You are currently viewing Έφη Φρυδά. Μεταφραστής. Ένας επιδέξιος ταχυδακτυλουργός – μήπως;  (Επετειακό, για την παγκόσμια ημέρα μετάφρασης, 30-9)

Έφη Φρυδά. Μεταφραστής. Ένας επιδέξιος ταχυδακτυλουργός – μήπως; (Επετειακό, για την παγκόσμια ημέρα μετάφρασης, 30-9)

Όχι, μην ανησυχείτε, σκοπός μας εδώ δεν είναι να ευλογήσουμε τα γένια μας, αλλά να δούμε, να σκεφτούμε, να αναλύσουμε λίγο τους χαρακτηρισμούς, τις ιδιότητες που μας έχουν αποδοθεί, που έχουν, κατά καιρούς και κατά περίσταση, χαρακτηρίσει τον επαγγελματία μεταφραστή λογοτεχνίας.

Και αυτό διότι, ακόμα και σε εμάς, που κλείνουμε αρκετές δεκαετίες στο συγκεκριμένο πεδίο, η ύπαρξη αυτή – με τη δική μας συμπεριλαμβανομένη – αποτελεί ένα μυστήριο. Μόνο μην αρχίσουμε τώρα να υπολογίζουμε χρόνια, με πληγώνετε, ενώ την ίδια στιγμή με κάνετε να φουσκώνω από περηφάνεια, για την επιμονή, την αντοχή και τη χρήσιμη εμπειρία που έχω αποκομίσει. Ωστόσο και τα δύο είναι συναισθήματα απευκταία, διότι ποιος θέλει να πληγώνεται μετρώντας τα χρόνια του; Και ούτε βέβαια επιτρέπεται να καυχηθούμε, καθότι έπαρση και μετάφραση δεν συμβαδίζουν, αυτά είναι πράγματα ασυμβίβαστα αφού ο μεταφραστής, οφείλει να είναι από ταπεινός έως αόρατος.

Ο λόγος επομένως που ήρθαμε μπροστά στη σελίδα επί του ειδικού αυτού θέματος είναι ότι μας διαφεύγει ακόμα το ψυχολογικό και οντολογικό προφίλ του εν λόγω επαγγελματία/αφοσιωματία (sic). Για να το κάνουμε πενηνταράκια, ακόμα δεν κατανοούμε πλήρως τι μέρος του λόγου είναι αυτό το ον που δουλεύει νυχθημερόν, συντροφιά συνήθως μετά νεκρών και – ευτυχώς, λύτρωση! – μερικών ζώντων γατών, αυτό το ον που στα καθημερινά όσο πατάει η γάτα δύναται να είναι παρόν.

 

Leonor Fini. L’eleve

 

Τι είναι λοιπόν αυτός ο μεταφραστής που φέρει όλα τα κακά συναπαντήματα του συγγραφέα, χωρίς – συνήθως – τα καλά του· χωρίς τη φήμη, την αναγνώριση, τις αμοιβές (να το πούμε κι αυτό) και την εκτίμηση που ενδεχομένως χαίρει ο δεύτερος από το κοινό του.

Ξεκινάμε την απαρίθμηση όπως μας έρχεται στο σκοτισμένο μεταφραστικό μας νου, και διόλου με σειρά σπουδαιότητας.

  • Τι είναι ο μεταφραστής; Μην είναι τάχα ένας επίμονος κηπουρός; Συχνά μου περνάει από το μυαλό ότι η μετάφραση που επιχειρώ μοιάζει με πράξη φυσιοδίφη που παίρνει από το φυσικό του περιβάλλον ένα σπάνιο φυτό και το μεταφυτεύει, το βοηθάει να αναπτυχθεί, να ανθίσει και να καρπίσει σε ένα περιβάλλον ξένο· όπου συχνά έδαφος, κλίμα, πολιτισμός καθόλου δεν συμβαδίζουν με αυτά της αρχικής του προέλευσης. Η δέσμευση, η απόλυτη αφοσίωση του κηπουρού στο δεντράκι αυτό, στο μικρό ή μέγα αριστούργημα της φύσης, της γραφής στην εδώ μεταφορά, είναι αδιαμφισβήτητη προϋπόθεση. (Το κρατούμενο είναι ότι αγαπώ και, στον ανύπαρκτο ελεύθερο χρόνο που μου αφήνουν ή μάλλον δεν αφήνουν οι λέξεις, επιδίδομαι με πάθος στην κηπουρική)

