You are currently viewing Σίσσυ Βαλιούλη: Γεωργίας  Μακρογιώργου, Ανταύγειες. Εκδ. ΑΩ. (ISBN:9786185675714)

Σίσσυ Βαλιούλη: Γεωργίας  Μακρογιώργου, Ανταύγειες. Εκδ. ΑΩ. (ISBN:9786185675714)

Το μυθιστόρημα με τίτλο ΑΝΤΑΥΓΕΙΕΣ είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο και φαντάζομαι αγγίζει κάθε αναγνώστη. Όταν το ξεκίνησα βιαζόμουν να επιστρέψω στις σελίδες του και όταν επανερχόμουν τρέναρα τον χρόνο ανάγνωσης για να απολαύσω τις εικόνες, τους διαλόγους, την πλοκή, τα νοήματα!

Τρεις γυναίκες, η γιαγιά Φιλιώ, η κόρη της Ματίνα και η εγγονή Αντιγόνη σέρνουν έναν ιδιότυπο χορό, ένα γαϊτανάκι μνήμης, αφήγησης, αποδόμησης και σύνθεσης πράξεων σε ένα πρόσφατο παρελθόν. Ο κορονοϊός, η κατάρα που όλοι βιώσαμε είναι το περιβάλλον, το πλαίσιο για την ανάπτυξη της ιστορίας. Θεωρούσα ότι θα έπαιζε καθοριστικό, ουσιαστικότερο ρόλο στην εξέλιξη, όμως με έκπληξη και μάλιστα θετική, διαπίστωσα πως η συγγραφέας δεν θέλει να αναλωθεί σε περιπέτειες βιωμένες λίγο ή πολύ από όλους μας, αλλά αντίθετα επιθυμεί με φόντο την περιπέτεια κυρίως του εγκλεισμού να μιλήσει για όλα όσα απασχολούν τις σύγχρονες ηρωίδες της.

Η γιαγιά διαρκώς θυμάται τα δύσκολα χρόνια που βίωσε, τον εμφύλιο, τις στερήσεις, τους θανάτους, την απίστευτη ανασφάλεια μιας δύσκολης ζωής. Αφηγείται λοιπόν με το γνώριμο γλωσσικό ιδίωμα του χωριού στην εγγονή.  Εκείνη με τη σειρά της καταγράφει τις ιστορίες, λειτουργώντας ως βιογράφος της για να γεμίσει τον άπλετα πια ελεύθερο χρόνο, αλλά και για να προλάβει την λήθη που σαν ομίχλη με τα σημάδια της άνοιας αρχίζει να απλώνεται στο μυαλό της γιαγιάς της. Δύο χωριά πρωταγωνιστούν στις αφηγήσεις, το Ροδάνθιστο και το Σταχτοχώρι το ένα απέναντι στο άλλο. Τα ονόματά τους προδίδουν τους ρόλους, την επίδρασή τους στη ψυχοσύνθεση της νεαρής τότε Φιλιώς.

Παράλληλα η Ματίνα, κόρη της, είναι συνήθως παρούσα, ακούει λαθραία ενώ ετοιμάζει το φαγητό ή ζωγραφίζει. Κάποτε κάποτε επεμβαίνει, διορθώνει, διακόπτει, χρωματίζει. Γύρω από τις πρωταγωνίστριες, ως δορυφόροι κινούνται λίγα πρόσωπα, όπως η Ουκρανή Νταρίνα με τον μικρό Αλεξέι, μένουν απέναντι από το μπαλκόνι των τριών γυναικών, η γειτόνισσα Ευτέρπη, παλιά φίλη της γιαγιάς, παντρεμένη με τον Λευτέρη απωθημένο έρωτα της. Μικρό ρόλο διεκδικούν η αδερφή της Αντιγόνης, η Αλίκη και ο αδερφός της ο Φώτης.

Οι περισσότεροι  άντρες είναι προβληματικοί, οι σύζυγοι πότε  κακοποιητικοί,  πότε άπιστοι ή απόμακροι, άλλοτε κυκλοθυμικοί.  Ο Σοφοκλής, φίλος της εγγονής, εν δυνάμει άπιστος κι αυτός, λειτουργεί ως ο σάκος του μποξ  στον οποίο η Αντιγόνη γράφει κατά διαστήματα επιστολές, όχι τόσο ερωτικές όσο εξομολογητικές, περιγραφικές των καταστάσεων που βιώνει. Ο Διονύσης έχει τον ρόλο του, ως παλιός αγαπημένος της Ματίνας και σύγχρονος διεκδικητής της καρδιάς της. Κάποια στιγμή στην εξέλιξη του μύθου απομυθοποιείται, η Ματίνα αμύνεται, προστατεύει τον ώριμο πια εαυτό της από μελλοντικές περιπέτειες.

