You are currently viewing Γεωργία Παπαδάκη: Σαγηνεύω

Γεωργία Παπαδάκη: Σαγηνεύω

ΣΑΓΗΝΕΥΩ

 

    Το ρήμα αυτό που έχει σήμερα την έννοια τού  «ασκώ επάνω σε κάπ(οιον) μια ακατανίκητη έλξη» παρουσιάζει ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα σημασιολογική εξέλιξη, από την αρχική σημασία του που είναι « ψαρεύω με συρόμενο δίχτυ», στη σύγχρονη σημασία τού «γοητεύω, μαγεύω». Ας την παρακολουθήσουμε.

     Το σαγηνεύω παράγεται από το ουσιαστικό σαγήνη (), που δήλωνε ένα είδος μεγάλου αλιευτικού διχτυού, με το οποίο σύροντάς το οι ψαράδες περικύκλωναν και έπιαναν τα ψάρια – συνήθως σμήνη τόνων – κάτι ανάλογο της τράτας. Στον διάλογο του γνωστού μας Λουκιανού Τίμων ή Μισάνθρωπος,1 διαβάζουμε σε κάποιο σημείο: […] αὐτοὺς ὁ θύννος ἐκ μυχοῦ τῆς σαγήνης διέφυγεν […], δηλαδή, ο τόνος2 τούς ξέφυγε από το βάθος του διχτυού, της σαγήνης.

    Η βασική λοιπόν σημασία της λέξης σαγηνεύω είναι «ψαρεύω με σαγήνη», κλείνω ψάρια μέσα στο συγκεκριμένο είδος διχτυού, τη σαγήνη. Σε  έναν άλλο μικρό διάλογο, επίσης του Λουκιανού, είναι δύο θεοί, η Αφροδίτη και ο ΄Αρης, που, σύμφωνα με τον μύθο, συλλαμβάνονται σαν ψάρια μέσα σε δίχτυ-σαγήνη από τον ΄Ηφαιστο. 3 Συγκεκριμένα, παρουσιάζονται να συνομιλούν  ο Ερμής και ο Απόλλωνας, οι οποίοι σχολιάζουν την παράνομη σχέση της Αφροδίτης με τον θεό του πολέμου.  Λέει λοιπόν ο Ερμής για τον ΄Ηφαιστο ότι φοβάται να συγκρουστεί με τον ΄Αρη, αλλά απειλεί να μηχανευτεί κάποια δεσμά γι’ αυτούς  καὶ  συλλήψεσθαι σαγηνεύσας ἐπὶ τῆς εὐνῆς, και να τους πιάσει, αφού τους κλείσει μέσα σε δίχτυ, μέσα σε σαγήνη, πάνω στο κρεβάτι.

    Το ρήμα χρησιμοποιήθηκε, όπως μαρτυρεί ο Ηρόδοτος, και μεταφορικά επί ανθρώπων, για να αποδώσει μια περσική και γενικά ανατολική τακτική που εφάρμοζαν στο κυνήγι αλλά και στον πόλεμο, τακτική που συνίστατο στο εξής: συγκέντρωναν σε ένα μέρος ανθρώπους όπως τα ψάρια, για να τους συλλάβουν και να τους υποδουλώσουν, εκδιώκοντας στη συνέχεια όλους τους κατοίκους από τη χώρα τους. Στο κεφάλαιο, λοιπόν, όπου ο ιστορικός εκθέτει τα της κατάκτησης της Ιωνίας και των γειτονικών προς τη στεριά νησιών (Χίος, Λέσβος, Τένεδος ) από τους Πέρσες, γράφει ότι, όποτε οι βάρβαροι κυρίευαν ένα νησί, ἐσαγήνευον τοὺς ἀνθρώπους· και συνεχίζει περιγράφοντας τον τρόπο με τον οποίο έκαναν αυτή τη σαγήνευση, το ψάρεμα, του πληθυσμού: οι στρατιώτες πιασμένοι απ’ το χέρι ο ένας με τον άλλον απλώνονται από τις βορεινές ακτές του νησιού ώς τις νότιες και έπειτα το χτενίζουν ολόκληρο, κυνηγώντας και συλλαμβάνοντας  τους ανθρώπους.

