You are currently viewing Κώστας Ξ. Γιαννόπουλος: Συμβολισμός, αισθαντικότητα και μηδενισμός, μουσικότητα και σκοτεινότητα

Κώστας Ξ. Γιαννόπουλος: Συμβολισμός, αισθαντικότητα και μηδενισμός, μουσικότητα και σκοτεινότητα

«Οι μεγάλοι ποιητές πρέπει να είναι ΄τα λιγότερο ευαίσθητα όντα’ γιατί η έντονη συγκίνηση αναστέλλει την καλλιτεχνική δημιουργία»

Ντενί Ντιντερό

 

Μια Ριξιά των ζαριών ποτέ δε θα καταργήσει το Τυχαίο

                                                                         Κάθε Σκέψη γεννά μια Ριξιά Ζαριών

                                                                                                          Στεφάν Μαλαρμέ

 

Αν αποσυνδέσουμε την ποίηση από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό, όχι των λέξεων, αλλά του νοήματος που της προσδίδουν, αν δηλαδή απογυμνώσουμε την ποίηση από το ένδυμα της – αν υποθέσουμε πως η ποίηση γίνεται με λέξεις, φράσεις και νοήματα – αν επιπλέον καταφέρουμε η ποίηση να μην απευθύνεται στο νου του αναγνώστη αλλά στην αισθαντικότητά του, αν γίνει αφηρημένη τόσο που να κινδυνεύει να μην γίνεται κατανοητή, αν χρησιμοποιεί σύμβολα [1] που παραπέμπουν σε αδιευκρίνιστα, σχεδόν ή ολότελα, νεφελώδη σχήματα, αν απομακρυνθεί και από τις ιδέες και προσεγγίσει τους όρους της μουσικής, της μόνης τέχνης που μπορεί να την εκφράσει ή να εκφραστεί μέσω αυτής, τότε έχουμε μια, όπως θα λέγαμε σήμερα, ολιστική τέχνη, μια τέχνη απόλυτη, ολοκληρωτική, χωρίς παραχωρήσεις. Έχουμε τη συμβολιστική τέχνη. Μια τέχνη με εξαιρετικά πλατιά σημασία που «μπορεί να περιγράψει οποιοδήποτε τρόπο έκφρασης που, αντί να αναφέρεται άμεσα σε κάτι,  αναφέρεται έμμεσα, μέσα από κάτι άλλο» [2].

Ο συμβολισμός χρησιμοποιεί μια προσεκτικά διαλεγμένη εικονοποιία για να εκφράσει αφηρημένες ιδέες και συναισθήματα.

Και «ο μόνος τρόπος να εκφραστεί ένα συναίσθημα», παρατηρεί ο Τ.Σ. Έλιοτ σε ένα δοκίμιό του για τον Άμλετ, «με τη μορφή της τέχνης είναι να βρεθεί, όχι κάποιο σύμβολο, αλλά μια αντικειμενική συστοιχία δηλαδή ‘ένα σύνολο αντικειμένων’, μια κατάσταση, μια αλυσίδα γεγονότων που θα αποτελέσουν  τη φόρμουλα αυτού ειδικά του συναισθήματος».

Ένας από αυτούς που θεράπευσαν αυτό το είδος, αυτή την τέχνη κι αυτή την τεχνοτροπία, ο Στεφάν Μαλαρμέ, τρεις δεκαετίες πριν τον Έλιοτ, προσπαθώντας να ορίσει – πράγμα έτσι κι αλλιώς ακανθώδες, πόσο μάλλον αν πρόκειται για μια δύσκολη, απρόσιτη κι απόλυτη τέχνη όπως ο συμβολισμός -αποφάνθηκε πως είναι η τέχνη «του να ανακαλείς βαθμιαία ένα αντικείμενο έτσι ώστε να φανερώσεις μια διάθεση, ή, αντίστροφα, του να διαλέγεις ένα αντικείμενο και να αποστάξεις από αυτό μια ψυχική κατάσταση». Όλο αυτό όμως πρέπει να γίνει με μια διαδικασία βαθμιαία. Όσο για τη διάθεση, αυτή πρέπει να προκύψει από μια ολόκληρη σειρά αποκρυπτογραφήσεων. Τίποτα δεν πρέπει να λέγεται ξεκάθαρα αλλά να υπονοείται και το αντικείμενο ουδόλως πρέπει να το κατονομάσεις γιατί  έτσι το καταστρέφεις καταστρέφοντας και την απόλαυση που μπορεί να σου προσφέρει. Δεδομένου πως η απόλαυση συνίσταται ακριβώς στη διαδικασία της σταδιακής αποκάλυψης. Επομένως τίποτε δεν πρέπει να δηλώνεται καθαρά και ξάστερα.

