You are currently viewing Jean de la Bruyére: Ο αφηρημένος. Μετάφραση: Μαρία Τσάτσου

Jean de la Bruyére: Ο αφηρημένος. Μετάφραση: Μαρία Τσάτσου

Τα ελαττώματά μας, μας κάνουν γελοίους και δυστυχείς

        Ο Μενάλκας1 κατεβαίνει τη σκάλα του σπιτιού του, ανοίγει την πόρτα του για να βγει και την ξανακλείνει. Συνειδητοποιεί ότι φοράει ακόμη τον νυχτερινό του σκούφο‧ και εξετάζοντας καλύτερα τον εαυτό του, ανακαλύπτει ότι είναι μισοξυρισμένος… Βλέπει ότι οι κάλτσες του είναι πεσμένες πάνω στα τακούνια του και ότι το πουκάμισό του είναι πάνω από την κυλότα2 του.

        Καμιά φορά περπατάει στις πλατείες, αισθάνεται ξαφνικά ότι τον χτυπάνε σφοδρά στο στομάχι ή στο πρόσωπο‧ δεν υποψιάζεται καθόλου τι μπορεί να είναι, μέχρι που, ανοίγοντας τα μάτια του, ξυπνάει και βρίσκεται, ή μπροστά σε μια καρότσα, εκεί που ζεύουνε τ’ άλογα ή πίσω από ένα μακρύ δοκάρι που κουβαλάει ένας μαραγκός πάνω στους ώμους του.

        Τον είδανε μια φορά να συγκρούεται καταμέτωπο μ’ έναν τυφλό, να μπερδεύεται στα πόδια του και να σωριάζεται κάτω μαζί του, καθένας από αντίθετη μεριά, ανάσκελα.

        Μπαίνει στα βασιλικά διαμερίσματα και περνάει κάτω από έναν πολυέλαιο όπου γαντζώνεται η περούκα του και μένει εκεί κρεμασμένη‧ όλοι οι αυλικοί κοιτάνε και γελάνε‧ ο Μενάλκας κοιτάζει κι εκείνος και γελάει πιο δυνατά από τους άλλους‧ ερευνά όλη την ομήγυρη με τα μάτια του, για να δει που ειν’ εκείνος που δείχνει τ’ αυτιά του και από ποιόν λείπει η περούκα του.

        Καμιά φορά που περιδιαβάζει μέσα στην πόλη, αφού περπατήσει λίγο, νομίζει ότι χάθηκε, συγχύζεται, και ρωτάει που βρίσκεται περαστικούς, που του λένε ακριβώς το όνομα του δικού του δρόμου. Κατόπιν μπαίνει μέσα στο σπίτι του, από όπου βγαίνει με μεγάλη βιασύνη, νομίζοντας ότι έκανε λάθος.

        Κάποτε, χάνει στο παιχνίδι όλα τα λεφτά που έχει στο πορτοφόλι του, και θέλοντας να συνεχίσει να παίζει, μπαίνει στο γραφείο του, ανοίγει μια ντουλάπα, παίρνει την κασετίνα του, βγάζει αυτό που θέλει, νομίζει ότι την έβαλε εκεί από όπου την πήρε‧ ακούει γαβγίσματα μέσα από την ντουλάπα του που μόλις την έκλεισε. Παραξενεμένος από αυτό το θαυμάσιο γεγονός, ανοίγει μια δεύτερη φορά και ξεσπάει σε γέλια, βλέποντας το σκυλί του, που το ’κλεισε μέσα, νομίζοντας πως είναι η κασετίνα του…

 

        Η μετάφραση έγινε από το Choix de Lectures, A. Mironneau, Librairie Armand Colin, Παρίσι, 1934.
6 Αυγούστου 2022

Σημειώσεις

  1. πρόσωπο από τα Ειδύλλια του Θεοκρίτου, Δάφνις και Μενάλκας και Μόμψος, όπου με τα τραγούδια οι εραστές ανασταίνουν τον νεκρό φίλο τους. Θεματολογία η οποία ασφαλώς θα προκάλεσε έντονες αντιδράσεις στους θρησκευτικούς κύκλος. Ο νε λα Μπρυϊγιέρ είχε μεγαλώσει σε oratoire,

  2. chausses: ένδυμα που κάλυπτε το σώμα από τη μέση έως τα γόνατα.

 

 

Βιογραφικό Σημείωμα

        Ο Jean de la Bruyére, 1645 Παρίσι – 1696 Βερσαλλίες, ένας από τους μεγάλους Hommes Illustres του μεγάλου αιώνα, μοραλιστής (η απόδοση ηθικολόγος, θα ήταν λάθος), κατέγραψε τα ήθη του λαμπρού αιώνα του με λεπτό χιούμορ και εξαιρετική εκφραστικότητα. Η σύντομη οξεία ευθύβολη γραφή αυτού του μεγάλου στυλίστα, υπήρξε υπόδειγμα για πολλούς, αργότερα, μέχρι τις μέρες μας. Θεωρείται θεμέλιο στην εκμάθηση της Γαλλικής Γλώσσας, ή τουλάχιστον εθεωρείτο. Καυστικός, όσο και ευγενής και μεγαλόψυχος, γνώστης της Αρχαίας Ελληνικής και Λατινικής Γραμματείας, εμπνεύσθηκε από τους χαρακτήρες του Θεοκρίτου για να γράψει το σημαντικότατο έργο του Les Caractères ou les Moeurs de ce siècle, 1688. Έκανε πολλούς εχθρούς, στην εκκλησία και στην αριστοκρατία. Είναι πιθανόν να δολοφονήθηκε. Με το πρόσωπό του συνδέονται μορφές της λογοτεχνικής παραγωγής και των γραμμάτων, οι οποίες δυστυχώς δεν προβάλλονται και είναι απόλαυση των ειδικών και των λογίων. Όπως γίνεται παντού στην ιστορία, το παρασκήνιο είναι περισσότερο ενδιαφέρον και ουσιώδες από την ίδια την σκηνή.

Μαρία Τσάτσου

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.