 

 

  • Μην είναι άραγε ένας προδότης; Πόσες φορές οι επικριτές μας έχουν παίξει με μάλλον κακόβουλη διάθεση – τι όχι; – με την έννοια αυτή; Traditoretraduttor, τα γνωστά. Πρόκειται για ένα σύνηθες επιχείρημα που διευκολύνεται και από τη γλωσσική του ρίζα. Η αλήθεια είναι ότι κάποια πράγματα χάνονται στη μετάφραση, διότι πώς να μεταφέρεις λέξεις που έχουν τη δική τους ιδιοσυγκρασία αναπόσπαστα συνδεδεμένη με τον τόπο, την ιστορία, την ιστορική περίοδο και συγκυρία, τον πολιτισμό, την εποχή, το κλίμα, και άρα και με την ιδιοσυγκρασία των χαρακτήρων… τι να πρωτοαναφέρω. Κάθε γλώσσα έχει την ιστορία της. Ο χρόνος που έχει περάσει από πάνω της την έχει λειάνει, σαν το βότσαλο της ακτής, τα χείλη των ανθρώπων που την έχουν προφέρει, χείλη που έζησαν σε διάφορες εποχές, την έχουν χρωματίσει με τη δική τους προσωπική ιστορία, το φύλο, την ηλικία, την τάξη. Πώς να μεταφέρεις σε μια γλώσσα σαν την ελληνική, μία από τις αρχαιότερες ζωντανές γλώσσες επί της γης, μια γλώσσα τριών χιλιάδων ετών στην οποία έχουμε γραπτά κείμενα από τον 15ο π.Χ. αιώνα και που ενδεχομένως να ομιλείται από ακόμα παλαιότερα, πώς να μεταφέρεις λοιπόν την ελληνική γλώσσα προς μια γλώσσα που μιλιέται σε όλο τον κόσμο, μια γλώσσα διεθνή που, ακριβώς για αυτό τον λόγο, μεταλλάσσεται, μετεξελίσσεται, παραφθείρεται, εμπλουτίζεται διαρκώς.

Από την άλλη βέβαια, πρέπει να  παραδεχτούμε ότι υπάρχουν και κάποιες «ασεβείς» μεταφράσεις. Μια αιτία μπορεί να είναι η άγνοια. Τέλεια γνώση και των δύο γλωσσών απαιτείται, και κυρίως κυρίως της γλώσσας στόχος. Δεν μεταφράζεις λογοτεχνία με το λεξικό παραμάσχαλα, δεν παρατάσσεις λέξεις τη μία μετά την άλλη. Κατέχεις τη γλώσσα βιωματικά και αυτό σημαίνει ότι την ζεις καθημερινά, τρυπώνεις μέσα στις πτυχές του λόγου. Ονειρεύεσαι σε αυτή! Στη γλώσσα που ονειρεύεσαι, σ’ αυτή μόνο τη γλώσσα μπορείς να μεταφέρεις λογοτεχνικά έργα. Και πάλι όμως, δίγλωσσοι από κούνια διαπιστώνουν ότι η μετάφραση δεν τους έρχεται καθόλου εύκολα. Μαζί με τους πολλούς παράγοντες εξοικείωσης – καθομιλουμένη γλώσσα, πολιτισμικές συνθήκες, κλπ, να μην επαναλαμβανόμαστε – υπεισέρχεται και ένα κάποιο ταλέντο στη γλώσσα, μια ευαισθησία στις αποχρώσεις της.

