Φιλόλογος δεινή, πολύπειρη και παλαίμαχη, διδάκτωρ Φιλοσοφίας, αρχαιογνώστις από τις ολίγιστες, η Χρύσα Χρονοπούλου-Πανταζή με χιούμορ και επιστημονική επάρκεια αναλύει τον αλάστορα δαίμονα τού οίκου των Ατρειδών συνδέοντας τις Ερινύες με την Κατάρα κι αναδιφώντας γνωστικά πεδία στο βαθύ μυθολογικό Ασυνείδητο τής Ανθρωπότητας.
Η Ερινύα Μέγαιρα (μέγεθος, μεγαθήριο) συμβολίζει το άσβεστο μίσος.
Η Ερινύα Αληκτώ την ασίγαστη οργή (που δεν λήγει).
Η Ερινύα Τισιφόνη τιμωρεί τα φονικά (τίσις – τίστηκα, το ρήμα που έλεγε η γιαγιά μου η Αγγελική, από τα τσακώνικα χωριά τού Ταϋγέτου, όπου κατέφυγαν οι Δωριείς ανά τους αιώνες).
Το θέμα τού γένους, της γενιάς, της φυλετικής καταγωγής, τής θείας καταγωγής από τους λεγόμενους «θεούς τού Ολύμπου» ανάγεται στην συγγένεια τού Τάνταλου με τον Δία (ήταν γιος τού βασιλέα-θεού).
Οι Ατρείδες βεβαρυμμένοι αλλά και ευνοημένοι, σμίγουν με τις κόρε τής Λήδας (Κλυταιμνήστρα και Ελένη). Απόηχοι μητριαρχίας στο στενό εκείνο πέρασμα ανάμεσα σε δύο κοσμοαντιλήψεις που επανακαθόρισαν την έννοια Εξουσία στους γνωστούς ιστορικούς αιώνες.
Η Πηνελόπη μοιάζει η μόνη αδικημένη: εγκαταλείποντας την λακωνική Πελλάνα, όπου οι γυναίκες ήταν ισχυρό φύλο, ισάξιες με τους άντρες, κλείνεται στη μονογαμική Ιθάκη και παλεύει με τους μνηστήρες, ενώ ως υποτιθέμενη «χήρα» εγκοσμίου βασιλέως θα προτιμούσε να παραδώσει τον θρόνο στον γιο της (χωρίς και να τεκνοποιήσει βέβαια μαζί του όπως η Ιοκάστη στη μυθική Θήβα).
Μόνον η Πηνελόπη από αυτές τις τέσσερις μορφές τού Μύθου δεν απόλαυσε άλλον εραστή από τον νόμιμο σύζυγό της.
Στο «ου φονεύσεις» θίγονται θέμα κοινωνικής οργάνωσης, ηθικής τάξεως, κώδικες, ετικέτες και συμπεριφορές, αξίες, ήθη τε και έθιμα, εξεταζόμενα φυσικά από το ασφαλές βάθος τού χωροχρόνου.
Η αρχαιομάθεια τής συγγραφέως-μελετήτριας, συνδυαζόμενη από την αφηγηματική τεχνική και την διδακτική ρητορεία, αποφέρει αναγνωστικούς καρπούς λαγαρούς και ευπρόσδεκτους.
Η κατοχή των εκφραστικών μέσων δεν αφορά μόνον τον γλωσσικό κώδικα αλλά και τα παραγλωσσικά σημεία (non-dits) που τον συμπληρώνουν, τον διανθίζουν, τον εμπλουτίζουν…
Μέσα από τις σιωπές και τις παύσεις, μέσα από την σοφά επιλεγμένη στίξη, τη σελιδοποίηση και την αρίστη επιμέλεια τού τόμου αναδύεται ένα άλλο «υπό-κείμενο» που μάς μαγεύει, αφού είναι αποτέλεσμα πολύχρονης έρευνας και τριβής.
