You are currently viewing 2.500 χρόνια από τη Μάχη των Θερμοπυλών και τη Ναυμαχία της Σαλαμίνας – Μέρος ΙΙ.  Σαλαμίνα, 28 ή 29 Σεπτεμβρίου του 480 π. Χ.  ΗΡΟΔΟΤΟΥ Ἱστορίαι, VIII 61-62,  ΑΙΣΧΥΛΟΥ Πέρσαι, στ. 447-471 – Μετάφραση: Γεωργία Παπαδάκη 

2.500 χρόνια από τη Μάχη των Θερμοπυλών και τη Ναυμαχία της Σαλαμίνας – Μέρος ΙΙ.  Σαλαμίνα, 28 ή 29 Σεπτεμβρίου του 480 π. Χ. ΗΡΟΔΟΤΟΥ Ἱστορίαι, VIII 61-62,  ΑΙΣΧΥΛΟΥ Πέρσαι, στ. 447-471 – Μετάφραση: Γεωργία Παπαδάκη 

ΗΡΟΔΟΤΟΥ Ἱστορίαι VIII 61-62 

 

(Βλ. σχ. 1) […] Eνώ έλεγε αυτά ο Θεμιστοκλής, του επιτέθηκε πάλι ο Κορίνθιος Αδείμαντος, ζητώντας επιτακτικά να σιωπά ο άνθρωπος που δεν έχει πατρίδα και μην αφήνοντας τον Ευρυβιάδη να θέσει σε ψηφοφορία πρόταση που κατέθεσε άνδρας άπατρις· αν βέβαια ο Θεμιστοκλής απέδειχνε πως είχε πατρίδα, μόνο έτσι, αξίωνε, να δίνει γνώμη. Αυτά του έλεγε περιφρονητικά, επειδή η Αθήνα είχε κυριευθεί και ήταν στην κατοχή του εχθρού. Τότε ο Θεμιστοκλής άρχισε να λέει πολλά και άσχημα και για εκείνον και για τους Κορινθίους και δήλωσε ξεκάθαρα ότι οι Αθηναίοι έχουν και πόλη και γη μεγαλύτερη από εκείνους, εφόσον έχουν διακόσια2 πλοία εξοπλισμένα με τα πληρώματά τους, και κανείς ΄Ελληνας, αν οι Αθηναίοι επιτίθεντο, δεν θα μπορούσε να τους αποκρούσει. Δηλώνοντας αυτά, στράφηκε μετά  προς τον Ευρυβιάδη και του είπε με έντονο ύφος: « Εσύ, αν μείνεις εδώ, θα αποδειχθείς γενναίος άνδρας· διαφορετικά, θα καταστρέψεις την Ελλάδα· γιατί για μας το παν σ’ αυτόν τον πόλεμο στηρίζεται στα πλοία. Εμπρός, στέρξε στα λόγια μου. Αν όμως δεν το κάνεις, τότε εμείς, όπως είμαστε, θα πάρουμε τις οικογένειές μας και θα πάμε στη Σίρη3 της Ιταλίας, που και από παλιά ακόμα είναι δικιά μας και οι χρησμοί λένε ότι πρέπει από μας αυτή να αποικιστεί. Και τότε εσείς που θα έχετε στερηθεί τέτοιους συμμάχους θα θυμηθείτε τα λόγια μου».[…]

 

ΑΙΣΧΥΛΟΥ Πέρσαι, στ. 447-471 (βλ. σχ. 4)

 

   Στης Σαλαμίνας μπρος τα μέρη υπάρχει ένα νησί μικρό

   χωρίς καλά για τα καράβια αραξοβόλια,

   όπου ο φίλος του χορού περιδιαβαίνει, ο Πάνας,

   εκεί στα ακρογιάλια του που τα χτυπάει ο πόντος.