Αρκετές είναι οι γκάφες που θα μπορούσαμε να αναφέρουμε εδώ, αλλά θα αρκεστώ σε μία, γιατί αλλιώς θα ξενυχτίσουμε. Να σας πω λοιπόν αυτή που έπεσε πιο πρόσφατα στην αντίληψή μου. Διαβάζοντας το καλοκαίρι μια παλιά μετάφραση ενός αριστουργήματος της αγγλοσαξωνικής λογοτεχνίας κεραυνοβολήθηκα από την εικόνα που μου μετέφερε η έκφραση «τον πήρε από τις φτέρνες». Ο δόλιος ο μεταφραστής, αγνοώντας προφανώς τον ιδιωματισμό «on the heels of», δλδ «τον ακολούθησε από πολύ κοντά», «κατά πόδας», του έκανε στενό μαρκάρισμα κοινώς, μου προσέφερε μια ξεκαρδιστική εικόνα εν μέσω μιας ακραία δραματικής πλοκής, όπου οι δύο πρωταγωνιστές μοχθούν μες στο χιονόβροχο να διαβούν βουνά και λαγκάδια. Χάρις στον μεταφραστή μας είχα μια στιγμιαία κωμική εκτόνωση, μέσα σε τόσο δράμα, ο ένας να «παίρνει» τις φτέρνες του άλλου, πραγματικά δεν ξέρω τι ακριβώς “είδα”.

Άντε θα σας πω και άλλη μία, γιατί αυτή είναι σύντομη και δεν βαστιέμαι. Όπου το public house, κοινώς παμπ, μπαρ κλπ, γίνεται – ανενδοίαστα από τον μεταφραστή – μπουρδέλο.

 

Ying Ji. 2013. prisoner of childhood

 

Μια δεύτερη αιτία ατοπημάτων ίσως είναι η «τεμπελιά»· μεταφράσεις στο πόδι δεν ήταν κάτι σπάνιο, παλιότερα ειδικά όπου ο «μεταφραστής», έτσι και δεν καταλάβαινε κάτι το παρέλειπε, ή πάλι αν δεν συμφωνούσε το ωραιοποιούσε. Αν, λόγου χάριν, θεωρεί ότι μια εξέλιξη στην πλοκή, μια έκφραση, μια λέξη δεν αρμόζει/ προσβάλει ίσως τους αναγνώστες της χώρας του, ακολουθεί την προσωπική του δεοντολογία και δεν διστάζει να πλανάρει τη λέξη/ την εξέλιξη στην πλοκή, στο σχήμα που εκείνος θεωρεί πρέπον, να την εξωραΐσει ή να την αφαιρέσει. Στις μέρες μας ευτυχώς η κατηγορία αυτή των “μεταφραστών” έχει εκλείψει. Μπορούμε πια αναμφίβολα να πούμε ότι έχουμε άριστους επαγγελματίες μεταφραστές λογοτεχνίας. 

  • Η τρίτη αιτία είναι η αλαζονεία του μεταφραστή, που θεωρεί ότι δεν έγινε και τίποτα κακό αν το δικό του ύφος υπερκαλύψει αυτό του συγγραφέα.

Από τα τρία κακά αυτό το τελευταίο συναπάντημα είναι σαφώς το πιο κατακριτέο. Ο καλός μεταφραστής είναι ένας καλός ηθοποιός, τα έχουμε ξαναπεί αυτά. Οφείλει να μεταμορφώνεται διαρκώς, σε κάθε έργο που πιάνει στη γραφίδα του, η φωνή του οφείλει να αντηχεί τη φωνή, το συναίσθημα, την ψυχική θέση του συγγραφέα. Να μιλάει ανάλογα με τον χαρακτήρα, κάθε ξεχωριστό χαρακτήρα που απεικονίζεται στο έργο. Είναι όμως ένας ηθοποιός  που παίζει χωρίς κοινό (κάτι πολύ σκληρό), που το κοινό του έρχεται μεταχρονολογημένα και θα τον απολαύσει/ επικρίνει/ αποκαθηλώσει, όταν αυτός έχει απομακρυνθεί από το έργο και βρίσκεται ήδη αλλού, σε άλλο συγγραφικό σύμπαν. Μεσολαβεί η απομόνωση, η διαρκής αγωνία, το ψάξιμο για τη λέξη μέσα στη λέξη, πίσω από τη λέξη, για την έννοια στην ομάδα των λέξεων, στην πρόταση, για τις αποχρώσεις όχι μόνο των κρίσιμων λέξεων, αλλά και των μικρότερης σημασίας, των προθέσεων, συνδετικών μορίων κλπ. Για τον ρυθμό, για τον κραδασμό, για το συναίσθημα που απορρέει από τον γραπτό λόγο, για το συναίσθημα που βγάζει ο συγγραφέας, αλλά – πολύ βασικό – και γι’ αυτό που δεν βγάζει, γι’ αυτό που κρύβει, και αφήνει στον μεταφραστή του να το αντιληφθεί και να το μεταβιβάσει για τον προσεκτικό αναγνώστη. Και να «παίξει τον ρόλο» με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.

