You are currently viewing Αριστούλα Δάλλη: Άβρα Αυδή, «Μονοπάτια», Εκδ. ΓΡΑΦΗΜΑ, 2022. ISBN:978-618-5494-99-5

Αριστούλα Δάλλη: Άβρα Αυδή, «Μονοπάτια», Εκδ. ΓΡΑΦΗΜΑ, 2022. ISBN:978-618-5494-99-5

« Στην παραλία. Θάλασσα γυαλί. Την κοιτώ ανόρεχτα. Το στομάχι μου σφιγμένο. Ήθελα να γράψω για το παιχνίδι, όχι, για τη γραφή, για το παιχνίδι της γραφής. Και έχω κολλήσει. Αρχίζω κάπως, το πετώ, αρχίζω αλλιώς, το πετώ. Είμαι μαγκωμένη. Κι όμως τα πήγαινα τόσο καλά μέχρι τώρα».

Έτσι αρχίζει το τελευταίο αφήγημα «Το παιχνίδι της γραφής» στη συλλογή διηγημάτων «Μονοπάτια», εκδ. Γράφημα, 2022 η  ‘Αβρα Αυδή και το τελειώνει με την βαθιά επιθυμία να παίξει και να γελάσει σαν παιδί στους αμμόλοφους. Να παίξει το παιχνίδι της γραφής στις θίνες των λέξεων,  όχι για το «απόλυτο είκοσι της αριστείας» αλλά για την απόλαυση του γέλιου, της αθωότητας, της δημιουργικής φαντασίας.

 Οι παιδοψυχολόγοι Winnicott και  Piazet στις μελέτες τους για την ανάπτυξη της ψυχοσύνθεσης του ατόμου στο στάδιο της παιδικής ηλικίας υποστηρίζουν  ότι, το παιχνίδι για το παιδί είναι το οξυγόνο για να ζήσει και να εξελιχθεί. Για τον συγγραφέα-ποιητή το παιχνίδι της γραφής είναι το παιχνίδι της δημιουργίας  νέου κόσμου, η αναβίωση της απωθημένης μνήμης, η ξενοιασιά και τη χαρά του εκστατικού παιδιού, αυτού «του σημαντικού άλλου» που κρύβουμε μέσα μας.

Αυτό το δρόμο και τα μονοπάτια του ακολουθεί η συγγραφέας Άβρα Αυδή, φιλόλογος, θεατροπαιδαγωγός, θεατρολόγος με ειδικότητα στο Εκπαιδευτικό Δράμα και το θεατρικό παιχνίδι. Στήνει τη δική της θεατρική σκηνή με σκηνογραφία το εξώφυλλο του βιβλίου της και όχι μόνο. Δύο παιδιά πιασμένα χέρι-χέρι χαράζουν τα μονοπάτια της φαντασίας τους, τα πρώτα ίχνη της πορείας τους με την αθωότητα και το όνειρο ότι, όλα θα είναι όμορφα και φωτεινά. Κι αυτά τα μονοπάτια ενώνονται σε ένα δρόμο πλατύ με φως και σκιές που ενώνουν θάλασσα και ουρανό σ΄ ένα αέναο κύκλο ζωής και θανάτου, τέλους και αρχής.

«Τα μονοπάτια» είναι ένα βιβλίο πυκνό μηνυμάτων μέσα από τους διαδραστικούς ευφάνταστους διαλόγους με ήρωες της καθημερινής ζωής που καταγράφουν όλα τα αναπτυξιακά εξελικτικά στάδια του ανθρώπου και τον τρόπο που βιώνονται καθώς ξετυλίγονται σιωπηλά στον χρόνο.

Είναι ένα βιβλίο μεστό συναισθημάτων, με λόγο νοσταλγικό, τρυφερό, σεμνό με όμορφες στιγμές στις διαπροσωπικές σχέσεις, με καίριο πειστικό λόγο, πολλές φορές καταγγελτικό στο κοινωνικό γίγνεσθαι, για τις ταξικές διαφορές και την ασέβεια στην πολιτισμική κουλτούρα.

Ο αφηγηματικός λόγος συνεπαίρνει τον αναγνώστη με την αμεσότητα, την οικειότητα και την ακολουθεί στον προσωπικό της δρόμο, συνοδοιπόρος της συλλογική πορείας.

