You are currently viewing Χρ. Δ. Αντωνίου: Παυλίνα Παμπούδη, Χάρτινη ζωή (Μυθιστορία), Εκδόσεις Ροές, 2023.

Χρ. Δ. Αντωνίου: Παυλίνα Παμπούδη, Χάρτινη ζωή (Μυθιστορία), Εκδόσεις Ροές, 2023.

—Ζητείται σκηνοθέτης—

 

Υπήρχε κάποτε στην Αρχιτεκτονική Σχολή στο ΕΜΠ το μάθημα της «προοπτικής» που έδινε με τις μεθόδους του τη δυνατότητα στον αρχιτέκτονα-αρχαιολόγο να αναπαριστάνει ένα παλιό-αρχαίο κτίριο-μνημείο με βάση ορισμένα μόνο σωζόμενα στοιχεία του και κυρίως την κάτοψή του. Κάτι παρόμοιο επιχειρεί να πετύχει, και το κατορθώνει βέβαια, η Παυλίνα Παμπούδη με το βιβλίο της Χάρτινη ζωή {Μυθιστορία). Με βάση δηλαδή τη σωζόμενη αλληλογραφία των γονέων της, αλλά και των άλλων συγγενών-ηρώων της Μυθιστορίας κι ακόμη με βάση δημόσια και ιδιωτικά έγγραφα, δημοσιεύσεις, προκηρύξεις, ανακοινώσεις, ενημερώσεις,  αφηγήσεις, σημειώματα, κ.ά. προσπαθεί ναανασυστήσει, να ζωντανέψει τη ζωή των προγόνων της, η οποία χρονικά καλύπτει ολόκληρο τον20ό αι.

Πρωτοεκδόθηκε το 2002 και επανεκδόθηκε πρόσφατα, το 2023 από τις Εκδόσεις Ροές,  επαυξημένο με καινούργια στοιχεία και ντοκουμέντα κι ακόμη σ’ αυτή τη δεύτερη έκδοση «οι αυτόπτες μάρτυρες, θύματα και θύτες, εμφανίζονται με τα τότε αληθινά τους ονόματα—καθώς έχουν όλοι πλέον αποδημήσει προς τον ινκόγκνιτο, αμερόληπτο, ενιαίο χρόνο της ιστορίας» (βλ. οπισθόφυλλο).

Κι όπως μαθαίνουμε ευθύς εξαρχής από το οπισθόφυλλο του βιβλίου πρόκειται για την «ιστορία δυο μεγάλων οικογενειών που πορεύονται σύρριζα στην Ιστορία, περνάνε όλα τα δεινά του τόπου και αναλώνονται σε παράλληλους, ενδοοικογενειακούς εμφύλιους». Ο ένας κλάδος της οικογένειας, αυτός του πατέρα, από το Λασίθι της Κρήτης, κι ο άλλος, αυτός της μητέρας, από τη Χαλκίδα. Κι όπως ειπώθηκε, μόλις παραπάνω, η ιστορία αυτών των δύο οικογενειών στηρίζεται σε χάρτινα ντοκουμέντα, γιατί αυτά μόνο «μένουν για πάντα εμβόλιμα στο θάνατο και οι ζωντανοί άνθρωποι εμβόλιμοι στη χάρτινη ζωή τους» (Εξού κι ο τίτλος του βιβλίου).

Το μεγαλύτερο μέρος της Μυθιστορίας στηρίζεται κυρίως στην πιστή παράθεση της αλληλογραφίας ανάμεσα σε τέσσερα κεντρικά πρόσωπα: τον Αντώνη, πατέρα της συγγραφέως από τον κρητικό κλάδο της οικογένειας, την Ηρώ, μητέρα της από την πολυπληθή οικογένεια της Χαλκίδας, την Κλεάνθη, μητέρα του Αντώνη, και την Έλλη, αδελφή του Αντώνη.