 

 

Από τα τρία αμαρτήματα λοιπόν, θεωρούμε τελευταίο το χειρότερο. Και για αυτό πρέπει να ομολογήσουμε ότι ο χαρακτηρισμός «προδότης», αν και δραματικός, του αρμόζει. Στο παρελθόν άλλωστε ο κλάδος μας έφερε κάποιες φορές το βάρος της προδοσίας, αφού στους πολέμους λόγου χάριν, ο μεταφραστής αποτελούσε τον συνδετικό κρίκο ανάμεσα σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα. Με τίμημα συχνά την ίδια του τη ζωή. Στη σύγχρονη εποχή τώρα, πώς να ξεχάσουμε την εκτέλεση  του Ιάπωνα μεταφραστή του Σαλμάν Ρουσντί όταν, πριν μερικές δεκαετίες κυκλοφόρησε το τέταρτο βιβλίο, τους Σατανικούς Στίχους, αλλά και τον σοβαρό τραυματισμό του Ιταλού μεταφραστή του, από εξτρεμιστές μουσουλμάνους την εποχή του Αγιατολάχ Χομεϊνί στο Ιράν. Πρόκειται για ένα επικίνδυνο επάγγελμα που δεν πληρώνεται με τίποτα· και εδώ δεν κάνω χιούμορ.

 

  • Για να συνεχίσουμε όμως την απαρίθμηση των προσωπικοτήτων στις οποίες ενδέχεται να εντάσσεται ο μεταφραστής. Μήπως άραγε πρόκειται για έναν κοσμοναύτη; Ο τολμηρός αυτός άνθρωπος χειρίζεται έναν δορυφόρο τον οποίο για να θέσει σε τροχιά πρέπει να τον αποσπάσει από την τροχιά της γης. Για να το πετύχει αυτό πρέπει να θέσει σε λειτουργία όλη τη δύναμη των πυραύλων του σκάφους προκειμένου να καταφέρει να το ξεκολλήσει από την κυκλική τροχιά της γης, που δεν τον βγάζει πουθενά αφού απλώς κυνηγάει την ουρά του, και να εκτοξευθεί σε ελλειπτική τροχιά προς τον στόχο του.

 

  • Μήπως πάλι είναι ένας ταπεινός χειρωνάκτης, ένας παρίας του γραπτού λόγου, ένας μιμητής που, αφού δεν έχει δικά του πράγματα να πει, αρκείται στο να αντιγράφει να μεταγράφει το συγγραφέα είδωλό του; Μήπως πρόκειται για ένα φανατικό οπαδό, ή πάλι για έναν αναίσχυντο voyeur που ηδονίζεται παρακολουθώντας τον φλογερό έρωτα του συγγραφέα για τη συγγραφή, που βολεύεται κοπιάροντας με δικά του λόγια τη γραφή του ειδώλου του; Μήπως είναι ένας stalker, κοινώς ένας άθλιος αδιάκριτος τύπος που δεν έχει δική του ζωή, λέξεις να μιλήσει για τον εαυτό του; Μήπως πάλι πρόκειται για ένα μαθητευόμενο μάγο, για έναν wanabee συγγραφέα, έναν λογοκλόπο, έναν σφετεριστή, της τέχνης του λόγου, έναν «λοχία» (χαρακτηρισμός του Τσαρούχη) που φιλοδοξεί να γίνει στρατηγός δεξιοτεχνικής γραφής δια της προσκολλήσεως στον μέγιστο συγγραφέα; Μήπως για έναν ξενιστή που τρέφεται από τον πνευματικό και διανοητικό οργανισμό του συγγραφέα;

 

Anke Merzbach photo

 

  • Ή μήπως πάλι είναι ένας ήρωας που επιτελεί έναν άθλο και που, όπως οι πραγματικοί ήρωες, είναι συχνότατα αφανής; Ή είναι ένας μοναχός που κλείνεται στο κελί του και εργάζεται αγόγγυστα χαμένος από προσώπου γης ώσπου να ολοκληρώσει το έργο; 

 

