Ο Γιάννης Τσαρούχης για τον Κάρολο Κουν:«Ο Κουν είναι σαν ερωτευμένος, που ο Έρωτας τον οδήγησε στην άκρα σοβαρότητα.»
Ο Κουν για τους ηθοποιούς είναι Τύραννος, αλλά ένας καλλιεργημένος και γοητευτικός Τύραννος. Την ίδια ώρα, μπορεί να υποτάξει τη σκηνοθετική του άποψη σε έναν ηθοποιό, όπως κάνει με τον Λαζάνη στους Αχαρνής.
Έχει μια τεράστια γνώση, την οποία δεν αναλύει ποτέ. Η σκέψη και η διάνοια φαίνεται υποταγμένη πλήρως στο συναίσθημα. Σε ένα συναίσθημα, που είχε προκύψει μετά από πολλή ανάλυση και σκέψη. Με μαθηματικούς όρους: είχες την εντύπωση ότι λειτουργεί με «αξιώματα», που όμως έχει παιδευτεί πολλά χρόνια να αποδείξει.
Δημιουργεί στον ηθοποιό μια συναισθηματική εξάρτηση και τον υποχρεώνει να τον ακολουθήσει. Είναι σκληρός και τυραννικός, αλλά αμέσως μετά ξεχειλίζει αγάπη και συμπάθεια.
Φαίνεται να δίνει στον ηθοποιό απόλυτη ελευθερία, όμως μόνο όταν προσεγγίζει αυτό που εκείνος θέλει. Αν ο ηθοποιός απομακρύνεται από αυτό, ο δρόμος είναι απαγορευμένος.
Έχει απόλυτο έλεγχο της σκηνής την ώρα της πρόβας. Και απόλυτο έλεγχο του μυαλού του. Αν όμως κάτι, την ώρα της πρόβας, τον αποσπά ή τον βασανίζει, η πρόβα πρέπει να διακοπεί. Εγκαταλείπει αμέσως τη σκηνή.
Κάθε στιγμή είναι σημαντική και εξαιρετική. Ακόμη και μια ελάχιστη λεπτομέρεια κίνησης, όπως όταν παιδεύεται πάρα πολλή ώρα να βρει, πώς η Μερκούρη-Κληταιμνήστρα θα ξεκουμπώσει το πέδιλο του Αγαμέμνονα, όταν έπρεπε να του βγάλει τα παπούτσια, για να πατήσει στα κόκκινα χαλιά, να μπει στο παλάτι.
Κάθε σημείο του χώρου είναι υπό τον έλεγχό του συνεχώς. Ακόμη κι όταν χρειάζεται να κάνει κάτι άλλο παράλληλα, πχ να πει μια σκέψη του στον μουσικό ή τον σκηνογράφο δίπλα του. Αν εκείνη τη στιγμή συμβεί επί σκηνής οποιοδήποτε «λάθος», ακόμη και μια ελάχιστη κίνηση κεφαλιού, η συνεργασία με τον δίπλα του πρέπει να αναβληθεί.
Υπάρχουν αόρατα νήματα σύνδεσής του με όλα τα σημεία της σκηνής. Με όλους τους Ηθοποιούς. Ακόμη και με τα αντικείμενα.
Όταν δεν είναι παρών στην πρόβα, όπως όταν γίνεται μια δοκιμή κίνησης ή μουσικής, ακούει την πρόβα από το μικρό γραφειάκι του Υπογείου και ξαφνικά πετιέται στο αριστερό παρασκήνιο και φωνάζει: «Για ξαναπές την αυτή τη φράση…» Η απάντηση μας: «Μα τώρα κάνουμε την κίνηση κύριε Κουν» του φαίνεται αδιανόητη…
Σε μια τελματωμένη πρόβα στην Ορέστεια, έξαλλος, ζητάει από τους παλιότερους ηθοποιούς φωνάζοντας «να πάρουν μια πρωτοβουλία» ο κορυφαίος Α.Θ., ο οποίος ξεκίναγε την πάροδο στον Αγαμέμνονα, αρχίζει με λαρυγγισμούς και φωνητικά τερτίπια προσπαθώντας να εντυπωσιάσει, αλλά αδιαφορώντας πλήρως για το νόημα του κειμένου που έλεγε. Τότε ο Κουν, ακόμη πιο έξαλλος: «Τι είναι αυτά, Αντώνη;» και ο Αντώνης «Ε, κύριε Κουν, είπατε να πάρουμε μια πρωτοβουλία» και ο Κουν ακόμη πιο έξαλλος: «Στο Βορείου Ελλάδος να παίρνετε πρωτοβουλίες!!!» Ο Αντώνης, απόφοιτος της Σχολής του Θεάτρου Τέχνης, είχε κάνει πριν από την Ορέστεια μια δεκάχρονη θητεία στο ΚΘΒΕ.
