You are currently viewing Κοσμάς Κοψάρης: Μια συνομιλία με την Σοφία Βούλγαρη για το βιβλίο της «Το ανέφικτο της γραφής – για την πεζογραφία του Γιώργου Χειμωνά» Εκδόσεις Μανδραγόρας

Κοσμάς Κοψάρης: Μια συνομιλία με την Σοφία Βούλγαρη για το βιβλίο της «Το ανέφικτο της γραφής – για την πεζογραφία του Γιώργου Χειμωνά» Εκδόσεις Μανδραγόρας

Η Σοφία Βούλγαρη είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης. Είναι απόφοιτος του Τμήματος Φιλολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και διδάκτωρ του Πανεπιστημίου του Λονδίνου. Έχει δημοσιεύσει άρθρα και μελέτες πάνω σε θέματα σχετικά με τη νεοελληνική ποίηση και πεζογραφία του 20ουαι.

 

  • Ερώτηση: Θα ήταν πολύ ενδιαφέρον να μας πείτε αρχικά σε ποια λογοτεχνική γενιά ανήκει ο Γιώργος Χειμωνάς και τι καινούργιο έφερε σε σχέση με την προγενέστερη λογοτεχνική παράδοση; Ποια τα διακριτά του στοιχεία αναφορικά με τους ομότεχνους της ίδιας γενιάς;

Απάντηση: O Γιώργος Χειμωνάς δεν μπορεί να καταταχθεί σε καμία από τις γνωστές λογοτεχνικές γενιές αν θέλουμε βέβαια να χρησιμοποιήσουμε τον όρο γενιά, που είναι αμφιλεγόμενος –, ακριβώς επειδή η γραφή του είναι ριζοσπαστική και, υπό μία έννοια, πρωτοποριακή. Η γραφή του Χειμωνά ενσωματώνει μία εσωτερικευμένη μεταπολεμικότητα, στον βαθμό που διαποτίζεται από την κρίση και την κρισιμότητα που επιφέρει το τραύμα της ιστορίας και της έκλειψης του ανθρωπισμού, η οποία κορυφώνεται μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Ωστόσο, επειδή απέχει από τον ρεαλισμό, επειδή αποτελεί μια κριτική του ρεαλισμού και μια οριακή δοκιμασία της αναπαράστασης, διαφοροποιείται από τη ρεαλιστική παράδοση της πεζογραφίας. Από την άλλη μεριά, ενώ εφάπτεται με τη λεγόμενη Σχολή της Θεσσαλονίκης, την παράδοση δηλαδή του ελληνικού μοντερνισμού, με την έννοια της αποσάθρωσης της πλοκής και της απουσίας ξεκάθαρων χαρακτήρων (με την έννοια αυτή εντάσσεται, ευρύτερα, στους κλασικούς του μοντερνισμού, όπως υποστηρίζει ο Ευριπίδης Γαραντούδης), δεν υιοθετεί συμβατικές τεχνικές όπως η εσωτερική εστίαση ή ο εσωτερικός μονόλογος. Η γραφή του Χειμωνά κινείται μέσα σε ένα υπόγειο ρεύμα, μια υπόγεια κοίτη κάτω από την παράδοση (βλ. εδώ τα κείμενα του Μαρωνίτη για τον Χειμωνά), αλλά και μακριά από την παράδοση της ελληνικής πεζογραφίας, πηγαίνει πιο βαθιά, πιο μακριά, αφομοιώνοντας διδάγματα του αρχαιοελληνικού μύθου και της φιλοσοφίας, σε μια εποχή μετά το τέλος του μύθου, συναιρώντας με έναν εντελώς πρωτότυπο τρόπο την ελληνική παράδοση του ανθρωπισμού με την δυτική μοντερνιστική παράδοση, σε διάλογο πάλι με τον μηδενισμό, μέσα και πέρα από αυτόν. Πρόκειται, με άλλα λόγια, για μια εντελώς πρωτότυπη κατάθεση, που δεν μπορεί καν να ενταχθεί μέσα στα στενά καλούπια της πεζογραφίας ή της μυθοπλασίας, ούτε της ρεαλιστικής ούτε της μοντερνιστικής. Μια ανασκαφή της γλώσσας, μια απόλυτη ανατροπή του λόγου, όπως έχει υπογραμμίσει ο Γ. Αριστηνός.

