You are currently viewing Εύη Γκάλαβου: Μια συνομιλία με τον Δημήτρη Ψαθόπουλο για το βιβλίο του Άγνωστες λέξεις

Εύη Γκάλαβου: Μια συνομιλία με τον Δημήτρη Ψαθόπουλο για το βιβλίο του Άγνωστες λέξεις

Θυμάστε τη στιγμή ή την ανάγκη που σας οδήγησε να γράψετε για πρώτη φορά; Τι ρόλο παίζει σήμερα η συγγραφή στη ζωή σας;

Η ανάγκη να αφηγούμαι ιστορίες υπήρχε πάντα μέσα μου· κάποια στιγμή ένιωσα πως δεν αρκούσε να τις κουβαλώ μόνο στη σκέψη μου, αλλά έπρεπε να τους δώσω μορφή στο χαρτί. Έτσι ξεκίνησε η συγγραφή. Σήμερα, η γραφή είναι για μένα ένας τρόπος να φωτίζω τα συναισθήματά μου και να τα κατανοώ βαθύτερα· να εξερευνώ τον εσωτερικό μου κόσμο και να ανακαλύπτω πλευρές του εαυτού μου που αλλιώς θα έμεναν σιωπηλές.

Υπάρχουν συγγραφείς ή έργα που σας επηρέασαν βαθύτερα ως προς το ύφος ή τον τρόπο με τον οποίο αφηγείστε;
Καθώς μεγάλωνα και εξελισσόμουν, διαφορετικοί συγγραφείς άφηναν πάνω μου το αποτύπωμά τους, άλλοι βαθύτερο κι άλλοι πιο διακριτικό. Από τον στέρεο ρεαλισμό του Μάρκες έως την ονειρική φαντασία του Σαραμάγκου, πέρασα από πολλά στάδια· κάθε αναγνωστική συνάντηση μού άνοιγε κι έναν νέο τρόπο να δω τον κόσμο και να αφηγηθώ την ιστορία του.

Πόσο καθοδηγείστε από τη λογική και πόσο από τη διαίσθηση όταν γράφετε; Ξέρετε εκ των προτέρων πού πάει ένα κείμενο ή το ανακαλύπτετε στην πορεία;
Η διαίσθηση είναι η πηγή της έμπνευσης· από εκεί ξεκινά το ταξίδι της γραφής. Η λογική, αντίθετα, είναι η πυξίδα που με βοηθά να χαράξω πορεία και να μην χαθώ μέσα στο χάος των λέξεων. Συχνά δεν γνωρίζω εξαρχής πού θα με οδηγήσει ένα κείμενο· το ανακαλύπτω βήμα βήμα, σαν να περπατώ σε άγνωστο μονοπάτι, όπου το φως πέφτει μόνο λίγα μέτρα πιο πέρα και τα υπόλοιπα αποκαλύπτονται στην πορεία.

Τι φοβάστε περισσότερο στη συγγραφή: να μην ειπωθεί σωστά αυτό που θέλετε ή να μη φτάσει ποτέ στον αναγνώστη;

Το δικό μου καθήκον είναι να αποδώσω όσο πιο καθαρά και ουσιαστικά μπορώ τη σκέψη και το βίωμά μου, να αγγίξω πρώτα τον ίδιο μου τον εαυτό. Από εκεί και πέρα, ο αναγνώστης –με τις δικές του προσλαμβάνουσες, τις δικές του εμπειρίες– θα συναντήσει το κείμενο όπως μπορεί και όπως θέλει. Η ευθύνη για εκείνο το κομμάτι δεν μου ανήκει· εγώ οφείλω μόνο να είμαι αληθινός απέναντι στις λέξεις μου.

Τι είναι αυτό που διατηρεί ζωντανή τη δημιουργικότητά σας κάθε φορά που ξεκινάτε ένα νέο έργο;

Η δημιουργικότητά μου αναζωπυρώνεται κάθε φορά από την ίδια φλόγα: την περιέργεια να ανακαλύψω τι κρύβεται πίσω από μια ιστορία, ποιοι άνθρωποι θα μου συστηθούν μέσα από τις σελίδες, ποια μυστικά θα μου αποκαλυφθούν στην πορεία. Είναι η δίψα της ανακάλυψης και η χαρά της έκπληξης που με κρατούν σε εγρήγορση· σαν να ανοίγω κάθε φορά μια πόρτα σε άγνωστο δωμάτιο, χωρίς να ξέρω τι θα βρω, αλλά βέβαιος πως αξίζει να μπω.