Στον Προμηθέα, ο Λαζάνης ζητάει βοήθεια από την Παπαλεξοπούλου, να δουλέψουν μαζί τον λόγο. Στην πρόβα προσπαθεί να εφαρμόσει στοιχεία του «μαθήματος». Ο Κουν καταλαβαίνει ότι «κάτι δεν πάει καλά», και εν εξάλλω καταστάση ουρλιάζει: «Τι είναι αυτά Γιώργο;;;;;;» Ο Λαζάνης καταλαβαίνει, ότι θα γίνει χαμός και προλαβαίνει: «Κάτι δοκίμασα, Τσαρλίκο. Εντάξει, πάμε πάλι.» Και ξαναπιάνει τον μονόλογο, με όλη την ασφαλή μανιέρα του, με τα θαυμαστά τρεμουλιαστά μπάσα του, για να καθησυχάσει τον τρόμο του Κουν και η διαφωνία τελειώνει εκεί.
Στον Προμηθέα πάλι, στην Επίδαυρο, ο Φωτόπουλος έχει σκεφτεί το βάψιμο του σκηνικού με γυαλιστερή λάκα, αλλά επειδή ξέρει πολύ καλά, ότι ο Κουν απεχθάνεται τα γυαλιστερά, αποφεύγει να βάψει το σκηνικό από μέρα σε μέρα, λέγοντας διάφορες δικαιολογίες μέχρι τη γενική δοκιμή, για να το δει ο Κουν με τον φωτισμό τελειωμένο και να φανεί η καταπληκτική ιδέα του, όπου οι Ωκεανίδες καθρεφτίζονταν στο πάτωμα σαν να περπάταγαν πάνω στη θάλασσα. Αν ο Κουν το έβλεπε με το φως της μέρας, σίγουρα θα είχε ζητήσει να γίνει ματ.
Στις δοκιμές για το χρώμα που θα βαφτεί η Φρυνίχου, κάνει μια ίδια «εξαπάτηση»: Έχει πει στους μπογιατζήδες να κάνουν δείγματα του χρώματος στο πιο σκοτεινό σημείο της οικοδομής, για να «υποχρεώσει» τον Κουν να διαλέξει. Ξέρει ότι ο Κουν θα διαλέξει το πιο σκούρο. Έτσι καταφέρνει η Φρυνίχου να βαφτεί με ένα ανοιχτότερο γκρι από το γκρι-Κουν του Υπογείου. Γκρι-Κουν αποκαλούσαν οι σκηνογράφοι το γκρι του Υπογείου, που προφανώς ήταν χρώμα του Τσαρούχη, δηλαδή ένα μαύρο ξανοιγμένο με ώχρα και λίγο κόκκινο…
Στη συνέντευξη με τον Μαρωνίτη, όπου μιλούν για το αρχαίο Δράμα, ο Μαρωνίτης, θαυμαστής των Ορνίθων, κάνει συνεχείς αναφορές στην παράσταση και ο Κουν κάθε φορά συμφωνεί μεν, αλλά λέει: «Ναι… αλλά στους Αχαρνής…», δείχνοντας έτσι ότι ο ίδιος προτιμά τους Αχαρνής από τους Όρνιθες.
[Φωτογραφίες στη Φλωρεντία και στο Βερολίνο, από την περιοδεία του Θεάτρου Τέχνης το 1979, με τον Κάρολο Κουν, με δύο έργα: Ειρήνη και Οιδίπους Τύραννος. Εμείς –τότε- πρωτοετείς φοιτητές της Σχολής.]
ΚΖΚ 23.5.2025