You are currently viewing Ανθούλα Δανιήλ: Δι’ αιώνιον ζωήν προωρισμέναι» – Ο ποιητής Αλέξανδρος Σούτσος (1803-1863) Εισαγωγή-ανθολόγηση: Γιάννης Στρούμπας, Ίδρυμα Τάκης Σινόπουλος- Εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2019

Ανθούλα Δανιήλ: Δι’ αιώνιον ζωήν προωρισμέναι» – Ο ποιητής Αλέξανδρος Σούτσος (1803-1863) Εισαγωγή-ανθολόγηση: Γιάννης Στρούμπας, Ίδρυμα Τάκης Σινόπουλος- Εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2019

Ο αναγνώστης που θα πάρει στα χέρια του το βιβλίο του Γιάννη Στρούμπα και αγνοεί το συγκείμενο του τίτλου και, επίσης, δεν θα κοιτάξει μέσα για να δει όλο το τετράστιχο από το οποίο προέρχεται ο τίτλος-στίχος  «Δι’ αιώνιον ζωήν προωρισμέναι» του Αλέξανδρου Σούτσου, θα εκλάβει το μήνυμα λάθος. Διότι ένα «Δεν» που δεν φαίνεται κάνει το μαύρο άσπρο.

Ο Στρούμπας είναι φιλόλογος, ποιητής και δοκιμιογράφος που ποιεί  τον ήσσονα  λόγον κρείττονα, ήτοι αντιστρέφει επί δικαίω, όμως, το νόημα του στίχου.

Ο στίχος αφορά μια εσφαλμένη εκτίμηση του έργου των ποιητών Διονυσίου Σολωμού και Ανδρέα Κάλβου, κατατεθειμένη από τον Αλέξανδρο Σούτσο σε μια επιστολή προς την Α. Μ. τον βασιλέα της Ελλάδος Όθωνα, στην οποία, επί λέξει, σχολιάζει τις ιδέες των έργων των δύο Επτανήσιων ποιητών:

 Ο Κάλβος και ο Σαλομός, ωδοποιοί μεγάλοι,

Κ’ οι δύο παρημέλησαν της γλώσσης μας τα κάλλη·

Ιδέαι όμως πλούσιαι, πτωχά ενδεδυμέναι,

Δεν είναι δι’ αιώνιον ζωήν προωρισμέναι.

 Η απορία μου, γιατί ο Στρούμπας επέλεξε το στίχο μετά το «Δεν», αλλάζοντας το νόημά του, ερμηνεύεται από τη μελέτη, διότι, όπως αποδεικνύεται, ο στόχος δεν είναι πλέον ο Σολωμός και ο Κάλβος –καταξιωμένοι στον ποιητικό μας πάνθεον– αλλά ο ίδιος ο ξεχασμένος ποιητής του 19ου αιώνα που οι ιδέες του ήταν πλουσίως ενδεδυμέναι, αλλά ο ίδιος έχει ξεχαστεί! Ο Στρούμπας βρίσκει ότι κακώς ο Σούτσος ξεχάστηκε και ότι οι ιδέες του είναι «δι’ αιώνιον ζωήν προωρισμέναι», έστω και ξεχασμένες.

Οι πλούσιες και σπουδαίες ιδέες του Σούτσου που κινούσαν τα πλήθη τον 19ο αιώνα δεν συγκινούν κανένα τον 20ο. «Ιδέες αρχόντισσες κακογερνάνε», έχει πει και ο Κώστας Βάρναλης. Και ο Νάσος Βαγενάς, από το δικό του εφαλτήριο, πανεπιστημιακό και ποιητικό, έχει συνθέσει στίχους για ποιητές που έχουν βουλιάξει στο «προγονικό μελάνι», όπως βουλιάζει όποιος σηκώνει τις μεγάλες πέτρες, κατά κάποιον τρόπο.

Αλλά ας τα πάρουμε από την αρχή.

