You are currently viewing ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΘΑΝΑΣΗ Ν. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΘΑΝΑΣΗ Ν. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ

 ΠΡΟΦΙΛ

Ο Θανάσης Ν. Παπαθανασίου, διδάκτωρ Θεολογίας και πτυχιούχος Νομικής, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1959.Υπήρξε θεολόγος καθηγητής στο Λύκειο Ζεφυρίου Δυτικής Αττικής από το 1992 και τώρα υπηρετεί ως διδάσκων (ΕΔΙΠ) στην Ανώτατη Εκκλησιαστική Ακαδημία Αθήνας. Διδάσκει επίσης στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου και είναι αρχισυντάκτης του θεολογικού περιοδικού “Σύναξη” από το 1998. Ζει στην Αθήνα με τη σύζυγό του Ελένη Ταμαρέση και τον γιο τους Αλέξανδρο – Αρέθα.
Ο Θανάσης Ν. Παπαθανασίου ανήκει στους Θεολόγους με σημαντική συγγραφική παρουσία. Μεταξύ των έργων του συναντούμε τα βιβλία, Η ρήξη με το μηδέν, Σφηνάκια πολιτικής θεολογίας (εκδ. Αρμός, Αθήνα 2015), Η Εκκλησία γίνεται όταν ανοίγεται, Η ιεραποστολή ως ελπίδα και ως εφιάλτης (εκδ. Εν Πλω, Αθήνα 22008), Με την ψυχή στα πόδια. Από το μνήμα το κενό στους δρόμους του κόσμου (εκδ. Εν Πλω, Αθήνα 2007),Ο Θεός μου ο αλλοδαπός (εκδ. Ακρίτας 32007),Ορθόδοξη θεολογία και Κοινωνική Δικαιοσύνη (εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 2002), Κανόνες και ελευθερία. Οι μεταμορφώσεις του 108ου κανόνα της τοπικής Συνόδου της Καρθαγένης και οι περιπέτειες της ελεύθερης αποδοχής του Χριστιανισμού (εκδ. Επέκταση, Κατερίνη 2006, τρίγλωσσο: ελληνικά, αγγλικά, γαλλικά).

 

ΤΕΤ Α ΤΕΤ

Ελένη Ζάχαρη: Κύριε Παπαθανασίου, καλώς ήρθατε σ’ αυτή τη γωνία του διαδικτύου. Είναι τιμή και χαρά η παρουσία ενός ανθρώπου που αγωνίζεται χρόνια στην εκπαίδευση, στη συγγραφή, στον διάλογο, να “επί-κοινωνήσει”, με όλους ανεξαιρέτως, το ‘Τίνα με λέγουσιν οι άνθρωποι είναι;’.

 Θανάσης Ν. Παπαθανασίου: Καλώς σας βρίσκω! Το ερώτημα που αναφέρετε (και το οποίο βέβαια το βρίσκουμε στο Ευαγγέλιο, διατυπωμένο από τον Χριστό) απευθύνεται –ήρεμο και ταυτόχρονα απαιτητικό– σε όλους μας. Η διαδρομή μας στην ζωή είναι μια πάλη με ερωτήματα, κι αυτό είναι ωραίο! Τα ερωτήματα αξιώνουν πανστρατιά των παραμέτρων της ανθρώπινης ύπαρξης: της καρδιάς, του νου, της εμπειρίας, της προσδοκίας, και πάντως δεν την θέλουν μαρμαρωμένη και ανεύθυνη. Αυτό που διακρίνει τον άνθρωπο, θα έλεγα, είναι η ευθύνη αναμέτρησης με ερωτήματα που αφορούν τα ουσιώδη της ζωής, το νόημά της.

