Η γλώσσα ως όχημα μνήμης, προβληματισμού και διαλόγου
Οι συγγραφείς και οι ποιητές κραυγάζουν για τη γη, το σπίτι μας. Τους ακούει κανείς σήμερα; Ή μήπως οι λέξεις τους χάνονται στη σιωπή των πράξεων; Σε έναν κόσμο που η κλιματική κρίση γίνεται καθημερινότητα, τι νόημα έχει να «κραυγάζουμε» μέσα από τη γραφή;
Αυτά τα ερωτήματα ήρθαν στον νου μου διαβάζοντας τα κείμενα και τα ποιήματα αυτής της όμορφης δίγλωσσης ανθολογίας ποίησης και σύντομων διηγημάτων με τίτλο “Κραυγές από τη Γη”.
Όμορφο και ελπιδοφόρο το εξώφυλλο, γεμάτο χρώματα, των εκδόσεων Ελληνοεκδοτική από τις οποίες κυκλοφορεί η ανθολογία. Οι δημιουργοί στρέφονται στη γη για να ανασύρουν κραυγές που έγιναν λόγος, πληγές που έγιναν ποίηση, σιωπές που διεκδικούν φως. Σε μια εποχή όπου η γη μάς μοιάζει να βουβαίνεται από βία, λήθη ή αδιαφορία, της, ο ποιητής, δημιουργός και διαχειριστής του Patras World Poetry Festival, του «Γραφείον Ποιήσεως», των Βραβείων Ποίησης «Jean Moréas», του βιότοπου πολιτισμού Culture Book Αντώνης Δ. Σκιαθάς, επιμελήθηκε τα κείμενα και τα ποιήματα ενώ η κυρία Ζώζη Ζωγραφίδου τα μετέφρασε στα Ιταλικά. Η έκδοση της ανθολογίας δεν θα μπορούσε να γίνει χωρίς τη στήριξη του Ιταλικού Ινστιτούτου στην Αθήνα.
Στον πρόλογο της ανθολογίας, ο Πρόεδρος του Ιταλικού Ινστιτούτου Francesco Neri γράφει: «Η λογοτεχνία, στην πιο αυθεντική της έκφραση, αποτελεί μια γέφυρα μεταξύ γλωσσών, πολιτισμών και εποχών. Συνιστά ένα όχημα μνήμης, προβληματισμού και διαλόγου ενώ στη μετάφραση βρίσκει ένα ουσιαστικό μέσο για να διευρύνει τη φωνή και τον αντίκτυπό της. Η δίγλωσση ανθολογία ποίησης και σύντομων αφηγημάτων «Κραυγές από τη Γη» αποτελεί ένα εξαιρετικό παράδειγμα αυτού του διαπολιτισμικού διαλόγου, δίνοντας την ευκαιρία στους Ιταλούς και τους Έλληνες αναγνώστες να μοιραστούν μια κοινή λογοτεχνική εμπειρία, προς όφελος μιας καθολικής ευαισθητοποίησης για τη φύση και το μέλλον της ανθρωπότητας».
