You are currently viewing Γιώργος Βοϊκλής:  «Η ιστορία της καρδιάς μου» του Πέτρου Κακολύρη Εκδ. Εύμαρος

Γιώργος Βοϊκλής:  «Η ιστορία της καρδιάς μου» του Πέτρου Κακολύρη Εκδ. Εύμαρος

Ένα βιβλίο με διαχρονική αξία και χρησιμότητα

 

Ο αναγεννημένος αετός

 

Με μεγάλη καθυστέρηση διάβασα το βιβλίο του Πέτρου Κακολύρη με τίτλο «Η ιστορία της καρδιάς μου – Το χρονικό μιας μεταμόσχευσης», που εκδόθηκε το 2012 και επανεκδόθηκε το 2018 από τις εκδόσεις «εύμαρος». Αυτό, όμως, δεν έχει καμιά σημασία γιατί το βιβλίο είναι όχι μόνο διαχρονικό, επειδή το θέμα του είναι, δυστυχώς, πάντα επίκαιρο, αλλά και γιατί το κείμενο του είναι ολοζώντανο, καλύπτοντας μεγαλύτερο φάσμα προβλημάτων, κυρίως στον τομέα της υγείας, αλλά και γενικότερα, καθώς, όπως γράφει ο  Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης στο «Τραγούδι της φώκιας»:«…σαν να ‘χαν τα πάθια κι οι καημοί του κόσμου τελειωμό».

Το περιεχόμενό του συμπυκνώνεται στην ιστορία για τον αετό, απ’ όπου και ο τίτλος αυτής της παρουσίασης: «Ο αετός είναι το μακροβιότερο από τα αρπακτικά πουλιά. Ζει εβδομήντα χρόνια. Αλλά για να φτάσει σ’ αυτή την ηλικία πρέπει (στα σαράντα του χρόνια) να περάσει μια επώδυνη διαδικασία αλλαγής που διαρκεί 150 μέρες […] Μετά από πέντε μήνες, ο αετός πραγματοποιεί τη διάσημη «πτήση της αναγέννησής του» και ζει ακόμη τριάντα χρόνια». (σελ. 60)

Για τον Πέτρο Κακολύρη αυτή η σκληρή δοκιμασία για να ξανακερδίσει τη ζωή του κράτησε πάνω από τρεις δεκαετίες, απ’ τα φοιτητικά του χρόνια στην Ιταλία, που έγινε η πρώτη διάγνωση του καρδιολογικού του προβλήματος, μέχρι τα 56 του χρόνια, που έγινε η επιτυχημένη αντικατάσταση της καρδιάς του με αυτήν ενός 27χρονου δότη.

Αυτής της τελικής «πτήσης αναγέννησής» του, ωστόσο, είχαν προηγηθεί όχι μόνο δυο καρδιολογικές επεμβάσεις, για την τοποθέτηση «βηματοδότη» και «απινιδωτή», αλλά και ένα σοβαρό εγκεφαλικό επεισόδιο, που η αντιμετώπισή του ήταν «η πρόβα τζενεράλε» για το «πέταγμά του» μετά την μεταμόσχευση καρδιάς.

Την εμπειρία του από την επανειλημμένη και μεγάλης διάρκειας «φιλοξενία» του στα ελληνικά δημόσια νοσοκομεία γράφει στο κεφάλαιο με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Τουρ στα νοσοκομεία» (σελ. 26):

«Ως γενικό συμπέρασμα μπορώ να καταθέσω πως γνώρισα εξαιρετικούς γιατρούς και νοσηλευτικό προσωπικό, που ηρωικά και με αυταπάρνηση προσπαθούσαν να ξεπεράσουν τις παθογένειες ενός συστήματος υγείας το οποίο νοσούσε βαριά, τόσο στο επίπεδο των υποδομών όσο και των συνθηκών εργασίας. Βεβαίως γνώρισα και γιατρούς που συνηθίζεται να τους αποκαλούμε «επίορκους», οι οποίοι όχι μόνο δεν τιμούσαν το λειτούργημά τους, αλλά «τιμούσαν» με τον καλύτερο τρόπο τα προσωπικά τους συμφέροντα, πέρα από κάθε ιατρική και ηθική δεοντολογία».

