Παναγιώτης Βούζης: Ένα ποίημα
Καθημερινές συνήθειες Τα παιδιά σου θα φύγουν σε ταξίδι στον Άρη μη γνωρίζοντας ότι σ’ απολύουν την Πέμπτη. Οι γυναίκες των άλλων σε αφήνουν ν’ αγγίζεις τα διάστιχα μέρη…
Καθημερινές συνήθειες Τα παιδιά σου θα φύγουν σε ταξίδι στον Άρη μη γνωρίζοντας ότι σ’ απολύουν την Πέμπτη. Οι γυναίκες των άλλων σε αφήνουν ν’ αγγίζεις τα διάστιχα μέρη…
Για να σκοτώσεις ένα πουλί δεν θες πολλά Αρκεί μια πέτρα, μία ξέστοχη ματιά Αρκεί να μην σ’ αρέσουν τα φτερά Να μην αφήνεις το παιδί σου να πετά …
Όταν κάποιος περήφανος γιος του ανθρώπου επιστρέφει στη γη Που η δόξα δεν τον γνωρίζει, μα τον στηρίζει η καταγωγή Η τέχνη του γλύπτη εξαντλεί την μεγαλοπρέπεια της λύπης Και…
Σιωπηλός, περίκλειστος, υπομονετικός, με τις ελαφρά αγκαθωτές ραβδώσεις του, σχεδόν ατρακτοειδής, αλλά μάλλον φαλλικού σχήματος εν τέλει, ο αγαπημένος μου κάκτος μού δίνει κάθε χρόνο μεγάλες συγκινήσεις με την ανθοφορία…
Τι κι αν του είπα «Πρόσεξε μην κατεβάσεις καμιά σημαία ρωμαϊκή!» Δεν μ’ άκουσε. Στις μέρες μας καλά το λεν οι Κύπριοι: «Απ’ όν ακρώννεται γονιού παραγωνιάς τζοιμάται». Για να…
θυμέ͵ θύμ΄͵ ἀμηχάνοισι κήδεσιν κυκώμενε͵ †ἀναδευ δυσμενῶν δ΄ ἀλέξεο προσβαλὼν ἐναντίον στέρνον † ἐνδοκοισιν ἐχθρῶν πλησίον κατασταθεὶς ἀσφαλέως· καὶ μήτε νικέων ἀμφάδην ἀγάλλεο͵ μηδὲ νικηθεὶς ἐν οἴκωι καταπεσὼν ὀδύρεο͵ ἀλλὰ…
Ένιωθε από μέρες Τη μικρή απόκλιση του άξονα Επέμενε Όλα, σιγά σιγά Τελείως ανεπαίσθητα, Μετατοπίζονταν Έγερνε έξω απ’ τη ζωή Κατά μια μοίρα Μια μόνο μοίρα Άτροπο. Ένιωθε άρρωστος,…
Ασπρόμαυρα πλακάκια γυάλιζαν αυτάρεσκα, λουστραρισμένοι θώκοι κι υποπόδια. Και τα υποκείμενα στη θέση τους, με τη σειρά, σε στοίχιση και συμμετρία. Κανόνες υψηλοί κι αρχές προς αποστήθιση, αλλά και…
Μέτρησα με τα δάχτυλα τις απουσίες. Απέμεινε ένας ήχος, δύο στεναγμοί. Η ζωή χωράει να περάσει ακόμα. Με θύμησες και μοιρολόγια, σε στέλνω στο καλό. Σαν τη μαύρη Κυριακή που…
Μέσα από την νύχτα, άρχισε αργά να φυτρώνει, μια ελαφριά σιωπή. Είναι αυτή η ώρα, η μαγικά λυπημένη, η ώρα που επεκτείνεται, από την εξωτερική καρδιά, μέχρι τα αστέρια, που…
Γυναίκα νέα σε γέρο άντρα δεν ταιριάζει. Γιατί ’ναι σαν τη βάρκα που μήτε στο πηδάλιο υπακούει μήτε οι άγκυρες τη συγκρατούν· …
Δεν υπήρχε πια δρόμος αλλά κόσμος, ένας χώρος και χρόνος καμωμένος σχεδόν από νύχτα και από στάχτες που έπεφταν. Εκείνος περπατούσε προς το βορρά μέσα από τα χαλάσματα και τη…