Η Μοίρα συγκρούεται με την ελεύθερη βούληση. Ο τραγικός ήρωας, ο άνθρωπος εν γένει, έχει την επιλογή να παραβεί τις εντολές τού θεού και να διαψεύσει ακόμα και τις προφητείες τού Φοίβου Απόλλωνα. Ακριβώς γι’ αυτό είναι τραγικό όν: γιατί είναι συνυπεύθυνος, συνδημιουργός τής μοίρας και του μέλλοντός του (όχι μόνον τού δικού του μέλλοντος αλλά και των απογόνων και των συμπολιτών του, ακόμα και των εχθρών του – «αμαρτίαι γονέων παιδεύουσιν τέκνα»). Η παίδευσις όμως και η εκπαίδευσις είναι συγγενείς έννοιες. Εάν δεχτούμε πως όλος ο πλανήτης είναι ένα τεράστιο πανεπιστήμιο (δίκην σαιξπηρικής σκηνής), το «αντιπεπονθός» (κάρμα) καθορίζει σύμφωνα με τον νόμο αιτίας-αιτιατού (αποτελέσματος) τις συνέπειες των επιλογών μας όταν γίνονται πράξεις, συνήθειες, έξεις, συμπεριφορές, χαρακτήρας, μοίρα εν τέλει (ατομική τε και συλλογική).
Διαβάζουμε από τη σελίδα 12 έως και την εικοστή:
«[…] Έτσι, ο γιος αισθάνεται τόσο την θεϊκή όσο και
την γονεϊκή κατάρα ως μίαν ανίκητη δύναμη, η οποία δεν
λησμονεί ποτέ, αντίθετα, αργά ή γρήγορα τιμωρεί σκληρά
τον παραβάτη των θείων νόμων, αυτόν που δεν σεβάστηκε
τον πατέρα του, εκπληρώνοντας έτσι στο ακέραιο την απο-
στολή της. Η Κατάρα, η κακή ευχή, λοιπόν, είναι η εκδίκη-
ση και το μίσος μαζί, συναισθήματα που τα ενεργοποιούν
σκοτεινές δυνάμεις, οι οποίες ελλοχεύουν στην ύπαρξη του
ατόμου και έχουν πηγή την αγανάκτηση που γεννά η αδικία.
Έτσι έμαθαν να πιστεύουν οι άνθρωποι και η σκέψη αυτή
φέρνει τον τρόμο στον ανασφαλή από τον φόβο του θανά-
του θνητό, γιατί είναι βέβαιος πως η αρά κρύβει μέσα της
μαγική δύναμη που όταν ξυπνήσει επαληθεύει πάντοτε τον
σκοπό της. Η Κατάρα μπορεί να κυνηγάει όχι μόνον ες αεί
το άτομο που διέπραξε ανοσιούργημα, αλλά ακόμη και την
οικογένειά του, επίσης το ίδιο αχόρταγα καταδιώκει και το
γένος του, γιατί η εκδικητική της μανία απλώνεται και σε
ολόκληρο το γένος, που θεωρείται και αυτό μια ευρύτερη
οικογένεια. Η μυθολογία διασώζει πολλά τέτοια παραδείγ-
ματα καταραμένων γενών, όπως το γένος των Λαβδακιδών
για παράδειγμα. Εμείς θα σταθούμε στο καταραμένο γέ-
νος των Ατρειδών, το οποίο η κατάρα των θεών έριξε στον
γύρο του θανάτου, να λούζεται σε έναν κύκλο αίματος, από
όπου τα μέλη του δεν θα γλύτωναν ποτέ, αν δεν αποφά-
σιζαν οι ίδιοι οι θεοί να τους απαλλάξουν με αντίτιμο μια
ηρωική πράξη. Ας δούμε, λοιπόν, εν συντομία πώς άρχισε
και εξελίχτηκε αυτή η κατάρα.
Σύμφωνα με τον μύθο, ο Τάνταλος από την Φρυγία, ο
ιδρυτής του γένους, συνέτρωγε με τους θεούς, γιατί ήταν ο
πιο αγαπημένος τους από τους θνητούς. Κάποτε αποφάσισε
να προσφέρει στους θεϊκούς συνδαιτυμόνες ως άριστο έδε-
σμα τον μοναχογιό του Πέλοπα. Γι΄ αυτό τον θυσίασε στην
χάρη τους, τον μαγείρεψε και τους τον σέρβιρε σε γεύμα.