Το βιβλίο σας έχει κερδίσει τον πρώτο έπαινο του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος το 2014. Πόσο σας έχει επηρεάσει αυτό το βραβείο στην πορεία της συγγραφής σας και στην αποδοχή του έργου σας;

Ο έπαινος του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος υπήρξε για μένα μια αναγνώριση που έδωσε ώθηση και αυτοπεποίθηση. Δεν άλλαξε τη σχέση μου με τη γραφή –εκείνη παραμένει προσωπική, εσωτερική υπόθεση– αλλά με έκανε να αισθανθώ πως οι λέξεις μου βρίσκουν ανταπόκριση και σε άλλους. Ήταν σαν μια φωνή που μου ψιθύρισε πως αξίζει να συνεχίσω, πως ο δρόμος που ακολουθώ δεν είναι μονάχα δικός μου, αλλά μπορεί να συναντήσει και τον δρόμο των αναγνωστών.

Πόσο καιρό σας πήρε η ερευνητική και συγγραφική διαδικασία για το έργο; Υπήρξαν σημεία που δυσκολευτήκατε να προσεγγίσετε δραματουργικά;

Η ερευνητική και συγγραφική διαδικασία κράτησε περίπου δύο χρόνια. Το μεγάλο στοίχημα ήταν να τιθασεύσω τον όγκο των πληροφοριών· να ξεχωρίσω εκείνες που είχαν λογοτεχνική βαρύτητα από τις υπόλοιπες, που κινδύνευαν να πλακώσουν το κείμενο με το βάρος τους. Για την υπόθεση έχουν γραφτεί τόσα, που η πρόκληση ήταν να μη χαθώ μέσα στην ξηρή καταγραφή, αλλά να κρατήσω την αφήγηση ζωντανή, με παλμό και αγωνία. Έπρεπε να αποφύγω τις λεπτομέρειες που μπορεί να συναρπάζουν έναν ιστορικό, αλλά σε ένα αστυνομικό μυθιστόρημα θα έκαναν τον λόγο πλαδαρό και κουραστικό. Αυτή η ισορροπία ήταν και η μεγαλύτερη δυσκολία, αλλά ταυτόχρονα και η ουσία της προσπάθειας.

Τι ήταν αυτό που σας τράβηξε στην υπόθεση Πολκ; Είχατε κάποιο προσωπικό ή συναισθηματικό κίνητρο ή ήταν κυρίως ιστορικό–πολιτικό το ενδιαφέρον σας;

Η υπόθεση Πολκ υπήρξε μια κομβική στιγμή στη μεταπολεμική ιστορία της Ελλάδας· ένα προοίμιο για όσα θα ακολουθούσαν, για τα ηθικά όρια που θα παραμερίζονταν μέσα στη δίνη του Ψυχρού Πολέμου. Με γοήτευσε γιατί συμπύκνωνε μια εποχή ζοφερή και αχάριστη, μια Θεσσαλονίκη που μόλις προσπαθούσε να σταθεί ξανά στα πόδια της μετά τη φρίκη της Κατοχής, ενώ γύρω της οι γεωπολιτικές ισορροπίες παρέμεναν εύθραυστες και οι μεγάλοι παίκτες δοκίμαζαν τη δυναμική τους. Εκεί, μέσα σ’ αυτή τη ρευστότητα και την αβεβαιότητα, ένιωσα πως βρισκόταν μια ιστορία που άξιζε να ειπωθεί λογοτεχνικά. Η βασική ανάγκη μου είναι πάντα να ειπωθεί μια ενδιαφέρουσα ιστορία. Από εκεί και πέρα, ό,τι άλλο προκύπτει –η αναψηλάφηση της Ιστορίας, η αναμέτρηση με το τίμημα της αλήθειας– είναι συνέπειες της αφήγησης και του τρόπου που οι χαρακτήρες και τα γεγονότα αποκαλύπτονται μέσα στις σελίδες. Δεν γράφω για να δικάσω –  με ποιο δικαίωμα άλλωστε – ή να αποκαταστήσω· γράφω για να φωτίσω, να θέσω ερωτήματα, να αφήσω τον αναγνώστη να σταθεί απέναντι στην ιστορία και να βρει τις δικές του απαντήσεις.