Όλοι τους είχαν φυλάξει ο καθένας για τον εαυτό του μεγάλο μέρος της αλληλογραφίας τους. Και αυτό το συνταρακτικό και συναρπαστικό υλικό, που αναπάντεχα ανακάλυψε η συγγραφέας, φαίνεται πως ήταν και η αφόρμηση για τη σύνταξη αυτής της «Μυθιστορίας», ως μιας πράξης αυτογνωσίας της, αφού κιόλας από το γενέθλιο έτος της , το 1948, και πέρα αρχίζει να αποτελεί το  επίκεντρο αυτής της αλληλογραφίας. Προσπάθησε λοιπόν «να ανασυστήσει το παζλ, κι ας έλειπαν τεράστια κομμάτια. Θα έβαζε μέσα ως συνδετική ύλη μερικές αφηγήσεις από αυτόπτες μάρτυρες που είχε σώσει και, εμβόλιμα, ιστορίες δικές της, που τα κηδεμονικά φαντάσματα αυτών των προγόνων θα τη βοηθούσαν να τις συνθέσει» (σ. 12). «Συνεχείς εναλλαγές ασπρόμαυρης και χρωματιστής, «φανταστικής» και «πραγματικής» πραγματικότητας, συνθέτουν αυτό το παράξενο παζλ με τα χαμένα και τα περισσευούμενα κομμάτια, που είναι, ταυτόχρονα, κι ένα ιδιωτικό χρονικό του 20ού αιώνα στην Ελλάδα» (βλ. οπισθόφυλλο).

Για το βιβλίο αυτό έχουν ήδη γραφτεί αρκετές παρουσιάσεις και κριτικά σημειώματα που έχουν αναδείξει τον πρωτοποριακό χαρακτήρα του και το έχουν αξιολογήσει πολύ θετικά (Βάλτερ Πούχνερ, Ανθούλα Δανιήλ, Μάνος Κοντολέων, Βασίλης Πανδής, κ.ά). Έχουν μάλιστα πάρει ποικίλες αφορμές για να κάνουν αξιόλογες αναφορές, όσο αφορά τα πρόσωπα και τα πολιτικοκοινωνικά γεγονότα που αποτελούν τον καμβά πάνω στον οποίο πλέκεται η Μυθιστορία. Έτσι,  ίσως να παρέλκει το δικό μου σημείωμα. Ωστόσο, μετά απ’ αυτά τα λίγα που παρέθεσα για το βιβλίο, θα ήθελα να το δούμε κι από μια άλλη πλευρά, την κινηματογραφική.

Διάβασα λοιπόν τη «Χάρτινη ζωή» (σσ 382), απνευστί είναι αλήθεια, παρά το γεγονός ότι δεν έχει συνεχή ροή γεγονότων, αφού το μεγαλύτερο μέρος της περιέχει επιστολές μεταξύ των μελών της οικογένειας της συγγραφέως, στις οποίες επαναλαμβάνονται καθημερινές πληροφορίες της ζωής τους. Ωστόσο, η ικανότητα της Παμπούδη να διαπλέκει τα οικογενειακά γεγονότα με τα ιστορικά και τα κοινωνικοπολιτικά δίνει μια εσωτερική δυναμική συνοχή, έτσι που τελειώνοντας την ανάγνωση είχα την εντύπωση ότι δεν διάβασα βιβλίο διαιρεμένο σε μέρη και κεφάλαια, αλλά ότι παρακολούθησα μια συναρπαστική κινηματογραφική ταινία. Και νομίζω ότι η Χάρτινη ζωή θα μπορούσε να γυριστεί σε μια ταινία. Ναι, μάλιστα, μια ταινία που, ενώ αποτελεί την ιστορία μιας οικογένειας, συγχρόνως αποτελεί «ένα ιδιωτικό χρονικό του 20ού αιώνα», όπως είναι άλλωστε και ο υπότιτλος του βιβλίου. Αυτός μάλιστα ο υπότιτλος θα μπορούσε να είναι το κεντρικό νόημα ενός κινηματογραφικού σεναρίου.

Ένα σενάριο που θα μπορούσε να διαλέξει από το πολύ μεγάλο πλάτος της «μυθιστορίας» ντοκουμέντα και σκηνές δημόσιου και ιδιωτικού χαρακτήρα. Θα μπορούσε για παράδειγμα να ξεκινήσει με την Επανάσταση του Θερίσου, που έγινε το 1905 με αρχηγό τον Ελευθέριο Βενιζέλο.

Την ίδια χρονιά άρχισε η πολιτική συνεργασία τού προ-παππού της συγγραφέως, λόγιου και πολιτικού, Αντώνιου Βορεάδη με τον Βενιζέλο. Όταν για τη συνεργασία του αυτή δέχτηκε δημοσίως αρνητική κριτική από τον Παυλή Πλατάκη, ο Βορεάδης, με «αυστηροτάτην εκφρασιάν», «χτυπώντας συγχρόνως την πυγμήν του εις το τραπέζι», του είπε: «Παυλή, Παυλή, άκουσε να σου ειπώ. Εγώ πατώ στην γερή τάβλα. Ο Βενιζέλος είναι ένας μεγάλος άνθρωπος που τέτοιον άλλον δεν έχει ως τώρα γεννήσει η Κρήτη. Σε ένα δυο χρόνια δεν θα διοικεί μόνον την Κρήτη, θα διοικεί ολόκληρη την Ελλάδα» (σ.25). Ως εναρκτήρια σκηνή προοιωνίζει τις μελλοντικές ιστορικές εξελίξεις στην Ελλάδα, αλλά και τον δυναμικό χαρακτήρα του Βορεάδη.