Ο μαθητής του Μαλαρμέ, Ανρί ντε Ρενιέ, υποστήριξε πως το σύμβολο είναι η σύγκριση μεταξύ του αφηρημένου και του συγκεκριμένου, όταν ένας από τους δύο όρους της σύγκρισης υπονοείται μόνο, αλλά το σύμβολο στέκεται από μόνο του ενώ στον αναγνώστη δίνεται ελάχιστη ή καμιά ένδειξη γι αυτό που συμβολίζεται. Αναπόφευκτα, λοιπόν η Συμβολιστική ποίηση χαρακτηρίζεται από μια ενδογενή σκοτεινότητα.

Ωστόσο μοιάζει αδύνατο μια ποίηση, όσο κι αν προσπαθήσει, να εξουδετερώσει πλήρως το εκφραστικό της όργανο δημιουργώντας μια ποίηση απαλλαγμένη από κάθε διανοητικό νόημα. Υπερβαίνοντας ωστόσο, με μια τολμηρή προσπάθεια, την «αιώνια λογική της γλώσσας» έφτιαξε αναπόφευκτα μια ποίηση σκοτεινή, ερμητική που όμως δεν αποκόπηκε εντελώς από τα δεσμά της λογικής.

Όσο «για το ηθικό ή μη της ποίησης για τον τρόπο, δηλαδή, με τον οποίο η ποίηση δρα, ώστε να βελτιώσει την ηθική των ανθρώπων – εκεί υπάρχει μια παρανόηση», ισχυρίζεται ο Σέλλεϋ. «Η ίδια η ηθική φιλοσοφία άλλωστε χρησιμοποίησε στοιχεία της ποίησης για να προβάλλει πρότυπα ιδιωτικού και δημόσιου βίου. […] Όμως η ποίηση λειτουργεί μ’ έναν άλλο, τρόπο. Αφυπνίζει τον νου, τον διευρύνει μετατρέποντάς τον σ’ ένα δοχείο με χιλιάδες άγνωστους συνδυασμούς σκέψης. Ανασηκώνει το πέπλο που κρύβει την ομορφιά του κόσμου. Αποκαλύπτει την άγνωστη όψη των οικείων πραγμάτων. Ό,τι  προτίθεται να εκφράσει το δημιουργεί εξαρχής. Όσοι άνθρωποι, για μια φορά έστω, αντίκρυσαν τις μορφές που πλάστηκαν μες στο Ηλύσιο φως της ποίησης, δεν θα τις λησμονήσουν ποτέ». Επομένως η ηθική είναι κατάλληλη για τη φιλοσοφία και τις θρησκείες όχι για τη συμβολιστική ποίηση.

Και μια και αναφερθήκαμε σ’ έναν ρομαντικό ας θυμίσουμε πως ο Συμβολισμός εμφανίστηκε στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα ως αντίδραση στον Νατουραλισμό και τον Παρνασσισμό όπως αντίστοιχα ο Ρομαντισμός αντικατέστησε τον Κλασικισμό. Ο  Συμβολισμός προέκτεινε τον Ρομαντισμό στα άκρα δημιουργώντας αντί μια παραλλαγή του μια εντελώς νέα μορφή.

Ο Ρομαντισμός αντιδρώντας στον Κλασικισμό περιόρισε, αν δεν εξαφάνισε, την θετικιστική αντίληψη που κυριαρχούσε παράλληλα μ’ αυτόν και έθεσε εκ νέου τον άνθρωπο και τα υπερβατικά ενδιαφέροντα του στο κέντρο του ενδιαφέροντας του καλλιτέχνη.

Ο Ρομαντισμός λοιπόν υπήρξε μια επιστροφή στον άνθρωπο ο οποίος κοιτά προς τα έξω, προς την κοινωνία, προς την ουτοπία. Ενώ στον Συμβολισμό ο άνθρωπος κοιτά προς τα μέσα, προς την ψυχή του. Αυτό μετατρέπει τον Συμβολισμό σε κίνημα της αναφοράς στον εαυτό, στην λεγόμενη αυτοαναφορικότητα.