Αποσκοπείτε να ταυτιστεί ο αναγνώστης με συγκεκριμένο πρόσωπο ή αφήνετε το ηθικό ερώτημα ανοιχτό; Ποιο είναι το αποτύπωμα που θα θέλατε να αφήσει αυτό το βιβλίο στον αναγνώστη;

Στα γραπτά μου οι ήρωες ισορροπούν ανάμεσα στο καλό και στο κακό, σαν να περπατούν σε τεντωμένο σκοινί πάνω από γκρεμό. Το μεγάλο στοίχημα είναι οι χαρακτήρες να είναι ρεαλιστικοί, όπου οι αρετές και τα πάθη εναλλάσσονται, καθορίζουν τις πράξεις τους και κανείς δεν ξέρει τι θα συμβεί στο επόμενο βήμα. Δεν υπάρχει ιδανικός ήρωας που στο τέλος σώζει το κορίτσι· η ζωή δεν λειτουργεί έτσι. Οι άνθρωποι είναι ταυτόχρονα ικανοί για το καλύτερο και για το χειρότερο· και αυτή η ένταση, αυτή η αβεβαιότητα, καθορίζει τη μοίρα τους. Μέσα σ’ αυτό το πεδίο της αλήθειας, ο αναγνώστης μπορεί να βρει κομμάτια του εαυτού του, αλλά μόνο αν είναι έτοιμος να αντικρίσει με θάρρος τα πάθη και τις αρετές που κατοικούν  μέσα στον ίδιο.

Κατά τη διάρκεια της έρευνάς σας για την υπόθεση Πολκ, υπήρξε κάποιο εύρημα ή στοιχείο που σας συγκλόνισε ιδιαίτερα ή άλλαξε την κατεύθυνση της συγγραφής σας;

Κατά την έρευνά μου διαπίστωσα ότι το αποτύπωμα των πρωταγωνιστών της υπόθεσης είχε διασωθεί με πολύ συγκεκριμένο τρόπο: ο αδίστακτος βασανιστής, το αθώο εξιλαστήριο θύμα, ο αλαζονικός  Αμερικανός. Στερεότυπα που επικράτησαν στον χρόνο και επιβλήθηκαν στο θυμικό του παρατηρητή της ιστορίας. Τότε κατάλαβα ότι η εικόνα που έχει διασωθεί μπορεί να απέχει πολύ από την πραγματικότητα· είναι προϊόν μιας στερεοτυπικής αντίληψης. Αυτή η συνειδητοποίηση με απελευθέρωσε. Προσπάθησα να κινηθώ με τρόπους που δεν ανταποκρίνονται στο στερεότυπο, να δω την ιστορία από μια άλλη σκοπιά, να φωτίσω τους χαρακτήρες πέρα από τα κλισέ. Και τελικά, το λογοτεχνικό εύρημα που αποκαλύπτεται στο τέλος βασίζεται ακριβώς σε αυτήν την πρόθεση· σε αυτήν την προσπάθεια να δω την αλήθεια πίσω από  προσδοκίες και παραδοχές.

 

Βιογραφικό

Ο Δημήτρης Ψαθόπουλος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε Φαρμακευτική στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο και Δημιουργική Γραφή στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας. Έχει γράψει διηγήματα και θεατρικά. Από τις εκδόσεις Κέδρος κυκλοφορούν τα μυθιστορήματά του «Ένα βιολί στο χρώμα του πάγου» (2020) και «Άγνωστες λέξεις» (2025).

 

 

Εύη Γκάλαβου

Αφήστε μια απάντηση

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.