 ΕΖ: Στις μέρες μας, η απάντηση στο ερώτημα είναι τόσο περίπλοκη όσο και εντελώς απλή. Είναι αυτή που η Εκκλησία, ως Σώμα Χριστού, δίνει στο διηνεκές. Το ζήτημα που τίθεται είναι αν οι άνθρωποι ακούνε. Ποια η εμπειρία σας ως θεολόγου που ζει και δρα στην εποχή του;

ΘΠ: Προφανώς η απάντηση των πιστών είναι ότι αναγνωρίζουν τον Χριστό ως χορηγό του νοήματος της ζωής. Αλλά αυτή η αναγνώριση δεν είναι απλώς θέμα μιας δήλωσης ή ιδεολογικής διακήρυξης. Αρθρώνεται ως στάση ζωής, έμπρακτη βιωτή των ανθρώπων οι οποίοι θέλουν να λαμβάνουν τοις μετρητοίς αυτά που ο Χριστός ζητά. Οπότε, το ζήτημα είναι αν η απάντηση αντέχεται από όλους τους ανθρώπους, συμπεριλαμβανομένων όσων αυτοπροσδιορίζονται ως Χριστιανοί!

Η έννοια του Σώματος του Χριστού είναι πολύτιμη (δείχνει μια βαθιά,  οργανική σχέση), ταυτόχρονα όμως ο Χριστός είναι και ο κριτής της Εκκλησίας, η οποία και με τον λόγο και με την πράξη και με την σιωπή (κοντολογίς με τον τρόπο ύπαρξής της) θα πρέπει να αποδεικνύεται πιστή στον Κύριό της και στο Ευαγγέλιό του. Και όσον αφορά τους ανθρώπους που δεν νιώθουν πιστοί, σχηματικά θα έλεγα ότι κατά βάση τους συναντάς σε μια ταλάντευση. Σε μια ταλάντευση μεταξύ δίψας και μηδενισμού. Δίψας για κάποιο βαθύ νόημα πέρα από την μιζέρια της καθημερινής φθοράς από τη μια, μηδενισμού όσον αφορά το νόημα της ζωής από την άλλη.

Η δίψα, για την οποία μίλησα, είναι σπουδαία λειτουργία του ανθρώπου, ακόμα κι όταν ο διψασμένος δεν προσφεύγει στο νερό της χριστιανικής πίστης. Είναι μια αναζήτηση, με την οποία οι Χριστιανοί δύνανται και οφείλουν να διαλεχθούν και στην οποία δύνανται και οφείλουν να καταθέσουν την μαρτυρία τους για το νερό που εμπιστεύονται για να αρδεύει την ύπαρξή τους. Κοινό γλωσσάρι μεταξύ των δύο μερών είναι η πανανθρώπινη εμπειρία της δίψας, και μάλιστα όταν πρόκειται για δίψα ανθρωπιάς και δικαιοσύνης. Από την άλλη, όμως, ο μηδενισμός (όταν είναι πράγματι μηδενισμός, κι όχι δίψα καμουφλαρισμένη με επιθετικότητα), είναι αληθινό πρόβλημα. Όχι τόσο γιατί απορρίπτει την πίστη, αλλά κυρίως γιατί σημαίνει προγραμματική παραίτηση του ανθρώπου από το ερώτημα περί του νοήματος. Σημαίνει μια απάθεια απέναντι στην ζωή. Κάτι σαν αποδοχή της αφυδάτωσης ως ευτυχίας!

ΕΖ: Πλησιάζουμε στην κορύφωση αυτής της περιόδου, και μια ευχή ακούγεται και γράφεται παντού: «Καλά Χριστούγεννα». Άραγε ο σύγχρονος άνθρωπος έχει επίγνωση αυτού που λέει; Ποια η ουσία της φράσης/ευχής;

 ΘΠ: Μοιραία χρησιμοποιούμε εκφράσεις όπως «ο σύγχρονος άνθρωπος», προκειμένου να συνεννοηθούμε για το σήμερα. Στην πραγματικότητα ωστόσο υπάρχουν άνθρωποι (στον πληθυντικό) που ζουν στο σήμερα, κι έτσι συναντούμε πλήθος στάσεων: και βάλτωμα και προκοπή, και ευαισθησίες και αναισθησίες, και διαύγεια και σύγχυση. «Καλά Χριστούγεννα» σημαίνει να δεξιωθούμε την αδιανόητη αγάπη του Θεού, και να ζήσουμε όντως την Χριστού Γέννα.