Ρομαντικός ποιητής, ο Φαναριώτης Αλέξανδρος Σούτσος, όπως και οι αδελφοί του Δημήτριος και Παναγιώτης, από αριστοκρατική γενιά και από μεγάλο σόι, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1803, είχε καλούς δασκάλους στα ελληνικά και γαλλικά και φοίτησε στη διάσημη σχολή της Χίου. Μετά τον θάνατο του πατέρα του βρέθηκε κοντά στον θείο Μιχαήλ Σούτσο, στο Βουκουρέστι, Βοεβόδα της Βλαχίας. Εκεί έγραψε και τους πρώτους σατιρικούς στίχους του. Το 1820 πήγε στο Παρίσι, όπου σπούδασε γαλλική γλώσσα και φιλολογία, συνάντησε τον Κοραή και επηρεάστηκε από το επαναστατικό πνεύμα του ποιητή Μπερανζέ. Το 1825 βρέθηκε ανάμεσα στις  διαμάχες των αρχηγών της Επανάστασης που τον ενέπνευσαν να γράψει πέντε δριμείες σάτιρες εναντίον τους, οι οποίες προκάλεσαν τη βίαιη αντίδραση των θιγόμενων· αρχηγοί, κομματάρχες, Καποδίστριας, Όθωνας, ξένοι φίλοι και προστάτιδες δυνάμεις, προϊόντος του χρόνου και των δεινών της  χώρας, γνώρισαν την κριτική του:
       

Δεν γνωρίζω τ’ είναι πείνα

Το Ταμείον με πλερώνει πεντακόσια κάθε μήνα

                           («Ο Υπουργηματικός του Ι. Καποδίστρια»).

 Στο Παρίσι ξαναπήγε και εκεί συνέγραψε «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως». Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, επί Καποδίστρια, και  μη βρίσκοντας την αναμενόμενη για τις υπηρεσίες του αναγνώριση ήρθε σε σύγκρουση με όλους τους πολιτικούς, των οποίων μεγαλοποιούσε τα ελαττώματα:

Αλλ’ οι Έλληνες μισούνται ως του Δάντου κολασμένοι ,

…………………………………………………………

Όλοι τρέχουσι συνάμα και του δάκνουσιν έν μέλος,

Άλλος την ισχνήν του κνήμην, άλλος το ξηρόν του σκέλος…  

                       (Ποιητικά Απομνημονεύματα)

 Τη σκηνή αναπαριστά με πολύ ζωντάνια ο Γάλλος ζωγράφος Μπουγκερώ, με τον ΤζιάνιΣκίκι να δαγκώνει τον Καπότσιο στον λαιμό, υπό το βλέμμα του Δάντη και του Βιργίλιου.

Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια, ο Σούτσος χαιρέτησε τον ερχομό του Όθωνα αλλά και πάλι απογοητεύτηκε και συνέχισε μέσω της ποίησης την πολιτική κριτική του. Στίχοι όπως:

Οι στρατοί της Βαυαρίας εκμυζούντες την Ελλάδα

Την ολίγην της ζωής της απερρόφησαν ικμάδα

 είχαν συνέπεια νέες διώξεις. Βεβαίως, αθωώθηκε αλλά εξαντλήθηκε οικονομικά και άρχισε εκ νέου τα ταξίδια. Παρίσι, Λονδίνο, Βρυξέλλες, Βουκουρέστι, Κωνσταντινούπολη, Κυδωνίες, Σμύρνη, Άνδρο, όπου φιλοξενήθηκε από τον Θεόφιλο Καΐρη, και έπειτα πάλι στην Αθήνα για να γιορτάσει την πολιτειακή αλλαγή της που επήλθε με την Επανάσταση της 3ης  Σεπτεμβρίου 1843. Οι προσδοκίες του, όμως, δεν ευοδώθηκαν και έτσι στο στόχαστρό του τώρα μπαίνουν τα σφάλματα της  συνταγματικής μοναρχίας. Ακολουθούν νέες επιθέσεις εναντίον του και νέα φυγή  στη Σύρο.  