Άλλοι λένε πως το έκανε για να δοκιμάσει την παντογνω-
σία των Ολύμπιων και άλλοι ότι το έκανε για να τους ευ-
χαριστήσει που τον περιέβαλαν με αγάπη. Ούτως ή άλλως
οι θεοί του Ολύμπου ήταν αντίθετοι με τις πρακτικές των
ανθρωποθυσιών και του κανιβαλισμού, που ως φαίνεται
συνέβαιναν σε χρόνους σκοτεινούς της ιστορικής πορείας
του ανθρώπου. Τώρα όμως η εποχή του Κρόνου που έτρω-
γε τα παιδιά του είχε παρέλθει ανεπιστρεπτί. Νέοι άρχοντες
της γης και του αιθέρα έγιναν οι Ελ, οι θεοί του Ολύμπου.
Αυτοί θεωρούσαν την ανθρωποθυσία και τον κανιβαλισμό
ανοσιούργημα. Γι΄ αυτό θέσπισαν νέους νόμους για τους
ανθρώπους. Ο Δίας ήθελε να κοινωνήσουν όλοι ανεξαιρέ-
τως οι άνθρωποι με την αιδώ και την δίκη. Στον Πρωταγό-
ρα του Πλάτωνα υπάρχει ο εξής διάλογος ανάμεσα στον
Δία και τον Ερμή. Μεταφράζουμε από το πλατωνικό κείμε-
νο (322c – 322d).
«Ο Δίας, λοιπόν, επειδή φοβήθηκε μήπως το γένος μας
χαθεί ολότελα, στέλνει τον Ερμή να φέρει στους ανθρώ-
πους την αιδώ και την δικαιοσύνη, με την επιθυμία αυτές να
αποτελέσουν στολίδια των πόλεων και να καλλιεργήσουν
στενούς δεσμούς φιλίας ανάμεσα στους θνητούς. Ρώτησε,
μετά, ο Ερμής τον Δία, με ποιον τρόπο τέλος πάντων να
δώσει στους ανθρώπους την αιδώ και τη δικαιοσύνη: ‘‘Με
ποιο τρόπο, όπως έχουν μοιραστεί τα επαγγέλματα, έτσι να
τις μοιράσω κι αυτές; Έχουν μοιραστεί δε ως εξής: ένας
γιατρός θεωρείται ότι μπορεί να εξυπηρετεί πολύν κόσμο,
το ίδιο συμβαίνει και με τους άλλους τεχνίτες. Με τον ίδιο
τρόπο να κατανείμω την αιδώ και την δικαιοσύνη στους
ανθρώπους ή να τις μοιράσω σε όλους;’’ ‘‘Σε όλους’’, είπε
ο Δίας, ‘‘και όλοι να συμμετέχουν. Γιατί δεν θα μπορούσαν
να σταθούν οι πολιτείες, αν λίγοι έχουν μερίδιο απ’ αυτές,
όπως συμβαίνει με τα άλλα επαγγέλματα. Και όρισε ένα
νόμο από μέρους μου. Όποιος είναι ανίκανος να συμμετέ-
χει στην αιδώ και την δικαιοσύνη, αυτόν να τον σκοτώ-
νουν, γιατί είναι αρρώστια για την πολιτεία’’».
Σύμφωνα με αυτά, κατανοούμε γιατί οι θεοί εξοργίστη-
καν με την πράξη του Τάνταλου. Περίμεναν ίσως από αυ-
τόν που έτρωγε μαζί τους να έχει κατανοήσει τις αντιλήψεις
τους και να τις εφαρμόζει πρώτος από τους θνητούς για να
γίνει και το καλό παράδειγμα για τους άλλους. Θυμωμένοι
λοιπόν εναντίον του για την ανόσια πράξη του, τον κατα-
δίκασαν σε αιώνιο μαρτύριο ανικανοποίητης πείνας και
δίψας στον Άδη, ενώ δεν παρέλειψαν να καταραστούν και
το γένος του.
