Ε λοιπόν, ναι, και η «δακ(χ)τυλήθρα» είναι λέξη της αρχαίας ελληνικής (← δάκτυλος + επίθημα –ήθρα, όπως κηρ-ήθρα, κολυμβ-ήθρα κ.ά.) και σημαίνει θήκη για το δάκτυλο, όπως θα δούμε στα κειμενικά αποσπάσματα που θα παραθέσουμε.
Ὁ δάκτυλος στην αρχαιότητα δήλωνε, όπως σήμερα, την καθεμιά από τις πέντε αρθρωτές απολήξεις των άνω και κάτω άκρων τού ανθρώπου και πολλών ζώων.
Σε ένα ειδύλλιο με τον τίτλο Κηριοκλέπτης, το οποίο αποδίδεται υπό αμφισβήτηση στον Θεόκριτο,1 μία μέλισσα κέντρισε τον γιο τής Αφροδίτης, τον ΄Ερωτα, στα ακροδάκτυλά του ενώ έκλεβε κρυφά μέλι από το μελίσσι — αλλά ας δούμε ολόκληρη τη χαριτωμένη ποιητική σύνθεση (ΧΙΧ):
Τὸν κλέπταν ποτ’ Ἔρωτα κακὰ κέντασε μέλισσα
κηρίον ἐκ σίμβλων συλεύμενον, ἄκρα δὲ χειρῶν
δάκτυλα πάνθ’ ὑπένυξεν. ὃ δ’ ἄλγεε καὶ χέρ’ ἐφύση
καὶ τὰν γᾶν ἐπάταξε καὶ ἅλατο, τᾷ δ’ Ἀφροδίτᾳ
δεῖξεν τὰν ὀδύναν, καὶ μέμφετο ὅττι γε τυτθόν
θηρίον ἐντὶ μέλισσα καὶ ἁλίκα τραύματα ποιεῖ.
χἀ μάτηρ γελάσασα· “τὺ δ’ οὐκ ἴσος ἐσσὶ μελίσσαις,
ὃς τυτθὸς μὲν ἔεις τὰ δὲ τραύματα ἁλίκα ποιεῖς;”
Κάποτε μία μέλισσα τον κλέφτη ΄Ερωτα κέντρισε τσουχτερά
την ώρα που κρυφά μέλι διαγούμιζε απ’ τις κυψέλες,
και των χεριών του τ’ ακροδάχτυλα για τα καλά με το κεντρί
τα χτύπησε. Κι αυτός πονούσε και φύσαγε τα χέρια του
και με τα πόδια του τη γη χτυπούσε και αναπηδούσε,
κι εκεί όπου πονούσε στην Αφροδίτη το ’δειξε και διαμαρτυρόταν
που πράγματι και έντομο μικρό είναι η μέλισσα
και τόσο πληγές μεγάλες κάνει. Και η μητέρα του γελώντας
[του ’πε]: « Κι εσύ δεν είσαι ίδιος με τις μέλισσες,
εσύ που είσαι μεν μικρός, όμως πληγές τόσο μεγάλες κάνεις;»
Δάκτυλον καλούσαν οι αρχαίοι ΄Ελληνες, όπως έχουμε ξαναπεί, και το μικρότερο μέτρο μήκους ( 9, 3 χιλιοστά). Ας θυμηθούμε τον στίχο τού Αλκαίου2
πώνωμεν· τί τὰ λύχν’ ὀμμένομεν; δάκτυλος ἀμέρα.
[…]
Ας πίνουμε! Γιατί να περιμένουμε ν’ ανάψουν τα λυχνάρια;
Μονάχα ένα δάχτυλο ημέρας έχει μείνει.
