You are currently viewing Μαγδαληνή Θωμά: Μνήμης κληρονομιά: Λίνα Φυτιλή, Χρυσός κήπος Άλτιν μπαχτσεσί, Εστία 2023, σελ. 239.

Μαγδαληνή Θωμά: Μνήμης κληρονομιά: Λίνα Φυτιλή, Χρυσός κήπος Άλτιν μπαχτσεσί, Εστία 2023, σελ. 239.

Κήπος της μνήμης ή κήπος της γραφής; Το μυθιστόρημα της Λίνας Φυτιλή τραβάει το μάτι και με τον δίγλωσσο τίτλο του. Είναι μια απόδοση κι αυτή της συλλογικής μνήμης ενός τόπου, μια παλιά οικογενειακή μαρτυρία που που περνάει από γενιά σε γενιά: ο πολυσχιδής παππούς με την τέχνη του βίου του· ο πρωτοπόρος νους που ψυχανεμίζεται τις ανάγκες της κοινωνίας και οργανώνει διοικητικά τον αγροτικό κόσμο της περιοχής του για να τον οδηγήσει στο κατώφλι της νέας εποχής. Από το Κιλελέρ και την απαλλοτρίωση των τσιφλικιών ως στην ίδρυση της «Ενώσεως Γεωργικού Πιστωτικού Συνεταιρισμού Επαρχίας Αλμυρού», το συνεταιριστικό πνεύμα, χάρη στις δικές του προσπάθειες, θα περάσει από τα χαρτιά στην πράξη, για να γίνει συνείδηση, κίνητρο ανάπτυξης και προσανατολισμός ζωής. «Το συνεταιριστικό κίνημα», άλλωστε, «δεν έχει ανάγκη από κεφάλαια, αλλά από κεφάλια», όπως σημειώνεται1. Πώς να μην αφήσει ένας τέτοιος πρόγονος τα χνάρια του στον χρόνο;
Φυλάγοντας ως μνήμη αγαστή μια τέτοια κινητήρια δύναμη, το μυθιστόρημα εξακτινώνεται σε όλη την κοινωνία της εποχής και μέσα από τα διαδοχικά επεισόδια του βίου, μεταφέρει τον μικρόκοσμο της οικογένειας στον μακρόκοσμο μέσα της Ιστορίας, εμπλουτίζοντας μια βαθιά εσωτερική ματιά. Είναι το σημείο όπου ο εξομολογητικός λόγος στραγγίζει τους χειμάρρους της ψυχής. Με τη σύνθεση της προφορικής αφήγησης και της ημερολογιακής καταγραφής, δυο διαφορετικά είδη λόγου συναντιούνται και αλληλοσυμπληρώνονται. Το ένα γίνεται η φωνή του άλλου, ορίζοντας ένα υπόστρωμα κοινό, μια αμοιβαία υποδοχή αισθημάτων: η φωνή του παππού, Ηλία, και της αγαπημένης του γυναίκας, Μαγδαληνής, μοιράζονται ίδιες ή ανάλογες συγκινήσεις, διαλέγονται και διασταυρώνονται, σμίγουν και χωρίζουνε, τροφοδοτώντας από κοινού τα μονοπάτια της γραφής.
Η «διφωνία» αυτή, (με βάση τον όρο του θεωρητικού της λογοτεχνίας, Μιχαήλ Μπαχτίν)2, ανανεώνει την αφηγηματική οπτική, ενώ οι «κοινωνικές αρμονικές που αποδίδουν το ηχόχρωμα των λέξεων»3 μεταφέρουν το άρωμα της εποχής μέσα από τις διάσπαρτες αντηχήσεις του λόγου. Ο πολυγλωσσικός αυτός χαρακτήρας του μυθιστορήματος εγκαινιάζεται κιόλας από τον τίτλο που μεταφέρει ένα ηχόχρωμα ανατολής, υποδηλώνοντας την ιστορική περίοδο της τουρκοκρατίας («Χρυσός κήπος» ονομαζόταν ο εύφορος θεσσαλικός κάμπος στα τουρκικά), για να επικοινωνήσει με την προσωπική μαρτυρία και να την εμπλουτίσει.