  • Ερώτηση: Ποιοι οι βασικοί σταθμοί της ζωής του και κατά πόσο μπορούν να ανιχνευτούν βιογραφικά στοιχεία στο έργο του;

Απάντηση: Ο Γ. Χειμωνάς γεννήθηκε στην Καβάλα και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη, δύο παραθαλάσσιες πόλεις της Βόρειας Ελλάδας, που τις χαρακτηρίζει ένα κοινό στοιχείο: η πολυπολισμικότητα και η παλιά, χαμένη αίγλη – ή, όπως λέει ο Χειμωνάς για τη Θεσσαλονίκη στο πρώτο του βιβλίο, τον Πεισίστρατο (1960), μια «πολύτιμη αθλιότητα». Αυτή η πολύτιμη αθλιότητα, αυτή η προσπάθεια να αναστυλώσει τη χαμένη αίγλη του ανθρώπου, αυτή η μουντή ατμόσφαιρα, συνδυασμένη με τη μυρωδιά της θάλασσας, τη γαλήνη και τη βουή του λιμανιού, έχει σημαδέψει την πεζογραφία του Χειμωνά – όχι μόνο επειδή υπάρχουν συγκεκριμένες αναφορές σε τόπους και δρόμους των δύο πόλεων, μαζί με αναφορές στη Γαλλία, φυσικά, όπου σπούδασε και ειδικεύτηκε στην ψυχιατρική και τη νευρολογία, αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην Ιατρική Σχολή του Α.Π.Θ., αλλά και επειδή η ατμόσφαιρα του Βορρά κυριαρχεί στη γραφή του. Υπάρχουν κι άλλα βιογραφικά στοιχεία, σχετικά με την οικογένειά του, π.χ. στα Ταξίδια μου, αλλά το σημαντικότερο αυτοβιογραφικό στοιχείο είναι η εμμονή του Χειμωνά με τον ρόλο και τη μοίρα του λογοτέχνη και του γιατρού, ή, μάλλον, του λογοτέχνη-γιατρού, που φέρει την ευθύνη για τον άνθρωπο (σημειωτέον ότι ο ίδιος έχει γράψει ότι περισσότερο από την ψυχιατρική τον σημάδεψε η ιατρική, μέσω της οποίας ήρθε σε επαφή με το ανθρώπινο σώμα και τον πάσχοντα άνθρωπο). Στον Πεισίστρατο γίνεται λόγος για έναν φοιτητή Ιατρικής που φιλοδοξεί να γίνει μεγάλος συγγραφέας και να γράψει βιβλία που θα μιλούν για όλους τους ανθρώπους, στον Γιατρό Ινεότη (1971) θεματοποιείται άμεσα ο ρόλος του γιατρού-λογοτέχνη, οποίος είναι υπεύθυνος για τη ζωή και τον θάνατο των ανθρώπων και «γράφει το τελευταίο βιβλίο στον κόσμο», ενώ το τελευταίο του βιβλίο, Ο εχθρός του ποιητή (1990), αναφέρεται στον θάνατο ενός ποιητή και παρατίθενται στοχασμοί για τη σχέση της ποίησης με τη ζωή και τον ρόλο του ποιητή ανάμεσα στους ανθρώπους.

 

  • Ερώτηση: Στο βιβλίο σας “H γραφή του ανέφικτου: για την πεζογραφία του Γιώργου Χειμωνά”, από τις εκδόσεις Μανδραγόρας, επιχειρείτε μια ουσιαστική προσέγγιση στο έργο του σπουδαίου μοντερνιστή στην προοπτική του να ερμηνευτεί στις ορθές βάσεις η ιδιότυπη γραφή του. Θα θέλατε να μάς αναλύσετε τους βασικούς ερμηνευτικούς δείκτες στους οποίους μπορεί να στηριχθεί ο εκάστοτε αναγνώστης ή μελετητής ώστε να μην παρανοήσει το έργο του;

Απάντηση:

Η δική ανάγνωση είναι μια ανάγνωση μέσα στις πολλές που μπορεί να κάνει κανείς, ούτε η πρώτη, ούτε η τελευταία και, όπως γράφω και στο βιβλίο μου, παραδοξολογώντας, κατά κάποιο τρόπο, ελπίζω να είναι αρκετά αποτυχημένη, ώστε να πετυχαίνει τον στόχο της. Προσπάθησα να φτάσω σε κάποιο βάθος, σε κάποια ουσιαστικά συμπεράσματα, δεν ξέρω αν είναι ορθά· εγώ ένιωσα και νιώθω ακόμα ότι η ανάγνωση αυτή λέει κάποια πράγματα που ανταποκρίνονται στο πνεύμα του Χειμωνά. Το κέντρο της σκέψης μου είναι η ιδιότητα του γιατρού-λογοτέχνη, που σας ανέλυσα, η οποία θεωρώ ότι είναι κρίσιμη και καθοριστική για τον Χειμωνά. Θεωρώ δηλαδή ότι στο έργο του ο Χειμωνάς, είτε το θεωρήσουμε δύσκολο είτε εύκολο, αυτοβιογραφείται, κατά κάποιον τρόπο, ως συγγραφέας του τέλους, μια εποχής μεταιχμιακής, μιας εποχής οριακής, και μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο της εποχής του «θανάτου του συγγραφέα» (όπως τον θεωρητικοποίησε ο Barthes) και της έκλειψης του υποκειμένου (όπως την αναλύει η σύγχρονη φιλοσοφία).  

Οι άξονες πάνω στους οποίους διαρθρώνεται η προσέγγισή μου είναι δύο: ο ένας είναι «η ηθική της ευθύνης», ο άλλος είναι «η ποιητική του τέλους». Η ηθικής της ευθύνης αφορά τη θεματική του άλλου ως ξένου, είτε αυτός ο άλλος είναι ο άλλος άνθρωπος είτε ο εαυτός ως άλλος. Εδώ εμπίπτει και η προβληματική περί μοναξιάς, μοναξιάς του ανθρώπου αλλά και μοναξιάς του συγγραφέα, από τη μια μεριά, και περί φιλοξενίας, από την άλλη (με αφετηρία τη θεωρητική προσέγγιση του Jacques Derrida), της φιλοξενίας του άλλου ανθρώπου αλλά και του εαυτού ως άλλου. Στο πλαίσιο της ηθικής της ευθύνης συναιρείται, εξάλλου, στον Χειμωνά ο ρόλος του λογοτέχνη με τον ρόλο του γιατρού, η ευθύνη που έχει ο γιατρός για τη ζωή και τον θάνατο των άλλων, η ευθύνη που έχει ο κάθε άνθρωπος απέναντι στον άλλο άνθρωπο αλλά και η ευθύνη του συγγραφέα, που έχει «χρέος να πει μια ιστορία» (Γιατρός Ινεότης), να αφηγηθεί την ιστορία του πόνου των ανθρώπων (όπως υπόσχεται ο εκκολαπτόμενος συγγραφέας στο τέλος του Πεισίστρατου) και νιώθει υπεύθυνος για τη μοίρα τους. Όλη η προσπάθεια του αφηγητή στα πεζογραφήματα του Χειμωνά είναι μια προσπάθεια να πλησιάσει τον άλλο, μια αποτυχημένη προσπάθεια, μια προσπάθεια που δεν τελεσφορεί. Κι έτσι λοιπόν ο άνθρωπος ο γιατρός και ο συγγραφέας – παραμένει σε όλο το έργο του Χειμωνά άλλος και ξένος προς τον εαυτό του, ξένος προς τους άλλους και σε σχέση με τους άλλους. Αυτή είναι, από μια άλλη οπτική, σύμφωνα με τον Maurice Blanchot, η «ουσιαστική μοναξιά» του συγγραφέα. Σε ένα άλλο δηλαδή επίπεδο θεωρητικοποίησης του έργου του Χειμωνά πρόκειται για ένα είδος μοναξιάς, που δεν είναι απλώς και μόνο η μοναξιά του ανθρώπου που δεν μπορεί να βρει άλλους ανθρώπους, για να πάει μαζί τους εκδρομή, όπως συμβαίνει στην Εκδρομή, αλλά είναι και η μοναξιά του συγγραφέα, ο οποίος από τη στιγμή που γράφει το έργο του, αποκόβεται και διώχνεται από αυτό.