   Εδώ λοιπόν αυτούς τους στέλνει ο Ξέρξης με τούτο το σκοπό,

   σαν δηλαδή καραβοτσακισμένοι οι εχθροί

   θα βγαίναν στο νησί σπρωγμένοι από το κύμα,

  το στράτευμα να εξοντώναν το ελληνικό,

  καθώς λεία θα ήταν εύκολη, κι ακόμη, τους δικούς

  απ’ τα θαλασσινά περάσματα μακριά να τους γλιτώναν,

  έχοντας έτσι σφαλερά αυτός5 το μέλλον εκτιμήσει.

  Γιατί απ’ τη στιγμή που ο θεός στους ΄Ελληνες

  τη δόξα έδωσε της ναυμαχίας, την ίδια μέρα αυτοί,

  με χάλκινες, ομορφοκάμωτες αρματωσιές

  εφράξαν τα κορμιά τους κι έξω από τα πλοία πήδαγαν·

  κι ολόκληρο, ολοτρίγυρα περικυκλώναν το νησί,

  έτσι που να μην ξέρουνε για πού να στρέψουν οι δικοί μας.

  Γιατί και με τα χέρια απανωτά τούς πετροβόλαγαν,

  και βέλη από δοξαριού χορδή πάνω τους πέφτανε

  και τους χαλούσαν. Στο τέλος πια αυτοί,

  αφού χυμήξανε μεμιάς ‒ με μιας κουπιάς τον παφλασμό ‒

  χτυπάνε, πετσοκόβουνε των δύστυχων τα μέλη,

  μέχρι που ολονών τούς αφανίσαν τη ζωή.

  Κι ο Ξέρξης έσκουξε σπαραχτικά

  το βάθος των κακών θωρώντας το μεγάλο,

  μιας κι είχε θρόνο αγναντερό πάνω απ’ όλο το στρατό,

  λόφο ψηλό κοντά στη θάλασσα την πελαγίσια.

  Κι αφού τα μακριά του ρούχα ξέσκισε

  και με κραυγές εθρήνησε στριγγές, στο πεζικό το στράτευμα

  έδωσε ευθύς διαταγές κι ορμά σε άτακτη φυγή.

  Τέτοιο κακό έχεις κοντά στο προηγούμενο

  για να στενάζεις, να θρηνείς.

 

 

       Η ναυμαχία της Σαλαμίνας με πρωτεργάτη τον Θεμιστοκλή υπήρξε ο ενδοξότερος ναυτικός αγώνας των Ελλήνων που έκρινε οριστικά την τύχη της ελευθερίας της Ελλάδας και μία από τις σπουδαιότερες ναυτικές συγκρούσεις της Ιστορίας.

    « Χωρίς την άμυνα των Θερμοπυλών δεν θα μπορούσε να υπάρξει Αρτεμίσιο· και χωρίς Αρτεμίσιο ίσως να μην υπήρχε Σαλαμίνα. Αν δεν συνέβαινε η νίκη της Σαλαμίνας, ίσως να μην υπήρχε Αθήνα του 5ου αιώνα. ΄Ισως θα ήταν πολύ να πούμε ότι δεν θα υπήρχε Ευρώπη. Προκαλεί όμως δέος η σκέψη τού τι θα χανόταν και τι βρισκόταν τότε, όπως λέει η ελληνική φράση, ἐπὶ ξυροῦ ἀκμῆς.»

                                                                                    A.R. Burn

  