 

Ο ποιητής Άλφρεντ Τέννυσον στο έργο του «Οδυσσέας» γράφει:

«Είμαι ένα κομμάτι όλων όσων στο δρόμο μου έχω συναντήσει,

όμως όλη η εμπειρία είναι μία αψίδα που από μέσα της λάμπει

εκείνος ο αταξίδευτος κόσμος που οι παρυφές του σβήνουν

για πάντα όταν κινούμαι».

 

Αυτή την αψίδα περνάει η Άβρα τυλιγμένη με ένα λευκό σεντόνι στο όνειρο της.

Και όταν ξυπνάει ξετυλίγει το σεντόνι του χρόνου, κινείται στα εξελικτικά στάδια της ανάπτυξης, τις ψυχοσυναισθηματικές επιθυμίες και τις βιολογικές ανάγκες ανακαλώντας απωθημένες μνήμες, εμπειρίες, βιωμένες ή ονειρικές εκπέμποντας την δική της αύρα!

 

Η συγγραφέας προσεγγίζει αυτά τα στάδια με συστημική σκέψη. Με το πρωταρχικό σύστημα «Ο εαυτός και η πολυπλοκότητα του», με το σύστημα οικογένεια (πυρηνική και ευρύτερη), το σύστημα κοινωνία, η κοινωνικοποίηση του παιδιού (το σχολείο, οι φίλοι, ο τόπος και η χώρα όπου ανήκει).

 

Αρχίζει με το άλμπουμ των φωτογραφιών, τις περσόνες σε σχέση με την οικογένεια (ο μπαμπάς, η μαμά, τα αδέλφια, ο παππούς, η γιαγιά), με το σχολείο, με τους φίλους, με το πρώτο ερωτικό ξύπνημα για τον απέναντι σημαντικό άλλον.

Ύστερα, όπως στην Οδύσσεια, για να συνεχίσει ο Οδυσσέας το προσωπικό του ταξίδι για την Ιθάκη πρέπει να καταδυθεί στην Νέκυια, να πάρει χρησμό για την πορεία του και να θρηνήσει τις απώλειες αγαπημένων προσώπων.

Μια εκδρομή στον Αχέροντα και τα παγωμένα νερά γίνονται το μέσον για να αποχαιρετήσει με πικρία τις αγαπημένες οπτασίες αυτών που έφυγαν, κρατώντας την τρυφερή αίσθηση της βιωμένης από κοινού ζεστασιάς.

 

Συνεχίζει και εστιάζει, ίσως, στο πιο ενδιαφέρον και σημαντικό στοιχείο της συνύπαρξης του ανθρώπου που είναι οι σχέσεις και οι αλληλεπιδράσεις μέσω των συνδέσεων, όπως υποστηρίζουν οι επιστήμονες μελετητές στις έρευνες για την πλαστικότητα του εγκεφάλου.

Πως συνδέονται, πως αλληλεπιδρούν στην καθημερινότητα ο ένας με τον άλλον, πως συνυπάρχουν με υποκειμενική και διευποκειμενική επικοινωνία μέσα στη πυρηνική οικογένεια, στην ευρύτερη, στο σχολείο, στη κοινωνία γενικότερα.

 

Συγκινεί με τον ευρηματικό λογοτεχνικό λόγο της, με υποβόσκον χιούμορ, μεταφορές και προσομοιώσεις φέρνει σε επαφή τον αναγνώστη με τα ήθη και τα έθιμα του παραδοσιακού τρόπου ζωής, έτσι όπως έφτασαν μέχρι τις μέρες μας,  με τις τελετουργίες και τις θρησκευτικές πεποιθήσεις, δοξασίες και αξίες.

Έτσι η φανουρόπιτα, η πίτα, το φαγητό της μαμάς, τα δώρα, οι επισκέψεις, το γλυκό του κουταλιού, τάρτες με μαρμελάδες, το παιχνίδι, και το μοίρασμα προσωπικών ιστοριών γίνεται σημαντικός κρίκος μιας αλυσίδας οικειότητας τόσο σημαντικής για την αρμονία των σχέσεων και την ποιότητα ζωής.

 

Η δυνατή σχέση μάνας-κόρης, μάνας-γιού, νύφης-πεθεράς, γαμπρού-πεθεράς, με όρια άμεσα ή έμμεσα, με την φροντίδα και την αγάπη, την υπερπροστασία, τον ανταγωνισμό, τον έλεγχο ή την παραδοχή, δίνονται παραστατικά με την φυσικότητα των διαλόγων πολλές φορές μέσω του μαγικού ρεαλισμού.

