You are currently viewing Κωστής Ζ. Καπελώνης: Σαλονάκια στις αλάνες

Κωστής Ζ. Καπελώνης: Σαλονάκια στις αλάνες

Σαλονάκια στις αλάνες

 

Εκ του μακρόθεν παρακολουθώ, γιατί εκ του κοντόθεν απελπίζομαι, τις εξορμήσεις των χειμερινών αθηναϊκών θεατρικών παραγωγών, στα αλανιάρικα θέατρα της επαρχίας. Έργα σαλονιού ή κρεβατοκάμαρας εξέρχονται στο ύπαιθρο, με τα απαραίτητα μικρόφωνά τους, για να ακούς τον ψίθυρο στερεοφωνικά, εκθέτοντας σε κοινή θέα ηθοποιούς και “ηθοποιούς”, που συμμετέχουν σε τηλεοπτικές σειρές της περασμένης εσοδείας. Ενθάδε κείται το θεατρόφιλο και φιλοθεάμον κοινό, που σπεύδει να καταβάλει το εισιτήριο των 25€, για να θαυμάσει και να προσκυνήσει τα είδωλα. Αλλά επειδή μαζεύονται πολλοί και τα κανονικά καθίσματα δεν φτάνουν, τους βάζουν σε πλαστικό-μεταλλικές καρέκλες πλιάν, να κάθονται δυο ώρες στην πλαγιά που γέρνει, με το ίδιο εισιτήριο των καρεκλών σκηνοθέτου και στο τέλος βγαίνει ο θιασάρχης και τους κάνει και παρατήρηση, ότι δεν κάνανε ησυχία, για να συγκεντρωθεί και να ερμηνεύσει. Υπάρχουν και οι αξιέπαινες εξαιρέσεις θεατρικών παραγωγών, που πουλάνε τις πρόσθετες καρέκλες σε μειωμένη τιμή.

Ο διαχειριστής του χώρου μοιράζει μερικές προσκλήσεις, που παρέχει ο παραγωγός με φειδώ, εισπράτει το ενοίκιο, ίσως να παίρνει και ποσοστά δεν ξέρω, αλλά δεν έχει καμία επιθυμία να επιλέξει τα θεάματα που φιλοξενεί, αφού δεν είναι διατεθειμένος να πληρώσει για το καλύτερο και απλώς ρυθμίζει την κυκλοφορία παραστάσεων, κατά πως βολεύει τον υπεύθυνο της περιοδείας του κάθε θιάσου, για να συνδυάσει τα ταξίδια από πόλη σε πόλη, με τέτοιο τρόπο, ώστε να προλαβαίνει τα στήσει, να παίξει, να ξεκουβαλήσει και να πάει στην επόμενη πιάτσα, να προλάβει εξήντα παραστάσεις, για να βγουν τα έξοδα κι αν δεν πάει καλά η προπώληση, να ακυρώνει και να μένει το Θέατρο απρογραμμάτιστο.

Η ιδέα να γίνεται μια πρόβα επιτόπου, έχει εξοβελιστεί στο απώτατο παρελθόν, την εποχή που κάναμε μια πρόβα σαν γενική δοκιμή σε κάθε πιάτσα και την άλλη μέρα παράσταση και την άλλη ταξίδι.

Τα σκηνικά που παίζουν το χειμώνα στο κλειστό θέατρο, δεν κάνουν για το ύπαιθρο, είτε γιατί θέλουν τρεις μέρες να στηθούν, είτε γιατί αν βρέξει θα χαλάσουν και επομένως φτιάχνουμε κάτι υποκατάστατα σκηνογραφίας, που να στήνονται σε δυο ώρες, ρυθμίζουμε τα φώτα στο μισάωρο που μπαίνει μέσα ο κόσμος και μακάρι να υπάρχει και κανένα καμαρίνι, έτσι για να μην ξεβρακώνεται ο ηθοποιός στο ύπαιθρο. Δηλαδή μιλάμε για πλήρη διασκευή της αρχικής παράστασης.

Αυτά συμβαίνουν κατά κανόνα στις χειμερινές αθηναϊκες “επιτυχίες”, που βγαίνουν στην επαρχία, για να κονομήσουν.

Αλλά υπάρχουν και χειρότερα. Εκ των ενόντων συγκρότηση θιάσου με πεντέξι τηλεοπτικούς, που ανάθεμα κι αν έκαναν δέκα πρόβες, απαγγέλουν ένα κείμενο, που μάλλον είναι αυτοσχεδιασμός με βάση τα γραμμένα από τον συγγραφέα, κάνουν μεταξύ τους εσωτερικής κατανάλωσης καλαμπούρια που εμφανίζουν ως κωμωδία και μάλιστα το τονίζουν και στις αφίσες: «η ιλιγγιώδης κωμωδία», «μια κωμωδία που θα σας μείνει αξέχαστη», «η κωμωδία του χειμώνα τώρα και το καλοκαίρι», «μια κωμωδία που δεν έχει ξαναγίνει», «η κωμωδία των κωμωδιών» και αλλά τέτοια. Ουδέποτε βάζουμε στην αφίσα “Δράμα”, όπως γινότανε παλιά, που διαφημίζαμε με ειλικρίνεια το προϊόν, αφού έχει περάσει παντού η χαζοχαρούμενη ευχαρίστηση που πλασάρουμε χαμόγελα υπαλλήλων κινητής τηλεφωνίας και παρόμοιων ιδρυμάτων που πουλάνε αέρα για ηλεκτρονικές ικανοποιήσεις.

Καμιά φορά κάνουμε και τη μισή “παράσταση” βίντεο, από τα αναρτημένα μας στο YouTube, λέμε και τρία αστειάκια από τα έτοιμα της τελευταίας πενταετίας και το ονομάζουμε standup comedy.