 

Αν και ο ίδιος δεν είχε, ούτε έχει, μεταφυσικές ανησυχίες, γράφει για το βράδυ μιας Μεγάλης Παρασκευής που βρίσκονταν στον «Ευαγγελισμό»: «Νομίζω πως δεν υπάρχει άλλος χώρος πέρα απ’ τα νοσοκομεία όπου το ανθρώπινο δράμα να ενώνεται με το «θείο» και τα πάθη να βρίσκουν το απόλυτο βίωμά τους, ανεξαρτήτως του πόσο θρησκευόμενος είναι ο καθένας και η καθεμία». (σελ. 32)

Για το ίδιο βράδυ γράφει στην επόμενη σελίδα:

«’κείνο το βράδυ, όταν έμεινα μόνος, δε μπόρεσα να μη θυμηθώ τη μάνα μου, που είχα χάσει πολλά χρόνια πριν, ένα βαθιά θρησκευόμενο άτομο, ενθυμούμενος τον τρόπο που βίωνε τη Μεγάλη Εβδομάδα. Και έβαλα τα κλάματα για ‘κείνη, για τη λειψή ζωή της και, ίσως, για την ανάγκη που είχα να είναι δίπλα μου σ’ αυτό το δικό μου δράμα».

Και γενικεύει τη σκέψη του γράφοντας:

«Έτσι είναι, νομίζω, οι ζωές των ανθρώπων. Ανεξαρτήτως της πορείας τους, τέμνονται στα βαθιά της ζωής, στους συγκλονισμούς της ιστορίας, στις κραυγές του πόνου».

 

Για τα μηνύματα συμπαράστασης που έλαβε πριν την καθοριστική για τη ζωή του επέμβαση, γράφει στη σελίδα 70: «Από κείνα τα μηνύματα πήρα το πρώτο μεγάλο στήριγμα για να ξανασηκώσω κεφάλι. Και χάρηκα ιδιαίτερα για κάποιους συντρόφους της αριστεράς, (του ΣΥΡΙΖΑ στο ξεκίνημά του) που κάποιους δεν γνώριζα καν, αφού έμεναν εκτός Αθηνών και κάποιους τους είχα δει ελάχιστες φορές. Και συνειδητοποίησα για ακόμη μια φορά πως αυτός ο χώρος, παρά τα «εγκλήματα» που έχει κάνει, την ανικανότητα και ανεπάρκεια της ηγεσίας του, αλλά και τις μικρότητες των προσώπων που την αποτελούν, διατηρεί πάντα σημάδια μιας άλλης συμπεριφοράς και παιδείας και εκδηλώνει τη συντροφικότητα […] Εξ άλλου, τον καλύτερο ορισμό, κατά τη γνώμη μου, για την αριστερά τον έχει δώσει ο συγγραφέας Γιώργος Ιωάννου λέγοντας πως «Αριστερά σημαίνει διαρκής ευαισθησία»».

Εδώ θα ανοίξω μια παρένθεση

Ο «ορισμός» του παλιού μου φίλου Γιώργου Ιωάννου, μου θύμισε μια συζήτηση με τον συχωρεμένο τον πατέρα μου. «Εμείς οι αριστεροί είμαστε τίμιοι», μου είχε πει. Κι όταν του είπα ότι γνωρίζω κάποιους αριστερούς που δεν είναι και τόσο τίμιοι, μου είχε απαντήσει: «Αυτοί δεν είναι πραγματικοί αριστεροί».

Κλείνει η παρένθεση.