Κανείς δεν ζει την απόλυτη ευτυχία, η κατάσταση του κορονοϊού επιβάλλει τους όρους της, αναγκάζοντας όλους να δουν στον καθρέφτη του πολλές φορές τον εαυτό τους πότε παραποιημένο, πότε έρμαιο των συμβάσεων.

Οι τρεις γυναίκες μοιράζονται τον πλούσιο χρόνο, προσπαθώντας, ειδικά η Ματίνα να κρατήσει τις παραδόσεις, την συνοχή της οικογένειας. Τηρεί π.χ. τα έθιμα του Πάσχα με όλες τις λεπτομέρειες ψυχαναγκαστικά κι όταν φτάσει το μεγάλο τραπέζι της Λαμπρής, η παράδοση αδυνατεί να συγκρατήσει τις φυγόκεντρες δυνάμεις που αναπτύσσονται ραγδαία και μοιραία. Εκπλήξεις προκαλούν σφοδρές εκρήξεις κι όλοι σκορπίζονται στο χάος των αναζητήσεων, των ανεκπλήρωτων επιθυμιών, των ενοχών.

Αυτό που θεωρώ σπουδαίο στο μυθιστόρημα είναι η εκτενής και διαρκής αναφορά της συγγραφέως στις τέχνες. Η μουσική συνοδεύει με γνωστά τραγούδια τις στιγμές της μνήμης, γίνεται μούσα της, στιχάκια συνωστίζονται σε μικρά χαρτάκια διπλωμένα σε απίθανες κρυψώνες. Η ποίηση των Αναγνωστάκη, Σαχτούρη, Ρίτσου αναστενάζει στις κορυφώσεις της αφήγησης. Η ζωγραφική πρωταγωνιστεί μέσα από τα πινέλα της Ματίνας. Είναι ερασιτέχνης, αλλά το χόμπι της εξαντλείται κυρίως στην αντιγραφή διάσημων καλλιτεχνών, αργεί πολύ να ανακαλύψει το προσωπικό της στιλ. Την γοητεύουν οι μεγάλοι Μποτιτσέλι, Βαν γκονγκ, Κλίμτ και τέλος ο Σαγκάλ. Η αλληγορία της Άνοιξης, ο έναστρος ουρανός, το φιλί, τα ρευστά όνειρα του τελευταίου, είναι έμπνευση και καταφυγή, είναι τελικά ο δικός της τρόπος να αγαπήσει αργά στην αρχή, εκκωφαντικά αργότερα τη φύση της, τον εαυτό της.

Το θέατρο ξεδιπλώνει τη γοητεία του και για τις τρεις. Η γιαγιά θυμάται τον ρόλο της Αγράμπελης και του Μέλιου στο έργο του Λουντέμη «Ένα παιδί μετράει τ΄άστρα», η μάνα και η κόρη προβάρουν τις τρεις αδερφές του Τσέχωφ. Σε δυο τρεις εκπληκτικές σελίδες του βιβλίου ο αυθεντικός διάλογος, γίνεται σύγχρονη αναζήτηση της πραγματικότητας, νοθεύεται από την επικαιρότητα, παραστρατίζει και πάλι επανέρχεται, δείχνοντας με ευφυή τρόπο την ουσία της τέχνης, την αναπαράσταση! Η νεαρή Αντιγόνη μαγεμένη ως Πουκ, μιμείται τον ήρωα του Σαίξπηρ στο «Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας».

Η συγγραφή έχει την τιμητική της, αναπτύσσεται εδώ και ως το καθ΄εαυτό μυθιστόρημα, αλλά και μέσα από την υπονόηση της εγγονής ότι το παρόν κείμενο είναι αυτό που γράφεται από την ίδια, συγκεντρώνοντας τα σπαράγματα των αφηγήσεων της γιαγιάς, ζυγιασμένα, τεκμηριωμένα, ευφάνταστα, μέσα από την τέχνη της ίδιας να αναπαριστά με τη σειρά της ό,τι έγινε, ό,τι παρατηρεί, όπως το επεξεργάζεται με το μυαλό, με την ψυχή, το ταλέντο της.

Έτσι δικαιολογείται ο τίτλος, περιγράφει τις ροζ ή πολύχρωμες ανταύγειες στα μαλλιά των ηρωίδων, φωτίζει τα λευκά της γιαγιάς έμμεσα, δειλά μπροστά από ένα παράθυρο, αλλά κυρίως μεταφέρει νοηματικά την εύθραυστη αντανάκλαση φωτός στα πρόσωπα των ηρωίδων. Εκείνες προσπαθούν να ανοίξουν τα μάτια στο ευεργετικό φως και θα τα καταφέρουν επιμένοντας να αγαπούν μέσω της τέχνης τον εαυτό τους.

 

 

 

Σίσσυ Βαλιούλη: https://biblionet.gr/sissu-nikolaou-baliouli-c158770

 

Αφήστε μια απάντηση

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.