Ο Παρνασσισμός που προηγήθηκε του Συμβολισμού και ακολούθησε τον Ρομαντισμό φρόντισε να τον απαλλάξει από το στόμφο, τη μεγαληγορία, την μακρυγορία και την αισθηματολογία. Κράτησε όμως τη λογική συνάρτηση δίνοντας στον στίχο την ψυχρότητα και την ακαμψία του μετάλλου. Οι συμβολιστές απομακρύνονται από την περιγραφικότητα, το απρόσωπο στοιχείο και τον αντικειμενισμό, απέρριψαν την ρητορεία, την αισθηματολογία αποποιήθηκαν την φανταχτερή ωραιολογία των παρακμιακών που συντάχθηκαν εντέλει μαζί τους, μη βρίσκοντας κάτι να αντιτάξουν διαφοροποιούμενοι.

Προτίμησαν τις αντανακλάσεις από τις εντυπώσεις τις αποχρώσεις των διαθέσεων και τους αμφίσημους υπαινιγμούς.

 

Το συμβολιστικό κίνημα μετεξελίχθηκε σ’ αυτό που ονομάστηκε «καθαρή ποίηση», βασικός εκπρόσωπος της οποίας θεωρείται  Πωλ Βαλερύ [Paul Valéry, 1871 –1945]που μπορεί να θεωρηθεί ο τελευταίος συμβολιστής. Υπήρξε μάλιστα διχογνωμία για το αν ήταν ποιητής ή φιλόσοφος. Ήταν συνομιλητής του Αντρέ Μπρετόν, πολέμιος του μυθιστορήματος όπως και ο συνομιλητής του και μαθητής αφοσιωμένος του Στεφάν Μαλαρμέ.

Τη νύχτα της 4ης Οκτωβρίου 1892, κατά τη διάρκεια μιας δυνατής θύελλας, ο Πωλ Βαλερύ είχε μία υπαρξιακή κρίση που επέδρασε αποφασιστικά στη συγγραφική του σταδιοδρομία. Περί το 1898, η συγγραφική του δραστηριότητα διακόπηκε, εξαιτίας και του θανάτου του μέντορά του Στεφάν Μαλαρμέ, και για σχεδόν 20 χρόνια  ο Βαλερύ δεν δημοσίευσε ούτε μία λέξη μέχρι το 1917, οπότε και έσπασε αυτή τη Μακριά Σιωπή με την έκδοση του La Jeune Parque (Η νεαρή Μοίρα) στα 46 του.

[«Ποιος κλαίει εκεί, αν μη τ’ απλό την ώρα τούτη αγέρι… […] Μα ποιος κλαίει,/στον εαυτό μου εδώ κοντά που ’ναι κοντά να κλάψει;»]

Αυτό το σκοτεινό αλλά πλήρες μουσικότητας αριστούργημα από 512 αλεξανδρινούς στίχους σε ομοιοκατάληκτα ζευγάρια χρειάσθηκε 4 χρόνια για να ολοκληρωθεί και του εξασφάλισε τεράστια φήμη. Πολλοί στη Γαλλία το θεωρούν το σημαντικότερο γαλλικό ποίημα του 20ού αιώνα. Ο τίτλος αναφέρεται στη νεαρότερη από τις τρεις Parcae τις ρωμαϊκές θεότητες που αντιστοιχούν στις ελληνικές Μοίρες.

Το 1920 και το 1922 εξέδωσε δύο μικρές ποιητικές συλλογές. Η πρώτη, το Album des vers anciens (= «Λεύκωμα παλιών στίχων»), ήταν στην ουσία μια αναθεώρηση πρώιμων μικρότερων ποιημάτων, κάποια από τα οποία είχαν δει το φως πριν το 1900. Η δεύτερη, με τον τίτλο Charmes (από το λατινικό carmina = τραγούδια), περιείχε το Θαλασσινό κοιμητήριΠαραθαλάσσιο Νεκροταφείο[3], 1922]καθώς και πολυάριθμα μικρότερα ποιήματα με πολύ διαφορετικές μεταξύ τους δομές, και επιβεβαίωσε τη φήμη του ως ενός από τους μεγαλύτερους Γάλλους ποιητές.

«Ἄς τρέξουμε, κι ἀπ’ τό νερό ἄς βγοῦμε [ζωντανοί]!»

«πρέπει ν’ ἀποπειραθοῦμε νά ζήσουμε!»

«[μ]ία πυκνή τούς ἔχει ἀπουσία πλήρως ἀφομοιώσει· / ἡ ἐρυθρά ἄργιλος τό λευκό ρούφηξεν εἶδος· / τῆς ζωῆς τό χάρισμα στῶν λουλουδιῶν τούς μίσχους περιῆλθε.»

