Έφη Φρυδά: Το σκοτάδι είναι ένα άλλο φως
Πάνθηρας το σκοτάδι και απλώνεται, γλυκά πατάει το χώμα, τους σπόρους που φουσκώνουν από κάτω του μη βλάψει. Το σμάλτινο το μάτι του στη στίλβη του ουρανού τού ασέληνου…
Πάνθηρας το σκοτάδι και απλώνεται, γλυκά πατάει το χώμα, τους σπόρους που φουσκώνουν από κάτω του μη βλάψει. Το σμάλτινο το μάτι του στη στίλβη του ουρανού τού ασέληνου…
Στο Παρίσι χιονίζει. Στο Παρίσι οι μεγάλες ξυλόσομπες πυρώνουν κατακόκκινες έξω απ’ τα καφέ. Στα τραπεζάκια άνθρωποι κουκουλωμένοι, με σηκωμένους τους γιακάδες, κρατούν ποτήρια γεμάτα γκρογκ αμερικέν, ενώ οι μικροί…
Γεμίζουν τα πνευμόνια σου κι απλώνονται, φτερoύγες αίμα ρόδινο, κι αδειάζουν τα οστά σου, κούφια γίνονται. Εισπνέεις και σαν αλεξίπτωτο ανυψώνεσαι Η καρδιά σου ανάλαφρη κι αυτή, γιγάντια, με ατόφια…
«Στο όνειρό μου,/ καθώς διεισδύω πέρα για πέρα/ στο μεδούλι του οστού μου, / στο αληθινό μου όνειρο,/ στο Μπίκον Χιλ αναζητώ μια πινακίδα/ την οδό Ελέους συγκεκριμένα./ Δεν είναι…
Το μοναχικό τούτο στειλιάρι άδοξα παρατημένο στη γωνιά, αυτό που τώρα εγώ βαστώ, κάποτε το γνώριζα σε Κατάσταση Ανθηρή στου Δάσους τα βάθη, όλο Χυμούς, όλο Φυλλωσιές, όλο Κλαριά. Τώρα…
Η μετάφραση, θα έλεγε κανείς, σε βάζει πάνω σε μια ράγα, κινείσαι με τα αντανακλαστικά της πείρας, κάπως μηχανικά, το κείμενο σε πάει από μόνο του. Φορτώνεις το βαγονέτο σου…
Ω φίδι, επιχείρημα για ποίηση είσαι ˚ σάλεμα σε ξερά φύλλα ανάμεσα όταν άνεμος δεν υπάρχει, λεπτή γραμμή που κινείται υπόγεια αυτό που δεν είναι χρόνος, χρόνο δημιουργεί, φωνή απ’…
Τι ευχάριστο που ήταν να του κάνει κήρυγμα η γυναίκα που αγαπούσε! Τι ευχάριστο να ταπεινώνεται, να υποβιβάζεται ενώπιόν της! Τι θαυμάσιο που ήταν να του δίδονται ευκαιρίες έξοχες…
Μια μεταφορά του σαιξπηρικού Μακμπέθ από τον Αλεσσάντρο Σέρρα, ένας συνδυασμός δύο διαμετρικά αντίθετων παραδόσεων - της ελισαβετιανής και του πολιτισμού του Νουόρο, παράδοσης της Σαρδηνίας. Τίποτα δεν χάνεται από…
Πρωί στο καμένο σπίτι Στο καμένο σπίτι τρώω πρωινό, καταλαβαίνετε˚ δεν υπάρχει σπίτι, δεν υπάρχει πρωινό , κι όμως εγώ βρίσκομαι ‘δω. Το λιωμένο κουτάλι ξύνει τη λιωμένη…
Δεν υπήρχε πια δρόμος αλλά κόσμος, ένας χώρος και χρόνος καμωμένος σχεδόν από νύχτα και από στάχτες που έπεφταν. Εκείνος περπατούσε προς το βορρά μέσα από τα χαλάσματα και τη…
Στάθηκε στην άκρη του βράχου κι αγνάντεψε τη θάλασσα. Δροσερή την ένιωθε, ρίγησε κι αυτός μαζί με την επιφάνειά της, γαλαζομέλανη, σε κάποια σημεία βαθυπράσινη, τι βάθος να’ χε άραγε…