Η ανθολογία παρουσιάζει τη λογοτεχνία ως συλλογική μαρτυρία και πολιτιστική γέφυρα, αναδεικνύοντας τη δύναμη της λογοτεχνίας να συνδέει γλώσσες, πολιτισμούς και εποχές. Στη συλλογή η γη γίνεται μάρτυρας, η γλώσσα φορέας αντίστασης και η ποίηση μια μορφή ήσυχης και επίμονης επιβίωσης. Σε μια εποχή περιβαλλοντικής βίας, κοινωνικής αβεβαιότητας και υπαρξιακής αποξένωσης, η συλλογή μάς θυμίζει ότι η λογοτεχνία μπορεί ακόμη να ριζώσει βαθιά, σαν «κράξιμο» ή σαν «ρίζα». Η δίγλωσση αυτή ανθολογία λειτουργεί όχι μόνο ως λογοτεχνικό εγχείρημα αλλά και ως διαπολιτισμική τελετουργία μνήμης και προειδοποίησης. Η γη εδώ δεν είναι ουδέτερο φόντο, αλλά τη βιώνουμε ως σώμα πληγωμένο, μητέρα που φωνάζει, πεδίο αντίστασης και σιωπηλής φρίκης. Μέσα από τα ποιητικά θραύσματα και τις πεζολογικές αφηγήσεις, οι συγγραφείς ακουμπούν πάνω σε φυσικά και ιστορικά ρήγματα: δάση που καίγονται, χωριά που ερημώνονται, τόποι που θυμούνται όσα οι άνθρωποι ξέχασαν. Το τοπίο γίνεται, κυριολεκτικά, υποκείμενο με φωνή. Φωνές που αναδύονται από τη μνήμη, τη γη, την Ιστορία ή την υπαρξιακή εμπειρία. Κάθε λέξη των δημιουργών μοιάζει να φυτρώνει απευθείας απ’ τα σπλάχνα της. Σαν κραυγή που δεν αντέχει πια να μένει θαμμένη. Έτσι, η συλλογή γίνεται μια πράξη ακρόασης προς τη γη, αλλά και μια πράξη ευθύνης. Η ευθύνη του να μην αποστρέψουμε το βλέμμα, να μεταφέρουμε τη φωνή όσο πιο μακριά μπορεί να ταξιδέψει. Η διγλωσσία εδώ δεν είναι απλώς μια μορφή εξωστρέφειας αλλά ένας τρόπος να συναντιούνται οι πολιτισμοί στην κοινή αγωνία. Η εξωστρέφεια είναι πράξη πολιτιστικής συνάντησης, όχι απλώς διάδοσης. Ο διαπολιτισμικός διάλογος δεν είναι απλώς ανταλλαγή γλωσσών. Είναι η συνάντηση βλεμμάτων, αφηγήσεων και τρόπων να πενθείς ή να αντιστέκεσαι. Το ελληνικό και το ιταλικό στοιχείο συγκλίνουν όχι μόνο γεωγραφικά, αλλά και λογοτεχνικά, σε μια Μεσόγειο που απειλείται, σε μια φύση που εκπέμπει SOS, σε μια κοινή μήτρα τραύματος και ελπίδας. Με αυτήν τη συλλογή Αντώνης Σκιαθάς και Ζώζη Ζωγραφίδου επιχείρησαν να δημιουργήσουν ένα κοινό πεδίο φωνές με διαφορετικές παραδόσεις, αλλά κοινή ανησυχία: τον πόνο της γης, την ανάγκη της εγρήγορσης και το κατάφεραν άριστα. Ο διάλογος έγινε σώμα, ποίηση, κοινή κραυγή. Αυτό άλλωστε ήταν και το μεγάλο στοίχημα.
Στον συλλογικό αυτό τόμο γράφουν αγαπημένοι συγγραφείς αλλά και νεότεροι ή λιγότερο γνωστοί συγγραφείς/ποιητές και ποιήτριες, που συνθέτουν ένα μωσαϊκό ευαισθησιών. Άλλοτε ρεαλιστικά, άλλοτε λυρικά ή υπαινικτικά, τα κείμενα και τα ποιήματα αγγίζουν με ενσυναίσθηση την περιβαλλοντική καταστροφή, την ιστορική βία, τη φθορά της γλώσσας και της συλλογικής μνήμης. Δεν θέλω να ξεχωρίσω ποια κείμενα μου άρεσαν περισσότερο. Το καθένα είναι ξεχωριστό. Αφήνω στους αναγνώστες να επιλέξουν.