Στο κεφάλαιο «Αδερφική υποστήριξη» (σελ. 57) διαβάζουμε:

«Με τα αδέρφια μου είχαμε πάντα εξαιρετικές σχέσεις που χτίστηκαν με τα χρόνια. Είμαστε δυο και δυο, που πάει να πει δυο αγόρια και δυο κορίτσια. […] νιώθαμε πάντα κοντά, παρ’ ότι, από ένα σημείο και μετά ζούσαμε χωριστά, κάποια στιγμή μάλιστα στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. […] Είχαμε επίσης κοινές πεποιθήσεις, ηθικές, πολιτικές και κοινωνικές κι αυτό δυνάμωνε το δεσμό μας, Όσα όμως έκαναν για μένα αυτό το διάστημα, δεν ξέρω αν έχουν προηγούμενο».

Σημειώνω ότι τα τρία αδέρφια του γεννήθηκαν με δυο χρόνια διαφορά μεταξύ τους, ενώ εκείνος, που ήταν ο μικρότερος, οκτώ χρόνια μετά απ’ την αδερφή του.

Και λίγο μετά συμπληρώνει: «Παράλληλα, όμως με τα αδέρφια μου, υπήρξαν και κάποιοι φίλοι, που έπαιξαν ρόλο υποστηρικτικό όλο αυτό το διάστημα».

Για το ρόλο της Βέτας, της γυναίκας του, για την οποία γράφει στον πρόλογο ότι «τράβηξε όλο το συναισθηματικό και πρακτικό βάρος, που δεν είναι λίγο, με απίστευτη δύναμη και αισιοδοξία», θα περιοριστώ σε ένα περιστατικό: Όπως γράφει στη σελίδα 47, όταν άκουσε για πρώτη φορά ότι πάσχει από ανεπάρκεια και πρέπει να κάνει μεταμόσχευση καρδιάς… «στη Βέτα, που με περίμενε στο αυτοκίνητο, της είπα οργισμένος: «Άκου τι μου είπε ο μαλάκας! Ότι πάω για μεταμόσχευση». Ξαφνιάστηκε κι εκείνη, όμως, διατηρώντας αυτή την τεράστια ψυχραιμία, που τόσο με βοήθησε όλο αυτό το διάστημα, προσπάθησε να με πείσει πως ήταν μια λεκτική υπερβολή που θα αντιμετωπίζαμε».

Κι εδώ βρίσκεται μια συμβουλή σε όσους / όσες φροντίζουν ασθενείς. Το ισχυρότερο όπλο σας είναι η ψυχραιμία.

 

Η πιο συγκλονιστική σκηνή του βιβλίου είναι όταν ξυπνάει μετά από την τετράωρη νάρκωση της μεταμόσχευσης. «Όταν άνοιξα τα μάτια μου», γράφει «είδα ΦΩΣ, πολύ ΦΩΣ. Αμέσως συνειδητοποίησα ότι όλα πήγαν καλά, ήμουν ζωντανός και είχα πλήρη συνείδηση του χώρου και του χρόνου. Νομίζω πως ήμουν γελαστός, με το πιο όμορφο χαμόγελό μου. […] Απέναντί μου στέκονταν τα τρία πιο ευτυχισμένα πρόσωπα που είχα δει στη ζωή μου (το ίδιο είπαν και ‘κείνοι μετά για μένα, πως έλαμπα). Το πρώτο του αδερφού μου, με υψωμένη τη γροθιά και λίγο αργότερα της γυναίκας μου, της Βέτας και της αδερφής μου της Ρούσας […] Το χαμόγελό τους και το δικό μου, μέσα και έξω απ’ τον θάλαμο της εντατικής μονάδας, είναι η εικόνα της απόλυτης ευτυχίας που μπορεί να βιώσει ο άνθρωπος»

Και, κατά τη συνήθειά του, γενικεύει:

«Σ’ αυτές τις εικόνες, τις πρώτες που έχω μετά τη μεταμόσχευση στη μονάδα εντατικής θεραπείας, κλείνεται, θαρρώ, όλο το μεγαλείο και το βαθύτερο νόημα της μεταμόσχευσης».