Ο δεύτερος άξονας είναι η ποιητική του τέλους. Εδώ επικεντρώνομαι στον θάνατο, τον θάνατο των άλλων (και εδώ υπεισέρχεται η έννοια της ευθύνης), και στον θάνατο ως Άλλο, ως αυτό που δεν μπορούμε να κατανοήσουμε – σε αυτό ανάγεται και το όριο της αναπαράστασης, εκεί όπου η γραφή, η αφήγηση χωλαίνεται, ασθμαίνει, δεν μπορεί να προχωρήσει. Και φυσικά, πάλι σε διάλογο με τον Maurice Blanchot, τον Γάλλο θεωρητικό και λογοτέχνη, θεωρητικοποιείται η γραφή ως δοκιμή θανάτου και ο θάνατος του τελευταίου συγγραφέα, που είναι και το θέμα του Εχθρού του ποιητή του Χειμωνά. Η προσέγγιση μου είναι λοιπόν μια προσέγγιση που σε μεγάλο βαθμό βασίζεται στον Blanchot και στον Lacan, στην ψυχανάλυση και στη θεωρία του μοντερνισμού δηλαδή, όπως την διατυπώνει o Blanchot, αλλά και στην ηθική φιλοσοφία του Émmanuel Levinas, επιχειρώντας έναν κάπως ανορθόδοξο συνδυασμό της ψυχαναλυτικής έννοιας της ηθικής της επιθυμίας με την ηθική της ευθύνης γύρω από ζητήματα ταυτότητας και ετερότητας, ξενότητας και φιλοξενίας, ανάγκης, επιθυμίας και ευθύνης και με επίκεντρο την αγωνία του γιατρού-συγγραφέα του τέλους, ο οποίος πονάει τον άνθρωπο και θρηνεί την έκλειψη του ανθρωπισμού και το τέλος της μεγάλης λογοτεχνίας.    

 

  • Ερώτηση: Σε τι συνίσταται η δυσκολία στο να αναγνωστεί ορθά το εν γένει έργο του;

Απάντηση: Η δυσκολία να διαβάσουμε τον Χειμωνά συνίσταται στο γεγονός ότι έχουμε συνηθίσει να διαβάζουμε ένα αφήγημα με αρχή, μέση και τέλος, με ιστορία, πλοκή και χαρακτήρες αναγνωρίσιμους. Η πεζογραφία του Χειμωνά αξιοποιεί με ριζοσπαστικό τρόπο την παράδοση της δυτικοευρωπαϊκής μοντερνιστικής πεζογραφίας, εκμεταλλεύεται όμως και τα κοιτάσματα του μύθου με τρόπο πρωτότυπο, όχι για να πλάσει αφηγήματα κατανοητά με τη βοήθεια του ορθολογισμού, ούτε όμως και με σκοπό να διαλύσει τον λόγο, όπως π.χ. ο Beckett, αλλά για να δείξει ακριβώς τα θραύσματα, τα σπαράγματα του λόγου του ανθρώπου, φτάνοντας πέρα και πάνω από την ίδια τη λογοτεχνία. Η ανάγνωση του Χειμωνά απαιτεί όχι έναν αναγνώστη ενεργητικό, όπως συνηθίζουμε να λέμε, αλλά αντιθέτως, έναν αναγνώστη απολύτως παθητικό, έτοιμο να αφεθεί στη σαγήνη του λόγου του, να τον ακούσει, να τον γευτεί, να αφήσει το σώμα του να συγκλονιστεί. Κι αυτό δεν είναι εύκολο πράγμα.

 

  • Ερώτηση: Με δεδομένο ότι ο ρόλος του λογοτέχνη είναι καίριος για τον Χειμωνά ως συγγραφική ιδιοσυστασία, θα σας παρακαλούσαμε να μας αναλύσετε κατά πόσο η λογοτεχνική του ταυτότητα είναι συνυφασμένη με την εποχή στην οποία έζησε. Ποιες οι ιδιαίτερες συνθήκες που την καθιστούν μεταιχμιακή;

 