Κώστας Ακρίβος, Πηνελόπη Αλιβιζάτου, Ευάγγελος Αυδίκος, Άννα Αφεντουλίδου, Δημήτρης Βαρβαρήγος, Γιώργος Βέης, Ευριπίδης Γαραντούδης, Τζούλια Γκανάσου, Γιώργος Γκόζης, Άννα Γρίβα, Γιώργος Γώτης, Βερονίκη Δαλακούρα, Αλεξάνδρα Δεληγιώργη, Βαγγέλης Δρόσος, Λίλυ Εξαρχοπούλου, Λένια Ζαφειροπούλου, Ζώζη Ζωγραφίδου, Σοφία Ιακωβίδη, Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης, Κώστας Καβανόζης, Λένα Καλλέργη, Νίκος Κατσαλίδας, Μάνος Κοντολέων, Θωμάς Κοροβίνης, Θεώνη Κοτίνη, Ζέτα Κουντούρη, Μαρία Κούρση, Στάθης Κουτσούνης, Κατερίνα Λιάτζουρα, Γιώργος Λίλλης, Μιχάλης Μακρόπουλος, Χάρης Μελιτάς, Μιχαήλ Μοδινός, Αλεξάνδρα Μπακονίκα, Ηρώ Νικοπούλου, Νίκος Ξένιος, Μανώλης Ξεξάκης, Παυλίνα Παμπούδη, Μαργαρίτα Παπαγεωργίου, Αριστέα Παπαλεξάνδρου, Άκης Παρώδης, Σωτήρης Παστάκας, Αγγελική Πεχλιβάνη, Μανόλης Πρατικάκης, Λιάνα Σακελλίου, Αντώνης Δ. Σκιαθάς, Κώστας Σουέρεφ, Μάνος Στεφανίδης, Κλαίτη Σωτηριάδου, Βαγγέλης Τασιόπουλος, Γεωργία Τριανταφυλλίδου, Ευρυδίκη Τρισόν, Φωτεινή Τσαλίκογλου.
Η φωνή τους είναι μία φωνή που προηγείται της καταστροφής ή τη συνοδεύει με πόνο και όραμα. Δεν κραυγάζουν απαραίτητα για να ακουστούν αλλά για να μη σιωπήσουν μπροστά στην απώλεια. Αν τους ακούμε; Όχι όσο θα έπρεπε. Ο λόγος τους δεν είναι ιαχή του πλήθους αλλά το κάλεσμα μιας άλλης συνείδησης. Αν έστω κι ένας αναγνώστης σταθεί και ακούσει τη γη να πονά μέσα από τις λέξεις τους, τότε η Τέχνη έχει πετύχει τον σκοπό της. Στα πεζογραφήματα ή τα ποιήματα τους, η γη δεν είναι ποτέ ουδέτερη. Είναι ένα σώμα που αιμορραγεί είναι η πρώτη μας μήτρα και ο τελικός μας τάφος. Σε αυτήν τη συλλογή, η γη δεν είναι ένα απλό σκηνικό αλλά μια φωνή, πληγωμένη, μυστική και μαχητική. Οι κραυγές τους υπενθυμίζουν και προειδοποιούν ότι η γη δεν ανήκει σε κανέναν, αλλά μάς χρειάζεται όλους. Δεν είναι κραυγές πανικού αλλά κραυγές μνήμης, αγωνίας και πράξης. Οι ποιητές και οι πεζογράφοι δεν υψώνουν απλά τη φωνή τους, αλλά την ξεριζώνουν από το σώμα τους και τη μεταμορφώνουν σε λόγο, σε εικόνα, σε συγκίνηση. Η φωνή τους έρχεται από τα έγκατα της γης που βουλιάζει, από ένα δέντρο που δεν αντέχει άλλη φωτιά, από το σώμα που θυμάται πώς είναι να καίγεται αόρατο. Κραυγάζουμε κι εμείς οι αναγνώστες μαζί τους, για να προλάβουμε να τη σώσουμε, για τα παιδιά και τα εγγόνια μας που δεν θα γνωρίσουν καθαρό αέρα, για τα δάση που δεν θα ξαναγεννηθούν, για τα ζώα που θα χαθούν. Η κραυγή στη συλλογή είναι πράξη ευθύνης. Είναι στίγμα. Είναι το «δεν αντέχω άλλο» που γίνεται «δεν σωπαίνω άλλο». Οι πρόγονοι μας την παρέδωσαν για να την παραδώσουμε κι εμείς με τη σειρά μας ατόφια στην επόμενη γενιά. Για να μην πουν «Δεν έχω οξυγόνο». Υπάρχει ελπίδα; Μπορεί και να υπάρχει αν αφουγκραστούμε τον λόγο και τις ανησυχίες τους.
Θα κλείσω με το ελπιδοφόρο ποίημα της Φωτεινής Τσαλίκογλου, όπως κλείνει και η ανθολογία, για να ευχηθώ στους δημιουργούς και στους συντελεστές της έκδοσης να είναι καλοτάξιδη:
Κι εσύ που από παιδί αναζητάς
Ένα πουλί να υμνήσει το θαύμα της ζωής
Ένα πουλί που τώρα με ανθρώπινη φωνή κράζει
Ποτέ πια, ποτέ πια