 

Για τον τρόπο που αντιμετώπισε τις ανυπέρβλητες δοκιμασίες, του γράφει η μικρότερη από τις αδερφές του, η Μαίρη:

«Εσύ, ένα και δυο και τρία βήματα πιο μπροστά μας, να τραβάς το πολύτιμο φορτίο σου. Με την τιτάνια υπομονή και επιμονή σου, την αυτογνωσία, την αυτοσυγκέντρωση και το κουράγιο σου, κατέκτησες ευλογημένος το θείο δώρο». (σελ. 103)

Ο ίδιος έχει γράψει, ωστόσο, στη σελίδα 60: «Η στήριξη των αδερφών και των φίλων δεν θα αρκούσε ποτέ, αν αυτή τη στήριξη δεν τη μετέτρεπα εγώ σε εσωτερική δύναμη».

 

Ένα ακόμη όπλο του σε αυτές τις μάχες ήταν, όσο κι αν σας φαίνεται παράξενο, το χιούμορ. Στη διάρκεια της παραμονής του στην εντατική μετά τη μεταμόσχευση, όταν ο γιατρός του είπε «να κόψει τα μούσια» «γιατί κυκλοφορούν πολλά μικρόβια στην εντατικές», του απάντησε:        «-Γιατρέ, μετά από αυτό και το…τέτοιο να μου κόψεις δεν με πειράζει». Και ο γιατρός του ανταπάντησε γελώντας:

«-Όχι, ρε! Μετά από αυτό είναι που θα σου χρειαστεί».

 

Μια όμορφη εικόνα που καταλήγει σε μια φιλοσοφική θεώρηση της μεταμόσχευσης οργάνων συναντάμε στη σελίδα 87:

«Στιγμές στιγμές αναρωτιόμουν αν όλο αυτό που ζούσα ήταν όνειρο ή πραγματικότητα. Αναρωτιόμουν τα όρια του ανθρώπου, κυρίως τη σχέση του με τον πεπερασμένο χρόνο, αυτόν που αποκαλούμε ζωή. Τέσσερις μόλις μέρες πριν πέρναγα από τον θάλαμο που ένα μεγάλο μονοπάτι του οδηγούσε στον θάνατο. Τώρα, τέσσερις μέρες μετά, ήμουν μπροστά σ’ ένα παράθυρο, αντίκρυζα τον ήλιο, την πόλη, τους ανθρώπους, τη ζωή. Τι τα ενώνει και τι τα χωρίζει όλα αυτά; Μόνο η επιστήμη και κάποιοι άνθρωποι που κάνουν καλά τη δουλειά τους».

 

Ένα από τα προβλήματα που αντιμετώπισε ήταν το πως θα προφυλάξει τον 12χρονο γιό του Κωνσταντίνο από τις ψυχολογικές επιπτώσεις που θα είχαν σ’ αυτόν οι περιπέτειες της υγείας του πατέρα του. Κορυφαία στιγμή της αντιμετώπισης αυτού του προβλήματος ήταν όταν του αποκάλυψαν, μαζί με τη μητέρα του, τα σχετικά με την μεταμόσχευση καρδιάς που είχε προηγηθεί. Γράφει σχετικά στη σελίδα 107:

«Οι άνθρωποι ζούνε καλύτερα μέσα στην αλήθεια. Για όλους μας άρχισε μια καινούρια ζωή, η οποία άρχιζε με την περίφημη φράση του Κωνσταντίνου, όταν πλέον είχε τελειώσει η συζήτηση: «Μπαμπά, τι την έκαναν την παλιά καρδιά;»

 

Εδώ θα ήθελα να επισημάνω την ιδιαίτερη ευαισθησία του απέναντι στα ζώα, τα έμβια όντα, δηλαδή τη ζωή. Σκεφτείτε ότι σταμάτησε το ψάρεμα γιατί «δεν άντεχα την εικόνα του σπαρταρίσματος ενός ζωντανού οργανισμού να σβήνει στα χέρια μου», όπως γράφει στη σελίδα 109.

