You are currently viewing Θεοδόσης Πυλαρινός: Το ποιητικό έργο του Στέλιου Μαφρέδα

Θεοδόσης Πυλαρινός: Το ποιητικό έργο του Στέλιου Μαφρέδα

Αν προσέξει κανείς τους τίτλους των συλλογών του Στέλιου Μαφρέδα, θα αποκομίσει μια σφαιρική εικόνα της διαδρομής του στην ποίηση. Και τούτο, διότι είναι αποκαλυπτικοί των διαθέσεών του. Η ενασχόλησή του με τον ποιητικό λόγο δίνει την απατηλή εντύπωση ότι επιδόθηκε όψιμα σ’ αυτόν, στην πραγματικότητα όμως δεν είναι έτσι. Τι άλλο δείχνει, για παράδειγμα, ο τίτλος Ταριχευτής ημερών, που κυκλοφόρησε το 2007, παρά την πειστική εξήγηση για την ώριμη εμφάνισή του στα γράμματα, με την ευλαβική εκ μέρους του συντήρηση υλικού θησαυρισμένου από καιρό, διατηρημένου υπομονετικά μέχρι την ώρα της ανάσυρσής του και της δημόσιας εμφανίσεώς του; Ως πρόσθετη απόδειξη της μακράς αλλά άγνωστης δημοσίως αυτής θητείας θα επικαλεστώ την ολοκληρωμένη μορφή των ποιημάτων της πρώτης αυτής συλλογής –ο Μαφρέδας δεν έχει πρωτόλεια ποιήματα–, καθώς και την εκδοτική συνέχεια της ποίησής του, αφού πολύ σύντομα θα ακολουθήσει η δεύτερη, η τρίτη και οι υπόλοιπες, η μία μετά την άλλη, συλλογές του. Υπήρξε, επομένως, έτοιμος από καιρό, με αναγνωρίσιμη δική του ταυτότητα, ιδιαίτερο ύφος και διακριτή προσωπική γραφή. Έχω πρόχειρες δύο σύγχρονες περιπτώσεις ποιητών που φάνηκαν στο λογοτεχνικό προσκήνιο με τον ίδιο αναβλητικό τρόπο, με την ίδια συστολή, για προσωπικούς λόγους ο καθένας. Εννοώ τον μακαρίτη Δημήτρη Σουρβίνο, έναν πολύ αξιόλογο ολιγογράφο Κερκυραίο ποιητή, και τον καλό ποιητή Σωτήρη Σαράκη, με παράλληλο βίο εκείνου του Μαφρέδα.

Είναι άσκοπο να αναζητήσει κανείς τα αίτια της φαινομενικής βραδύτητας. Οι συνθήκες του βίου, κατεξοχήν ο χαρακτήρας ενός εκάστου, οδηγούν σε επιφυλάξεις ή αναστολές, σε χρόνιους προβληματισμούς ή, αντίθετα, στην ανάγκη άμεσης εκτόνωσης του ψυχικού φορτίου, το οποίο συσσωρεύει η ποιητική ευαισθησία.

Η απορία, συνεπώς, θα παραμένει εσαεί άλυτη, αφού η πράξη αποδεικνύει την επί ίσοις όροις αποδοχή και την οργανική ένταξη τόσο των εξ απαλών ονύχων ασχοληθέντων με την ποίηση, όσο και των όψιμων εραστών της. Χρειάζεται όμως η διευκρίνιση, ότι κάθε κατηγορία έχει τα θετικά και τα αρνητικά της. Η ωριμότητα, για παράδειγμα, όσων αργοπόρησαν καλύπτει τα νεανικά σφάλματα των θεραπόντων της ποίησης εξ απαλών ονύχων. Τους βαρύνει, βέβαια, η απώλεια πολύτιμου χρόνου και μεγαλύτερης ίσως καρποφορίας.

Ο Μαφρέδας τήρησε στην πράξη ό,τι προσπάθησα με τα προηγούμενα να αναπτύξω θεωρητικά, δείχνοντας τη σχετικότητα του κανόνα της ένταξης, ταχείας ή βραδείας, στην ποιητική συντεχνία. «Ταρίχευε ημέρες», και αυτές τις μέρες, με ευαισθησία, με πόνο, θα έλεγα, και νοσταλγία, με ερωτικό πάθος αλλά και τη θλίψη του προορισμένου τέλους, τις μετουσίωσε και τις ανέστησε σε ποίηση. Ο ίδιος, εξάλλου, στον Ταριχευτή ημερών, εξηγεί διακριτικά, εν είδει πρώτης γνωριμίας αλλά και εξομολόγησης, την πρότερη αμαρτύρητη εκδοτικά ποιητική του ασχολία.

