Η βαρκούλα κι η θάλασσα
Τη λέξη αγριοπέλαο που παραπέμπει στο πέλαγος, στη θάλασσα, στο κύμα, αλλά και η ονομασία του πελάγου που βρέχει τις δυτικές ακτές της Κέρκυρας, επέλεξε ο Μιχαήλ Αγάθος που γεννήθηκε στην Κέρκυρα κι σπούδασε Αρχειονομία, Βιβλιοθηκονομία και Μουσειολογία στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο, ως τίτλο για το βιβλίο του που το χαρακτηρίζει «λυρικό πεζογράφημα». Πρόκειται για την ιστορία μιας ξύλινης βαρκούλας που υπήρξε πριν από πολύ καιρό και τώρα αποκαμωμένη «αποζητά τη σύντροφο της νιότης της και τα όμορφα χρόνια που γοργά τρέχουνε να φτάσουν στο τέλος τους», όπως σημειώνει ο συγγραφέας στο οπισθόφυλλο.
Στο κεφάλαιο που τιτλοφορείται «Αντί προλόγου», ο Μιχαήλ Αγάθος γράφει πως «Για τον άνθρωπο, στα βάθη της ιστορικής πορείας του και της εξελικτικής αλυσίδας, θα υπάρχει πάντα κείνο το στοιχείο της θάλασσας που τον περιείχε ως υδρόβιο ον». Σε αυτό το κείμενο γίνεται λόγος για την ψυχανάλυση και τον υδρόβιο τρόπο ζωής μας, για τα θάλασσα που γίνεται ασυνείδητα για όλους μας η απέραντη μάνα, για τη θάλασσα που συμβολίζει το γυναικείο οργασμό, για τη θάλασσα που έχει εμπνεύσει ποιητές, συγγραφείς ζωγράφους και ονειροπόλους.
Στην ενότητα «Μέρα 0 (λήθη-μνήμη)» η βαρκούλα εξομολογείται «Ήταν μια γλυκιά σουρουπιά όταν ο κύρης μου αποκαμωμένες όπως κι εγώ από τα βαρυκαίρια με έβγαλε να ξαποστάσω αιώνια». Κι έπειτα μαθαίνουμε τα πάθη της αφηγήτριας-ηρωίδας μα και όσα είδε κι άκουσε τα χρόνια που πέρασαν. Χωριά στην άκρη της παραλίας, παιδιά που έπαιζαν στα σοκάκια, εκκλησίες και καμπαναριά που χτυπούν αλάρμα (τρόπος κωδωνοκρουσίας που ειδοποιεί για επερχόμενο κίνδυνο), λιτανείες και πομπές με λάβαρα και εικονίσματα, ζεστά καλοκαίρια και κρύους χειμώνες, όλα εκείνα που βιώνουν οι άνθρωποι στο πέρασμα του χρόνου.
Στην ενότητα «Μέρες πολλές (σμίξη-προσμονή)» η βαρκούλα συνεχίζει τις εκμυστηρεύσεις, περιγράφει το χειμωνιάτικο τοπίο, τα μαύρα σύννεφα, το θρόισμα των πουρναριών, το παγωμένο κύμα, κι έπειτα ξανά φτάνει το καλοκαίρι, με το λίβα, το ζέφυρο, τις σπιλιάδες και τον πυρωμένο καιρό.
Το πεζογράφημα του Μιχαήλ Αγάθου είναι πλημμυρισμένο με ποίηση και με εικόνες, είναι ο θαλασσινός κόσμος του συγγραφέα τον οποίο νοσταλγεί ο ίδιος και τον προσφέρει και στους άλλους. Μπορεί ο αναγνώστης να μην γνωρίζει όλες τις λέξεις της αφήγησης και ν’ αναρωτιέται τι σημαίνει η κάθε μία, ωστόσο, αποζημιώνεται από την ποιητικότητα του κειμένου που είναι καρπός μεγάλης προσπάθειες. Το Αγριοπέλαο δεν είναι παρά ένας ύμνος στο υγρό στοιχείο που χαρίζει η φύση, ένα μεγάλο τραγούδι από λέξεις, οι οποίες δημιουργούν έναν θαυμαστό πίνακα με θέμα τη ζωή των ανθρώπων στην ύπαιθρο, όπως ήταν παλιά –το παρελθόν δεν μπορεί να επανέλθει.
Σημειώνουμε πως για τη συγγραφή του έργου έχουν χρησιμοποιηθεί λαϊκότροποι όροι που σχετίζονται με τη θάλασσα, κερκυραϊκές λέξεις και ιδιωματισμοί (υπάρχει σχετικό γλωσσάρι στο τέλος) καθώς και εικόνες, φιλοτεχνημένες από τον συγγραφέα, οι οποίες είναι εμπνευσμένες από τα τοπία των δυτικών ακτών της Κέρκυρας.