Απάντηση: Ο Χειμωνάς γράφει ότι νιώθει ότι βρίσκεται πάνω σε μια νησίδα, στο τέλος του καιρού, ότι έχει τελειώσει ο καιρός του ανθρώπου. Μιλάμε, πιο συγκεκριμένα και με άλλους όρους, για μια εποχή μετά το τέλος της μεγάλης λογοτεχνίας, όπως γράφει και ο ίδιος, μετά και τις μεγάλες κατακτήσεις του μοντερνισμού, ο οποίος αντικατοπτρίζει τον κατακερματισμό της σύγχρονης εποχής, αλλά ταυτοχρόνως πασχίζει να επιτύχει την ανασύσταση του μύθου, προκειμένου να επαναφέρει μια νέα αίσθηση ενότητας. Ο Χειμωνάς γράφει σε μια εποχή όπου η ψευδαίσθηση ότι μπορεί να επιτευχθεί αυτή η ανασύσταση της ενότητας, η ανάσταση του μύθου, έχει χαθεί. Βρίσκεται σε μια μεταιχμιακή θέση μεταξύ μοντερνισμού και μεταμοντερνισμού, αν θέλουμε να το θέσουμε με αυτούς τους όρους, ή, αλλιώς, μεταξύ του τέλους του ανθρώπου, όπως τον συνέλαβε η παράδοση του δυτικού ανθρωπισμού, από τη μια μεριά, και της ανάδυσης ενός νέου τύπου ανθρώπου, που μένει να αποδειχθεί τι είδους θα είναι. Μπορούμε δηλαδή να διαβάσουμε τον Χειμωνά και με τους όρους του σημερινού μετα-ανθρωπισμού, σαν ένα είδος ανα-στοχασμού του ανθρωπισμού, που περνάει μέσα από τον υπαρξισμό, ακουμπάει, αλλά παρακάμπτει τον μηδενισμό, νοσταλγεί τον Μεγάλο Λόγο, πενθώντας τον θανάτό του και προσδοκώντας την αθανασία της τέχνης και του ποιητή. Μια γραφή δηλαδή μέσα στην εποχή της αλλά και πέρα από την εποχή της, εκτός της εποχής της και εντός ενός άδηλου ακόμα μέλλοντος. Μια γραφή δηλαδή διαρκώς και απολύτως σύγχρονη.

 

  • Ερώτηση: Ποια στοιχεία της γραφής του, κρίνετε ότι αντικατοπτρίζουν την μοίρα του σύγχρονου συγγραφέα που διακατέχεται από έντονες υπαρξιακές ανησυχίες;

 

Απάντηση: Η γραφή του Χειμωνά είναι αγωνιώδης και ασθματική, είναι ένας αγώνας σωματικός και ψυχικός του σύγχρονου συγγραφέα να κρατηθεί στη ζωή, ενώ ψυχορραγεί. Τα περισσότερα κείμενα του Χειμωνά γράφτηκαν σε μια εποχή μετά τη θεωρητικοποίηση από τον Roland Barthes του «θανάτου του συγγραφέα», που εγκαινιάζει την πρωτοκαθεδρία του κειμένου, ή μάλλον της γραφής, έναντι της συγγραφικής προσωπικότητας και βούλησης και φέρνει στο προσκήνιο τον αναγνώστη· ουσιαστικά, ο Χειμωνάς θεματοποιεί και εσωτερικεύει τον θάνατο του συγγραφέα ως κυρίαρχου της αφήγησης, του νοήματος και της Αλήθειας, σε σχέση και άμεση συνάρτηση με τον θάνατο του Ανθρώπου και του υποκειμένου, όπως τον συνέλαβε η δυτική φιλοσοφία δεν ξέρω αν το κάνει συνειδητά, είναι πάντως κάτι που το βιώνει η λογοτεχνία της εποχής του. Ο διασκορπισμός του νοήματος, ο κατακερματισμός της αφήγησης, η έντονη συνειρμικότητα που διασπά την όποια γραμμικότητα, ο παραληρηματικός λόγος, η ανορθόδοξη γλώσσα, η απουσία ξεκάθαρης πλοκής και οριστικού τέλους αντικατοπτρίζουν τη συνθήκη αυτή.  

 

Εξάλλου, ο λογοτέχνης και ο γιατρός είναι δύο ρόλοι ζωής συνυφασμένοι ο ένας με τον άλλον στον Χειμωνά, στον βαθμό που διαποτίζονται από τον πόνο και την αγωνία του για τον πάσχοντα άνθρωπο – εξ ου και η σωματικότητα, η αποσπασματικότητα, η σπασμωδικότητα της γραφής του, η κυριαρχία της εικόνας του πάσχοντος σώματος, που συμβαδίζει με την παραμόρφωσή του, στα όρια της αναπαραστατικότητας, από τη μια μεριά, – από την άλλη μεριά, αν οι υπαρξιακές ανησυχίες για τη ζωή και τον θάνατο, για την ευθύνη και την ελευθερία, για την ηθική της ευθύνης για τον άλλον και το δράμα της αποξένωσης από τον άλλον και από τον εαυτό, εκφράζονται μέσα από μια κατακερματισμένη, βίαιη και ωμή γράφη, «άξεστη», όπως τη χαρακτηρίζει ο ίδιος, έχουμε και την εμμονή με την αφηγηματικότητα, με τις μικρές ιστορίες, τις ιστορίες από την πραγματική ζωή ή την ίδια την ιατρική εμπειρία, εμπειρίες αρρωστίας σωματικής ή ψυχικής, ή αλλες ιστορίες οριακές, που τις αφηγούνται τα πρόσωπα, που θεματοποιούν την υπαρξιακή αγωνία του σύγχρονου συγγραφέα, μετά τον θάνατο του συγγραφέα.