Αλλά βλέπουμε ότι συχνά η ευχή αυτή αντικαθίσταται από την απίστευτα θολή «Καλές γιορτές». Φυσικά και θέλουμε όλοι να είναι καλές οι γιορτές! Αλλά γιορτή χωρίς περιεχόμενο, τι λογής γιορτή είναι; Αν μιλάμε για Χριστούγεννα, τότε περιεχόμενο της γιορτής είναι η στράτευση ενός Θεού στο πλάι του πάσχοντος ανθρώπου, ώστε ο άνθρωπος να πάψει να έχει ημερομηνία λήξης. Πιστευτό ή όχι, λόγος ύπαρξης της γιορτής είναι αυτή η μεταφυσική πρόκληση, το στοίχημα για άλμα στα άπειρα ενός μυστηρίου. Μπορεί να είναι χοντρό αυτό που θα πω, αλλά γιορτή χωρίς περιεχόμενο (χωρίς περιεχόμενο για το οποίο να αξίζει να πετάξεις την σκούφια σου από χαρά) μοιάζει με την ευχαρίστηση την οποία παρέχει ένα καταπληκτικό, πλούσιο και παννόστιμο γεύμα, αλλά…  γεύμα θανατοποινίτη.

 ΕΖ: Ο Χριστός, ο Υιός και Λόγος του Θεού, μπαίνει στην Ιστορία αδιάφορα; Είναι ένας ‘παρεμβατικός’ τρόπος, όπως θα έλεγε ένας ερμηνευτής με πολιτική ματιά, είναι ανθρωποκεντρικός, όπως θα έλεγε κάποιος ουμανιστής φιλόσοφος; Τι σημαίνει το γεγονός αυτής της παρέμβασης για τον άνθρωπο;

 ΘΠ: Για την Εκκλησία ο Θεός πάντα δρα μέσα στην ιστορία. Τώρα όμως μιλάμε για το μοναδικό γεγονός της ενανθρώπισής Του. Αυτή λοιπόν είναι μια είσοδος απελευθερωτική. Ούτε τουριστική επίσκεψη είναι, ούτε ιμπεριαλιστική εισβολή. Ο Θεός κάνει εαυτό του την ανθρώπινη πραγματικότητα, ώστε να φέρει ελευθερία από κάθε είδος θανάτου. Θάνατος είναι η βιολογική αποσύνθεσή μας, θάνατος η απόρριψη του άλλου, θάνατος η κοινωνική αδικία. Σύμφωνα με το Ευαγγέλιο του Λουκά, ο ίδιος Χριστός προσδιόρισε τον ερχομό του ως εξής: Ήρθα, είπε, για «να αναγγείλω το χαρμόσυνο μήνυμα στους φτωχούς, να θεραπεύσω τους τσακισμένους ψυχικά· στους αιχμαλώτους να κηρύξω λευτεριά και στους τυφλούς ότι θα βρουν το φως τους· να φέρω λευτεριά στους τσακισμένους, να αναγγείλω του καιρού τον ερχομό που ο Κύριος θα φέρει τη σωτηρία στον λαό του». Υπ’ αυτήν την έννοια, θα λέγαμε ότι είναι μια πρωτοβουλία πνευματική και πολιτική ταυτόχρονα, δηλαδή μια πρωτοβουλία που αγκαλιάζει σύνολο τον άνθρωπο, σύνολο τον κοινό βίο, σύνολα τα σύμπαντα. Και ο άνθρωπος έτσι καλείται σε μια σύστοιχη στάση ζωής, σε μια στάση ζωής ρήξης προς κάθε λογής δυνάμεις του θανάτου.

ΕΖ: Μετά την ‘Πτώση’ του Ανθρώπου διαβάζουμε στην Αγία Γραφή το πρώτο μεγάλο έγκλημα, την δολοφονία του Άβελ από τον Κάιν. ΄Ως σήμερα οι πόλεμοι μοιάζουν να αναπαριστούν την αδελφοκτονία με απόλυτη συνέπεια. Τραγικές επιπτώσεις τους, οι καταπιέσεις μειονοτήτων, γενοκτονίες, εθνοκαθάρσεις, κύματα προσφύγων και μεταναστών. Από την άλλη, η στάση των ανθρώπων στις χώρες υποδοχής είναι γνωστή. Τρόμος για την αλλοίωση των εθνικών χαρακτηριστικών, της θρησκείας, της γλώσσας, φόβος μη μας ακουμπήσουν “οι μολυσμένοι”, οι αλλόθρησκοι! «Χωράνε» τέτοιες αντιδράσεις στην Ορθόδοξη πίστη, στην Ορθόδοξη θεολογία;