 

Γράφει στη σελίδα 25-27 διαλόγους μάνας –κόρης, στο διήγημα «Συνδέσεις»:

«Έφερα μια τσιπούρα για το παιδί και για σένα δυο πιπεριές γεμιστά. Τα΄ βαλα στο ψυγείο. Αναζητώ το βλέμμα της. Σηκώνει το κεφάλι από το κομπιούτερ. Μου ρίχνει μια ματιά…»

και συνεχίζει παρακάτω.

«Κτυπάει το κινητό της, με έχουν τρελάνει στα τηλέφωνα…..συγγνώμη πρέπει να απαντήσω. Σηκώνεται από το γραφείο και μου γυρίζει την πλάτη μιλώντας στο κινητό.

«Φεύγω της φωνάζω,…αναζητώ το βλέμμα της.

Στον κήπο όλα ανθισμένα… βγήκαν και οι παπαρούνες.- τι όμορφες που είστε! Τόσο κόκκινες. Τόσο εύθραυστες. Ελευθέρωσε την

καρδιά μου μωρό μου, άσε να είμαι»…μονολογεί η μητέρα για την συμβιωτική σχέση τους.

 

Και ύστερα σε άλλο εξελικτικό στάδιο. Η αλυσίδα γιαγιά, μάνα, κόρη, εγγόνια. Εγκυμοσύνες, γενέθλια, βαφτίσεις, χαρές, γιορτές.

Αλλά και ανταγωνισμοί προκειμένου να μην κλονισθεί η υπεροχή του Εγώ, η βεβαιότητα της ύπαρξης μέσω του αξίζω, της αγάπης, της αποδοχής, της αίσθησης του ανήκειν και της αναζήτησης της ταυτότητας.

Και ύστερα το επόμενο εξελικτικό στάδιο, η εφηβεία, το πρώτο ερωτικό ξύπνημα, η σεξουαλική ταυτότητα, ο αποχωρισμός από την εφηβική ομάδα, η πρώτη ανάγκη του ζευγαρώματος, η επαγγελματική αποκατάσταση, η δημιουργία της νέας πυρηνικής οικογένειας ακολουθώντας την φυσική ροή των συστημάτων και του γενεογράμματος. Οι πόρτες ανοίγουν για τα επόμενα βήματα και τα νέα μονοπάτια.

 

Ο ποιητής William Blake  στο έργο του «Ο γάμος του ουρανού και της κόλασης», γράφει:

«Όταν οι θύρες της αντίληψης είναι ξεκάθαρες, οτιδήποτε εμφανιστεί στον άνθρωπο είναι ακριβώς όπως το Άπειρο» και « είναι ευλογία αν μπορείς να δεις το άπειρο σένα κόκκο της άμμου».

.

Και βέβαια είναι ευλογία αν οι γονείς δώσουν με αγάπη την ελευθερία στα παιδιά τους για να γνωρίσουν, χωρίς ενοχές, τον εαυτό τους στον δικό τους κόσμο.

 

Στα διηγήματα «Το κακό είναι αλλού», «Οι αδελφές», «Το κομοδίνο», « Η εντολή», «Μια χαραμάδα φως», «Η φανουρόπιτα», η Άβρα μας ταξιδεύει σε μονοπάτια όπου οι σχέσεις στην οικογένεια δοκιμάζονται καθώς οι αλλαγές είναι έντονες και διαφοροποιούν τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ των μελών της.

Τα ευρύτερα συστήματα, τα σόγια και οι συγγενείς, τα χρέη που οφείλουν οι νεότεροι να τηρούν για την διάσωση της παράδοσης, ήθη και έθιμα που συντηρούν τους δεσμούς και τις συνδέσεις, αλλά και ο σεβασμός και η αγάπη των μεγάλων προς την νέα γενιά, είναι κώδικες επικοινωνίας που τους ελευθερώνουν από τα ανεκπλήρωτα χρέη-φυλακές.

Η δημιουργός, χωρίς λογοκρισία μιλάει με κατανόηση και ευκρίνεια μιλάει για τα σημαντικά ζεύγη άνδρας-γυναίκα, γονείς-παιδιά, πρόγονοι-εγγόνια και τις δυσκολίες στις σχέσεις τους υπογραμμίζοντας συγχρόνως την σπουδαιότητα της αρμονικής διάδρασης μεταξύ τους.

