Η ΠΟΝΤΙΚΙΝΑ ΜΑΓΚΙ ΚΑΙ ΤΟ ΒΑΖΟ ΜΙΝΓΚ
Μια φορά ήταν μια ποντικίνα ονόματι Μάγκι που ζούσε στη μεσοτοιχία μεταξύ ενός παλαιοπωλείου και ενός άντρου λωποδυτών.
Αυτή η γειτνίαση ήταν επωφελής και για τους λωποδύτες και για τον παλαιοπώλη –που στις ελεύθερες ώρες του έκανε τον κλεπταποδόχο– αλλά και για την ποντικίνα Μάγκι, που ήταν λάτρις της Τέχνης και που έπειτα από ένα καλό δείπνο μπορούσε να βγει από την είσοδό της και να μπει από την έξοδό της για να κάνει μια βόλτα ανάμεσα στις αντίκες, που τις εκτιμούσε σχεδόν το ίδιο με τα μεταχειρισμένα χάμπουργκερ και τις πίτσες δεύτερο χέρι.
Κάποιο σαββατόβραδο, στην αποθήκη του παλαιοπώλη έφτασε, με μεγάλη μυστικότητα, ένα καινούργιο φορτίο. Όταν κόπασαν τα ποδοβολητά, οι γδούποι και οι βλαστήμιες, η ποντικίνα Μάγκι βγήκε από την είσοδό της, περίεργη, να εξετάσει το φορτίο λεπτομερώς. Με μια γρήγορη ματιά είδε πως περιελάμβανε αντικείμενα τα οποία, κυριολεκτικά, δεν ήταν για τα δόντια της: μια συλλογή νομισμάτων, έναν κεφαλοθραύστη, μια πανοπλία, ξίφη, γιαταγάνια, μουσκέτα κτλ.
Η Μάγκι ένιωσε βαθύτατα απογοητευμένη κι ετοιμαζόταν να φύγει, όταν ξαφνικά άκουσε μια βαθιά φωνή που καλούσε σε βοήθεια!
Στράφηκε και είδε ένα βάζο Μινγκ σε άκομψη στάση και, εμφανώς, σε δύσκολη θέση: μια δαμόκλειος σπάθη ισορροπούσε στην άκρη του ραφιού που βρισκόταν αποπάνω του.
«Τι θα μπορούσα να κάνω για σας;» ρώτησε η Μάγκι φιλικά.
«Ίσως θα μπορούσατε να με απομακρύνετε από εδώ… Αν τυλίγατε την ουρά σας στο λαιμό μου και με τσουλούσατε προς τα δεξιά…»
«Ευχαρίστως, να προσπαθήσω», είπε η Μάγκι.
Πλησίασε, έκανε όπως της υπέδειξαν κι έβαλε τα δυνατά της. Το βάζο άρχισε να μετακινείται δύσκολα, κάπως λιγότερο δύσκολα, εύκολα, όλο και πιο εύκολα, ευκολότατα, μέχρι που –κρατς!– έσπασε σε χίλια κομμάτια!
«Ω! Χίλια συγγνώμη! Νιώθω συντετριμμένη», είπε με περίλυπο ύφος η Μάγκι.
Μετά όμως, καθώς το βάζο δεν αντιδρούσε, παρατήρησε χωρίς καθόλου τακτ:
«Καλέ, είσαστε τζούφιο απομέσα!»
«Φυσικά. Ήμουν μια διαχρονική αξία…» τραύλισε άκεφα ο πάτος του πρώην βάζου Μινγκ. «Συμβόλιζα κάτι βαθύ, κάτι χωρίς όρια».
«Τι;» ρώτησε με περιέργεια η Μάγκι.
«Ομορφ… Θέως… Εργ… Τεχν… Δόξ… Υπέρβ…» αναστέναξε πολυφωνικά το νοητό σύνολο του πρώην βάζου Μινγκ και μετά σώπασε. Ήταν πολύ διασπασμένο για να μπορέσει να συγκεντρωθεί και να συνεχίσει τη συζήτηση.
Η Μάγκι περίμενε λίγο. Μετά ανασήκωσε τους ώμους κι έφυγε, γιατί θυμήθηκε πως είχε να ετοιμάσει το φιστίκι της για το δείπνο.
Ηθικό δίδαγμα:
Καλύτερα ν’ αφήνουμε τις διαχρονικές αξίες εκεί που βρίσκονται, και να μην προσπαθούμε να κάνουμε κάτι γι’ αυτές.