Συνεχιστής του γένους των Τανταλιδών ήταν ο Πέλο-
πας. Οι θεοί λυπήθηκαν τον άτυχο γιο του ανόσιου πατέρα
και του ξανάδωσαν την ζωή. Ο Πέλοπας, αν και αναστήθη-
κε από τους θεούς, έδειξε πως ούτε και αυτός είχε κατανοή-
σει τι ζητούσαν οι θεοί από τους ανθρώπους. Με μια σειρά
αδικιών που επινόησε και εκτέλεσε συνέβαλε στην διαιώ-
νιση της κατάρας δείχνοντας έτσι ότι τελικά δεν άξιζε την
εύνοια των θεών. Γενικά η ζωή του σημαδεύτηκε από ίντρι-
γκες, φόνους και προδοσίες στην προσπάθειά του να κερδί-
σει την κόρη του Οινόμαου Ιπποδάμεια και το βασίλειο της
Πίσας. Έτσι, με την συνεργασία του Μύρτιλου εξαπάτησε
και σκότωσε τον βασιλιά Οινόμαο, και στην συνέχεια σκό-
τωσε και τον ίδιο τον Μύρτιλο. Δεν είχε καμία διάθεση να
μοιραστεί μαζί του το βασίλειο της Πίσας, αν και του το
είχε υποσχεθεί προκειμένου να συνεργαστεί μαζί του στον
φόνο του βασιλιά της .
Με την κόρη του Οινόμαου ο Πέλοπας απέκτησε δυο
γιους, τον Ατρέα και τον Θυέστη. Αυτοί μετά τον θάνατο
του πατέρα τους διεκδικώντας τον θρόνο του βασιλείου ο
καθένας για λογαριασμό του ενεπλάκησαν σε έναν νέο
κύκλο αίματος και εγκλημάτων. Ο αιματηρός κύκλος κο-
ρυφώθηκε πάλι με μία νέα ανθρωποφαγία. Ο Ατρέας, όταν
πληροφορήθηκε ότι η γυναίκα του Αερόπη και ο αδελφός
του ήταν εραστές και πως από κοινού είχαν συμφωνήσει
να του πάρουν τον θρόνο, σκότωσε τους γιους του Θυέστη,
τους μαγείρεψε και στην συνέχεια κάλεσε τον αδελφό του
σε τραπέζι συμφιλίωσης, όπου του πρόσφερε τους γιους
του σε λουκούλλειο γεύμα. Η πράξη αυτή ανανέωσε την
κατάρα που οδήγησε τους Ατρείδες σε νέους φόνους. Έφε-
ρε μια νέα ανθρωποθυσία, την θυσία της Ιφιγένειας, στην
οποία θύτης-αρχιερέας ήταν ο ίδιος ο πατέρας της, ο βασι-
λιάς των Μυκηνών Αγαμέμνονας. Ο άνακτας είχε υποσχε-
θεί στην Άρτεμη να της προσφέρει «ό,τι κάλλιστον τέκοι
ενιαυτός» και δεν δίστασε να το πράξει, πρόσφερε στη θεά
το όνομα της πρωτοκόρης του προκειμένου να ταξιδέψουν
με ούριο άνεμο τα καράβια των Παναχαιών για την Τροία.
Έτσι, η κατάρα οδήγησε τα πράγματα ως την δολοφονία
του άνακτα από τον γιο του Θυέστη Αίγισθο και την Κλυ-
ταιμνήστρα.
Οι φόνοι όμως δεν σταμάτησαν εδώ, συνεχίστηκαν με
την διπλή δολοφονία του Αίγισθου και της Κλυταιμνή-
στρας από τον γιο της Ορέστη, νέο θήραμα για τις Ερι-
νύες. Μέχρι που ο Απόλλωνας αποφάσισε να σώσει τον
γιο της Κλυταιμνήστρας από τις κόρες της Νύχτας και να
βάλει τελεία και παύλα στην αιματοβαμμένη κατάρα που
κυνηγούσε τα μέλη του γένους των Ατρειδών. Βέβαια, για
αυτήν την χάρη ο Φοίβος απαίτησε από τον Αγαμεμνονίδη
να κάνει μια ηρωική πράξη, να αναλάβει ένα μεγάλο κα-
τόρθωμα. Του ζήτησε δηλαδή να μεταβεί στην χώρα των
Ταύρων, όπου βασίλευε ο Θόας, να κλέψει από τον ναό της
θεάς Αρτέμιδας το ουρανόπεμπτο ξόανο της αδελφής του,
να το φέρει στην Βραυρώνα, να χτίσει εκεί ναό για να στε-
γάσει το ξόανο και να θεσπίσει προς τιμήν της γιορτές. Τον
προετοίμασε ακόμη και για τα βάρβαρα έθιμα του τόπου.