 

  • Ερώτηση: Κατά πόσο θεωρείτε ότι η ψυχιατρική και η νευρογλωσσολογία επηρέασαν την γραφή του στην κατεύθυνση της νεωτερικότητας;

 

Απάντηση: Ο ίδιος ο Χειμωνάς δηλώνει ότι το λογοτεχνικό του έργο δεν επηρεάστηκε τόσο από την ψυχιατρική όσο από την ιατρική, υπογραμμίζει ότι οι εικόνες του πάσχοντος σώματος, οι εικόνες των ασθενών και των συγγενών τους στο νοσοκομείο τον σημάδεψαν. Ωστόσο, είναι σίγουρο ότι τόσο η θητεία του στην ψυχιατρική και την ψυχανάλυση όσο και η εξοικείωσή του με τις ψυχικές ασθένειες και τις παθήσεις του λόγου, αφού ασχολήθηκε επιστημονικά με τον εγκέφαλο και τον λόγο, την αφασία, κ.λπ., αποτυπώνονται στη γραφή του. Η αποκλίνουσα γλώσσα, η πάσχουσα γλώσσα, που εκφράζει την τραυματισμένη ψυχή ή παθήσεις του νευρικού συστήματος, η παθολογία εν γένει της γλώσσας διαποτίζουν τη γραφή του Χειμωνά και της προσδίδουν δραματικότητα και κρισιμότητα.

 

  • Ερώτηση: Από τον Πεισίστρατο μέχρι το πεζό του, Ο εχθρός του ποιητή, ποια εξελικτικά στάδια παρατηρείτε στο έργο του, ποιοι οι πειραματισμοί στους οποίους προέβαινε ώστε σχηματικά να χωριστεί η συγγραφική του παραγωγή σε ορισμένες περιοδολογικές φάσεις;

 

Απάντηση: Η πορεία της συγγραφικής παραγωγής του Χειμωνά είναι, κατά κάποιον τρόπο, κυκλική: στον Πεισίστρατο, το πρώτο του έργο, έχουμε τον εκκολαπτόμενο λογοτέχνη, του οποίου η επιθυμία να γίνει μεγάλος συγγραφέας εκφράζεται εν είδει κραυγής στο τέλος μέσα από το θέαμα του θανάτου ενός νέου και του θρήνου της μάνας του. Στο τελευταίο του έργο, Ο εχθρός του ποιητή (1990), ο φτασμένος πια λογοτέχνης κάνει έναν έμμεσο απολογισμό – μέσω δύο γυναικείων μορφών, που εκπροσωπούν δύο πλευρές του ψυχισμού του – της ζωής και της καριέρας του, διαπιστώνοντας, αντιφατικά, ότι είναι ένας μέτριος ποιητής και νιώθοντας την επιθυμία του θανάτου, από την άλλη, οραματιζόμενος την αθανασία του. Ενδιάμεσα, ενώ στο Πεισίστρατο η γραφή του είναι μοντερνιστική, κοντά στην Σχολή της Θεσσαλονίκης, τα κείμενά του είναι πιο ριζοσπαστικά, συνομιλώντας με το γαλλικό νέο μυθιστόρημα (λόγου χάριν το αφήγημα Μυθιστόρημα), με τον Beckett και τον Kafka, με τρόπο αποσπασματικό (H εκδρομή, Ο γάμος, O αδελφός, Οι χτίστες), ενδιάμεσα έχουμε Τα ταξίδια μου (εκεί η μητέρα ρωτάει: «Έγινες βασιλιάς της Καρθαγένης;»), πιο κοντά στο διήγημα, και τέλος, στον Εχθρό του ποιητή, μια γραφή λιγότερο αποσπασματική, εικονική και αφηρημένη, περισσότερο συμβολική και αποκαλυπτική.