Ήδη, λοιπόν, από τη συλλογή αυτή έδειξε με σαφήνεια την ουσία των αντιθέσεων που κατακλύζουν τον ανθρώπινο βίο· τα οξύμωρα που ταλανίζουν τον άνθρωπο ως ύπαρξη και την ανάγκη για αναθεώρηση του τρόπου σκέψης μας, τονίζοντας ότι παραβλέπουμε, είτε προκλητικά είτε αφελώς, τα όρια που η φύση έχει καθορίσει. Επισήμανα με τη λέξη «σαφήνεια» το γνώρισμα της πρώτης συλλογής, θέλοντας να δείξω ότι καίτοι ορμώμενος από προσωπικά βιώματα, κατορθώνει, ευδιάκριτα ή κρυπτικά, εκκινώντας εξ ιδίων, να απεικονίζει σφαιρικά και πολύ εύληπτα τόσο τα γενικά ανθρώπινα προβλήματα, όσο και τις ευλογίες που η μοίρα επιφυλάσσει στον καθένα μας. Τα βιώματα αυτά, εν τέλει, καταγεγραμμένα στην πρώτη συλλογή, ανασύρονται από τη μνήμη και το υποσυνείδητο και εξωτερικεύονται με τον ποιητικό λόγο, εν είδει καθαρτήριας πράξης του άγνωστου λογοτεχνικού παρελθόντος του. Θα πρόσθετα ότι η πρώτη αυτή επικοινωνία με το κοινό αποτελεί το διαβατήριο του Μαφρέδα στην τέχνη του λόγου και ταυτόχρονα την επιτυχή προσπάθεια άρσης της συστολής για την βραδεία εκδοτική παρουσία του.

Η πορεία του μετά το βάπτισμα του πυρός υπήρξε θεαματική, ποιοτικά και ποσοτικά. Το χαρακτηριστικό στοιχείο της ποιότητας του λόγου του έγκειται πρωτίστως στην απελευθέρωση καινούργιου ανά νέα συλλογή υλικού, στη διαμόρφωση δηλαδή σταδιακά νέων θεματικών, σημαντικών επιμέρους πτυχών του κεντρικού πυρήνα του έργου του. Έπειτα, οφείλεται στην ευελιξία και την ποικιλία της γραφής του και των μέσων που αξιοποίησε· και, περαιτέρω, στην ταχεία εξέλιξη από το αυτοαναφορικό στοιχείο προς τον υπαινιγμό, την κρυπτικότητα, την αλληγορία, την πικρή ειρωνεία, ορισμένες φορές και στον ερμητισμό, δοσμένα με το ανάλογο σοβαρό ήθος και τον αρμόδιο εκάστοτε γλωσσικά τρόπο. Τα ποιήματα του Μαφρέδα, ως σύνολο, θα μπορούσε να τα θεωρήσει κανείς ως άτυπα ποιήματα ποιητικής, όχι από την έποψη της γραφής, όσο από την πραγμάτευση των θεματικών, για τις οποίες έμμεσα κάνει λόγο ο ίδιος, κυρίως όμως από την πλευρά της ιστορίας και της γέννησης της ποίησής του, καθώς και των τρόπων της έμπνευσής του. «Η ποίηση είναι καντήλι», έχει γράψει χαρακτηριστικά, «να φωτίζει το δρόμο μας».