Του είπε πως έπρεπε να φυλαχτεί με χίλιους τρόπους για
να μην τον συλλάβουν και τον οδηγήσουν στον Θόα, γιατί
τότε θα τον θυσίαζαν στην θεά. Αν ξεπεράσεις τις δυσκολίες
και πετύχεις αυτό το κατόρθωμα, του υποσχέθηκε, θα φρο-
ντίσω και εσένα να σώσω από τις Ερινύες και την γενιά σου
να απαλλάξω από την βαρειά κατάρα που την κατατρέχει
αιώνες τώρα. Ο Απόλλωνας, βέβαια, γνώριζε ότι ο γιος της
Κλυταιμνήστρας θα συλληφθεί και θα οδηγηθεί ως θύμα
στο θυσιαστήριο. Πάντα κάτι παραπάνω ξέρουν οι θεοί. Ο
Φοίβος έκρινε πως όφειλε να οδηγήσει τον Αγαμεμνονίδη
κάτω από το μαχαίρι του θύτη, προκειμένου να καταλάβει
γιατί οι θεοί καταράστηκαν την γενιά του. Γνώριζε επίσης
ότι μετά από μια τέτοια δοκιμασία ο Ορέστης θα σκεφτεί
καλύτερα τις ανόσιες πράξεις των προγόνων του, θα προ-
βληματιστεί από το παρελθόν και θα κανονίσει τα επόμενα
βήματά του για το μέλλον, ως ταγός ενός λαού. Στο με-
ταίχμιο της ζωής και του θανάτου ο τελευταίος απόγονος
των Ατρειδών θα έπαιρνε ένα άμεσο μάθημα σεβασμού της
ανθρώπινης ζωής, στοιχεία πολύ σημαντικά για να θεωρού-
νται ακόμη και σήμερα στηρίγματα μιας κοινωνίας. Ένα
τέτοιο μάθημα σκληρής παιδαγωγικής δεν θα μπορούσαν
βέβαια να του το διδάξουν οι άνθρωποι που τον περιέβα-
λαν. Μεγαλωμένοι σε ένα περιβάλλον πνιγμένο από τις
προκαταλήψεις και τις λάθος αξίες στήριζαν την δικαιοσύ-
νη στην εκδίκηση, το δίκαιο στην αδικία.
Όσο χρόνο ο Ορέστης βρισκόταν εξόριστος στην Φω-
κίδα, στο παλάτι του Στρόφιου, όλοι είχαν βαλθεί να τον
πείσουν από την τρυφερή του ακόμη ηλικία ότι ήταν υπο-
χρέωσή του ηθική να σκοτώσει όχι μόνον τον Αίγισθο,
αλλά και την Κλυταιμνήστρα. Του ανέπτυσσαν με προσοχή
τους λόγους για τους οποίους όφειλε αυτός να το κάνει,
ως ο μοναδικός διάδοχος και συνεχιστής του γένους των
Ατρειδών. Στην μάνα του, του έλεγαν, δεν χρωστούσε τί-
ποτα, αν όμως αυτή παντρευόταν τον Αίγισθο, αυτομάτως
ο θρόνος θα περνούσε από τους Ατρείδες στους Πελοπίδες,
μεγάλη προδοσία για την οικογένειά του και μεγάλη δυστυ-
χία για τον ίδιο που θα έμενε χωρίς θρόνο, ξεκομμένος από
το γένος του. Έτσι, ανέστιος και πένης θα περιφερόταν από
το ένα βασίλειο στο άλλο επαιτώντας φιλοξενία και όντας
υποχρεωμένος να εκτελεί τις εντολές των άλλων βασιλέων
και πριγκίπων.