Μετά τον Κριμαϊκό πόλεμο προσπάθησε να αφυπνίσει τους αλύτρωτους Έλληνες, ταξιδεύοντας και εμπνέοντάς τους με το όραμα μιας ανασύστασης της αρχαίας Ελλάδας ή της βυζαντινής. Συνέπεια ήταν και πάλι να συλληφθεί στη Γαλλία, αλλά με την παρέμβαση του πρέσβη Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, ελευθερώθηκε υπό τον όρο να εγκαταλείψει αμέσως το γαλλικό έδαφος. Αντιθέτως, ο τσάρος Αλέξανδρος Β΄ τον παρασημοφόρησε για τη δράση του, πράγμα που αντανακλά την απήχηση που είχε το έργο του. Το έργο του Ο Περιπλανώμενος και οι νέες  προσθήκες με επιθέσεις εναντίον του Όθωνα έφεραν εντεκάμηνη φυλάκιση. Ασθένησε από καρκίνο, πήρε χάρη και έφυγε για τους Αγίους Τόπους, όπου ήθελε να τελειώσει τη ζωή του. Πέθανε όμως, όντας στη Σμύρνη, τον Ιούλιο του 1863. Η περιπλάνησή του τελείωσε το 1875, όταν ο ποιητής Αχιλλέας Παράσχος μετέφερε τα οστά του στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών.

Ο Αλέξανδρος Σούτσος είναι ο κυριότερος εκπρόσωπος της αθηναϊκής ρομαντικής σχολής που εισήγαγε στην Ελλάδα τον γαλλικό κλασικισμό και ρομαντισμό. Αγωνίστηκε για τα συμφέροντα και για την ελευθερία του λαού, για την κατάργηση των πολέμων και εξέφρασε σοσιαλιστικές ιδέες – τον «σαινσιμονισμό»,  όπως ήταν γνωστός στη Γαλλία του 1820. Η ζωή του είχε όλα τα ρομαντικά χαρακτηριστικά: ταξίδια και περιπέτεια, αγώνες για το Έθνος και για την ποίηση. Ιδεώδες του ο «βυρωνισμός», ήτοι η φυγή σε τόπους αρχαίους, ιστορικούς, θρησκευτικούς. Η ποίησή του όμως, λόγω της καθαρεύουσας γλώσσας του, στον 20ο αιώνα παραμερίστηκε. Ο Στρούμπας, ωστόσο,  επισημαίνει πως δεν είναι μόνο η γλώσσα αλλά και άλλες παθογένειες που διακρίνουν την ποίηση του Σούτσου και έγιναν αιτία να ξεχαστεί. Παρόλα αυτά, υπάρχουν και στοιχεία ευρωστίας τα οποία κατηγοριοποιεί σε: Διαχρονικότητα των διανοημάτων του, αφού η εξάρτηση της Ελλάδας από τους δανειστές, τα δάνεια και οι τόκοι διακοσίων ετών συνδέονται με τα παρόντα μνημόνια. Λογιοσύνη και ευρυμάθεια που αποδεικνύουν γνώσεις πολλές, ιστορικές, εθνολογικές,  θρησκευτικές, λαογραφικές. Καυστικότητα, Κυνισμός και ειρωνεία, Σάτιρα: ο Στρεψιάδης και ο Ευθύφρων, καταγόμενοι από τον Αριστοφάνη ο ένας και τον Πλάτωνα ο άλλος, γίνονται ποιητικοί ήρωες τού τώρα. Λεξιπλασία, με σύνθετες λέξεις δικής του έμπνευσης: «λουλουδοκλαδένια», «υπερπεριεργότατον», «θρονοθραύστης», «θαλασσόκτυπος». Δισημίες, όπως:

 Γένουμαι κι αν ήμαι γέρος, Φοίνιξ ανανεωμένος

Του ταμείου ασημένιους όταν Φοίνικας λαμβάνω

(«Ο Γερουσιαστής του Ι. Καποδίστρια»).

