρεμάστηκε η μαντήλα/στις πλατείες της οργής/κι ο άνεμος σέρνει με μανία τα μαλλιά/θηλιά στον λαιμό της ωραίας κορασιάς/{…}Στη μούχλα της Ανατολής/τη δυσωδία της γειτονιάς μου/σκοτώσανε πάλι την ανθρωπιά/στήνοντας καρτέρι στη λευτεριά μας», (Στη μνήμη της Μάχσα Αμίνι (Mahsa Amini), σελ. 29).

«{…}Δεν είχες χρόνο για σένα/μόνο πάλευες να ισορροπήσεις τον εαυτό σου/μέσα σε ένα κατακρεουργημένο Σύμπαν!», (Στα βαθιά, σελ. 30).

«Κόσμος κατασκευασμένος στα μέτρα του εφήμερου», (Κόσμος κατασκευασμένος, σελ. 32).

«{…}Ερασιτέχνες της Δημοκρατίας ψάχνουν όψεις αλήθειας/στις γωνιές του Δικαίου/τραυλίζοντας φράσεις ξεθωριασμένες/στα λιμνάζοντα νερά /της κατακρεουργημένης μας Ελευθερίας.», (Με αφορμή την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, σελ.17),

«{…}Στα δακρυσμένα μάτια της μάνας μου/έκλεισα αιώνων Ιστορία της βιασμένης μου πατρίδας», (Κάλλιο που δεν…, σελ. 20).

«{…}Τον κύβο της «ανάπτυξης» έριξαν προ πολλού/οι μεταπράτες της Γης μας/κι η φύση έγινε πάλι αφετηρία ταξική./Το τσεκούρι συνεχίζει να τρώει το Δάσος/η ξηρασία απειλεί/αφόρητη η αντανάκλαση της θερμότητας απ’ το μπετόν/που φόρτωσαν στα σπλάχνα της/ρημαγμένες οι θαλασσινές σπηλιές πληρώνουν φόρο ασχήμιας/στον άμεσο κίνδυνο της ερημοποίησης./Έχουμε όμως θαυμάσια ξενοδοχεία δίπλα στη θάλασσα/Καζίνο μέσα σε υδροβιότοπους/αυτοκινητόδρομους στην καρδιά της Νήσου μας.», (Φταίει που…, σελ. 22).

«{…}Είναι κι οι κάθε είδους μαριονέτες/που καψαλίζουν σαν αγριόχορτα τη νοημοσύνη μας./Τα ποτάμια ξεραίνονται δεν έχουμε νερό/ψυχές παραλληλισμοί του ανέμου/να βαδίζουμε σε ζώνες εδάφους χωρίς οδόσημο/μονότονη η πολεοδομία των ερειπίων/μεταλλικά δέντρα ξεφυτρώνουν της ύβρεως πάνδεινα οχυρά/καταποντίζεται η Νήσος αναζητώντας το λευκό φως./». (Το σάβανο της Φύσης, σελ. 23).

«{…}Συ Γη των τριαινών, καράβι ονείρων/Άλας της γης/που πλένεις τα δάκρυά σου/και θρηνείς τα δούρεια του κόσμου που πισσώνει/ανυποψίαστη αναστρέφεις τον χρόνο/για να’χει η γης σου Χώμα στους δολοφόνους καιρούς της παράδοσης./Καρπασία των ρωγμών μας που σηκώνεις τ’ ασήκωτα/Γυναίκα Συ στήλη άλατος/ν’ αλμυρίζεις λιωμένη./», (Καρπασία, σελ. 24-25).