«Πάντα τη θάλασσα, άνθρωπε λεύτερε, θ’ αγαπάς!»

«Η θάλασσα, η θάλασσα πού ὅλο ἀρχινᾶ καί πάλι!»

«…το φως για ν’ αποδώσεις

 ένα σκυθρωπόν ΄μισυ από σκιά προϋποθέτει»

«Τη ζωή πρέπει να δοκιμάσεις!

Μου ανοιγοκλείνει ο απέραντος αέρας το βιβλίο,

το ως σκόνη αποτολμά απ’ τους βράχους ν’ αναβλύσει!

[…]

Κύματα, με χαρμόσυνα, φαιδρά νερά συντρίψτε

τη στέγη αυτή την ήρεμη όπου βοσκούσαν φλόκοι».

 

«Με την έννοια που τον μεταχειρίζονται οι ιστορικοί της λογοτεχνίας, […] ο όρος συμβολιστικό κίνημα αφορά συγκεκριμένα μια ομάδα Γάλλων συγγραφέων που ξεκίνησε με τον Charles Baudelaire  (Τα άνθη του κακού [Les Fleurs du mal, 1857]) και κατόπιν συμπεριέλαβε άλλους ποιητές, όπως ο Arthur Rimbaud, ο Paul Verlaine, ο Stéphane Mallarmé  και ο Paul Valéry. Ο Baudelaire στήριξε το συμβολικό τρόπο των ποιημάτων του εν μέρει στο παράδειγμα του Αμερικανού Edgar Allan Poe, αλλά κυρίως στην παλαιότατη πίστη στις ανταποκρίσεις (correspondences) — το δόγμα που πρέσβευε ότι υπάρχουν εγγενείς και συστηματικές αντιστοιχίες ανάμεσα στον ανθρώπινο ψυχισμό και στον εξωτερικό κόσμο, όπως και ανάμεσα στο φυσικό και στον πνευματικό κόσμο. Ο Baudelaire διατύπωσε το δόγμα αυτό ως εξής: «Τα πάντα, μορφή, κίνηση, αριθμός, χρώμα, άρωμα στον πνευματικό όσο και στο φυσικό κόσμο, είναι μεστά σημασίας, αμοιβαία, αντίστροφα, αντίστοιχα». Οι τεχνικές των Γάλλων συμβολιστών (Symbolists), οι οποίοι καλλιέργησαν μια τάξη ιδιωτικών συμβόλων σε μια ποίηση που τη χαρακτηρίζει ο πλούτος των υπαινιγμών και όχι η σαφήνεια της σημασίας, άσκησαν τεράστια επίδραση σε όλη την Ευρώπη, και (ιδίως από τη δεκαετία του 1890 και μετά) στην Αγγλία και στην Αμερική». [4]

«Μια δεύτερη όψη [του Συμβολισμού] που συχνά ονομάζεται «υπερβατικός Συμβολισμός», στην οποία συγκεκριμένες εικόνες χρησιμοποιούνται όχι ως σύμβολα των προσωπικών σκέψεων και συναισθημάτων του ποιητή αλλά ως σύμβολα ενός ιδεατού κόσμου, απέραντου και γενικού, του οποίου ατελή μόνο απεικόνιση αποτελεί η πραγματικότητα. […] Ο Baudelaire και οι διάδοχοί του ήταν εκείνοι που ανύψωσαν τον ποιητή στη θέση ενός ιερέα, ενός προφήτη, ή αυτού που ο Rimbaud ονόμασε «le poète-voyant» («ο ποιητής οραματιστής»), προικισμένου με την ικανότητα να βλέπει πίσω και πέρα από τα αντικείμενα του πραγματικού κόσμου τις ουσίες που κρύβονται στον ιδεατό κόσμο. Σκοπός της ποίησης ήταν τώρα να δημιουργεί για χάρη του αναγνώστη αυτό τον εξωπραγματικό κόσμο με μια επιδέξια μεταμόρφωση της πραγματικότητας που ξέρουμε. Ο Mallarmé προσδιόρισε αυτό το σκοπό σ’ ένα πολύ γνωστό απόσπασμα, όπου δηλώνει ότι έχει δημιουργήσει με την ποίησή του όχι κάποιο πραγματικό λουλούδι, αλλά «l’ absente de tous bouquets», το ουσιαστικό λουλούδι που δε βρίσκεται ανάμεσα στα λουλούδια αυτού του κόσμου. Όλος ο σκοπός της ποίησης, είπε σε μια άλλη περίφημη φράση του, είναι να δημιουργεί «sans la gêne d’ un proche ou concret rappel, la notion pure» («καθαρές ουσίες, απρόσβλητες από οποιαδήποτε ηχώ της συγκεκριμένης πραγματικότητας που μας περιβάλλει»). […] [5]

«Πίσω από το λευκό το κύμα δύει η λευκή σελήνη, / Κι ο Χρόνος μαζί μου δύει, Ω!»

