You are currently viewing Φάνης Κωστόπουλος: Η τραγωδία ΟΡΑΤΙΟΣ – Από τον τραγικό ποιητή PIERRE CORNEILLE στον ζωγράφο της Γαλλικής  Επανάστασης  J.L. DAVID

Φάνης Κωστόπουλος: Η τραγωδία ΟΡΑΤΙΟΣ – Από τον τραγικό ποιητή PIERRE CORNEILLE στον ζωγράφο της Γαλλικής  Επανάστασης  J.L. DAVID

                              

                

   Ο Pierre Corneille γεννήθηκε το 1606 στη Rouen και πέθανε στο Παρίσι το 1684. Έζησε στον χρυσό αιώνα των γαλλικών γραμμάτων και έγραψε 33  έργα για το θέατρο, κωμωδίες και τραγωδίες. Tην τραγωδία Οράτιος  ( Horace ) την έγραψε ο Κορνέιγ το 1640 και την εμπνεύστηκε από τις  σελίδες του Ρωμαίου ιστορικού   Τίτου Λίβιου. Η Ρώμη και η σαβινική πόλη Alba, που βρίσκονταν για αρκετό καιρό σε εμπόλεμη κατάσταση, εμπιστεύτηκαν την έκβαση αυτού του πολέμου σε έξι εκλεκτούς μαχητές, τρεις της Ρώμης και τρεις της Alba. Όποιας πόλης ο μαχητής θα έβγαινε νικητής από αυτή τη σύγκρουση μέχρι θανάτου, αυτή η πόλη  θα ήταν και  η νικήτρια της μακροχρόνιας αυτής σύρραξης. Έτσι συμφώνησαν και έτσι έγινε. Από τη μεριά τους οι Ρωμαίοι διάλεξαν τρία αδέλφια, τους Οράτιους. Το ίδιο έκαναν και οι κάτοικοι της  Alba. Ξεχώρισαν τρία αδέλφια, τους Κουριάτιους, που ήταν φημισμένα για την παλικαριά τους. Οι δυο όμως αυτές οικογένειες συνδέονταν με γάμο. Ένας από τους Οράτιους είχε παντρευτεί μια αδελφή των αντιπάλων του. Κάτι ανάλογο είχε γίνει και με τους Κουριάτιους: ένα από τα τρία αδέλφια είχε ερωτευτεί και αρραβωνιαστεί την αδελφή των Ορατίων, την Καμίλλη. Από αυτόν τον μέχρι θανάτου αγώνα κατάφερε να επιβιώσει ένας από τους Οράτιους, ο οποίος γύρισε νικητής και θριαμβευτής στην πατρική κατοικία, ακολουθούμενος από έναν στρατιώτη που έφερνε τα σπαθιά των αντιπάλων του. Με εξαίρεση την Καμίλλη, όλοι οι άλλοι τον υποδέχτηκαν ως νικητή  και σωτήρα της πατρίδας. Σε αυτή τη συναισθηματική σύγκρουση αδελφού και αδελφής στηρίζεται το δραματικό αυτό έργο του Κορνέιγ. Από το θέμα αυτό εμπνεύστηκε ο J. L. David, ο κορυφαίος ζωγράφος του Κλασικισμού, και φιλοτέχνησε τον Όρκο των Ορατίων. Ο πίνακας αυτός, παραγγελία του Λουδοβίκου ΙΣΤ΄, είναι  το έργο που φιλοτεχνήθηκε το 1784 και  καθιέρωσε τον γάλλο καλλιτέχνη. Το έργο αυτό – τόσο στη Ρώμη όπου το τελείωσε, όσο και στο Παρίσι όπου το παρουσίασε  την επόμενη χρονιά –  χαιρετίστηκε ως μεγάλος καλλιτεχνικός θρίαμβος. Πέρα όμως από αυτή την επιτυχία, είναι και το έργο που σηματοδοτεί την αφετηρία της κίνησης του Κλασικισμού. Και αυτό γιατί στη ζωγραφική αυτή δημιουργία του Νταβίντ βρίσκει κανείς συγκεντρωμένα όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της Σχολής του Κλασικισμού. Οι στίχοι που παραθέτω εδώ σε έμμετρη δική μου μετάφραση, είναι, νομίζω, αρκετοί για να δώσουν μια γεύση από την ένταση που δημιουργείται ανάμεσα στον αδελφό και την αδελφή, και δεσπόζει σ’ ολόκληρο το έργο του μεγάλου αυτού  τραγικού ποιητή της Γαλλικής λογοτεχνίας.

 

                                                           ΟΡΑΤΙΟΣ

                                 Ω θράσος ανυπόφορο ανάξιας αδερφής!

                               Απ’ της πατρίδας τον εχθρό – που νικητής γυρίζω –

                               Πήρες κι έχεις στο στόμα σου το μισητό όνομά του

                               Και στην καρδιά σου ο έρωτας για κείνονε φωλιάζει!

                               Αυτό τ’ ολέθριο πάθος σου  για εκδίκηση διψάει!

                               Τήνε ζητεί το στόμα σου, την αποπνέει η καρδιά σου!

                                                                  ΚΑΜΙΛΛΗ

                              Βάρβαρε, δώσ’ μου μια καρδιά να ‘χω σαν τη δική σου.            

                              Κι αν την ψυχή μου θες εσύ εγώ να σου ανοίξω,

                              Δωσ’ μου τον Κουριάτιο μου, ή δέξου τ’ άγριο πάθος.

                              Για μένα όλες μου οι χαρές και όλες μου οι λύπες

                              Δεν έχουν άλλη εξάρτηση απ’ τη δική του μοίρα.

                             Τον αγαπούσα ζωντανό, τον κλαίω πεθαμένο.

                             Τον πληγωμένο μου έρωτα μέσα μου τώρα βλέπεις

                             Και σα μια μέγαιρα φριχτή πίσω απ’ τα βήματά σου

                            Θα σ’ επικρίνω αδιάκοπα γι’ αυτόν τον θάνατό του.

                                                                      *

                                             Πιο κάτω θυμάται τη Ρώμη

                                             και  λέει  για  την πόλη της:

                             Τη Ρώμη, που εξαιτίας της μνησίκακη έχω γίνει!                                                                       

                            Τη Ρώμη, που θυσίασες γι’ αυτή τον εραστή μου!

                            Τη Ρώμη, που γεννήθηκες και στην καρδιά λατρεύεις!

                            Τη Ρώμη αυτή εγώ μισώ γιατί τιμάει εσένα!

                                                   ——————-

 

                                                         

           

                 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.