«Απεβίωσε η βασίλισσα Ελισάβετ ΙΙ/. Βγήκαν σεργιάνι αλαφιασμένες οι αντιπαραθέσεις/η εμπάθεια και η αχαλίνωτη ευαισθησία/ακόμη και το δέος για το σύμβολο μιας πολιτικής μεταφυσικής/να οδύρεται για την απώλεια…/Η ύβρις και ο προπηλακισμός σε αντιπαράθεση/με την περηφάνια κάποιων παιδιών επάνω στο ικρίωμα!/Κι εμείς που δεν καταφέραμε /να πάρουμε μια σταγόνα από το αίμα τους/να μπολιάσουμε το δικό μας/αναζητούμε εξιλέωση μέσα από την οργή /και την λιποψυχία/τα συνθήματα μίσους του άλλου μας εαυτού./», (Με αφορμή τον θάνατο της βασίλισσας…, σελ. 28),

«{…}Μπορεί να λυπήθηκες για την άλωση/αλλά τον πόνο σου παρηγόρησε εύκολα/η επίδειξη της δύναμης/ο δογματισμός σου που τρέφεται/από το εξ Ανατολών πατριδοκάπηλο Θηρίο/που βρυχάται/πάνω στο ψόφιο κορμί της Δύσης/που τα δικά σου δεινά επινόησε/Στην ουσία αγαπάς την Πατρίδα/σαν ένα πολυτελές εν ανεπαρκεία είδος/που χρήζει αναλύσεων/σαν αυτές που κοσμούν το μακροσκελές CV σου…{…} Το ξέρω,/ποτέ δεν θα σε πείσω/πως το έψιλον είναι το πιο μαγευτικό γράμμα της αλφαβήτου/γιατί κρατάει μέσα του την Ελευθερία, την Ελένη της Τροίας/και την Ελπίδα από το κουτί της Πανδώρας/αυτά τα τρία έψιλον/που με κράτησαν ζωντανή/στον ανελέητο τούτο κόσμο…», (Σιγά σιγά, σελ. 34-35).

«{…}Άραγε με τι θα πάμε πιο μπροστά;/Με τα χαμόγελα των αυλικών/των δημαγωγών τα ψέματα/τις ψευδαισθήσεις των ονειροπόλων/τις φωτογραφικές πόζες/τα γεωπολιτικά ανοίγματα/τις προδοσίες των τρίτων;/Πάντα υπάρχουν οι τρίτοι/όμως στα σπλάχνα μας χρεώνεται η πληρωμή./{…}Όμως χειρότερη μορφή ραγιαδισμού/είναι αυτή που μας ωθεί/τον δικό μας πολιτισμό ν’ απαρνηθούμε.», (Η μοναξιά του πεπρωμένου, σελ. 55-58). 

 Πρόκειται, λοιπόν, για μια ποιητική συλλογή που σου αφήνει τελικά, όπως συμβαίνει και με προηγούμενες ποιητικές συλλογές της Κλεοπάτρας Μακρίδου, μια πικρή κυρίως αίσθηση για το βαθύ τραύμα της Κύπρου, για την αδικία που διαπράχθηκε και διαπράττεται συνεχώς σε βάρος της. Όλα τα ποιήματα της συλλογής είναι εξαιρετικά ενδιαφέροντα. Τα πιο συγκλονιστικά όμως είναι αυτά που αναφέρονται στην Κύπρο και σε οικεία πρόσωπα. Εκφράζουν μια έντονη αγάπη για την πατρίδα, μια σχεδόν πατριδολατρεία, που εξηγείται από το γεγονός ότι η ποιήτρια ζει χρόνια μακριά από τη χώρα της, τη βασανίζει ο νόστος, αλλά και η αίσθηση ότι δεν μπορεί να προσφέρει από μακριά, όσα θα ήθελε και ίσως θα μπορούσε, για να αλλάξει την κατάσταση. Έτσι, χρησιμοποιεί την ποίηση ως όπλο, αφού δεν έχει άλλον τρόπο να αντισταθεί. με μια γλώσσα καυτερή και κοφτερή σαν μαχαίρι. Καυτηριάζει και  καταδικάζει με σπαραγμό, απόγνωση, οργή και πάθος όλους τους υπαίτιους -που τους αποδίδει βαρύτατους χαρακτηρισμούς, όπως, αυλικούς, δημαγωγούς, μαριονέτες, μεταπράτες της γης, ερασιτέχνες της Δημοκρατίας, κ.ά-  για την τραγωδία και τον βιασμό της γενέθλιας χώρας της, με την ελπίδα ότι θα αφυπνίσει συνειδήσεις και ότι όλα μπορεί στο μέλλον να αλλάξουν. Το ευχόμαστε.   .   

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.