Δύο χρόνια μετά τον Ταριχευτή ημερών θα κυκλοφορήσει η δεύτερη συλλογή, με τίτλο Άξονας περιστροφής (2009). Ο Μαφρέδας –αφήσαμε να διαφανεί αυτό εξ αρχής– έχει ήδη κατασταλαγμένες ιδέες, έχει σφαιρικά (και «περιστροφικά») διαμορφωμένες θεματικές. Αυτές θα συναντήσουμε στη δεύτερη συλλογή. Η διαφορά από την πρώτη έγκειται αφενός στο φιλοσοφικό της έρμα, που οδηγεί σε αφαιρετικότητα και πυκνότητα σκέψης και διατύπωσης, και αφετέρου στη διάνοιξη του κύκλου προσέγγισης των θεμάτων του, φωτίζοντας αυτά με λεπτομερέστερο τρόπο και αναδεικνύοντας ευαίσθητες αποχρώσεις τους. Εύλογα υπό τις συνθήκες αυτές και η γλώσσα γίνεται πιο μυστική, με επιλογές, οι οποίες ευνοούν τον προβληματισμό για την ανθρώπινη ύπαρξη και τα πεπρωμένα της. Επομένως, η ρεαλιστική απόδοση των πρώτων ποιημάτων θα δώσει θέση στην οραματική διάθεση και την υποβολή. Και αυτή η εξέλιξη θα εξακολουθήσει και θα διακρίνει όλο το μετέπειτα έργο του, με συνεχείς θεματικές προσθήκες και βελτιώσεις. Αν εμφανιζόμενος κατέθεσε το ιστορικό της ποιητικής του παρουσίας, από τη δεύτερη συλλογή και εξής θα κυριαρχήσει στον λόγο του πνεύμα μεταφυσικό, έκδηλη υπαρξιακή αγωνία και επώδυνοι προβληματισμοί για το επέκεινα. Και για να επανέλθω στην ερμηνευτική συμβολή των τίτλων των συλλογών του, ο άξονας περιστροφής έχω την αίσθηση ότι αποδίδει την περιστροφή γύρω από αυτά που επίμονα τον βασανίζουν.

Η ποίηση, ως πνευματική άσκηση, ως ψυχική λειτουργία, αποκτά ρόλο καθοδηγητικό για τον Μαφρέδα. Αναμενόμενα, συνεπώς, πληθαίνουν τα ποιήματα ποιητικής με περιεχόμενο τόσο θεωρητικό, όσο και τεχνικό, υπό την έννοια της συνομιλίας πλέον με ομοϊδεάτες ποιητές και με μαρτυρίες για δυσκολίες στη γραφή, για δυσκολίες τιθάσευσης της λέξης, για αναζήτηση τρόπων μετατροπής των δύσβατων νοημάτων του εγκεφάλου σε εκπεφρασμένο λόγο.

Ο χρόνος –και ειδικότερα ο άγονος, ο απολεσθείς δηλαδή χρόνος του ιδίου πρωταρχικά– απασχολεί ιστορικά και υπαρξιακά τον Μαφρέδα. Ιστορικά ως απώλεια προσωπική, υπαρξιακά δε ως ανασφάλεια για το γρήγορο πέρασμα από τα εγκόσμια αλλά και ως μονάδα μέτρησης με αμφίβολη αξία, αφού συνιστά προσωπική υπόθεση και, το σημαντικότερο, προσωπική διαχείριση. Οι ανακλήσεις, διά της αναμνήσεως, προσώπων που χάθηκαν, είναι βασανιστικές και αποδεικτικές της σχετικότητας του χρόνου. Τον πόνο του χρόνου που πέρασε και του χρόνου που αβέβαιος εκκρεμεί, τον παρακολουθεί ένας άλλος πόνος, συγκεκριμένος αυτός, του έρωτα, που με τον τρόπο του έχει πληγώσει την ποιητική ευαισθησία, είτε ως νοσταλγική αναδρομή στο παρελθόν είτε ως ανεκπλήρωτος πόθος.

Η ποίηση του Μαφρέδα δεν είναι πεσιμιστική· είναι κράμα χαράς και λύπης που εναλλάσσονται, σύμπτωση υπομονής και προσδοκίας, με ιδιογενή λυρισμό, άλλοτε μετρημένα αισιόδοξο και άλλοτε πένθιμο. Είναι η αίσθηση του τέλους, θεωρημένη ως λήξη του χρόνου ή ως ανεκπλήρωτη επιθυμία· είναι ο ίδιος ο θάνατος, η σκιά του οποίου πέφτει απειλητικά και μόνο η παράταση δίνει τα ηδονικά χρώματα της δύσης που, ανήμπορη, θα αφεθεί αναπόδραστα τελικά στο ανελέητο σκοτάδι της μεγάλης νύχτας.

