You are currently viewing  Γιώργος Βέης: Μυρσίνη Γκανά, Τα πέρα μέρη, Εκδόσεις Μελάνι, σελ. 56

 Γιώργος Βέης: Μυρσίνη Γκανά, Τα πέρα μέρη, Εκδόσεις Μελάνι, σελ. 56

 Πολυεστιακές αναφορές, αφαιρετικές διατυπώσεις. Κυρίαρχη η μέριμνα για την αποβολή του περιττού. Ενίοτε διαφαίνονται ώς και τα οστά της έκφρασης. Αμιγώς ανθρωπολογική πρόταση. Καλός συγκερασμός των ουσιών του πρωταρχικού κειμένου-μητέρας. Εμφανώς λειτουργική γραφή απολέπισης. Οι ψυχοσωματικές αναδιπλώσεις αποτυπώνονται αρμονικά. Αν και πρόκειται για την πρώτη εμφάνιση της Μυρσίνης Γκανά στο πεδίο των μεθοδικών κειμενικών εμπεδώσεων, εύκολα κανείς αντιλαμβάνεται τις κατακτήσεις του ύφους. Πρόσωπα και πράγματα έχουν ήδη προλάβει να αναπτύξουν όντως δεσμούς συνάφειας και συναντίληψης. Η αποκωδικοποίηση των υπεραισθητών απασχολεί ήδη τις αναζητήσεις της γραφής. Το ονειρικό καταπίστευμα ανήκει κι αυτό εξ ολοκλήρου στη γλώσσα. Οι υπομνηματισμοί του συνιστούν ένα από τα κύρια καθήκοντά της. Στο ερώτημα «Πώς έγινα δάσος τροπικό / κι ευδοκιμώ εντός μου;», η πιθανολογούμενη απάντηση βρίσκεται κάπου μεταξύ της αλήθειας των πέρα μερών, ήτοι του δεύτερου κόσμου, εκείνου που δημιουργεί εκ των ενόντων η ποιήτρια, η κάθε ποιήτρια, και του λεγομένου πραγματικού, κατά συνεκδοχή, πρώτου κόσμου. Ξεχωρίζω για τις ανάγκες της εποπτικής στιγμής τα εξής χαρακτηριστικά: «Στα μισά του ύπνου / πλαταίνει ο χρόνος / υψώνονται κερκίδες / μαζεύονται και κάθονται / παλιά απογεύματα / φίλοι / εραστές / χτυπάνε νευρικά το πόδι / πετάνε πασατέμπο / ελπίζοντας / στα δεκαπέντε δεύτερα / πρωινής αθανασίας».

Γόνιμες ασκήσεις

Οι συνειδητά επιγραμματικές αποτιμήσεις και στα σαράντα τρία κομμάτια του έργου πιστοποιούν τις πολλαπλές γόνιμες ασκήσεις, οι οποίες ασφαλώς προηγήθηκαν. Οι διατάξεις μάλιστα του υλικού παραπέμπουν αρκετές φορές, εμμέσως πλην σαφώς, στη μακρόχρονη παράδοση των χάι κου και των τάνκα της ιαπωνικής γραμματολογίας. Μετασχηματισμένα, απλοποιημένα, μεταμφιεσμένα ή και διευρυμένα τα εν λόγω ποιητικά είδη επανέρχονται ακμαία, να υποδηλώσουν κυρίως τη συγγένεια, η οποία τα συνδέει με τη στρατηγική των στίχων στα Πέρα μέρη. Εννοώ φέρ’ ειπείν τα εξής: «Ανοιξα ένα σύκο / και είδα / τη νύχτα / που καταπίνει / σιγά σιγά / τον Αύγουστο». Ή: «Σηκώνεται η νύχτα / σβήνει τα φώτα / κάθεται στη σιωπηλή κουζίνα της / και μ’ ένα τσιγάρο / σχεδιάζει το στερέωμα».

Οι όποιες θεματικές εναλλαγές, αντί να αποπροσανατολίσουν ή να καταδυναστεύσουν το διηγητικό εγώ, το καθιστούν περισσότερο εναργές, περισσότερο πρόσφορο σε αποδόσεις. Οι δε απαραίτητες εξομολογήσεις δεν βαραίνουν το τελικό αισθητικό προϊόν, όπως συνήθως συμβαίνει σε ανάλογες περιπτώσεις τρίτων. Οι εικόνες προέρχονται από έναν κόσμο οικείο, ομιλητικό, πρόσφορο. Αυτή ακριβώς η αίσθηση είναι που διευκολύνει κατά πολύ τη διαχείριση του τελικού μηνύματος. Οι ζωτικές συνεπαγωγές διακρίνονται τόσο για την ευκρίνειά τους, όσο και για την αποτελεσματική συναίρεση ποικίλων ικμάδων λόγου. Διακρίνω μεταξύ άλλων τα εξής: «Δεν είναι γιατρός ο χρόνος / έρχεται αθόρυβα / με τα λαστιχένια του παπούτσια / τα γάντια του / τη μάσκα του / τη γομολάστιχά του / σβήνει λίγο αποδώ / λίγο αποκεί, φλουτάρει / για να μην ξεχωρίζεις /ακριβώς τα όρια του πόνου / σου κλέβει τη νύχτα / απ’ τα συρτάρια τα πιο πολύτιμα αντικείμενα / μετά κάνει τον ξαφνιασμένο / σε βγάζει βόλτα στο διάδρομο / διεστραμμένος νοσοκόμος». Το όλο ποιητικό εγχείρημα στηρίζεται σε ανθεκτικές βάσεις. Το δε στοιχείο της ρηματικής έκπληξης επενεργεί θετικά, επαυξάνοντας την κειμενική απόλαυση.