Ακούω και σέβομαι τον αντίλογο των θεατών, που λένε: «Δεν μπορώ να πηγαίνω στην Αθήνα να βλέπω παραστάσεις, πάω λοιπόν όταν έρχονται εδώ και τι να κάνω, το ρισκάρω.» Είναι αλήθεια ότι υπάρχουν θεατές που παίρνουν μεγάλα ρίσκα, γιατί μια  μόνο παράσταση παίζεται στην πόλη τους, επομένως δεν μπορεί να τους προστατεύσει ο χθεσινός θεατής. Μήπως όμως οι περιοδεύοντες καλλιτέχνες έχουν υποχρέωση να σέβονται τον θεατή της επαρχίας; Στις παραστάσεις της Αθήνας όλο και θα ακουστεί μια φήμη και προσέχουν κάπως, αν και φυσικό είναι όλοι να πιστεύουν ότι έχουν ετοιμάσει το soldout της σαιζόν.

Όμως, οι ανοιχτοί υπαίθριοι χώροι έχουν κανόνες. Περιβάλλοντος, ήχου, γεωμετρίας του κάθε χώρου, απόστασης του θεατή, σε τι καρέκλα κάθεται, πόσο αντέχει να τον κοροϊδέψεις και άλλα πολλά, τα οποία πολύ καλά γνωρίζουν όλοι, αλλά κάποιοι βγαίνουν μόνο και μόνο για να μαζέψουν τα σπασμένα του χειμώνα, που τα ουρανομήκη soldout τους έβαλαν μέσα.

Πάντα υπάρχουν και οι λαμπρές εξαιρέσεις αυτής της αρπαχτής, που σέβονται τους θεατές, τους ηθοποιούς που μοχθούν, τις σκηνοθεσίες, το θέατρο γενικά.

Καλό θα ήταν όμως, οι μεν θίασοι που νομίζουν ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του χώρου για την παράσταση που παίζουν, να αποφεύγουν ακατάλληλα «θέατρα» και οι υπεύθυνοι των θεάτρων να αποφεύγουν να φιλοξενούν θιάσους και ιδίως θεατρικούς παραγωγούς, που δεν σέβονται το χώρο και το κοινό και δεν τηρούν τα συμφωνημένα.

 

Βεβαίως θα ήταν ευχής έργο, να ξαναβλέπαμε σε κάθε πόλη, έστω για τρεις ή τέσσερις βδομάδες, να γίνονται φεστιβάλ με επιλογή παραστάσεων, που να κάνουν ένα διάλογο με το παρόν και το παρελθόν της κάθε πόλης, με αναθέσεις παραστάσεων ακριβώς για το συγκεκριμένο φεστιβάλ, όπως ήταν κάποτε το Αναγεννησιακό Φεστιβάλ στο Ρέθυμνο παραδείγματος χάριν, που εγκαταλείφθηκε από την πίεση των κεντρικών θεατρικών παραγωγών και τις οικονομικές προτεραιότητες του Δήμου.

 

Μια ουτοπία, που μόνο με κεντρική πολιτική βούληση για τον Πολιτισμό μπορεί να σταθεί και με την διάθεση των τοπικών αρχόντων να επενδύσουν στο πολιτιστικό προφίλ της πόλης τους, όπως συνήθως διατείνονται στους λόγους που εκφωνούν σε παντός είδους πολιτιστικά γεγονότα και στις συνεντεύξεις τους, αλλά στην πράξη ΔΕΝ.

 

[Φωτογραφίες του Αρχείου μου, από τις εποχές άλλων περιοδειών, με το Θέατρο Τέχνης σε πρόβα: ΙΟΥΛΙΟΣ 1988, “ΒΑΚΧΕΣ στους Δελφούς. ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 1988 “ΑΣΤΕΡΙΑ ΣΤΟΝ ΠΡΩΙΝΟ ΟΥΡΑΝΟ” στη Θεσσαλονίκη. ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 1992 – “ΝΕΦΕΛΕΣ”, στα Χανιά και στους Φιλίππους. ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 1993 “ΒΑΤΡΑΧΟΙ” στη Δωδώνη. ΙΟΥΛΙΟΣ 1994 “ΤΡΩΑΔΕΣ” στη Λειβαδιά και ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 1994 στην Ελευσίνα.]
ΚΖΚ 20.8.2025

 

Κωστής Καπελώνης

Κωστής Καπελώνης Ο Κωστής Καπελώνης γεννήθηκε στο Ρέθυμνο το 1952. Σπούδασε Μαθηματικά στο Πανεπιστημίο Αθηνών και θέατρο στη Δραματική Σχολή του Θεάτρου Tέχνης Kαρόλου Kουν. Διετέλεσε Kαλλιτεχνικός Διευθυντής του ΔHΠEΘE Kρήτης, υπηρέτησε στο Kρατικό Θέατρο Bορείου Eλλάδος και το 2002 ίδρυσε τον θίασο “Θ όπως Θέατρο”. Από το 1994 έχει σκηνοθετήσει πάνω από 50 παραστάσεις – μεταξύ των οποίων Το Παραμύθι από Χαρτί που τιμήθηκε με το βραβείο δραματουργίας Κ. Κουν 2003. Έχει εκδώσει αρκετά βιβλία, έχει γράψει στίχους για τραγούδια και έχει ασχοληθεί με τον κινηματογράφο, το ραδιόφωνο και την τηλεόραση. Είναι διευθυντής της Δραματικής Σχολής του Θεάτρου Τέχνης και εργάζεται ως ηθοποιός, σκηνοθέτης, σχεδιαστής φωτισμών κλπ.

Αφήστε μια απάντηση

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.