Για παράδειγμα πάλι θα μπορούσε στη συνέχεια το σενάριο να τρυπώσει στην ιδιωτική ζωή της κόρης του Βορεάδη Κλεάνθης, της γιαγιάς της συγγραφέως, μιας εκλεπτυσμένης κοπέλας που είχε ταλέντο στη ζωγραφική (όπως αργότερα κι η εγγονή της), αλλά απειρία ζωής. Να παρουσιάσει δηλαδή την πρώτη νύχτα γάμου της και την τραγική της εμπειρία του απαίσιου βιασμού της  από τον μόλις λίγων ωρών γνωστό της, Μωϋσή Παμπούδη, με τον οποίο την πάντρεψε ο Βορεάδης για λόγους πολιτικούς και περιουσιακούς.  Μ’ αυτή τη σκηνή να υπονοήσει τη νοοτροπία των ανδρών της Κρήτης και τα επικρατούντα έθιμα και τις σκοπιμότητες πολλές φορές σχετικά με τον γάμο των γυναικών. Θα ήταν μια σκηνή που θα έδειχνε τη μειονεκτική θέση της γυναίκας στην Κρήτη κι ίσως ακόμη την αιτία χωρισμού της με τον Παμπούδη, αφού πρώτα απέκτησε μαζί του τρία παιδιά: πρώτα τον Παύλο, ύστερα τον Αντώνη και τέλος  την Έλλη. Η εγγονή θα έπαιρνε το όνομα του πρωτότοκου γιου της Κλεάνθης, του Παύλου που σκοτώθηκε στον Β Παγκόσμιο Πόλεμο, κι ο δεύτερος γιός το όνομα του Βορεάδη. Μ’ αυτά τα λίγα θα μπορούσε ν’ αρχίσει ένα σενάριο που θα φανέρωνε κιόλας τα κύρια πρόσωπα της μυθιστορίας, όσο αφορά τους εκ Κρήτης προγόνους της συγγραφέως.

Για την οικογένεια της Χαλκίδας μαθαίνουμε από την αφήγηση του Βάσου Θεοχάρη ότι ο προπαππούς της συγγραφέως από την πλευρά της μητέρας της, ονόματι Μάλλιος, ήταν τοκογλύφος, πλούσιος. Σ’ αυτόν ανήκε το Κόκκινο Σπίτι της Χαλκίδας, που μέχρι σήμερα υπάρχει αριστερά από την παλιά Γέφυρα. Ο γιος του, ο Σωτήρης, ήταν δικηγόρος και απέκτησε πολλά παιδιά με την Καλλιόπη Σταματιάδου.

Ανάμεσά τους τον Λέανδρο και την Ηρώ (μητέρα της συγγραφέως) που τα βάφτισε ο ποιητής  Άγγελος Σικελιανός και τον Νικοντίνο που τον βάφτισε ο  Βασιλιάς. Ο Σωτήρης Μάλλιος ήταν βίαιος και κακοποιούσε τη γυναίκα του και τα παιδιά του και κάποια στιγμή σκότωσε τη γυναίκα του πυροβολώντας την. Δικάστηκε, αλλά με τα μέσα που διέθετε αθωώθηκε. Λίγο αργότερα τα παιδιά για να εκδικηθούν τον θάνατο της μητέρας τους τον σκότωσαν και πρόβαλαν επίτηδες ως υπαίτιο του φόνου τον πολύ μικρό σε ηλικία Νικοντίνο που ασφαλώς αθωώθηκε. Και μόνον αυτά είναι αρκετά να δώσουν πολλές συναρπαστικές σκηνές. Το ίδιο και οι εξορίες του Αντώνη και οι ενδοοικογενειακοί καυγάδες.