 

  • Ποιο είναι το κείμενο του Χειμωνά που εσείς ξεχωρίζετε ιδιαίτερα και για ποιο λόγο;

 

Με το έργο του Χειμωνά ασχολούμαι από τα φοιτητικά μου χρόνια (συγκεκριμένα, από το τέλος της δεκαετίας του 1980). Δεν θυμάμαι πια ακριβώς με ποια αφορμή άρχισα να διαβάζω τον Χειμωνά (ίσως μέσα από τα μαθήματα και τις συζητήσεις με την καθηγήτριά μου τότε στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Λίζυ Τσιριμώκου, η οποία μας έμαθε πολλά πράγματα ούτως ή άλλως) και μου άρεσε πάρα πολύ. Το ποιο κείμενο ενός λογοτέχνη μας αρέσει περισσότερο καθορίζεται τόσο από τη χρονική στιγμή της ανάγνωσης όσο και, θα έλεγα, από τις συνθήκες και τον τρόπο ανάγνωσης. Εγώ λοιπόν είχα διαβάσει όλα τα προηγούμενα βιβλία του Χειμωνά, όταν βγήκε το 1990 ο Εχθρός του ποιητή, το τελευταίο μέχρι στιγμής τουλάχιστον ολοκληρωμένο δημοσιευμένο έργο του Χειμωνά, αγόρασα βέβαια αμέσως το βιβλίο, αλλά δεν το διάβασα αμέσως (το κάνω συχνά αυτό, να διαβάζω δηλαδή ένα βιβλίο όχι αμέσως αφού το προμηθευτώ, αλλά όταν έρθει, κατά κάποιον τρόπο, η ώρα του). Το βιβλίο το ξανάπιασα στα χέρια μου τον χειμώνα του 1991, αν δεν απατώμαι, μετά από μια εκδήλωση στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου (ζούσα τότε στο Αμβούργο) αφιερωμένη στον Χειμωνά σημειωτέον πως ήταν και η μοναδική φορά που είδα τον Χειμωνά από κοντά. Προφανώς επηρεασμένη από την παρουσία του ίδιου του Χειμωνά, όταν επέστρεψα στο σπίτι διάβασα όλο το βιβλίο φωναχτά. Αυτό είναι κάτι που σχετίζεται με την πρόσληψη και την κατανόηση του Χειμωνά, κάτι που δεν το σκέφτονται ίσως οι αναγνώστες: Δεν μπορώ να το παρουσιάσω βέβαια σαν συνταγή ανάγνωσης, αλλά νομίζω ότι τα κείμενα του Χειμωνά (κάποια από τα κείμενα του Χειμωνά τουλάχιστον) διαβάζονται φωναχτά, αναδεικνύονται πολύ περισσότερο, όταν διαβάζονται φωναχτά, διότι έτσι φανερώνεται η ρυθμικότητά τους, μέσα από την οποία διοχετεύεται το πάθος, το συναίσθημα και η αγωνία, αλλά και η δύναμη της γραφής του. Για μένα πάντως η εμπερία της ανάγνωσης του Εχθρού του ποιητή ήταν, ως εμπειρία σωματική, πολύ συγκλονιστική.

Ωστόσο, δεν ξέρω αν Ο εχθρός του ποιητή είναι το αγαπημένο μου κείμενο του Χειμωνά. Νομίζω ότι το αγαπημένο μου είναι Ο Γιατρός Ινεότης. Κι αυτό επειδή το αφήγημα αυτό εκφράζει μια έντονη δραματικότητα καθώς και τη ρομαντική διάσταση του Χειμωνά (τη δραματική αγωνία, την τραγικότητα του τελευταίου ποιητή-προφήτη). Από μια δική μου αυτοβιογραφική οπτική – επειδή δεν τυχαία η επιλογή των πραγμάτων με τα οποία ασχολούμαστε, συχνά υπάρχουν βιογραφικοί λόγοι που μας οδηγούν στα αντικείμενα που μας ελκύουν –, έπαιξε μάλλον σημαντικό ρόλο για το ενδιαφέρον μου για τον Χειμωνά το γεγονός ότι ο πατέρας μου ήταν γιατρός (πέθανε, μάλιστα, από καρκίνο τη χρονιά που εκδόθηκε το βιβλίο μου για τον Χειμωνά, μερικούς μήνες αργότερα). Μεγάλωσα δηλαδή δίπλα σε έναν άνθρωπο, έναν γιατρό, ο οποίος πολλά από τα πράγματα που βλέπουμε στον Χειμωνά, τη βασανιστική αίσθηση ευθύνης του γιατρού, τον πόνο του για τον πόνο του ανθρώπου και την απορία του μπροστά στον θάνατο, το πώς στέκεται ο γιατρός δίπλα στον άνθρωπο, πώς προσπαθεί απεγνωσμένα (και αποτυχημένα, τελικά) να συμπαρασταθεί στους ανθρώπους, καθώς βαδίζουν προς τον προγραμματισμένο τους θάνατο, όπως διαβάζουμε στον Γιατρό Ινεότη, όλα αυτά τα στοιχεία νιώθω ότι τα είχε ο πατέρας μου. Αυτήν την αίσθηση ευθύνης του γιατρού λοιπόν νιώθω πως την έχω δει μέσα από τον πατέρα μου, παρόλο που φυσικά δεν μιλούσε για συγκεκριμένα περιστατικά ασθενών, λόγω του ιατρικού απόρρητου. Ίσως για αυτόν τον λόγο συν τοις άλλοις να ξεχωρίζω κάπως τον Γιατρό Ινεότη.