 ΘΠ: Για τον Χριστιανό κάθε πόλεμος είναι εμφύλιος πόλεμος. Αυτό πηγάζει από την ανθρωπολογία του Χριστιανισμού, δηλαδή από την πίστη του ότι κάθε άνθρωπος (κυριολεκτικά κάθε άνθρωπος) είναι εικόνα του Χριστού. Μπορεί να φαίνεται εύκολη κουβέντα, αλλά στην πραγματικότητα είναι δυσβάσταχτη. Γίνεται δυσβάσταχτη η απαίτηση του Χριστού, ως «κολλητό μας» (αυτό σημαίνει η φράση «ο πλησίον μας», που χρησιμοποιεί το Ευαγγέλιο) να αναγνωρίσουμε τον κραυγαλέα άλλον: τον διαφορετικό πολιτισμικά, θρησκευτικά, εθνικά. Το μεταναστευτικό ζήτημα στις μέρες μας είναι εξαιρετικά δύσκολο. Δύο λόγους θα αναφέρω μόνο, ενδεικτικά.

Ο πρώτος λόγος είναι η τρομακτική κυριαρχία ενός δουλεμπορίου με σύγχρονους όρους, απόνερα ενός παγκόσμιου συστήματος όπου ο άνθρωπος γίνεται πάμφθηνο αναλώσιμο, και οι χώρες μετατρέπονται σε χώρους – σε χώρους αποθήκευσης. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι γεννιούνται τεράστια προβλήματα για την δημοκρατία, είτε διότι συγκροτούνται πολιτισμικές κοινότητες με αυταρχικές παραδόσεις και δυσανεξία προς την ελευθερία, είτε διότι ως απάντηση στην τρέχουσα καταρράκωση της πολιτικής προβάλλονται ολοκληρωτικές, μισαλλόδοξες, μέχρι και ναζιστικές ιδεολογίες. Αλλά οι εκκλησιαστικοί άνθρωποι, ακόμα κι αν βρίσκονται σε αμηχανία όσον αφορά εξεύρεση πρακτικών και αποτελεσματικών λύσεων, οφείλουν να μείνουν πιστοί στον Κύριό τους. Δεν μπορούν να διαγράψουν από το Ευαγγέλιό του την παραβολή του καλού Σαμαρείτη, ακόμα κι αν αυτή ηχεί παράλογη και προκλητική σήμερα. Η ανάγκη να μη χαθεί το ευαγγελικό μήνυμα, η ανάγκη να μη δίνει ο φόβος τον τόνο στους μαθητές Εκείνου ο οποίος χαιρετούσε με την προτροπή «μη φοβού», είναι ανάγκες ζωτικές, κατεξοχήν σε περιόδους κρίσεων. Διότι ακριβώς σ’ αυτές τις περιόδους το κακό, η αγριάδα και το μίσος εμφανίζονται ως στοιχεία λογικά και αποδοτικά. Ανάγκη πάσα, λοιπόν, να μη νοθευτεί το ευαγγελικό μήνυμα μέσα στον ορυμαγδό. Κι αυτό σημαίνει δύσκολα πράγματα. Σημαίνει διαύγεια περί τα κριτήρια. Η ανοιχτότητα της Εκκλησίας, που έχω προσπαθήσει να σκιαγραφήσω, σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ουδετερότητα ή πλαδαρότητα. Η Εκκλησία οφείλει να κρατά ολοζώντανα τα κριτήριά της στην πράξη, και να είναι μεροληπτική: πάντα με το μέρος των θυμάτων της ιστορίας και όχι ομοτράπεζη των θυτών. Πάντα βλέποντας τον άλλον ως δυνατότητα πλουτισμού, ως χώρο μυστικής δράσης του Θεού. Αυτό είναι κάτι πολύ διαφορετικό από το να λιγώνεται κανείς με την πολυπολιτισμικότητα σε επίπεδο μόδας ή life style. Τα επίπεδα αυτά διαιωνίζουν την χρησιμοποίηση των ανθρώπων και την επιφανειακή επαφή με τους πολιτισμούς. Αντιθέτως, η έγνοια για τα ουσιώδη μάς καλεί σε κριτική ανοιχτότητα. Η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και η ελευθερία ως σφραγίδα του Θεού πάνω στον άνθρωπο είναι αδιαπραγμάτευτα ζητήματα, και κρίνουν κάθε πράξη, κάθε πολιτισμό, κάθε πίστη: χριστιανική, μουσουλμανική, αφρικανική, άθρησκη, άθεη. Επιτρέψτε μου να επαναλάβω κάτι που συχνά χρειάζεται να τονίζω: Κάθε ετερότητα είναι δεκτή ως εταίρος συνύπαρξης και ως δυνατότητα πλουτισμού της ανθρώπινης ύπαρξης, πλην μιας ετερότητας: Εκείνης η οποία μισεί την ετερότητα!