κι αυτοί οι στίχοι είναι τέλεια συμβολικοί. Αφαιρέστε τους τη λευκότητα της σελήνης και του κύματος που η σχέση της με τη δύση του Χρόνου είναι πάρα πολύ λεπτή για τη διάνοια, και έχετε αφαιρέσει την ομορφιά τους. Όταν όμως όλα βρίσκονται μαζί —σελήνη και κύμα και λευκότητα και δύση του Χρόνου και ύστατη μελαγχολική αναφώνηση— προκαλούν μία συγκίνηση που δεν μπορεί να προκληθεί απ’ οποιαδήποτε άλλη διευθέτηση των χρωμάτων, των ήχων και των μορφών. Αυτό το γράψιμο μπορούμε να το αποκαλέσουμε μεταφορικό, αλλά είναι, προτιμότερο να το αποκαλέσουμε συμβολικό, γιατί οι μεταφορές δεν είναι αρκετά βαθιές ώστε να μας συγκινούν, όταν δεν είναι σύμβολα, και όταν είναι σύμβολα είναι τα πιο τέλεια, αφού είναι τα πιο λεπτά —έξω από τον καθαρό ήχο— και μέσω αυτών μπορεί κανείς ν’ ανακαλύψει με τον καλύτερο τρόπο τι είναι σύμβολο». [6]

«[…] Μπορούμε τελικά να πούμε ότι ο Συμβολισμός ήταν μια προσπάθεια να διεισδύσει μέσα και πέρα από την πραγματικότητα σ’ έναν κόσμο ιδεών, είτε των ιδεών και των συναισθημάτων του ίδιου του ποιητή, είτε των Iδεών με την πλατωνική σημασία που αποτελούν έναν τέλειο υπερφυσικό κόσμο στον οποίο αποβλέπει ο άνθρωπος. Με σκοπό να προχωρήσει πέρα από την επιφάνεια της πραγματικότητας γίνεται συχνά μια συγχώνευση των εικόνων, ένα είδος στερεοσκοπικής εντύπωσης, ώστε να δοθεί μια τρίτη διάσταση. Μεγάλη έμφαση δίνεται επίσης στη μουσική ιδιότητα της ποίησης (που ο Valéry όρισε ως «cette hésitation prolongée entre le son et le sens» – «αυτή η παρατεταμένη ταλάντευση ανάμεσα στον ήχο και το νόημα») και επειδή γίνεται επιθυμητή μια μεγαλύτερη ευλυγισία εγκαταλείπεται, λ.χ., ο κανονικός ρυθμός του αλεξανδρινού δωδεκασύλλαβου και τα επαναλαμβανόμενα πρότυπα των παραδοσιακών μορφών ομοιοκαταληξίας.

Μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια έγινε ο ορισμός του Συμβολισμού, που είχε αρχίσει σιγά σιγά να αποκτά τη δική του ταυτότητα, σε ένα μανιφέστο δημοσιευμένο από το Jean Moréas σε άρθρο της εφημερίδας Le Figaro, στις 18 Σεπτέμβρη 1886. Μέσα σ’ αυτό υποστήριζε ότι είχε περάσει η εποχή του Ρομαντισμού καθώς και των διαδόχων του, δηλ. το κίνημα του Παρνασσισμού στην ποίηση και του Νατουραλισμού στο μυθιστόρημα και ότι αναμενόταν μια νέα μορφή τέχνης που ήταν και αναγκαία και αναπόφευκτη. Όριζε ότι η καινούρια κίνηση ήταν εναντίον της μετάδοσης πληροφοριών, εναντίον της ρητορείας, εναντίον της ψεύτικης συναισθηματικότητας και εναντίον της αντικειμενικής περιγραφής. Αντίθετα διακήρυσσε ότι σκοπός της νέας κίνησης ήταν η προσπάθεια να δώσει εξωτερική μορφή στις Ιδέες (σαφέστατα εννοεί τον όρο «Ιδέα» με τη σημασία της πλατωνικής φιλοσοφίας) […] [7]

ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ του ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΥ

  1. Εσωτερικότητα, είναι ποίηση της ψυχικής διάθεσης και των συναισθημάτων. Τα αντικείμενα του εξωτερικού κόσμου (στοιχεία της φύσης) γίνονται σύμβολα και αντιστοιχούν στις εσωτερικές, στις ψυχικές καταστάσεις και διαθέσεις του ποιητικού υποκειμένου.
  2. Υποβλητικότητα, θολή και ρευστή ατμόσφαιρα, ασάφεια. Οι ιδέες και τα συναισθήματα δεν λέγονται καθαρά, αλλά υποβάλλονται (υπαινίσσονται) μέσω εικόνων-συμβόλων με συνέπεια να γοητεύει τη φαντασία.
  3. Η απαισιοδοξία, η μελαγχολία και η θλίψη, ο ανεκπλήρωτος έρωτας, η απώλεια και η νοσταλγία.
  4. Εικόνες, παρομοιώσεις και μεταφορές από τις εποχές της φύσης, ιδιαίτερα το φθινόπωρο, τα λουλούδια, η ομίχλη, οι φεγγαρόφωτες βραδιές, η τρικυμισμένη θάλασσα, κ.ά.6Μουσικότητα. Η συμβολιστική ποίηση στηρίζεται στην ηχητική μαγεία των λέξεων.

 

Τα ΟΝΟΜΑΤΑ του ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΎ

α) Οι Πρόδρομοι:

Μπωντλαίρ, Λωτρεαμόν και Ζεράρ ντε Νερβάλ

 

β) Οι Εκπρόσωποι:

Ε.Α. Πόε, Σαρλ Μπωντλαίρ, Στεφάν Μαλαρμέ [αβρό τίποτα], Αρτύρ Ρεμπώ, Πωλ Βερλαίν, Πωλ Βαλερύ, Ρ.Μ. Ρίλκε, Πωλ Κλωντέλ [Ατλαζένιο Γοβάκι, Ο Κλήρος του Μεσημεριού, (θεατρικά έργα)], Αντρέι Μπέλι [η Μαγεία των λέξεων]

γ) Οι Μυθιστοριογράφοι:

Μαρσέλ Προυστ [Αναζητώντας τον Χαμένο Χρόνο], Καρλ Γιόρις Υσμάν [Αντίστροφα]

 

Στους ποιητές ή λογοτέχνες που επηρεάστηκαν από τον συμβολισμό συγκαταλέγονται συχνά οι Πωλ Βαλερύ, Μαρσέλ Προυστ και Γκυγιώμ Απολλιναίρ (Γαλλία), Τ. Σ. Έλιοτ, Ουίλιαμ Μπάτλερ Γέιτς και Τζέημς Τζόυς (αγγλόφωνη λογοτεχνία).

 

ΕΡΓΑ

 

1845 Ε.Α. Πόε, το Κοράκι, 1852 η μελέτη του Μπωντλαίρ για τον Πόε, 1857 Σαρλ Μπωντλαιρ, Τα Άνθη του Κακού, 1874 Στεφάν Μαλαρμέ, Το Απόγευμα ενός Φαύνου (πρώτη γραφή):

Μες στην πύρινη, ξανθή ώρα που περνάει

Το παν ακινητεί χωρίς ενδείξεις τεχνικής

Απ’ όπου ευχή και ζήτηση για υμέναιο πλησμονής·

Λοιπόν με το πρωτόγονο το σφρίγος θα ξυπνήσω

Μόνος κι ορθός, βαθιά σε κύμα φωτερό να ζήσω,

Κρίνοι! για την αγνότητα σαν ένας από σας.

Πιο εκφραστική απ’ το τίποτα, απ’ τα χείλη της ψευτιάς,

Με το φιλί τους δόλιο και για απάτη βεβαιωμένο,

Το στήθος μου, πάντ’ από κάθε εκδήλωση παρθένο,

Αποκρυμμένη μαρτυρεί μια δαγκανιά θεϊκή·

Μα τί μ’ αυτό! έχει κάτι εκλέξει για εκμυστηρευτή

Τον δίαυλο που πια ο σκοπός του στο ύπαιθρο επεκτάθη·

Που, ελκύοντας στα εσώτερά του της σαρκός τα πάθη,

Σε μονωδία ατέλειωτη ονειρεύεται χαρές

Για τις τριγύρω, που συγχέει, μύριες ομορφιές

Με του εύπιστου άσματός μας τις μυθώδεις παραστάσεις·

[8]