Δεν έχω βέβαια καμιά πρόθεση να υποδείξω ένα σενάριο και πολύ περισσότερο να το γράψω. Προστρέχω σε σκηνές για να πείσω τον εαυτό μου πως η πρότασή μου είναι εφικτή, αν το σενάριο έχει suspense, αν μπορεί να συγκινήσει τον θεατή κι αν τελικά έχει ένα ενδιαφέρον. Υποθέτω λοιπόν ότι από τη Μυθιστορία αυτή μπορεί να βγεί ένα πολύ προκλητικό σενάριο που να πατάει στα ιστορικά γεγονότα με τα οποία πλέκεται η ιστορία της οικογένειας της συγγραφέως: Κρητική Πολιτεία, Εθνικός Διχασμός, Ελληνοϊταλικός πόλεμος, Εθνική Αντίσταση, στην οποία συμμετέχει ο Αντώνης (ΕΛΑΣ), Απελευθέρωση και Εμφύλιος, εξορίες του Αντώνη στην Ικαρία και στη Μακρόνησο. Στις 4 Ιουνίου του1948 γεννιέται η κόρη του ενώ ο ίδιος βρίσκεται σε εξορία και δεν τη γνωρίζει παρά μόνο από φωτογραφίες και ζωντανά μόλις το 1952.

Κι αυτό το συγκινητικό γεγονός δεν θα είναι το μοναδικό σ’ εκείνα τα πέτρινα χρόνια. Ακολουθεί  η δικτατορία των συνταγματαρχών. Γεγονότα και συναισθήματα σχηματίζουν ένα περίεργο παζλ. Η συγκινησιακή πλευρά του σεναρίου προβλέπεται έντονη.

Έπειτα τα πάμπολλα πρόσωπα με την ποικιλία των χαρακτήρων τους και τις μεγάλες μεταξύ τους αντιθέσεις (π.χ. της Ηρώς που διαρκώς παραπονιέται και γκρινιάζει για το κάθε τι και του Αντώνη που, αν και βρίσκεται στις διάφορες εξορίες, έχει πάντοτε «καλή και ψύχραιμη» διάθεση) θα απάλλασσαν τον σκηνοθέτη από τον κίνδυνο να περιπέσει σε βαρετές σκηνές και γραμμικό βάδισμα της ταινίας. «Ο ένας πρόππαπος (ο Βορεάδης) ήταν λόγιος και πολιτικός, ο άλλος (ο Χαλκιδαίος), τοκογλύφος. Ο ένας παππούς (ο Μωϋσής) τυχοδιώκτης, ο άλλος (ο Σωτήρης), δολοφόνος. Ο πατέρας ιδεολόγος» (σ. 11). Οι ιδεολογικές αντιθέσεις και οι ενδοοικογενειακές συγκρούσεις, ο τρυφερός έρωτας του Αντώνη και της Ηρώς, όπως παρουσιάζεται μέσα στις επιστολές τους, που με τα χρόνια ξεφτίζει μέχρι την ημέρα του διαζυγίου τους, οι εξορίες, τα όνειρα, οι χαρές, οι αναμονές, οι πολύ δύσκολες οικονομικές καταστάσεις, κοινές βέβαια σ’ εκείνα τα χρόνια για τους περισσότερους Έλληνες μετά τον εμφύλιο είναι όλα εκείνα που θα συγκροτούσαν μια συναρπαστική πλοκή, που για ένα σενάριο αποτελεί  βασικό παράγοντα επιτυχίας. Το κόκκινο σπίτι στη Χαλκίδα υπάρχει ακόμη και θα μπορούσε να γυριστούν εκεί κάποιες σκηνές.

Μια ταινία μικρογραφία της ιστορίας του ελληνισμού του 20ού αιώνα. Καλό σενάριο αυτό που πατάει σε πλατιά βάση γεγονότων, έχει πλοκή, είναι ενδιαφέρον και συγκινεί το θεατή. Θα μπορούσε μάλιστα το σενάριο να το γράψει ποιος άλλος από την ίδια τη συγγραφέα, την Παυλίνα Παμπούδη, που είναι άλλωστε ο μοναδικός επιζών της οικογένειας. Ακόμη και στο ντεκουπάζ θα μπορούσε να βοηθήσει.

ΖΗΤΕΙΤΑΙ λοιπόν ΣΚΗΝΟΘΕΤΗΣ!!

 

 

 

 

 

 

 

Χρήστος Αντωνίου

Ο ΧΡΗΣΤΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ είναι δρ. Φιλολογίας και το διδακτορικό του εξετάζει τη «λαϊκή παράδοση» στο έργο του Γιώργου Σεφέρη, η ποίηση του οποίου τον απασχολεί και σε επόμενα βιβλία και άρθρα. Υπηρέτησε στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, χρημάτισε Διευθυντής Λυκείου και Σχολικός Σύμβουλος φιλολόγων στην Αθήνα, δίδαξε στο Ευρωπαϊκό Σχολείο Βρυξελών και στην Ακαδημία Λαμίας, σε επιμορφούμενους δασκάλους. Υπήρξε μέλος τριών Δ.Σ της Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων. Έχει εκδώσει έξι ποιητικές συλλογές, και συνεργάζεται με πολλά περιοδικά.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.