Στην αρχαία ελληνική κοσμοαντίληψη το γένος έχει με-
γάλη σημασία για τον άνθρωπο. Από την μια δηλώνει την
βιολογική γραμμή των μελών, καθώς και την οικογένεια
από την οποία προήλθαν, η οποία, ως γνωστόν, αποτελεί
τον πυρήνα του γένους. Από την άλλη, σημειώνει την ηρω-
ική καταγωγή του γενάρχη, που βέβαια έχει την ρίζα της
σε κάποιο θεό. Για παράδειγμα, ο Τάνταλος ήταν γιος του
Δία. Συνεπώς, από το σπέρμα του θεού κρατούσε και η γε-
νιά των Ατρειδών. Με αυτές τις προϋποθέσεις, το γένος
αποκτά μεγάλη βαρύτητα στην συνείδηση των ανθρώπων,
γιατί συνδέεται με την έννοια της θεϊκής παρακαταθήκης,
της θεόπεμπτης μοίρας, καθώς και με την ευθύνη που περ-
νάει από γενιά σε γενιά. Το γένος, λοιπόν, με αυτές τις προ-
ϋποθέσεις, δεν είναι ένας απλός δεσμός αίματος, είναι κάτι
βαθύτερο και ουσιαστικότερο. Με όσα μεταφέρει κατά το
ταξίδι του στον χρόνο κληροδοτεί στους απογόνους, ανά-
λογα με τις πράξεις τους, ευθύνες, ενοχές, αιματοβαμμένες
ιστορίες. Παράλληλα όμως με όλα αυτά, σοβαρή θέση στην
ύπαρξη του γένους έχει και το χρέος του γιου και διαδό-
χου προς τον άνακτα πατέρα. Ο βασιλιάς, ως αρχηγός του
γένους, συγκεντρώνει στο πρόσωπό του την δύναμη του
νόμου, την θεϊκή εντολή και την έννομη τάξη. Συνεπώς, το
καθήκον του διαδόχου γιου προς τον βασιλιά παύει να είναι
οικογενειακό, γίνεται οικουμενικό και η παραμέλησή του
σημαίνει ύβρη ενώπιον θεών και ανθρώπων. Όπως αντι-
λαμβανόμαστε, λοιπόν, είναι πολλά τα νήματα, με τα οποία
υφαίνεται ο πυκνός ιστός που ορίζει το τραγικό πεπρωμένο
του ανθρώπου. Έτσι, η ελευθερία της βούλησης πνίγεται
από τις αρχές του γένους, ενώ το άτομο μένει να ακροβατεί
ανάμεσα στο χρέος και στο χάος.
Όμοια ορίστηκε και το πεπρωμένο του Ορέστη και οδη-
γήθηκε στην μητροκτονία, όσο και αν δεν το ήθελε, όσο
και αν πίστευε πως μια τέτοια πράξη ήταν άδικη. Όταν ο
Ορέστης σήκωσε το ξίφος της εκδίκησης και σκότωσε την
μητέρα του για το δίκιο του πατέρα του, έβαλε συν τοις
άλλοις και την οριστική ταφόπλακα στην μητριαρχία. Η
κόρη του Δία όμως ως θεά της σοφίας, με την ευκαιρία της
δίκης του Ορέστη στην Αθήνα, θεσπίζει μια νέα μορφή
δικαιοσύνης που αντικαθιστά την εκδίκηση με την ορθο-
λογική κρίση. Αυτή η εξέλιξη δείχνει την μετάβαση από
την πρωτόγονη δικαιοσύνη στην κοινωνικά οργανωμένη
δικαιοσύνη. Στην πρώτη περίπτωση ο θνητός διεκδικούσε
το δίκιο του κατά το δοκούν, γιατί πίστευε ότι του έδωσε ο
θεός αυτό το δικαίωμα. Στην δεύτερη περίπτωση, όμως, ο
άνθρωπος έπρεπε να πείσει με λογικά επιχειρήματα για τις
πράξεις του τους συνανθρώπους του και αυτοί, βάσει του
νόμου που απαιτούσε να ακουστούν και οι δύο απόψεις
των διαδίκων, να κρίνουν και να αποφασίσουν την ενοχή
του ή όχι. Το πέρασμα από την αυτόβουλη εκδίκηση στην
με νόμους θεσπισμένη δικαιοσύνη χρειαζόταν την παρέμ-
βαση μιας ανώτερης δύναμης. Για την Ελλάδα αυτή η ανώ-
τερη ώθηση δόθηκε από την θεά Αθηνά.»
Από τα πλέον ενδιαφέροντα πονήματα που έχω διαβάσει τελευταία.
Μια άλλη, εμπεριστατωμένη, συνδημιουργική (απολύτως έγκυρη) ματιά πάνω στη Μυθολογία.
Δρ Κωνσταντίνος Μπούρας https://konstantinosbouras.gr ποιητής, θεατρολόγος, μεταφρασεολόγος και κριτικός