      Στην ΄Υστερη αρχαιότητα, το ρήμα προσεγγίζει πλέον τη σημερινή έννοια, χωρίς να έχει λησμονηθεί ακόμη η σημασία του διχτυού, όπως βλέπουμε στο παρακάτω ωραίο επίγραμμα, το εμπνευσμένο από τον παιδικό έρωτα, αδήλου πατρότητας (Παλατινή Ανθολογία ΧΙ, 52):

 

                      Παιδείῳ, Θρασύβουλε, σαγηνευθεὶς ὑπ’ ἔρωτι

                     ἀσθμαίνεις, δελφίς ὥς τις ἐπ’ αἰγιαλοῦ

                     κύματος ἱμείρων· δρέπανον δέ σοι οὐδέ τὸ Περσέως

                    ἀρκεῖ ἀποτμῆξαι δίκτυον ᾧ δέδεσαι.

 

                                         Σε μετάφραση

 

              Ο έρωτας γι’ αγόρι, Θρασύβουλε, σε έχει σαγηνεύσει

             κι αγκομαχάς, καθώς ένα δελφίνι που πάνω στο γιαλό

             το κύμα λαχταράει· μήτε και του Περσέα4

             το δρεπανόσχημο το ξίφος δεν είναι αρκετό για σένανε

             το δίχτυ ν’ αποκόψει που ’σαι μ’ αυτό δεμένος.

 

    Μη μου πείτε πως δεν βρίσκετε συναρπαστικό το ταξίδι που κάνει κανείς όταν παρακολουθεί την εξέλιξη της ελληνικής γλώσσας στον μακραίωνο βίο της, βίο 40 και πλέον αιώνων!

            

 

 

 

 

 

 

1) Για τον διάλογο αυτόν βλ. άρθρο μας με θέμα τη φράση «Είμαι – Γίνομαι ράκος» (19/12/2020).
 2) Θύννος – τόνος: Η λέξη «τόνος» είναι αντιδάνειο. Προέρχεται από το ιταλικό  tonno ← μεταγενέστερο λατινικό tunnos ← λατινικό thynnus ← θύννος.
3)Η Αφροδίτη ήταν νόμιμη σύζυγος του κουτσού ΄Ηφαιστου, αλλά διατηρούσε  ερωτικό  δεσμό με τον ΄Αρη. Ο ΄Ηφαιστος έμαθε για τη μοιχεία της,  περιέβαλε την κλίνη με μετάλλινα λεπτά και αόρατα δίχτυα, και παγίδευσε το παράνομο  ζευγάρι.
4)Ο Περσέας,  γιος του Δία και της Δανάης, αποκεφάλισε τη Γοργόνα Μέδουσα.

———————————————————————————-

 

Γεωργία Παπαδάκη

H Γεωργία Παπαδάκη γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα. Σπούδασε Κλασική Φιλολογία και Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπου υπηρέτησε για δέκα χρόνια ως Βοηθός στον Τομέα Αρχαιολογίας και, παράλληλα, έλαβε μέρος σε διάφορες ανασκαφές. Τα τελευταία χρόνια μελετάει αρχαίους συγγραφείς και μεταφράζει αγαπημένα της κείμενα της ελληνικής γραμματείας. Από το Α΄Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας έχει παρουσιάσει παλαιότερα μια σειρά σχετικών εκπομπών με τον τίτλο « Είτε βραδιάζει είτε φέγγει, μένει λευκό το γιασεμί». ΄Εχουν εκδοθεί εξι βιβλία της: "Aνθολογία αρχαίας ελληνικής ερωτικής ποίησης", "Ο δικός μας Αριστοφάνης",  "Μούσας άγγιγμα", " Αισχύλος. Ο ποιητής του μεγαλοπρεπούς και του τιτανικού", "Σοφοκλής. Η «μέλισσα» του αρχαίου ποιητικού λόγου", "Η γυναίκα και ο γυναικείος λόγος στο έργο του Ευριπίδη".

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.