 

Και ύστερα ακολουθεί σιγά-σιγά αλλά αμετάκλητα η τρίτη ηλικία, η συνταξιοδότηση και η επιλογή νέων ενδιαφερόντων απαραίτητων για την ψυχική υγεία και το νόημα της ζωής. π.χ. Χόμπι, δραστηριότητες σωματικές ή πνευματικές, δημιουργίες που δίνουν ευχαρίστηση και απόλαυση της ζωτικής ενέργειας.

Το τρέξιμο, η γυμναστική, ο χορός, τα θεάματα, το διάβασμα, οι εκδρομές στη φύση για χαλάρωση και ηρεμία, είναι ανάσες ζωής. Το μοίρασμα και ο σεβασμός ανάμεσα στο ζευγάρι όταν ατενίζουν ένα ουρανό με τον ήλιο που γελάει, ακόμη και μέσα από τις σωματικές ανημπόριες, τα πιθανά προβλήματα υγείας, τον υπαρξιακό φόβο.

 

Εικόνες θεατρικές, σκηνογραφίες της φύσης ζωντανεύουν τα μονοπάτια στο δάσος, στον Ερμαίο λόφο με την άδολη αγάπη και την επικοινωνία, μη λεκτικά αλλά από καρδιάς, ακόμη και μ΄ ένα άγνωστο συνοδοιπόρο. Φως και γαλήνη τα μονοπάτια στο βουνό, στη θάλασσα, στις καρδιές των ανθρώπων.

Η Άβρα Αυδή, με εξειδίκευση  στη υποκριτική μέθοδο Μέισνερ την εφαρμόζει στη ζωή και στις σχέσεις της με τους άλλους τους κανόνες και τον τρόπο συγκέντρωσης και αλληλεπίδρασης με το ζευγάρωμα, με αυτόν τον απέναντι σημαντικό άλλον.

«Σύνδεση με τον άλλον, σύνδεση με τον εαυτό, εμπιστοσύνη, αναγνώριση, ανακάλυψη, παιχνίδι, αυτοσχεδιασμός».

 

Στα διηγήματα της διατρέχει τα άγνωστα μονοπάτια του τυχαίου στη ζωή, του απρόοπτου, του μαύρου κύκνου που ταράζει την ρουτίνα της καθημερινότητας. Γράφει τον μονόλογο του συλλογισμένου στήθους, την ανάγκη που έχουν όλα τα όργανα του σώματος μας να τ΄ αγαπούμε, να ακούμε τις επιθυμίες τους.

Να σεβόμαστε το σώμα και το πνεύμα μας και να μάθουμε να το επικοινωνούμε μέσω των σχέσεων.

Γράφει για τις σχέσεις ψυχής με τους φίλους της, την ευγνωμοσύνη για την Αντιγόνη και την βοήθεια της, την εμπιστοσύνη που αναπτύχθηκε ανάμεσα τους και το περίσσευμα αγάπης που της χάρισε η Αντιγόνη όταν την είχε τόσο ανάγκη για το μεγάλωμα των παιδιών και τις σπουδές της.

Η αφηγήτρια μιλάει για την σπουδαιότητα της φιλίας, την υποστηρικτική αγκαλιά, τις σωστές και λαθεμένες επιλογές των συντροφικών σχέσεων, τις προδοσίες και τις προσδοκίες και τις περιγράφει με χιούμορ σε μία προσπάθεια να απαλύνει το πόνο και τα τραύματα της εγκατάλειψης, της ερωτικής υποκρισίας, της κακοποίησης ψυχικής και σωματικής.

Γράφει για το περίσσευμα της αγάπης και της ανθρωπιάς που χάριζε και η ίδια η συγγραφέας ως δασκάλα, όταν αφιέρωνε ώρες μελέτης και συναισθηματικής κάλυψης στα παιδιά των προσφύγων για την απώλεια και τον θρήνο των δικών τους, την απώλεια του σπιτιού και της πατρίδας τους, την  λαχτάρα να επιζήσουν και να συνεχίσουν από την αρχή τη ζωή και τα όνειρα τους.

Ελευθερία, γνώση, πίστη, εμπιστοσύνη, θάρρος και δύναμη να αλλάξουν, έστω νοερά, την κατακερματισμένη χωρίς πλαίσιο πατρίδα. Στον Σείριο υπάρχουν παιδιά χαρούμενα, στη γη υπάρχουν παιδιά που είναι μόνα, που φοβούνται, που θέλουν να ζήσουν πέρα από τις φωτιές και τον θάνατο. Είναι ο Άλμπορ, είναι Ζενέζ, και τόσα άλλα που έζησαν τον ξεριζωμό από τις πατρίδες τους.

