You are currently viewing Κωνσταντίνος Χουλιούμης: Δημοκρατία και Αρχαία Τραγωδία 

Κωνσταντίνος Χουλιούμης: Δημοκρατία και Αρχαία Τραγωδία 

                                             

                                           

Πολύ συχνά διαβάζουμε ή ακούμε, πως η τέχνη είναι αναγκαία, πως υπηρετεί μια κοινωνική αναγκαιότητα παρόλο που αυτή δεν καταδεικνύεται και πως η τέχνη δεν είναι αποτέλεσμα συγκυριών, τυχαιοτήτων, ή προσωπικών ιδιαιτεροτήτων και εμπνεύσεων, αλλά πηγάζει από μια βαθιά συλλογική αναγκαιότητα.  Από την στιγμή όμως που αποδεχθούμε μια τέχνη, έχουμε δηλαδή την γέννηση – ανάδυση μιας τέχνης σε μια χρονική στιγμή, υποχρέωσή μας είναι να ερευνήσουμε  την κοινωνική πραγματικότητα της χρονικής εκείνης περιόδου και να αναζητήσουμε  την κοινωνική αναγκαιότητα που δημιουργεί την τέχνη. Εκεί που μπορούμε να εντοπίσουμε πολύ καθαρά την κοινωνική αναγκαιότητα της εμφάνισης μιας, από τις έξη καλές τέχνες είναι η εποχή της Δημοκρατίας στην αρχαία Αθήνα, όπου εμφανίστηκε η αφηγηματική τέχνη στην μορφή της θεατρικής παράστασης. Ως λογοτεχνία είχε εμφανιστεί μερικούς αιώνες νωρίτερα με την υπογραφή του Αίσωπου. Σήμερα τα έργα του Αίσωπου θεωρούνται παραμύθια, τα διαβάζουμε στα μικρά παιδιά, τότε όμως αποτελούσαν αφηγήματα για μεγάλους.

Γιατί λοιπόν εμφανίζεται το θέατρο στην αρχαία Αθήνα; Ποιοι ήταν οι λόγοι που το κατέστησαν αναγκαίο; Ποια κοινωνική ανάγκη κάλυπτε αρχικά η τραγωδία; Οι εξηγήσεις για το/τα δρώμενα με τις λεπτομέρειές τους, κατά τους εορτασμούς προς τιμήν του θεού Διονύσου δηλώνουν την διαδικασία της ιστορικής εξέλιξης όχι την κοινωνική αναγκαιότητα.

Το καθεστώς της Δημοκρατίας, όπως το είχαν συλλάβει ο Κλεισθένης, ο οποίος αποκαλέστηκε και πατέρας της Δημοκρατίας και ο Σόλωνας, έθετε καθήκοντα σε όλους τους Αθηναίους πολίτες, τα οποία ήταν ιδιαιτέρως απαιτητικά. Οι πολίτες που εκλέγονταν ως βουλευτές, ή ως δικαστές έπρεπε (ήταν αναγκαίο) να διαθέτουν ευρεία και ευαίσθητη ενσυναίσθηση, ταυτόχρονα με μια ρωμαλέα αίσθηση κοινωνικής ευθύνης και μια αμεροληψία που υπερέβαινε το συμφέρον της φυλής και του δήμου στον οποίο ανήκε ο πολίτης. Αυτά τα πράγματα δεν τα αποκτά κανείς με εντολές καθηκόντων, με σχολική διδασκαλία ή κατήχηση. Για να γίνουν αυτά όλα κτήμα ενός ανθρώπου θα πρέπει να διαπαιδαγωγηθεί μέσα από την λογοτεχνία, την αφηγηματική τέχνη και στην περίπτωση των Αθηνών το πιο πρόσφορο μέσον ήταν το θέατρο, μέσα από το οποίο συμβαίνουν οι ακόλουθες εσωτερικές διεργασίες: Όταν παρακολουθούμε μια παράταση, διαισθητικά ταυτιζόμαστε με το πρόσωπο που πρωταγωνιστεί, που στις τραγωδίες είναι συνήθως αυτό που υποφέρει, που είναι το θύμα. Ο θύτης όμως δεν είναι ένας άλλος κακός άνθρωπος όπως συμβαίνει στα δράματα αλλά, ένας άρχοντας, η μοίρα, μια θεϊκή εντολή, το πεπρωμένο. Στην τραγωδία «Αντιγόνη» η ηρωίδα υπερασπίζεται το εθιμικό – θεϊκό δίκαιο της ταφής των νεκρών ενώ ο Κρέοντας την τιμωρία αυτών που πηγαίνουν ενάντια στην υπεράσπιση της πατρίδας τους. Ο θεατής ταυτίζεται με την Αντιγόνη, προβληματίζεται όμως σοβαρά και με το καθήκον της υπεράσπισης της Πατρίδας.