Ακόμα, Υπερβολές όπως: Η Κυβέρνησίς μου μόνο τι ορέγεται κυττάζω·/ Ζητεί μέρα; Ζητεί νύκτα; Πριν το μυρισθώ ακόμα,/ «Ναι! Ναι! Μάλιστα!» φωνάζω με τρεις πήχαις πλατύ στόμα («Ο Γερουσιαστής του Ι. Καποδίστρια»).

Επίσης, Αξιοποίηση στοιχείων της δημοτικής ποίησης της οποίας γνωρίζει καλά τα χαρακτηριστικά. Ποικιλία ρητορικών σχημάτων, Παρομοιώσεις, όπως των προστάτιδων δυνάμεων με μητριές και των βουλευτών με Στυμφαλίδεςόρνιθες.Προσωποποιήσεις, όπως η Ελλάδα σαν ρομαντική μορφή, ωραία και αγέραστη βγαίνει από την τέφρα του πολέμου. Μεταφορές,όπως οι συγκρούσεις των πολιτικών παρατάξεων που μοιάζουν με παλίρροια και σεισμό.  Αντιθέσεις, όπως οι άσπλαχνοι πολιτικάντηδες που δεν ενδιαφέρονται για τα σπλάχνα της Ελλάδας.  Αναλογίες,  Εικόνες, Χιαστό σχήμα, όλα δοσμένα σε στίχους.

Στις Ποιητικές παθογένειες συγκαταλέγει τον Διδακτισμό, τις Στιχουργικές δυσκαμψίες, τη Μετρική, την Ακροβασία μεταξύ καθαρεύουσας και δημοτικής με συχνή χρήση αρχαιοπρεπών τύπων αλλά και ακραίων της δημοτικής. 

Τελικώς ο Στρούμπας καταλήγει πως η σύγχρονη ματιά δεν πρέπει να στέκεται στις αδυναμίες της ποίησης του Σούτσου, αλλά στα θετικά της, μερικά από τα οποία είναι: ο πρωταγωνιστικός ρόλος στα ποιητικά δρώμενα. Ποίηση που προσφέρει αισθητική απόλαυση. Επίκαιρες παρατηρήσεις. Ευφυής σχολιασμός των θεμάτων. Οξύ και δηκτικό πνεύμα. Πάθος για το Έθνος και δίψα για τη δικαιοσύνη.

Στη συνέχεια του βιβλίου του, ο Στρούμπας κάνει λόγο για τις δυσκολίες που είχε στην ανθολόγηση, γιατί επέλεξε ό,τι επέλεξε, για την ορθογραφία και άλλα για τα οποία ευχαριστεί πολλούς και σημαντικούς ανθρώπους.

Τέλος, δεν θα έπρεπε να περάσει ασχολίαστος ο πλούσιος υπομνηματισμός  του κυρίως κειμένου, ο οποίος θα μπορούσε να αποτελέσει ένα ακόμα βιβλίο που διευρύνει  τη μελέτη σε πολλές και πολύ ενδιαφέρουσες επιστημονικές παραμέτρους .

Ακολουθεί η Βιβλιογραφία και η Ανθολογία:   

Πανόραμα της Ελλάδος (1833), Ελληνική Πλάστιγξ (1836), Ο Περιπλανώμενος (1839/1852/1858), Σάτιρα Πρώτη (1845), Ποιητικόν Χαρτοφυλάκιον (1845), Η Τουρκομάχος Ελλάς (1850), Το Συνταγματικόν Σχολείον (1852), Απομνημονεύματα Ποιητικά επί του Ανατολικού Μετώπου (1857), Τα Δικαστικά των ετών 1839-40 και 1852 (1858).

Τελικώς, αποδείχτηκε ότι ορθώς επέλεξε το απόκομμα στίχου «δι’ αιώνιον ζωήν προωρισμέναι». Οι ιδέες του Αλέξανδρου Σούτσου είναι ό,τι λέει ο στίχος που ευφυώς επέλεξε ο Γιάννης Στρούμπας.

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.