Η υπόκλιση στον αυτουργό (2012) η τρίτη ποιητική κατάθεσή του, αποτελεί περαιτέρω ανέλιξη της ποιητικής του. Ο ποιητής στρέφεται τώρα στο εσωτερικό, στις ρίζες και τις βαθιές ανάγκες της ύπαρξης. Ο λόγος του διεισδυτικός, αυτοκριτικός και αυθερμηνευτικός αποτελεί δείγμα φιλόσοφης σκέψης, με ευρείες εφαρμογές, αφού το προσωπικό πεπρωμένο του είναι σύμφυτο με την κοινή μοίρα όλων μας. Γίνεται κριτής των πεπραγμένων μας, αναζητεί τα αίτια στις απώτατες αρχές, επιχειρώντας να συνειδητοποιήσει τα κίνητρα, τις καλές πλευρές αλλά και τις αστοχίες του ανθρώπινου βίου, σχηματίζοντας μέσα από τα ατομικά χαρακτηριστικά το πρόσωπο του οικουμενικού ανθρώπου, του προορισμένου να ακολουθήσει, ερήμην του, ένα αβέβαιο ταξίδι, μια πορεία χωρίς επιστροφή και, το δυσοίωνο, διαδρομή με ζοφερό τέλος. Στη συλλογή αυτή, ως εκ του οντολογικού περιεχομένου της, η αμφιβολία, η μοναξιά, η ματαιότητα πλειοδοτούν και η κυριαρχία τους μεγιστοποιείται από τον προφητικό και αινιγματικό λόγο που εύστοχα χρησιμοποιεί. Ένα πνεύμα μυστικισμού σηματοδοτεί την εξέλιξη της γραφής του Μαφρέδα, η οποία αποκτά μυστηριακό περιεχόμενο, εν αναμονή μιας αποκάλυψης, ενός θαύματος. Είναι η άμυνα του ποιητή μπροστά στην ειμαρμένη, η αντίσταση στο ανεξήγητο, ο πόθος, απλώς, για ζωή, η οποία εν τέλει συνιστά και το θαύμα, ασχέτως αν αυτό ποτέ δεν θα εκπληρωθεί. Η αινιγματική μνεία του αυτουργού στον τίτλο, πέρα από τα ίδια τα ποιήματα, θα φωτιστεί στην επόμενη συλλογή του, όπου ο αυτουργός θα συνδυαστεί με τον κυβερνήτη του πορθμείου, πάνω στο οποίο νομοτελειακά αρχίζει το μεγάλο ταξίδι.

Έτσι, με τον Επιβάτη πορθμείου (2014) –ο τίτλος είναι πάλι άκρως υπαινικτικός– τα νερά βαθαίνουν ακόμη περισσότερο και ο προβληματισμός οδηγεί σε νέες αναζητήσεις. Αξιοποιώντας το σύμβολο της Πρέβεζας –το δικαιούται και για λόγους καταγωγής ο ποιητής, μεταφέροντας τον καρυωτακικό παλμό αλλά και τον στιγματισμό της πόλης– στρέφεται εμφανέστερα πλέον στη μελέτη του θανάτου, αφήνοντας να διαφανούν κοινά αίτια με εκείνα του αυτόχειρα, δυσκολίες της ζωής απροσπέλαστες, και βαθιά θλίψη, με τη διαφορά ότι δεν συμμερίζεται την κατάληξη του προγόνου ποιητή, ενώ αποδέχεται την απογοήτευση και την ανασφάλειά του, τις οποίες ωστόσο δεν αντιμετωπίζει ο ίδιος πεισιθάνατα, αλλά ως ευκαιρία εμβάθυνσης στο μυστήριο της ζωής. Προετοιμάζεται πάντως στη συλλογή αυτή για τη μελλοντική επιβίβαση στο πορθμείο, διεκδικώντας και όχι απεμπολώντας το μερίδιο που του αναλογεί στη ζωή. Σε κάθε περίπτωση, η Πρέβεζα, με την κατάρα αλλά και την αίγλη του Καρυωτάκη, έχει επηρεάσει μαρτυρημένα τον Μαφρέδα, κατεξοχήν στα ποιήματα της συλλογής αυτής.