Η διαπαιδαγώγηση με στόχο την ενσυναίσθηση και την αυξημένη ηθική ευθύνη είναι η άδηλη λειτουργικότητα μια πράξης, ενός Κοινωνικού Γεγονότος  (Social Fact), της οποίας η πρόδηλη λειτουργικότητα της ήταν ο εορτασμός προς τιμή ενός θεού ή απλά η διασκέδαση και η αναψυχή. Για τον λόγο αυτόν, της διαπαιδαγώγησης, παίρνονταν μέτρα ώστε όλοι οι Αθηναίοι πολίτες, φτωχοί και ευκατάστατοι να μπορούν να παρακολουθούν τις παραστάσεις, καθώς το οικονομικό δεν αποτελούσε εμπόδιο.

Έτσι λοιπόν εξ αιτίας της αναγκαιότητας της διαπαιδαγώγησης οι τελετουργίες στις τελετές των εορτασμών του Διονύσου σιγά σιγά εξελίχθηκαν σε παραστάσεις και απαιτούσουν θέατρα για να μπορούν πολλοί, πολλές χιλιάδες θεατών, να παρακολουθούν την εξέλιξη του δράματος. Κατά τον 5ο αιώνα υπολογίζεται ότι γράφτηκαν περίπου 1.000 τραγωδίες από τις οποίες έχει διασωθεί ένα κλάσμα. Είναι ωστόσο αρκετές και ικανές να μας δώσουν πληροφορίες για το περιεχόμενο και για τα θέματα που πραγματεύονταν. Όλες τους καταπιάνονται με θέματα μυθολογικά, “γεγονότα” που συνέβησαν πολύ παλαιότερα και μάλιστα το κάνουν με έναν τρόπο για να δοξάσουν τις ρίζες της καταγωγής τους και να δοξάσουν την Δημοκρατία τους. Είναι σαν να ξαναγράφουν την ιστορία τους με έναν τρόπο που εξυπηρετεί την εθνική τους συνείδηση, που δημιουργεί εθνική περηφάνια, όπως ακριβώς έκαναν τα εθνικά κράτη στην εποχή της νεωτερικότητας αιώνες μετά. Δεν τους ενδιαφέρει η ιστορική αλήθεια, τους ενδιαφέρει το μήνυμα που θέλουν να δώσουν οι τραγικοί ποιητές στους θεατές της παράστασης. Για να το δούμε αυτό καθαρά θα ανατρέξουμε στο έργο «Ελληνική Μυθολογία» της εκδοτικής Αθηνών που επιμελήθηκε ο Ι. Κακριδής,  και συγκεκριμένα στην περίπτωση του μύθου της «Μήδειας».

Στον 4ο τόμο και στις σελίδες 181 – 182 ο συγγραφέας μας παρουσιάζει τις εκδοχές του μύθου που προϋπήρχαν της τραγωδίας. Θα παρουσιάσουμε μόνον τα επίμαχα σημεία, ολοκληρωμένα τα αποσπάσματα θα καταλάμβαναν πολύ χώρο.

1η Εκδοχή: Οι Κορίνθιες θεωρούσαν προσβλητικό να τους κυβερνά μια γυναίκα βάρβαρη και μάγισσα όπως ήταν η Μήδεια και αποφάσισαν να σκοτώσουν και την ίδια και τα παιδιά της, εφτά αγόρια και εφτά κορίτσια. Τα παιδιά κυνηγημένα ήρθαν και κάθισαν στον βωμό της Ακραίας Ήρας. Οι Κορίνθιοι όμως τα έσφαξαν πάνω στον βωμό…

2η Εκδοχή: …Μετά το θάνατο της Γλαύκης οι Κορίνθιοι πετροβόλησαν τα παιδιά της Μήδειας επειδή είχαν μεταφέρει με τα ίδια τους τα χέρια τα φονικά δώρα της μητέρας τους στην πριγκίπισσα.

4η Εκδοχή: Ο Δίας ερωτεύτηκε την Μήδεια αλλά εκείνη δεν δέχτηκε τον ερωτά του επειδή φοβήθηκε  την οργή της Ήρας. Η θεά Ήρα για ανταμοιβή της υποσχέθηκε πως θα κάνει τα παιδιά της αθάνατα. Τα παιδιά της Μήδειας όμως πέθαιναν.

5η Εκδοχή: …φεύγοντας η Μήδεια για την Αθήνα αφήνει τα παιδιά της στον βωμό της Ακραίας Ήρας με την ελπίδα ότι θα τα φροντίζει ο Ιάσωνας και θα τα σώσει από την οργή των Κορινθίων. Οι συγγενείς όμως του Κρέοντα τα σκοτώνουν και μετά διέδωσαν πως η βάρβαρη Μήδεια δεν σκότωσε μόνον τον Κρέοντα, αλλά και τα ίδια της τα παιδιά.