Παράλληλα με τις διασταυρωμένες αφηγήσεις των δυο πρωταγωνιστών, παρεισδύουν στο κείμενο και ισόποσες διαλειπτικές παρεμβολές, αποσπάσματα εφημερίδων, αφηγηματικά τσιτάτα, σχόλια και γνωμικά που υπογράφονται από πραγματικά ή φανταστικά πρόσωπα, μικρά ξέφτια λόγου μιας ποίησης σοφής: «Ο πόνος είναι μεγάλο μάθημα, για τούτο φρόντισε να μην το χάσεις», αποφαίνεται η «Θοδωρίνα Κ., γειτόνισσα»4, πυκνώνοντας με τρόπο ακαριαίο ένα μάθημα ζωής. Είναι φανερό πως η γραφή αλιεύει σε βαθιά νερά εδώ πέρα.
Από το ιστορικό χρονικό στη μυθιστορηματική του ανάπλαση και από την αφηγηματική προφορικότητα στην εξομολογητική κατάθεση, η γλώσσα του μυθιστορήματος ξεδιψάει με την ίδια την ποίησή της. Στίχοι πεζοί, λυρικές αποστροφές και άλλα αποσπάσματα ενός ώριμα ακονισμένου λόγου μεταφέρουν μια ποιητική αντήχηση εμβαθύνοντας τα νοήματα. Στις αποφράδες συνθήκες του πολέμου και μέσα από όλες τις κοινωνικές δυσχέρειες, η προβληματική του μυθιστορήματος φτάνει ως τη ρίζα της ύπαρξης, προβάλλοντας την ανθρώπινη αγωνία, φωτίζοντας τον κόσμο από τα ενδότερα με μια ματιά εσωτερική. Το ξεδίπλωμα των σκέψεων στις ημερολογιακές σημειώσεις, τέτοια σκοπιμότητα εξυπηρετεί: να δείξει τα πράγματα από μέσα, παρακολουθώντας και καταγράφοντας τις διακυμάνσεις της ψυχής. Οι μικρές και μεγάλες μεταμορφώσεις του κόσμου αποκτούνε προς αυτή την κατεύθυνση και μία ονειρική υποβολή.
Κι αν ο αφηγηματικός χρόνος παρακολουθεί την Ιστορία στα μικρά και μεγάλα επεισόδιά της, ο εξομολογητικός ημερολογιακός χρόνος επιστρέφει στον αναγνώστη ένα αδήριτο παρόν, το τρέχον τραύμα της σκέψης που ξεδιπλώνεται. Μέσα από μια τέτοια εσωτερική φωνή αναπτύσσεται και ο χαρακτήρας των δύο βασικών προσώπων: η πολύτιμη μαρτυρία τους υποβάλλει μια μελέτη ψυχογραφική. «Ο χρόνος έτριβε την επιφάνεια της ψυχής σαν γυαλόχαρτο», λέει η Μαγδαληνή5, ενώ αλλού κάνοντας λόγο για το γράμμα του γιου της: «απάγκιαζα στις λέξεις του, έβρισκα ίσκιο»6.
Με το έργο αυτό η Λίνα Φυτιλή δεν μεταφέρει στον αναγνώστη απλώς μια ιστορική οικογενειακή μονογραφία: αναδημιουργεί την Ιστορία στο εργαστήριο του λόγου και της γραφής. Το φωτογραφικό υλικό στο τέλος του βιβλίου, η δημοσίευση των Πεπραγμένων από το αρχείο του Ηλία Φυτιλή, καθώς και η κατατοπιστική βιβλιογραφία ολοκληρώνουν τη φροντισμένη αυτή έκδοση.

 

Υποσημειώσεις:
1 σελ. 169.
2 Mikhaïl Bakhtine, Esthétique et théorie du roman, Gallimard 1978, σελ. 144-151.
3 “Les harmoniques sociales, engendrant le timbre des mots”,  Mikhaïl Bakhtine, ό.π., σελ. 147.
4 σελ. 217.
5 σελ.161.
6 σελ. 164.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.