 

  • Ερώτηση: Ποια κρίνετε ότι είναι τα στοιχεία που καθιστούν διαχρονικό το έργο του και κατά πόσο οι βασικές ιδέες του μπορούν να βρουν πεδίο εφαρμογής την σημερινή εποχή της οικονομικής και της πανδημικής κρίσης, ήτοι μια εποχή ανάλογα μεταιχμιακή;

 

Απάντηση: Το έργο του Χειμωνά είναι διαχρονικό, επειδή μιλάει για τον άνθρωπο συνολικά και γενικά, ανακεφαλαιώνει τα «συμπερασματικά συναισθήματα» του ανθρώπου και βρίσκεται σε μια εποχή όπου έχει σημειωθεί το τέλος του παλιού παραδείγματος, χωρίς να διαφαίνεται η αυγή του νέου κόσμου, του νέου ανθρώπινου είδους. Η δική μας εποχή, δεν θα μπορούσε να είναι πιο κοντά στο πνεύμα του Χειμωνά μια εποχή σημαδεμένη από επανωτές κρίσεις (οικονομικές, υγειονομικές, ενεργειακές, προσφυγικές και κυρίως, τη γενικότερη κρίση του ανθρωπισμού, την κρίση του δυτικού πολιτισμού, που κρατάει δύο περίπου αιώνες τώρα, την κρίση του καπιταλισμού, την οικολογική κρίση, την κλιματική κρίση) όλα αυτά, μαζί με την έλευση της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης, σηματοδοτούν την κρίση του ίδιου του ανθρώπου και δείχνουν σε μια κατεύθυνση μετά τον άνθρωπο. Βρισκόμαστε σε ένα σημείο που δεν έχει γυρισμό, αλλά δεν ξέρουμε προς τα πού θα βαδίσουμε. Κι εδώ ο Χειμωνάς, ως γιατρός Ινεότης ακολουθεί το χαμένο πλήθος, βαδίζει μαζί του προς την καταστροφή, προς το προδιαγεγραμμένο τέλος των ανθρώπων, και φοβάται, ώσπου βλέπει στον ορίζοντα κάτι καινούριο να διαγράφεται. Ποιες είναι οι ιδέες του που μπορούν να δείξουν κάτι από αυτό το μέλλον ή να συνδραμούν τον άνθρωπο στην πορεία του προς και πέρα από την καταστροφή; Ο Χειμωνάς είναι ένας συγγραφέας κατά βάθος και κατά βάση ρομαντικός, είναι ένας εκπρόσωπος του «δραματικού ανθρώπου», όπως τον αποκαλεί ο ίδιος, που θα το μεταφράζαμε ως εκπρόσωπος ή απολογητής του ανθρωπισμού. Οπότε ποια είναι η απάντηση; Ο ανθρωπισμός, η αθανασία της τέχνης, την οποία υπερασπίζεται ως την τελευταία στιγμή ο ποιητής, ο Κωνσταντίνος Λάιος, στον Εχθρό του ποιητή, η αθανασία του ανθρώπου, η «φαντασμαγορία» του ανθρώπου, η αλληλεγγύη, η συντροφικότητα, η αγάπη, τελικά· το να πάμε όλοι μαζί εκδρομή. Έτσι απλά.

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.