[…]
Αλλά και στην περίπτωση ποιητικών στίχων και γενικά της μετρικής, δάκτυλος ονομαζόταν ο πούς, ο πόδας, το σύνολο δηλαδή δύο ή περισσοτέρων συλλαβών που δημιουργούσαν ρυθμική μονάδα, ο οποίος αποτελούνταν από μία μακρά και δύο βραχείες συλλαβές (-υ υ ). Ως γνωστόν, το μέτρο με το οποίο έχουν συντεθεί τα ομηρικά έπη και όλη η επική ποίηση των αρχαίων είναι το δακτυλικό εξάμετρο, του οποίου κάθε στίχος περιέχει έξι πόδες, εκ των οποίων οι πέντε πρώτοι είναι δάκτυλοι, και ο έκτος λέγεται ή σπονδεῖος, αποτελούμενος από δύο μακρές συλλαβές (- -), ή τροχαῖος, αποτελούμενος από μία μακρά και μία βραχεία (- υ). Ο δάκτυλος κατά τον ρητοροδιδάσκαλο και ιστοριογράφο Διονύσιο τον Αλικαρνασσέα «είναι πολύ μεγαλοπρεπής και σπουδαιότατος στο να ομορφαίνει την έκφραση, και το ηρωικό μέτρο από αυτόν ως επί το πλείστον αντλεί την ομορφιά του».
Στις Νεφέλες τού Αριστοφάνη εκτυλίσσεται μια ξεκαρδιστική σκαμπρόζικη σκηνή μεταξύ του Σωκράτη και του γερο-Στρεψιάδη. Ο φιλόσοφος επιχειρεί να διδάξει τον καλοκάγαθο αγρότη αρχίζοντας από απλά πράγματα — που όμως το γέρικο κεφάλι άλλα ακούει κι άλλα καταλαβαίνει — και μεταξύ των άλλων να τον μάθει να ξεχωρίζει τους ρυθμούς. Ο χωριατομαθημένος Στρεψιάδης απορεί πώς θα τον ωφελήσουν οι ρυθμοί στο να ’χει εξασφαλισμένο ψωμί στο σπίτι του, και ο Σωκράτης τού απαντά (στ. 649-651):
ΣΩ. Πρῶτον μὲν εἶναι κομψὸν ἐν συνουσίᾳ,
ἐπαΐονθ’ ὁποῖός ἐστι τῶν ρυθμῶν
κατ’ ἐνόπλιον, χὠποῖος αὖ κατὰ δάκτυλον.
ΣΩ. Πρώτα – πρώτα θα ’σαι στις συντροφιές εκλεπτυσμένος,
σαν ξέρεις ποιος ρυθμός πηγαίνει
«κατ’ ενόπλιον»3 και ποιος «κατά δάκτυλον».
Την ξεκαρδιστική συνέχεια της στιχομυθίας με την κωμική παρερμηνεία τής λέξης δάκτυλος θα την παρακολουθήσουμε πιο κάτω ως μαρτυρία τού καταδακτυλίζειν.
Παράγωγο της λέξης δάκτυλος είναι το ουσιαστικό δακτύλιος= δακτυλίδι (← υποκοριστικό δακτυλίδιον τού δακτύλιος).
Ανάμεσα στα συνήθη κοσμήματα που φορούσαν οι Ελληνίδες στους αρχαίους χρόνους ήταν φυσικά και τα δακτυλίδια. Δακτυλίδια με σφραγιδολίθους ή σφραγιστικά φορούσαν και οι άντρες και τα χρησιμοποιούσαν ως σφραγίδα, αποτυπώνοντας επάνω σε μαλακό υλικό τις ανάγλυφες ή εγχάρακτες παραστάσεις των σφραγιδολίθων ή της επιφάνειας της σφενδόνης.
Καμέο με την Αφροδίτη και τον ΄Ερωτα. Σαρδόνυχας τοποθετημένος σε χρυσό δακτυλίδι (2ος αι. π. Χ). Επιγραφή: ΠΡΩΤΑΡΧΟΣ ΕΠΟΙΕΙ
Από τον Διόδωρο τον Σικελιώτη αντλούμε την πληροφορία ότι μετά τον θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου, οι Μακεδόνες — ακολουθεί το πρωτότυπο (ΙΗ 2,4):
εὐθὺ δὲ βασιλέα κατέστησαν τὸν Φιλίππου υἱὸν Ἀρριδαῖον
καὶ μετωνόμασαν Φίλιππον, ἐπιμελητὴν δὲ τῆς βασιλείας
Περδίκκαν, ᾧ καὶ ὁ βασιλεὺς τὸν δακτύλιον τελευτῶν δεδώκει, […]
Αμέσως βασιλιά μεν ανέδειξαν τον γιο τού Φιλίππου, τον Αρριδαίο,4
και τον μετονόμασαν σε Φίλιππο, επιμελητή δε του βασιλείου
τον Περδίκκα, στον οποίο και ο βασιλιάς είχε δώσει το δακτυλίδι του
την ώρα που πέθαινε, […]
Χρυσό σφραγιστικό δακτυλίδι. Τίρυνθα, 15ος αι. π. Χ. Απεικονίζεται πομπή λεοντοκέφαλων δαιμόνων που κρατούν σπονδικές πρόχους και προχωρούν προς καθιστή γυναικεία θεότητα. Πίσω από τον θρόνο της διακρίνεται αετός, σύμβολο εξουσίας.