ΕΖ: Η Μικρασιάτισσα γιαγιά σας, η Μαρία, έζησε την προσφυγιά, έζησε ‘τον άλλο’ άνθρωπο και σας συμβούλευε (όπως λέτε στο βιβλίο σας «Ο Θεός μου ο Αλλοδαπός») να ανοίγετε την πόρτα πάντα όταν την χτυπάει πρόσφυγας ή αναγκαιμένος. Εσείς πώς βιώσατε και βιώνετε ώς σήμερα αυτή την προτροπή;

 ΘΠ: Ως αγκίθα στο πλευρό μου, που δυσκολεύει την παραίτηση σε βαθύ ύπνο. Αναμετριόμαστε καθημερινά με την αλήθεια. Δεν χρειάζεται να πω κάτι παραπάνω σ’ αυτό.

ΕΖ: Μια από τις συντάκτριες του περιοδικού μας, η συγγραφέας κ. Λίζα Διονυσιάδου, έγραψε αυτές τις μέρες στο facebook περίπου: “ Έρχονται Χριστούγεννα. Μην ξεσκίσετε την Αγάπη.”. Γιατί οι άνθρωποι ‘αγαπούν’ τόσο πολύ κατά τη διάρκεια αυτών των ημερών;

ΘΠ: Η αγάπη είναι το μεδούλι της ανθρώπινης ύπαρξης και το κορυφαίο κριτήριο της χριστιανικής ύπαρξης. Αλλά έχει γίνει μια φθαρμένη λέξη. Πιπιλίζεται αδάπανα για να σημανθεί ό,τι πιο ναρκισσιστικό και εγωπαθές. Χρησιμοποιείται δηλαδή με την έννοια «γουστάρω κάτι», «θέλω να αποχτήσω κάτι», «μου αρέσει κάτι». Λησμονείται ότι η αγάπη είναι κάτι που θέλει δύναμη πολλή και άσκηση γερή και άνοιγμα στον άλλον. Αγάπη είναι το άνοιγμά μου σε κάποιον που είναι όχι-εγώ. Και μιλώ για άνοιγμα θυσιαστικό. Ο άλλος να γίνεται όρος της ύπαρξής μου, και να ψευτίζω, αν υπάρχω από μόνος μου. Κατά τις μέρες των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, λοιπόν, γίνονται διάφορες συγκρούσεις μέσα στον άνθρωπο. Από τη μια νιώθει ότι η αγάπη είναι το μόνο ουσιαστικό πράγμα, η μόνη αυθεντικότητα, ανώτερη ακόμη κι από την υγεία. Κάθε άνθρωπος, αν αποκρούσει κάπως τους περισπασμούς και την πολυπραγμοσύνη της αγχωτικής καθημερινότητας και αφουγκραστεί την ψυχούλα του, θα ακούσει μια πανανθρώπινη παράκληση: Θέλουμε να αγαπηθούμε και να αγαπάμε. Δίχως αυτά μένουμε λειψοί, εφιαλτικά λειψοί. Από την άλλη, όμως, χρειάζεται κόπος για να δεις ποιο αξίζει να είναι τελικά το «αντικείμενο» της αγάπης σου. Αν στρέψω την αγάπη μου σε κάτι που τελικά θα γίνει στάχτη, η ζωή μου θα βυθιστεί στο κενό. Αν όμως η αγάπη (το επαναλαμβάνω: η θυσιαστική αγάπη) είναι ο τρόπος ύπαρξης του άπειρου και αιώνιου Θεού, τότε είναι κάτι που δεν γίνεται στάχτη, κάτι που δεν θα υποταχτεί στη φτήνια και στον θάνατο. Ναι, μην «ξεσκίσουμε» την αγάπη! Να τη σπουδάσουμε σεβαστικά, με τα μπούνια της ύπαρξής μας!