1)    Μετά τη μάχη των Θερμοπυλών, όπως έχουμε ξαναπεί (βλ. σχ. 1 και 2, στο μεταφρασμένο απόσπασμα από τον Θεμιστοκλή του Πλουτάρχου για την ως άνω στήλη, 13/6/2020), ο Ξέρξης με τον στρατό του έφθασε στα σύνορα της Αττικής. Τότε ο Θεμιστοκλής, ο μέγιστος Αθηναίος ηγέτης, ο διορατικός πολιτικός και μεγαλοφυής στρατηγός, έπεισε τους Αθηναίους να εγκαταλείψουν την πόλη τους και να καταφύγουν στα γειτονικά νησιά, αφήνοντας πίσω τους σχεδόν έρημη την Αθήνα, που παραδόθηκε στις φλόγες από τον κατακτητή. Ο αθηναϊκός στόλος μαζί με όλη τη ναυτική δύναμη των Ελλήνων υπό τη διοίκηση του Σπαρτιάτη Ευρυβιάδη συγκεντρώθηκε στο στενό της Σαλαμίνας, ο δε περσικός στόλος με τη μεγάλη αριθμητική υπεροχή έναντι του ελληνικού αγκυροβόλησε στο Φάληρο. Στο  στρατόπεδο των Ελλήνων επικράτησε σύγχυση και αβεβαιότητα. Ο Θεμιστοκλής είχε αντιληφθεί ότι το στενό της Σαλαμίνας ήταν η κατάλληλη θέση για την αποφασιστική σύγκρουση, αλλά η πλειοψηφία των ναυάρχων είχε τη γνώμη ότι έπρεπε να προχωρήσουν στον Ισθμό και να ναυμαχήσουν εκεί, υπερασπιζόμενοι την Πελοπόννησο.  Ο Ηρόδοτος γράφει για αλλεπάλληλα πολεμικά συμβούλια και για προστριβές του Θεμιστοκλή με τους άλλους ναυάρχους, στην προσπάθειά του να τους πείσει να παραμείνουν και να ναυμαχήσουν στη Σαλαμίνα. Μάλιστα λέγεται ότι σε μία θυελλώδη συνεδρίαση έγινε ο περίφημος διάλογος, όπου ο Ευρυβιάδης είπε στον Θεμιστοκλή: « Θεμιστοκλή, στους αθλητικούς αγώνες, όσους ξεκινούν πριν δοθεί το σύνθημα τους ραπίζουν», επικρίνοντάς τον, επειδή άρχισε να μιλάει πριν του δώσει τον λόγο ο προεδρεύων του συμβουλίου. « Ναι», του απάντησε ο Θεμιστοκλής, « αλλά εκείνους που μένουν πίσω δεν τους στεφανώνουν».  Τότε ο Ευρυβιάδης σήκωσε τη ράβδο του να τον χτυπήσει, και ο Θεμιστοκλής τού είπε τη γνωστή φράση, πάταξον μέν, ἄκουσον δέ.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει σύμφωνα με την περιγραφή του Ηροδότου και η καθοριστική σύσκεψη, κατά την οποία ο Ευρυβιάδης πείστηκε τελικά, από τα επιχειρήματα αλλά και από την απειλή που διατύπωσε ο Θεμιστοκλής, να δοθεί η ναυμαχία στη Σαλαμίνα. Συγκεκριμένα, μόλις ο δαιμόνιος Θεμιστοκλής τελείωσε για άλλη μια φορά το ξεδίπλωμα των επιχειρημάτων του, δέχθηκε την προσβλητική επίθεση από τον αρχηγό των Κορινθίων που την αντιμετώπισε με εντυπωσιακή αγέρωχη αποφασιστικότητα‒ αναλυτικά στα κεφάλαια 61-62 που παραθέτουμε.
2)  Οι Αθηναίοι διέθεταν περίπου τα μισά πλοία του συνόλου του ελληνικού στόλου.
3)  Πόλη της Κ. Ιταλίας στον κόλπο του Τάραντα.