Άξια θαυμασμού είναι, επίσης, η έντονη και πολύμορφη δραστηριότητά του, τόσο στη διάρκεια των ασθενειών του όσο και μετά τη μεταμόσχευση. Δραστηριότητα που αναπτύσσει, όπως διαβάζουμε στο βιογραφικό σημείωμα, στον επαγγελματικό τομέα και, προπαντός, η εθελοντική σε κοινωνικούς και πολιτιστικούς φορείς, ανάμεσα στους οποίους «Ο Σύλλογος  Μεταμόσχευσης Καρδιάς και Φίλων των Μεταμοσχεύσεων», του οποίου υπήρξε πρόεδρος και είναι μέλος του Δ.Σ. Κι ενώ είναι υποχρεωμένος να εφαρμόζει με συνέπεια, εφ’ όρου ζωής, τους «Κανόνες επιβίωσης» του Προγράμματος Μεταμοσχεύσεων.

 

Τέλος, ενδεικτικό της σημασίας που είχε γι’ αυτόν η συνεργασία του στα πρώτα του βήματα στη δημοσιογραφία με την εφημερίδα «Εποχή» είναι το ότι η μία από τα δυο επιστολές που έγραψε λίγο μετά την επιτυχή μεταμόσχευση καρδιάς ήταν σ’ αυτήν.

Για την πρώτη, που απευθύνονταν στην οικογένεια του 27χρονου δότη, γράφει: «Ξεκίνησα γράφοντας δυο λόγια για το ποιος είμαι, τη βαθιά ευγνωμοσύνη μου για την απόφασή τους αυτή και για το πως από δω και πέρα ό,τι θα έκανα θα είναι εις διπλούν». (σελ.115)

Η επιστολή του προς την «Εποχή» ξεκινάει με τη φράση:

«Θα ήθελα μέσα από την Εποχή να εκφράσω ένα μεγάλο ευχαριστώ σε όλους όσους στάθηκαν δίπλα μου στο πρόβλημα υγείας που αντιμετώπισα». Και τελειώνει γράφοντας:

«Τέλος, ένα μεγάλο ευχαριστώ για την Εποχή και την αλληλεγγύη που μου έδειξε. Και, βεβαίως, το μεγαλύτερο ευχαριστώ ανήκει στο 27χρονο αγόρι από την Πελοπόννησο, που μου δώρισε την καρδιά του και που δεν θα το ξεχάσω ποτέ». (σελ. 117)

 

Όπως πάω, όμως, θα αντιγράψω ολόκληρο το βιβλίο. Γι’ αυτό θα κλείσω με κάτι δικό μου: Το διάβασμα αυτού του βιβλίου  είναι χρήσιμο –απαραίτητο θα έλεγα- όχι μόνο από αυτούς που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα υγείας, αλλά και από τους υγιείς. Γιατί όλοι μας παίρνουμε από αυτό μηνύματα για το που θα βρούμε τη δύναμη να αντιμετωπίσουμε τα κάθε είδους προβλήματα που μας απασχολούν. Και να το ξαναδιαβάζουμε κάθε φορά που έχουμε μπροστά μας μια δυσκολία την οποία  θεωρούμε ανυπέρβλητη.

Θα έλεγα ακόμη πως το βιβλίο αυτό θα έπρεπε να βρίσκεται σε όλους τους χώρους αναμονής των νοσοκομείων, των κλινικών και των ιδιωτικών ιατρείων και να έχει σταλεί από το Υπουργείο Παιδείας σε όλες τις σχολικές βιβλιοθήκες.

Εσείς, πάντως, μπορείτε να το προμηθευτείτε από τα κεντρικά βιβλιοπωλεία, ή να το παραγγείλετε στο βιβλιοπωλείο της γειτονιάς σας ή της πόλης σας. Κι όχι μόνο ένα αντίτυπο για τον εαυτό σας, αλλά για να το χαρίσετε σε συγγενείς και φίλους, ενήλικες και εφήβους.

Αυτά από μένα και… καλή ανάγνωση.

 

   
  Ο Γιώργος Βοϊκλής είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας

      

Αφήστε μια απάντηση

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.