  • Μήπως πάλι είναι ένα μέντιουμ που από μέσα του βγαίνει η φωνή του συγγραφέα μέσω μιας ανεξήγητης διαδικασίας που προσεγγίζει τη μετενσάρκωση. Ή είναι πάλι ένας ντετέκτιβ που βρίσκεται σε μια διαρκή έρευνα, που οφείλει να ψάξει και να βρει ό,τι υπάρχει και δεν υπάρχει, πλυμένα και άπλυτα του συγγραφέα, να ενημερωθεί και να αφομοιώσει όσο καλύτερα γίνεται στοιχεία για την ιστορική περίοδο, τις ενδυματολογικές και οικιακές συνήθειες του τόπου και της εποχής. Να γνωρίζει και να εντρυφήσει τις ιδιοτροπίες της μίας και της άλλης γλώσσας, και πάει λέγοντας.

 

  • Οπωσδήποτε πάντως ο μεταφραστής είναι ένας εξαιρετικά εκτεθειμένος άνθρωπος, ο άνθρωπος στόχος, που μπορεί να ενοχοποιηθεί ανά πάσα στιγμή, γιατί ανά πάσα στιγμή καλείται να παίρνει αποφάσεις· για κάθε λέξη, για κάθε απόχρωση του λόγου. Γιατί η κάθε του απόφαση, από την πιο μικρή και ασήμαντη έως την πιο σημαντική, καταγράφεται και φέρει το όνομά του με ανεξίτηλο μελάνι. Ο μεταφραστής μπορεί να ενοχοποιηθεί ακόμα και για τις αβαρίες, για τα λάθη του συγγραφέα. Γιατί ασφαλώς δεν επιτρέπεται να παρέμβουμε στο έργο του συγγραφέα.

 

Jacek Yerka

 

Ξέρουμε πολύ καλά ότι ο συγγραφέας μπορεί να είναι και ένας provocateur με στόχο ένα λόγο ανατρεπτικό, άναρχο, κάποιες φορές με συντακτικά και γραμματικά λάθη. Και κάποιες ακόμα και με λάθη πραγματολογικά. Ή έναν λόγο δύσκολο, δυσνόητο. Τι κάνει εδώ ο μεταφραστής; Μα και βέβαια οφείλει να υπακούσει στη φωνή του δημιουργού, να μεταγράψει ένα έργο άναρχο, δύσκολο, δύστροπο·  γιατί αυτός είναι ο ρόλος του μεταφραστή – εκτός ακραίων περιπτώσεων.

 

  • Ο μεταφραστής, ένας χαμαιλέων που οφείλει να έχει μια βαθιά υφολογική αντίληψη της γραφής, που οφείλει να ξέρει να γράφει σε πολλά και διαφορετικά στυλ. Που πρέπει να έχει το ταλέντο και την επιμονή – κυρίως αυτό το δεύτερο, γιατί χωρίς την επιμονή όλο το ταλέντο του κόσμου πάει στράφι – να ζωντανεύει εποχές και χαρακτήρες. 
  • Εδώ όμως πρέπει να παρατηρήσουμε ότι δεν υπάρχουν δύο ίδιες μεταφράσεις ενός έργου. Κάτι που μας λέει ότι ο μεταφραστής βάζει την προσωπική του σφραγίδα, εναποθέτει κομμάτια από τη ζωή του, και ό,τι αυτή εμπεριέχει, στην δεύτερη γραφή. Πιστή μετάφραση είναι αδύνατη, πρόκειται για πραγματική βαρβαρότητα. Ο George Mounin, πατέρας της μεταφρασεολογίας, μιλά για τις “Ωραίες άπιστες”. Και εκεί ακριβώς είναι το στοίχημα του καλού μεταφραστή: Να σταθεί όσο κοντύτερα μπορεί στο πρωτότυπο, να μην προδώσει το γράμμα και το πνεύμα του έργου, συνάμα όμως να παρουσιάσει ένα βιβλίο με γλώσσα ρέουσα, εύστοχη, πλούσια.

Πρέπει να ομολογήσω πως ύστερα από περισσότερες των 2.000 λέξεων, κι ύστερα από δεκάδες συλλογισμούς, καταλήγω σε ένα μοναδικό και ασφαλές συμπέρασμα: Ο μεταφραστής είναι ένας διόλου πρακτικός άνθρωπος που αποφάσισε να εργάζεται σχεδόν αποκλειστικά για τις μεταφυσικές του αγωνίες, όπως αυτές εκφράζονται μέσα από τις λέξεις και μέσω της συμπόρευσης δύο πολιτισμών.