4)  Την παραμονή της ναυμαχίας, οι ΄Ελληνες, ιδιαίτερα οι Πελοποννήσιοι, βλέποντας τις προετοιμασίες των ισχυρότερων περσικών δυνάμεων, έκριναν ως απερίσκεπτη την απόφαση του Ευρυβιάδη να συμφωνήσει με το σχέδιο του Θεμιστοκλή. Εκείνες λοιπόν τις δραματικές ώρες συγκλήθηκε νέο συμβούλιο των στρατηγών, οι οποίοι προσήλθαν με διχασμένες γνώμες. Τότε ο Θεμιστοκλής, φοβούμενος ότι θα επικρατήσει η γνώμη των Πελοποννησίων, έδρασε ακαριαία· κατέφυγε στο τέχνασμα που εξυπηρέτησε τα σχέδιά του παγιδεύοντας τον Ξέρξη (βλ. παρούσα στήλη, 20/12/2019, το απόσπασμα που μεταφράσαμε από τους Πέρσες του Αισχύλου με τη συγκλονιστική περιγραφή της ναυμαχίας). Αμέσως,  λοιπόν, μετά το μήνυμα του Θεμιστοκλή, ο Ξέρξης αποφάσισε να ναυμαχήσει στο στενό όπου είχαν κλειστεί οι ΄Ελληνες. ΄Ετσι, ο κύριος όγκος του στόλου άφησε το Φάληρο και έπλευσε στη Σαλαμίνα, όπου τη νύχτα οι Πέρσες απέκλεισαν την είσοδο και την έξοδο του στενού, επιχειρώντας να αιφνιδιάσουν τους ΄Ελληνες. Ο αιφνιδιασμός απέτυχε, και το ξημέρωμα άρχισε η καταστρεπτική για τους Πέρσες σύγκρουση. Την παραπάνω περιγραφή ο μεγάλος Τραγικός τη βάζει στο στόμα ενός Πέρση αγγελιοφόρου, ο οποίος έχει φθάσει στην αυλή των Σούσων και διηγείται τα της ναυμαχίας στη βασίλισσα Άτοσσα, τη μητέρα του Ξέρξη.  
Η τελευταία σκηνή του περσικού δράματος παίχτηκε στην Ψυττάλεια, όπου είχε αποβιβαστεί ένα άγημα, αποτελούμενο από τον ανθό της περσικής αριστοκρατίας, με σκοπό την περισυλλογή των Περσών ναυαγών και τη σύλληψη κάθε ελληνικού πλοίου που θα δοκίμαζε να διαφύγει από το στενό. Προς το τέλος της ναυμαχίας και ενώ ο περσικός στόλος έφευγε να διασωθεί προς το Φάληρο, ο Αθηναίος Αριστείδης επικεφαλής επιλεγμένων ανδρών αποβιβάστηκε στο νησάκι της Ψυττάλειας και εξόντωσε μέχρις ενός την περσική φρουρά. Στο απόσπασμα που παραθέτουμε ο αγγελιοφόρος, συνεχίζοντας την αφήγησή του, ενημερώνει τη βασίλισσα για τη μεγάλη αυτή απώλεια που συντάραξε τους Πέρσες.
5) Εννοεί τον Ξέρξη.

Γεωργία Παπαδάκη

H Γεωργία Παπαδάκη γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα. Σπούδασε Κλασική Φιλολογία και Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπου υπηρέτησε για δέκα χρόνια ως Βοηθός στον Τομέα Αρχαιολογίας και, παράλληλα, έλαβε μέρος σε διάφορες ανασκαφές. Τα τελευταία χρόνια μελετάει αρχαίους συγγραφείς και μεταφράζει αγαπημένα της κείμενα της ελληνικής γραμματείας. Από το Α΄Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας έχει παρουσιάσει παλαιότερα μια σειρά σχετικών εκπομπών με τον τίτλο « Είτε βραδιάζει είτε φέγγει, μένει λευκό το γιασεμί». ΄Εχουν εκδοθεί εξι βιβλία της: "Aνθολογία αρχαίας ελληνικής ερωτικής ποίησης", "Ο δικός μας Αριστοφάνης",  "Μούσας άγγιγμα", " Αισχύλος. Ο ποιητής του μεγαλοπρεπούς και του τιτανικού", "Σοφοκλής. Η «μέλισσα» του αρχαίου ποιητικού λόγου", "Η γυναίκα και ο γυναικείος λόγος στο έργο του Ευριπίδη".

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.