Για την δεσποινίδα, εδώ και πολύ καιρό, υπάρχουν δύο κόσμοι, εντελώς διαφορετικοί μεταξύ τους όχι όμως και εντελώς χωριστοί. Ο ένας είναι ο γνωστός μας κόσμος, αυτός που όλος ο κόσμος ονομάζει «κόσμο», ολόκληρη τούτη η βουερή κι απέραντη γη με τους ανθρώπους της και τη ζωή τους, τα ένστικτά, τις σκέψεις, τις πίστεις και τις επιδιώξεις τους, με τις παντοτινές ανάγκες τους για δημιουργία και καταστροφή και το ανεξήγητο παιχνίδι της έλξης και της απώθησής τους. Κι ο άλλος, ο άλλος κόσμος, είναι ο κόσμος του χρήματος, το βασίλειο του κέρδους και της σφιχτής οικονομίας, ο κρυμμένος και σιωπηλός, γνωστός μόνο στους λίγους κόσμος, ένα τοπίο ακαθόριστο, όπου ο σιωπηρός αγώνας και τα ανομολόγητα όνειρα ποτέ δεν σταματούν κι όπου οι λογαριασμοί και το μέτρημα του παρά λατρεύονται σαν δύο βουβές θεότητες. Αυτός ο άλλος κόσμος, που ούτε ακούγεται κι ούτε φαίνεται, δεν υπολείπεται του πρώτου, δεν είναι ούτε μικρότερος ούτε λιγότερο ποικίλος κι ούτε λιγότερο πλούσιος από τον πρώτο. Έχει κι αυτός τους ήλιους και τους έναστρους ουρανούς του, τις αυγές και τα σύθαμπα, τ’ ανεβάσματα και τις πτώσεις του, τις ευλογημένες καρποφορίες και τις σιτοδείες του. Έχει κι αυτός ο κόσμος τη μεγάλη και άγνωστη εσωτερική δύναμή του, έχει τις δικές του αρχές όπου όλα στηρίζονται και πάνω στις οποίες κινούνται όλα γύρω του κι ο αδύναμος θνητός ελάχιστα μόνο μπορεί να δει και να καταλάβει. Αυτός ο σκοτεινός κι αρνητικός κόσμος ήταν για την δεσποινίδα η όψη ενώ ο πρώτος κόσμος ήταν η ανάποδη.
Το παραπάνω απόσπασμα είναι από το μυθιστόρημα του Βόσνιου Ίβο Άντριτς, Η ΔΕΣΠΟΙΝΙΔΑ. Πρόκειται για την ιστορία μιας Σέρβας που αναπτύσσει δραστηριότητα τοκογλύφου πριν και κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου. Μια αντιηρωίδα, αποτέλεσμα των κοινωνικών συνθηκών, όπου ο άνθρωπος, στην προσπάθειά του να σταθεί στα πόδια του, τρελαίνεται.
Το βιβλίο βρέθηκε ανάμεσα στα αδιάβαστα της βιβλιοθήκης μου στο νησί. Διαβάζοντάς το τώρα, σε μια περίοδο που οι διεθνείς εξελίξεις δεν απέχουν και πολύ από την ώθησή μας στην τρέλα, παρά το γεγονός ότι κάποιος θα μπορούσε να το χαρακτηρίσει έως και βαρετό, λόγω έλλειψης πλοκής, αισθάνθηκα να με συγκλονίζει η παράλληλη ψυχολογική κατάσταση, – τηρουμένων πάντα των αναλογιών, με την σημερινή μας ηθική κατάπτωση. Ένας κόσμος από την καλή και από την ανάποδη, όπου η ανάποδη έχει κρύψει την καλή! άνθρωποι άβουλοι, ανήμποροι να ρυθμίσουν τις τύχες τους, περιμένουν απλώς να υποδεχθούν τα γεγονότα. Και αυτό δεν είναι το χειρότερο φαινόμενο. Το χειρότερο είναι ότι το τέρας για το οποίο μιλούσε ο πάντα επίκαιρος Χατζιδάκις, «δεξιός» και ταυτόχρονα ο τελευταίος αριστερός, αυτό που αρχίσαμε να ανεχόμαστε, κατάφερε να μας κάνει να του μοιάζουμε τόσο, ώστε να ανεχόμαστε την φρίκη και να μας τρομάζει η ομορφιά. Αυτή η ομορφιά για την οποία μιλούσε ο Ντοστογιέφσκι, όχι μόνο δεν φαίνεται να σώζει τον κόσμο, αλλά μοιάζει να περνάει από δίπλα του και κανείς να μην την προσέχει.
Σε όλη την περίοδο που μεσολάβησε από την αφήγηση του Ίβο Άντριτς, οι πόλεμοι δεν σταμάτησαν ποτέ και όλος ο καημός των «σκεπτόμενων» ανθρώπων είναι να βρίσκονται στην σωστή πλευρά της ιστορίας,- θέση που μεταφράζεται στο να μην βρεθούν στην πλευρά εκείνη που θα χάσει και θα χαθεί. Και πως να διακρίνει κανείς την σωστή πλευρά όταν όλος ο πλανήτης είναι άνω κάτω και όλες οι βεβαιότητες έχουν καταρρεύσει;
Από την άλλη, η ανάποδη πλευρά, έχει για μοναδική της αγωνία τον πολλαπλασιασμό του χρήματος, το μόνο καταφύγιο για ασφάλεια και σιγουριά. Δεν ξέρω τι θα γινόταν αν το χρήμα εξαφανιζόταν από προσώπου γης, όπως αυτό συνέβη σε έναν εφιάλτη της ηρωίδας στο βιβλίο. Εκείνο που ξέρω,- όπως όλοι μας άλλωστε, είναι πως αυτό είναι ο αιώνιος θεός που μπροστά του κάθε τι όμορφο χάνει την αξία του. Η δε ανάποδη πλευρά, δεν θα υπήρχε δίχως την καλή πλευρά που ολοένα θαμπώνει αλλά δεν παύει να στηρίζει την άλλη πλευρά. Όσο και αν προσπαθώ να δω τους δύο κόσμους, καταλήγω να βλέπω μόνο τον ένα να κρύβει τον άλλο. Με αυτή την θλιβερή διαπίστωση, δεν μπορώ να ατενίσω με αισιοδοξία το μέλλον. Άλλωστε φοβάμαι πως αν κατέτασσα τον εαυτό μου στους αισιόδοξους, θα ήταν σαν να τον τοποθετούσα στην ίδια πλευρά με όσους βλέπουν μια ευκαιρία σε κάθε καταστροφή.