ΕΖ: Ζούμε με Αλήθεια ή με “είδωλα αλήθειας”-κυρίως οι θρησκευόμενοι- και αν ναι, τι συνέπειες έχει αυτό για την προσωπική μας ελευθερία; Αυτή την οποία ήρθε να εγγυηθεί ο Χριστός με την κατά Σάρκα Γέννησή Του;

ΘΠ: Συγχωρήστε μου μια προσωπική αναφορά. Τον περασμένο Δεκέμβριο δημοσιεύτηκε στη «Σύναξη» (τ. 140) ένα κείμενό μου με τίτλο ««Η γοητεία της ειδωλολατρίας, ή Ποιες ασφάλειες αναζητούν οι Χριστιανοί όταν δεν αντέχουν την ελευθερία του Θεού». Προσπάθησα να ψηλαφίσω ακριβώς το θέμα που θέτετε. Φυσικά και καραδοκεί, θελκτική και αναπαυτική, η αντικατάσταση του ζωντανού και ανυπόταχτου Θεού από διαφόρων ειδών είδωλα! Προσέξτε! Όχι είδωλα άλλης θρησκείας, αλλά διάφορα ιερά (πράγματα, πράξεις κλπ.), τα οποία αντικαθιστούν τον Θεό. Είναι το σύνδρομο της πινακίδας. Αντί να καταλάβω ότι η πινακίδα είναι πολύτιμη υπό την έννοια ότι μου δείχνει προς τα πού βρίσκεται ο προορισμός μου (και άρα υπό την έννοια ότι στα σοβαρά πρέπει να δω την πινακίδα, αλλά κατόπιν να κινηθώ προς τον προορισμό), λατρεύω την ίδια την πινακίδα, ομνύω σ΄ αυτήν, την σφιχταγκαλιάζω και τελικά… μένω εκεί και άρα δεν πάω ποτέ στον προορισμό μου! Τραγωδία!

ΕΖ:  Σε κάποιον τοίχο ένας αντιεξουσιαστής υψώνει την ‘φωνή’ του, κάπου στο κέντρο της Αθήνας, και δηλώνει «Ένα Χαμόγελο θα σας θάψει»! Ποιο το κρυμμένο μήνυμα εδώ για όλους μας;

 ΘΠ: Έχουμε λόγο να έχουμε χαρά! Έχουμε λόγο να μη γεμίζουμε από την κατήφεια και την μεμψιμοιρία! Το σύνθημα αυτό είναι βαθιά μεταφυσικό, ακόμα κι αν αυτός που το έγραψε θα δήλωνε αποφασισμένος άθεος! Υπάρχει μια πίστη μέσα σ’ αυτό. Υπάρχει δηλαδή μια περίεργη εμπιστοσύνη ότι η πραγματικότητα δεν αποτελείται απλώς από όλα τα δεινά, τα οποία μπορούμε να απαριθμήσουμε σε μακρύ κατάλογο. Δεν αποτελείται όμως ούτε από ισολογισμό θετικών και αρνητικών στοιχείων. Το χαμόγελο, και ειδικά το χαμόγελο το ανυπόταχτο, αυτό που υπάρχει ακόμα κι όταν όλα γύρω είναι γκρίζα, ριζώνει στην ουτοπία, στην πίστη ότι κάτι νέο, ελπιδοφόρο, ζείδωρο γεννιέται! Κάτι που ρηγματώνει όλα τα γκρίζα! Και γι’ αυτό, χαρά!

