(Σχόλια για μια παράξενη διαμονή σ’ έναν παράξενο κόσμο όπου συμβαίνουν παράξενα πράγματα) 19
Kάποιες περισπωμένες στο βυθό·
άνω τελείες όταν νυχτώσει.
*
Το σώμα ξέρει τη δουλειά του.
Το πνεύμα αργά τη μαθαίνει.
*
Ανθίζουν οι μέρες μαραίνονται
ανοίγουν το πρωί και βράδυ κλείνουν
και από το εύφορο χώμα του χρόνου
λάμπει ωραία η ματαιότητα.
*
Με ιδέες τρέφεται η δύναμη
με έργα περνάει ο χρόνος.
*
Στο τέλος μένουν οι γυναίκες
αυτές που ήταν από την αρχή.
*
Την τέχνη της συμβίωσης
δε θα τη μάθεις ποτέ
τελείως.
*
Ο έρωτας ο άγουρος
τελειώνει με την πράξη
ο έρωτας ο ώριμος
από εκεί αρχίζει.
*
Οι λέξεις είναι υλικά
ντυμένα με ιδέες.
Τι ήσυχοι που είναι οι νεκροί
Τι ήσυχοι που είναι οι νεκροί!
Και τι φιλικοί. Έρχονται
όποτε τους καλούμε
κι αν έρθουν ακάλεστοι
δεν ενοχλούν. Ξέρουν
να διηγούνται σιωπηλά.
Τι ήσυχοι που είναι οι νεκροί
πέρα από το φόβο του θανάτου.
*
Κάθε βροχή αφήνει
και έναν διψασμένο.
*
Όσα ξέρει η νύχτα
δε θα μάθει
η μέρα ποτέ.
*
Μετά την τρίτη πισίνα ξύπνησε
γέμισε την μπανιέρα χρυσόψαρα
και τίναξε τα μυαλά στον αέρα.
*
Σαν τα ζώα υποφέρουμε
δίχως να είμαστε τραγικοί.
*
Άγγιξε τα χρώματα
ψηλάφισε τη μουσική
άκου τις μυρωδιές και πες
τις γεύσεις· μια χούφτα γη
τα έχει· κι όλα είσ’εσύ.