1874 Πωλ Βερλαίν Art Poetique, 1883 Πωλ Βερλαίν

Καταραμένοι ποιητές:

 

«αναγκαζόμαστε να διεκδικούμε, για λογαριασμό των Γραμμάτων, αυτά τα υπέροχα ονόματα, τους ποιητές, από τους οποίους ο ένας είναι αφανής, ο άλλος εν μέρει γνωστός και ο τρίτος παραγνωρισμένος, ο Τριστάν Κορμπιέρ:

ΜΙΚΡΟΣ ΠΟΥ ΠΕΘΑΝΕ ΣΤ’ ΑΣΤΕΙΑ (Tristan Corbiere)

Φύγε τώρα, κομμωτή κομητών!

Χόρτα στον άνεμο και τα μαλλιά σου.

Φωσφορισμούς θ’ αφήνουν τα βαθιά σου

άδεια μάτια, φωλιές των ερπετών.

 

 Κρίνοι, μυοσωτίδες, άνθη των

τάφων, θα γίνουνε μειδίαμα σου.

Φύγε τώρα, κομμωτή κομητών!

Δοξάρια σιωπηλά τα κόκαλά σου.

  

Το βαρύ πια μην κάνεις. Των ποιητών

τα φέρετρα παιχνιδάκια, στοχάσου,

είναι κι αθύρματα νεκροθαφτών.

Φύγε τώρα, κομμωτή κομητών!] [9]

 

ο Αρτύρ Ρεμπώ και ο Στεφάν Μαλαρμέ».

 

1885 Βαγκνερική επιθεώρηση

1898 Μαλαρμέ, Μια Ριξιά Ζαριών

1900 Κωστή Παλαμά, η Φοινικιά

1920 Πωλ Βαλερύ, Το θαλασσινό Κοιμητήρι

Κώστα Χατζόπουλου Φθινόπωρο

1922 Ρ.Μ.Ρίλκε, Οι Ελεγείες του Ντουίνο

 

«Η μορφή της ειλικρινούς ποίησης αντίθετα με τη μορφή της δημοφιλούς ποίησης, μπορεί κάποτε να είναι σκοτεινή ή να μη συμμορφώνεται προς τους κανόνες της γραμματικής όπως σε μερικά από τα καλύτερα τραγούδια της Αθωότητας  και της Πείρας του Ουίλιαμ Μπλέηκ […]», υποστηρίζει ο Ου. Μπ. Γέητς [10].

Ο Συμβολισμός ενσωμάτωσε την καθαρή ποίηση, το δόγμα η τέχνη για την τέχνη, τους παρακμιακούς, τους αισθητιστές, τους καταραμένους. Δόξασε την αισθητική απόλαυση, τη μουσικότητα, τη μηδενιστική στάση.

Κι όπως λέει ο Αμερικανός κριτικός Έντμουντ Ουίλσον, «Η ιστορία της λογοτεχνίας των καιρών μας είναι σε μεγάλο βαθμό η ιστορία της εξέλιξης του Συμβολισμού και της συγχώνευσης ή της σύγκρουσής του με τον Νατουραλισμό». [10] Και εν τέλει ο ίδιος κριτικός επιλέγει, «Στο Συμβολισμό βρίσκονται οι ρίζες της Μοντέρνας ποίησης».

 