 

Jacek Yerka

 

Ο μεταφραστής είναι – ε ναι τελικά, θα ευλογήσω τα γένια μας! – είναι ένας μάγος ταχυδακτυλουργός, όπως λέει και ο τίτλος του άρθρου μας, που πρέπει να παίζει τις λέξεις στα δάκτυλα. Είναι αυτό μαζί με όλα τα παραπάνω – ξεχωριστά, σε ζεύγη, σε τριάδες, σε τετράδες – επαινετικά, υποτιμητικά, ακόμα και υβριστικά, ανάλογα πάντα με το αποτέλεσμα στο βιβλίο που ανέλαβε.

Στο προηγούμενο δοκίμιο για τη μετάφραση (βλέπε Η βιογραφία μίας λέξης – Οδοιπορικό μιας μετάφρασης) εξετάσαμε τα πολλά πρόσωπα της λέξης. Σε ετούτο προσπάθησα να προσεγγίσω, να εξηγήσω, να κατανοήσω τα δικά μου πρόσωπα με την ιδιότητα της μεταφράστριας.

Κόσμοι παράλληλοι, επάλληλοι, αλληλοδιαδεχόμενοι, διαχωριζόμενοι, κόσμοι ξένοι μεταξύ τους, ανόμοιοι και συγγενικοί, αρχαίοι και σύγχρονοι κόσμοι, συναντιούνται με τη διαμεσολάβηση, μέσω του διαύλου του μεταφραστή που πασχίζει να βρει τις λέξεις, να μπει στο νου και στα χωράφια του συγγραφέα, να κρυφοκοιτάξει στα μυστικά του, που προσπαθεί να μεταφερθεί σε άλλους τόπους, σε παμπάλαιες ή μελλοντικές εποχές, για να μεταφέρει αφηγήσεις, πληροφορίες, συναισθήματα, ψυχικές δονήσεις στους αναγνώστες της δικής του χώρας. Για να τους προσφέρει το πεδίο όπου θα επικοινωνήσουν μεταξύ τους, όπου θα ανταλλάξουν πληροφορίες και θα πλουτίσουν τη γλώσσα, τον λόγο, τον πολιτισμό τους.

Να λοιπόν ποιος είναι ο μεταφραστής.

 

 

 

 

 

 

Έφη Φρυδά

Η Έφη Φρυδά γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα, σε ένα ωραίο (ακόμα) κομμάτι του ιστορικού κέντρου. Σπούδασε Αγγλική Φιλολογία και Οικονομικά. Ασχολείται με τη λογοτεχνική μετάφραση σε όλη σχεδόν την ενήλικη ζωή της. Έχει μεταφράσει, μεταξύ άλλων, συγγραφείς όπως Ντύλαν Τόμας, Ντ. Χ. Λώρενς, Τ. Χάρντυ, Ε.Μ. Φόστερ, Ι. Ουόρτον, Κ. Μπλίξεν, Τζ. Μπόλντουιν, ΝτεΛίλλο, Τζ. Κ. Όουτς, Μπουκόφσκι, Ρούσντι, Γκόλντινγκ, Ντ. Τζόνσον, Χ. Σέλμπι, Σ. Μπέλοου, Π. Χάισμιθ, Όσιαν Ουόνγκ. Ήταν υποψήφια για το Βραβείο καλύτερης μετάφρασης του Ευρωπαϊκού Κέντρου Λογοτεχνίας και επιστημών του Ανθρώπου (ΕΚΕΜΕΛ) και για το βραβείο καλύτερης λογοτεχνικής μετάφρασης του Athens Prize Festival. Έχει επίσης μεταφράσει δοκίμια ψυχανάλυσης και ψυχολογίας, έχει συνεργαστεί με το Μουσείο Μπενάκη και έχει συγγράψει και επιμεληθεί κείμενα καταλόγων για εκθέσεις. Αγαπά με πάθος τις εικαστικές τέχνες και ασχολείται με την έρευνα και συγγραφή σχετικών άρθρων. Συνεργάστηκε με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες, ασχολήθηκε με το Θέατρο στην Εκπαίδευση και εργάστηκε ως μεταφράστρια για κείμενα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Γράφει ποίηση.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.