Δημιουργική γραφή

Τα δέκα συνεχόμενα ερωτήματα, όπως διατυπώνονται στην τρίτη από το τέλος επιλογική σελίδα, προοικονομούν ασφαλώς την επάνοδο της Μυρσίνης Γκανά στον χώρο της δημιουργικής γραφής. Υποστηρίζοντας αναλόγως την αναγνωστική διάδραση, ξεχωρίζουν μερικά από αυτά, χωρίς να εκβιάζονται κατ’ ανάγκην οι απαντήσεις. Αντιγράφω: «Πού βρίσκεται η πηγή της ποίησης; / Πρέπει ν’ ανέβεις; Να κατέβεις; / Να σκάψεις λάσπη, χώμα, θάλασσες; / Ν’ ανοίξεις στο βουνό το μέσα / σήραγγες; (… ) Πρέπει μήπως με μια τσάπα να χτυπάς / μελετημένα; / Να βάζεις, να βγάζεις, να μετακινείς / γράμματα, φθόγγους, λέξεις, / άναρθρες κραυγές; / Ή μήπως να κάνεις τη ζωή σου /όπως όπως /έτσι κι έτσι /φυσώντας πού και πού μ’ ένα καλάμι / τη θράκα για να μη σβήσει εντελώς /ώσπου να βράσει το νερό / κι αρχίσουνε να σκάνε φυσαλίδες;».

Ποικίλα στοιχεία του συλλογικού ασύνειδου, όντα ανώνυμα του προγονικού σπηλαίου, συνυπάρχουν ενίοτε με τα πρόσωπα της σκηνής εδώ και τώρα. Ως να αποτελούν ψηφίδες του ίδιου πίνακα, ως να συνιστούν τα σύστοιχά τους, συνομιλούν σε χαμηλούς, πλην όμως εύηχους τόνους. Το «τέρας», φέρ’ ειπείν, της σελίδας 37 κατάγεται από το όνειρο του ανθρώπου να εξορκίσει το Κακό. Το αρχέτυπο – τέρας δεν έχει όνομα, δεν διαθέτει συγκεκριμένη, σχηματοποιημένη μορφή. Υφίσταται ως αναπόφευκτο, άφατο άγος, ως σκοτεινή ενοχή, ως αταβιστική αβελτηρία. H συμφιλίωση με τον Αλλο αποβλέπει ακριβώς στην από κοινού αντιμετώπιση των δεινών, τα οποία κυοφορεί ένα εξ ορισμού σκοτεινό μέλλον. Το αίσθημα της συντροφικότητας, της αλληλεγγύης το οποίο εμπνέει όχι ο κατεδαφιστικός, ο ανθρωποφαγικός έρωτας, αλλά ο συγκλίνων, συνέχει έναν ικανό αριθμό ποιημάτων.

Αφορισμός
«Μαζί σου μόνο φοράω το δικό μου δέρμα»
Η ανάγκη της ταύτισης με την ποθητή ετερότητα τονίζεται συχνά πυκνά. Η αινιγματική, η κρίσιμη στιγμή συνιστά την ιδεατή λύτρωση. Το ένα και το δύο δεν νοούνται εδώ προφανώς ως ενάντιες ποιότητες αλλά ως πτυχές ενός και του αυτού υποκειμένου. Το οριακό σημείο αλληλοσυμπλήρωσης παρέχεται μάλιστα από την πρώτη κιόλας σημαδιακή σελίδα του βιβλίου. Ο αφορισμός είναι ενδεικτικός των όσων πρόκειται να ακολουθήσουν. Εξασφαλίζει πρωτίστως την ικανή και αναγκαία εκείνη συνθήκη της προσωρινής έστω συγκατοίκησης με έναν εαυτό αναβαθμισμένο, διεσταλμένο. Και πάλι παραθέτω κατά λέξη: «Μαζί σου μόνο / φοράω το δικό μου δέρμα».

Η ταυτότητα του ποιητικού υποκειμένου συνοψίζεται εν προκειμένω ως εξής: «Λέγε με Πηνελόπη / μέρα τη μέρα / υφαίνω / ξηλώνω / το σώμα μου. / Πού να ‘ξερα / ότι ο νοσταλγός που μου συστήθηκε / ως Οδυσσέας / ήταν στ’ αλήθεια ο Κανένας». Επισημαίνω ότι οι δηλώσεις εκπέμπονται, χωρίς εξαίρεση, από μια διαρκώς αναστοχαζόμενη ύπαρξη. Οι δε προσεκτικά επιλεγμένες λέξεις προτίθενται εξ ορισμού να συνοψίσουν πάθη, υπαναχωρήσεις, ανακατατάξεις και ανορθώσεις ενός προσώπου, το οποίο αν και τεκμαίρεται, ως εκ των πραγμάτων, ευάλωτο, δεν προτίθεται επ’ ουδενί να παραιτηθεί, να λυγίσει, λόγω των διαδοχικών δοκιμασιών, τις οποίες υφίσταται σε καθημερινή μάλιστα βάση.

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.