Υπάρχει βέβαια και η εκδοχή που όλοι γνωρίζουμε από τον Ευριπίδη. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε ποια από όλες τις εκδοχές κυριαρχούσε και σε πια περιοχή και σε πια έκταση. Το βέβαιο είναι πως στην «Μήδεια» του Ευριπίδη υποστηρίζεται η γυναίκα Ελληνίδα ή βάρβαρη αδιάφορο και βέβαια σημαντικότατο το τέλος της τραγωδίας όπου ο θεός Ήλιος στέλνει άμαξα για να την μεταφέρει στην Αθήνα, δηλαδή την μεταφέρει στην Δημοκρατική Αθήνα όπου θα αντιμετωπιζόταν με αξιοπρέπεια.

 

Η Δημοκρατία ήταν το νέο πολίτευμα και οι τραγικοί ποιητές το υπερασπίστηκαν με σθένος. Για αυτήν υπάρχουν αρκετά αποσπάσματα μέσα στις τραγωδίες που δίνουν το μεγαλείο της νέας αυτής πολιτικής διακυβέρνησης. Παραθέτω παρακάτω δυο αποσπάσματα από τις «Ικέτιδες» του Ευριπίδη σε μετάφραση Θ. Κ. Στεφανόπουλου, αναρτημένο από το Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.

 

ΘΗΣΕΑΣ στι. 403

«Πρώτα – πρώτα ξένε άρχισες τον λόγο σου μ’ ένα λάθος

όταν ζητάς δυνάστη εδώ

η πόλη αυτή δεν εξουσιάζεται από έναν άνδρα.

Είναι ελεύθερη. Εδώ κυβερνούν οι πολλοί

που εναλλάσσονται στα αξιώματα χρόνο το χρόνο

δεν δίνουν πιο πολλά στον πλούσιο, και ο φτωχός έχει τα ίδια.»

 

Και λίγο πιο κάτω: στι. 429 ο Θησέας πάλι.

 

«Για την πόλι δεν υπάρχει τίποτε απεχθέστερο από τον δυνάστη.

Το πρώτιστο: εκεί οι νόμοι δεν ισχύουν για όλους.

Την εξουσία την ασκεί μονάχα ένας

και αυτός κρατάει στα χέρια του τους νόμους

αυτό και μόνον αναιρεί την ισότητα.

Όταν όμως υπάρχουν νόμοι γραπτοί

το δίκαιο ισχύει εξίσου και για τον ταπεινό και για τον πλούσιο

και μπορεί ο ανίσχυρος, όταν δέχεται επιθέσεις

ν’ απαντά στον ισχυρό με τον ίδιο τόνο

και φαίνεται να νικά ο μικρός τον ισχυρό αν έχει δίκαιο.

Και η πεμπτουσία της ελευθερίας

εκείνο το «όποιος έχει να προτείνει κάτι καλό για την πόλη

να έρθει να το καταθέσει εδώ, ενώπιον όλων.»

Ακόμα μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι στην δημοκρατική Αθήνα δεν συμβαίνουν τραγικά πράγματα, όπως αυτά που συμβαίνουν στο Άργος, στην Θήβα, στην Κόρινθο και αλλού. Πέρα από τα παραπάνω αποσπάσματα στην Αθήνα και συγκεκριμένα στον Κολωνό καταφεύγει ο Οιδίποδας για να ζήσει όσα χρόνια του απομένουν με αξιοπρέπεια και ασφάλεια, το ζητά από τον Θησέα και αυτός του το παρέχει. Καταφεύγει η Μήδεια, με την βοήθεια μάλιστα του θεού Ήλιου, μετά το τραγικό γεγονός που της το χρεώνει ο Ευριπίδης. Καταφεύγει επίσης και ο Ορέστης για να δικαστεί για τον φόνο της μητέρας του και αθωώνεται, με την βοήθεια της θεάς Αθηνάς.

Θα ήταν παράλειψη να μην αναφέρουμε και τις «Ικέτιδες» του Αισχύλου όπου η πιστή σύμμαχος πόλις των Αθηνών το  Άργος και αυτή προσφέρει προστασία στις Δαναΐδες και είναι αποφασισμένη η πόλη να  πολεμήσει με τους Αιγύπτιους για να τις προστατέψει. Η Δημοκρατία υμνείται και τιμάται με κάθε τρόπο. Η   τραγωδία διδάσκει ενσυναίσθηση και υψηλό αίσθημα κοινωνικής ευθύνης σε όλους τους πολίτες. Είναι ένα πολίτευμα που απαιτεί ενσυνείδητους, έντιμους και ταπεινούς υπηρέτες.

 

 

Κώστας Χουλιούμης,  Κοινωνιολόγος

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.