[1] Με την ευρύτερη έννοια, σύμβολο είναι οτιδήποτε σημαίνει κάτι· κατ’ αυτήν την έννοια, κάθε λέξη είναι σύμβολο. Στην πραγμάτευση της λογοτεχνίας, εντούτοις, ο όρος «σύμβολο» χρησιμοποιείται μόνο για μια λέξη ή μια έκφραση που σημαίνει ένα αντικείμενο ή ένα γεγονός το οποίο με τη σειρά του σημαίνει κάτι άλλο ή παραπέμπει σε ένα φάσμα αναφορών πέραν του ιδίου. Ορισμένα σύμβολα είναι «συμβατικά» ή δημόσια: έτσι, «ο Σταυρός», «η Γαλανόλευκη» και «ο Καλός Ποιμήν» είναι όροι που αναφέρονται σε συμβολικά αντικείμενα η απώτερη σημασία των οποίων είναι καθορισμένη στο πλαίσιο μιας δεδομένης κουλτούρας. Οι ποιητές, όπως όλοι μας, μεταχειρίζονται τέτοιου είδους συμβατικά σύμβολα· πολλοί ποιητές, ωστόσο, χρησιμοποιούν επίσης «ιδιωτικά» ή «προσωπικά σύμβολα». Συχνά υιοθετούν ευρέως διαδεδομένες συσχετίσεις που συνδέουν ένα αντικείμενο, ένα γεγονός ή μια ενέργεια με μια συγκεκριμένη έννοια, όπως, λ.χ. τη γενική συσχέτιση του παγονιού με την περηφάνια και του αετού με τον ηρωικό αγώνα· του ανατέλλοντος ηλίου με τη γέννηση και του δύοντος ηλίου με το θάνατο· της αναρρίχησης με την προσπάθεια ή την πρόοδο και της καθόδου με την παράδοση ή την αποτυχία. Κάποιοι ποιητές, όμως χρησιμοποιούν επανειλημμένως σύμβολα που η σημασία τους είναι σε μεγάλο βαθμό δικής τους επινόησης, γεγονός που καθιστά δυσκολότερη την ερμηνεία τους. [M.H. Abrams, Λεξικό λογοτεχνικών όρων, μτφ. Γιάννα Δεληβοριά – Σοφία Χατζηιωαννίδου, Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2005, 461-462].
[2] Charles Chadwick, Συμβολισμός, μτφ. Στέλλα Αλεξοπούλου, Ερμής, Αθήνα 1981, 9 (Η γλώσσα της Κριτικής, ).
[3]σε μετάφραση Αναστάσιου Γιανναρα δημοσιευμένη αρχικά στο Περ. Κύκλος, φυλ. 1, Νοέμβριος 1945 και εν συνεχεία σε βιβλίο μαζί με τη Νεαρή Μοίρα, Εκδόσεις Πλέθρον, 1979
[4] M.H. Abrams, Λεξικό λογοτεχνικών όρων, ό.π. 460-461].
[5] Charles Chadwick, Συμβολισμός, ό.π. 9-12).
[6] W.B. Yeats, «Ο συμβολισμός της ποίησης», μτφ. Σπύρος Ηλιόπουλος, περ. Το μικρό Δέντρο, τχ. 3 (Φεβρ. 1982) 35-36.
[7] Charles Chadwick, Συμβολισμός, ό.π.15-16
[8] S. Mallarmé. 1958. “Το απόγευμα ενός φαύνου” [ειδύλλιο]. Μετ. Γ. Σ. Πατριαρχέας. Νέα Εστία 754 (1 Δεκεμβρίου 1958): 1320-1322.
[9] σε μετάφραση Κ.Γ. Καρυωτάκη
[10] το μικρό Δέντρο, περιοδικό φυλλάδιο τέχνης, EDMUND WILSON, το Κίνημα του Συμβολισμού (καταγωγή και εξέλιξη) & W,B. YEATS, ο συμβολισμός της ποίησης, Φεβ. 1982

 

 

 

 

Κώστας Γιαννόπουλος

Κώστας Γιαννόπουλος

Ο ΚΩΣΤΑΣ Ξ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Συνεργάστηκε για μια πενταετία με την εφημερίδα «η Εποχή» (όπου διατηρούσε τη στήλη'Περίτεχνα' και έφτιαχνε σκίτσα) και με το περιοδικό ‘''Στίγμα''’ από την ίδρυση του ως την αναστολή της έκδοσής του. Υπήρξε, επίσης, σύμβουλος του Πολιτισμικού Οργανισμού του Δήμου Αθηναίων όπου οργάνωσε ''5 συζητήσεις για ποίηση σαν παρτίδες πόκερ''Δημοσίευσε βιβλιοκριτικές στην «Καθημερινή» και στη «Νέα Εστία», παρουσίασε στο Γ΄ Πρόγραμμα της ΕΡΑ εκπομπές με ελληνική μελοποιημένη ποίηση, και αρθρογράφησε στο περιοδικό «Γαλέρα» καθώς και στα περιοδικά ''Νέο επίπεδο'' και ''Διαβάζω'' Εξέδωσε μια μονογραφία για τον Περικλή Γιαννόπουλο και μια μυθιστορηματική βιογραφία για τον Μιχαήλ Μητσάκη. Έχει γράψει ακόμη ένα θεατρικό μονόλογο και ένα βιογραφικό δοκίμιο για τον Κ. Γ. Καρυωτάκη, τα οποία είναι ανέκδοτα. Δημοσίευε στο περιοδικό «Ιστορία εικονογραφημένη» και συνεργάζεται με το περιοδικό δρόμου, ΣΧΕΔΊΑ ενώ είναι αρχισυντάκτης του Στρόβιλος.gr.

Αφήστε μια απάντηση

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.