Το διήγημα «Το θαυμαστικό», αφιερωμένο στον ΔΑΣΚΑΛΟ με κεφαλαία, είναι ένα ύμνος στη σχέση του μαθητή, όχι απλά τον δάσκαλο του εκπαιδευτικού συστήματος αλλά τον Δάσκαλο που ξυπνάει τον θαυμασμό για την γλώσσα, τις ιδέες, για το φως του πνεύματος και της ψυχής. Και τι κάνει τη διαφορά ανάμεσα στον καθηγητή απλά και το Δάσκαλο;

Γράφει η Άβρα για τον δικό της Δάσκαλο:

«Αυτή η φωνή του στο ραδιόφωνο….οικεία φωνή…τρυπάει τη μνήμη σαν βέλος»…Αχ πόσα χρόνια έχω να τον ακούσω! Το νιώθω τόσο κοντά μου, τόσο ζωντανό! Ανασύρει φωνές  από το παρελθόν. Πως κρεμόμουν από τα χείλη του κάθε φορά, πως φλόγιζε την ψυχή μου!

Η φωνή του ακούγεται να λέει:

«Τον καλό δάσκαλο θα τον περιέγραφα με μια λέξη: Αγάπη. Αυτός που αγαπάει τα παιδιά και τη δουλειά του είναι άριστος Δάσκαλος. Στο καρπερό έδαφος της αγάπης πέφτει ο σπόρος της γνώσης κι εκεί ριζώνει και φυλλουριάζει και ανθίζει και καρπίζει.! Τα γράμματα, οι λέξεις, οι φράσεις γίνονται ήχοι, τραγουδούν τον ύμνο της γλώσσας. Κάθε διδασκαλία είναι ανάγκη να αρχίζει και να ολοκληρώνεται  με τη μητρική γλώσσα, αφού στους γνώριμους ήχους της ριζώνει η σκέψη του παιδιού. Επενδύεται/ κωδικοποιείται ο στοχασμός του, χαράζει η ψυχική και η κοινωνική του ζωή. Χρωματίζεται η φαντασία του. Εδράζεται η ενεργητικότητα του. Τροχίζεται η βούληση του».

 

Ένα Θαυμαστικό, αυτό κάνει τη διαφορά στη σχέση του μαθητή προς τον Δάσκαλο, για να είναι ΔΑΣΚΑΛΟΣ.!.

Αλήθεια πόσο μας χρειάζονται τα πρότυπα ακόμη και οι μύθοι, λέει μέσα από την ψυχή της η Άβρα και εμείς συμφωνούμε μαζί της.

 

Οι ιστορίες που συμπεριλαμβάνονται στα τριάντα ένα διηγήματα της συλλογής «Μονοπάτια», είναι τόσο οικείες με τα βιώματα μας που θα λέγαμε ότι μας αφορούν σ΄ένα βαθύτερο επίπεδο της αυτογνωσίας μας. Είτε με ομοιότητες είτε μα διαφορές δεν παύουν να ζωντανεύουν με τις συνδέσεις τις εμπειρίες του παρελθόντος με το παρόν και να συν-δημιουργούν νέες για το μέλλον.

Ακόμη και μια πανδημία, απαγόρευση κυκλοφορίας, κλείσιμο και απομόνωση στο σπίτι, είναι σταθμοί ευκαιρίες για αναθεώρηση του τρόπου ζωής, έτσι ώστε να μην χαθεί τίποτε από την χαρά του παιχνιδιού, ως παιδί, ως μύθο και παραμύθι, ως θέατρο και  γραφή, που γλυκαίνουν την ψυχή μας.

Γέλια παιδιών, αχ πόσο θα ήθελα να παίξω μαζί τους!

Ας κλείσουμε αυτές τις διαδρομές στα μονοπάτια της γραφής με τον στίχο του ποιητή   T.S. ELIOT

 

Δεν θα σταματήσουμε να εξερευνούμε

               και το τέρμα της εξερεύνησής μας

               θα είναι να φτάσουμε εκεί

               απ΄ όπου ξεκινήσαμε

               και να γνωρίσουμε το μέρος για πρώτη φορά.

T.S. ELIOT

 

 

 

 

Αριστούλα Δάλλη

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.