Από τον Επιβάτη πορθμείου, την επόμενη συλλογή, θα παρατηρήσουμε αλλαγές όχι μόνο στις υπαρξιακές αναζητήσεις αλλά και ως προς τη μορφή του ποιήματος. Γίνεται πιο αινιγματικός, πιο ανήσυχος και χρησμώδης, αλλά και λυρικότερος σε σύγκριση με το παρελθόν, μόνο που ο λυρισμός αυτός είναι εμβαπτισμένος ελεγειακά. Η γραφή του ακολουθεί οργανικά την εσωτερικότητα της σκέψης του, το δε ύφος του, έμφροντι, κλίνει αξιοπρεπώς προς το βουβό παράπονο, ενώ η γλώσσα αποκτά θρησκευτική επισημότητα, με την ευρεία έννοια του όρου, ένα είδος ιδεολογικού κράματος της αρχαίας ελληνικής και της χριστιανικής θεολογίας.

Το ερωτικό στοιχείο, πάντα υπάρχον, διευρύνεται συγκινησιακά στη συνάντησή του με τη μορφή του θανάτου, που διαπερνά τα ποιήματά του. Εξάλλου, ο έρωτας καθαυτόν έχει δραματική χροιά γενικώς στο έργο του Μαφρέδα, αφού συνδέεται με τη στέρηση, την απόρριψη και τον φόβο της απώλειας, θεωρημένου του τέλους φιλοσοφικά. Είναι χαρακτηριστική η φράση του για το αβέβαιο αύριο, το εγγύς και όχι απώτερο αύριο, όπου, καθώς γράφει, «πιο πέρα ο ωκεανός μάς αγνοεί κι ερήμην μας βρυχάται». Παρά ταύτα, ο έρωτας, μορφή αθανασίας, αποτελεί το τραγικό αντίδοτο του θανάτου, τον οποίο, ωστόσο, τόσο οξύμωρα φέρει στα σπλάχνα του.

Δύο συλλογές θα κυκλοφορηθούν κοντά-κοντά: Το 2017, το Νεύμα από απέναντι, και το 2018, το Προνόμιο αιχμαλωσίας. Στο πρώτο ο ποιητής απευθύνεται σε γυναικείο πρόσωπο, βασικό αποδέκτη σύνολης της ποίησής του, με έντονη παρουσία από την πρώτη ήδη συλλογή. Είναι η βασανιστική παρέλευση του χρόνου, στην οποία εστιάζει τώρα ο ποιητής, είναι η αναδρομή στο τι έφταιξε και τι χάθηκε στο διάστημα αυτό, είναι η αποτίμηση λαθών και παραλείψεων και η βαθυστόχαστη θεώρηση της έσχατης ώρας που επέρχεται δρομαία· είναι, επίσης, η σιγοκαίουσα, αν και ουτοπική, ελπίδα· είναι όλα αυτά, ασφαλώς, και κορωνίδα τους, αποδέκτης και απηνής κριτής η γυναίκα, το αντικείμενο του ασίγαστου πόθου του ποιητή. Μυστηριώδης και ανελέητη, πολυπόθητη, πίσω από την αινιγματική παρουσία της βρίσκεται η αιώνια γυναίκα-σύμβολο, η ανθιστάμενη γυναίκα όλων των εποχών, η γυναίκα των ανεκπλήρωτων ονείρων και των άκαρπων επιθυμιών, η αναζήτηση του ιδανικού στο έτερο φύλο: η ίδια η ζωή, ως αυταπάτη, ως παραμύθι, ως ατελέσφορο όραμα. Όλα είναι δοσμένα από «απέναντι», με ένα «νεύμα»· όλα στιγματίζονται από την απόσταση και την απουσία.

Ως προς το χρονικά όμορο Προνόμιο αιχμαλωσίας, ουσιαστικά είναι η άμεση συνέχεια της προηγούμενης συλλογής. Αν εκεί προέχει το βλοσυρό ύφος, η θεωρητική παρουσίαση του υπαρξιακού προβληματισμού για τον έρωτα και τη γυναίκα, το Προνόμιο αιχμαλωσίας αποτελεί πεδίο εφαρμογής, ποιήματα από την πράξη, από τη ζωή στην καθημερινότητά της. Πρόκειται για ύμνο στο φευγαλέο, στο ασύλληπτο του έρωτα, με δύο νέα χαρακτηριστικά: το ένα οφείλεται στο άφθονο διακειμενικό υλικό, το οποίο «δένει» τα απτά παραδείγματα με τη θεωρητική σκέψη, ανακαλώντας κορυφαίες μορφές και πράξεις από την ιστορία του ανθρώπου και τη μυθολογία, ώστε να καθίστανται τα νοήματα απτά. Το άλλο γνώρισμα βρίσκεται στην εμπλοκή της ποίησης, ως εκτελεστή αυτού του ύμνου και συνάμα θρήνου, με συχνές αναφορές στο ποίημα και τη λέξη, ως οχήματα διεκπεραίωσης των σκέψεων του ποιητή.