ΕΖ: Μια σκέψη-ευχή, αυθόρμητα, για τα επόμενα Χριστούγεννα;

ΘΠ: Καλή Ανάσταση! Κυριολεκτώ! Χριστός γεννάται και ξεκινά ένα έργο επίπονο, ένα έργο σύγκρουσης με τη θανατίλα. Το έργο αυτό δεν ολοκληρώνεται στις 26 Δεκεμβρίου. Περνά από την σταύρωση, οπότε και ολοκληρώνεται, θα έλεγα, η ενανθρώπησή Του. Με ποια έννοια; Όχι υπό την έννοια ότι δεν ήταν πλήρης η θεανθρώπινη υπόστασή Του, αλλά υπό την έννοια ότι στον Γολγοθά ο Χριστός προσέλαβε και τα πλέον έσχατα σημεία της ανθρώπινης τραγικότητας: τον άδικο και οδυνηρό θάνατο, την προδοσία και την εγκατάλειψη. Έτσι, τίποτα δεν μένει έξω από την ενανθρώπιση, από το να κάνει εαυτό του ο Θεός την ανθρώπινη συνθήκη. Και αυτή η διαδρομή, η διαδρομή της θυσιαστικής αλληλεγγύης, απολήγει στην Ανάσταση, οπότε ναι, τα Χριστούγεννα ολοκληρώνονται: Ο θάνατος συντρίβεται, κι εκεί που φαινόταν η σαπίλα να είναι το τέρμα κάθε ανθρώπινου κόπου (ακόμα και των ευγενέστερων), ανοίγονται ορίζοντες δίχως συρματοπλέγματα. Χριστός γεννάται, καλή Ανάσταση!

ΕΖ: Κύριε Παπαθανασίου, απλά και λιτά, να σας ευχαριστήσω από καρδιάς για τη συζήτηση αυτή που μας έκανε πλουσιότερους όλους, κάποιους μάλιστα πολύ περισσότερο κι αισθάνονται ευγνώμονες για τη “συνάντηση”. Εύχομαι σε όλους μας «Καλά Χριστούγεννα»! Ας γίνουμε όλοι μικρές Φάτνες για Εκείνον, προσφέροντας ακόμα κι ένα χαμόγελο με αλήθεια.

Σ’ εσάς και την οικογένειά σας πολλές θερμές ευχές! 

Λένη Ζάχαρη

Η Λένη Ζάχαρη γεννήθηκε και μεγάλωσε στον Πειραιά. Σπούδασε Θεολογία και Ιστορία στο ΕΚΠΑ. Έχει εκδώσει την ποιητική συλλογή "Να με λες Ελένη", από τις εκδόσεις Λέμβος. Αρθρογραφεί στο Περί ου.

This Post Has One Comment

  1. Παναγιώτης Μηλίτσης

    Η κρυστάλλινη απάντηση του Ορθόδοξου Θεολόγου και εκλεκτού Δασκάλου Θανάση Παπαθανασίου στο δαιδαλώδες προσφυγικό πρόβλημα , που γεννά σωρεία ερωτημάτων ακόμα και στους πιο καλοπροαίρετους συμπολίτες μας είναι για μένα η καρδία της πολυτιμότατης συνέντευξής του που δένει απόλυτα με το κομμάτι της ίδιας συνέντευξης για τη θυσιαστική αγάπη που είναι ο τρόπος ύπαρξης του άπειρου και αιώνιου Θεού.Στην “αγριάδα και το μίσος που εμφανίζονται λογικά και αποδοτικά “ο δάσκαλος παίρνει σαφέστατη θέση.” Η Εκκλησία οφείλει να κρατά ολοζώντανα τα κριτήριά της στην πράξη και να είναι μεροληπτική :πάντα με το μέρος των θυμάτων της ιστορίας και όχι ομοτράπεζη των θυτών “και “η ανάγκη να μη δίνει ο φόβος τον τόνο στους μαθητές Εκείνου , ο οποίος χαιρετούσε με την προτροπή “μη φοβού” είναι ανάγκες ζωτικές σε περιόδους κρίσεων “.Παράλειψη θα ήταν να μη σημειωθεί και το κομμάτι της συνέντευξης που κάνει λόγο για ¨θυσιαστική αγάπη” που δεν υποτάσσεται στη φθήνεια και το θάνατο. Μεγάλη κουβέντα ! ,όπως μεγάλη και η κουβέντα της Γιούλης Ζαχαρίου στο ίδιο “περί ού”, “Ο άνθρωπος μπορεί να αλλάξει όταν καταρρεύσει και απογυμνωθεί από κάθε άμυνα και αυταπάτη ευτυχίας”.
    Καλά Χριστούγεννα Δασκαλε
    Καλά Χριστούγεννα με υγεία και Αγάπη , Αγάπη Θυσιαστική, Π. Μηλίτσης

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.