Είναι χαρακτηριστική και για τις δύο προαναφερθείσες συλλογές η κατακλείδα στο ποίημα «Με το δικό σου φως» από τη συλλογή Προνόμιο αιχμαλωσίας: «Άσαρκος ο έρωτας κι η γέννα δίχως πόνο / ο σκυθρωπός ορίζοντας τον μύθο αναιρεί», όπως γράφει ο ποιητής.

Η τελευταία προσώρας συλλογή φέρει τον υπαινικτικό, και πάλι, τίτλο Βήμα πριν. Αν το «προνόμιο της αιχμαλωσίας» του ποιητή εξηγείται ευκολότερα, αφού ο έρωτας είναι ο δυνάστης του, μετά την Υπόκλιση στον αυτουργό, τον διαφανή Επιβάτη πορθμείου και το Νεύμα από απέναντι δεν μπορεί να αμφιβάλλει κανείς για την ολοένα και πιο επίμονη ενασχόλησή του με το άκουσμα του ψιθύρου του θανάτου, στη συλλογή Βήμα πριν· βήμα αορίστως, απροσδιόριστο, αν και εμβάλλει στη σκέψη του αναγνώστη η αίσθηση του ενός μόνο βήματος από το χάος του αδιάγνωστου. Η «Άλκηστις», εξάλλου, το εμβληματικό προοιμιακό ποίημα που δηλώνει συνθετικά την έναρξη της συλλογής, δεν αφήνει κανένα περιθώριο για άλλη σκέψη. Πρόκειται δηλαδή για προχωρημένο στάδιο μελέτης του θανάτου, συνδυασμένης με βιώματα «εγκαυστικά» του ποιητή.

Η Βεατρίκη, η μυστηριώδης μη κατονομαζόμενη γυναίκα, η οποία περιφέρεται από ποίημα σε ποίημα, είναι και τώρα παρούσα· όμως, υπό άλλες συνθήκες, υπό τη σκιά των ημερών. Πρόκειται για την τελετουργία ενός τελευταίου χαιρετισμού και την παράδοση των υποθηκών του ποιητή; για αναδρομή στα πεπραγμένα ή για τη διατύπωση παραγγελιών προ της αναχωρήσεως; Μήπως είναι μελλοντικοί ουτοπικοί οραματισμοί για το εκείσε ή, πιο γειωμένα, ελπίδες κάποιου άγνωστου φωτός; Σε κάθε περίπτωση, η λέξη θάνατος κατακλύζει επίμονα, και μάλιστα ρητά, ονομαστικά, αυτή τη φορά, τα ποιήματα της συλλογής. Και όταν ακόμη δεν αναφέρεται αυτός με το όνομά του, το κειμενικό περιβάλλον περιγράφει σκηνές που πάλι σ’ εκείνον παραπέμπουν.

Ο Μαφρέδας δεν είναι θανατόπληκτος ποιητής. Παρά τις καρυωτακικές επιδράσεις, προσδοκά μία άλλου είδους ζωή, όχι θανατηφόρα, όπως αυτή που ζει ο άνθρωπος επί της γης. Γλυκιά νοσταλγία, εμποτισμένη με τη θλίψη της οριστικής αποδημίας, διαπερνά τις σελίδες από τη δεύτερη συλλογή του και εξής, κατεξοχήν δε τις δύο τελευταίες· μάλιστα, αν ανατρέξει κανείς στην πρώτη του συλλογή, θα διαπιστώσει ότι η αγάπη του για τη ζωή αποτέλεσε στο κινούν αίτιο σύνολης της ποίησής του, της καταφυγής του ορθότερα στην παραμυθία της τέχνης, αναζητώντας σ’ αυτήν τη σημασία της έννοιας του προγεγραμμένου τέλους.

 

Θεοδόσης Πυλαρινός

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.