Το μέτρημα στα δάκτυλα είναι πανάρχαια συνήθεια, της οποίας μια παραστατικότατη περιγραφή συναντούμε στον Ηρόδοτο και στη διήγησή του για τη γέννηση τού Σπαρτιάτη Δημαράτου.5 Τον Δημάρατο τον απέκτησε ο βασιλιάς τής Σπάρτης Αρίστων από την τρίτη του σύζυγο, την ωραιότερη τότε γυναίκα τής Σπάρτης, την οποία είχε πάρει με τέχνασμα από τον καλύτερό του φίλο. Από τις δύο πρώτες δεν είχε παιδιά και μάλιστα δεν ήθελε να παραδεχθεί ότι αυτός ήταν η αιτία τής ατεκνίας. Πριν λοιπόν να συμπληρώσει δέκα μήνες, η γυναίκα αυτή γέννησε τον Δημάρατο (περ. 530 π. Χ), και η είδηση ότι απέκτησε παιδί αναγγέλθηκε στον Αρίστωνα ενώ βρισκόταν σε συνεδρίαση με τους εφόρους. Και νά πώς αντέδρασε (VI 63):
Ὁ δὲ ἐπιστάμενός τε τὸν χρόνον τῷ ἠγάγετο τὴν γυναῖκα
καὶ ἐπὶ δακτύλων συμβαλόμενος τοὺς μῆνας εἶπε ἀπομόσας·
Οὐκ ἂν ἐμὸς εἴη.
Αυτός [ο Αρίστων] όμως, ξέροντας καλά και την εποχή που πήρε
τη γυναίκα και υπολογίζοντας τους μήνες με τα δάκτυλα είπε
παίρνοντας και όρκο: « Δεν γίνεται να ’ναι δικό μου».
Περνώντας ωστόσο ο καιρός, ο Αρίστων αναγνώρισε το παιδί ως δικό του, και όταν πέθανε, τον διαδέχθηκε στον θρόνο ο Δημάρατος. Επειδή όμως ήρθε σε ρήξη με τον συμβασιλέα του, τον Κλεομένη Α΄, καθαιρέθηκε από τη βασιλική του θέση και το 491 π. Χ. κατέφυγε στην Ασία, όπου το 480 ακολούθησε τον Ξέρξη στην εκστρατεία του εναντίον της Ελλάδας.
Σε ένα παλαιότερο άρθρο μας (13/11/2017) είχαμε ασχοληθεί με την έκφραση «…Ούτε στο δάκτυλό του» (« δεν τον φτάνει ούτε στο δάκτυλό του»), όπως μαρτυρείται σε μία ψευδεπίγραφη επιστολή τού αττικιστή Αλκίφρονα (2ος αι. μ. Χ.). Αλλά και η φράση «δείχνω με το δάκτυλο», την οποία χρησιμοποιούμε θετικά ή αρνητικά για κάποιον που ξεχωρίζει, καθώς και η μετοχή «δακτυλοδεικτούμενος» της μέσης φωνής τού ρήματος δακτυλοδεικτέω, που τη λέμε για κάποιον ο οποίος επισύρει την προσοχή κυρίως ως παράδειγμα προς αποφυγή, είναι εκφράσεις της αρχαίας Ελληνικής.
Σε ένα μικρό ρητορικό έργο του με τον τίτλο Ἁρμονίδης, ο Λουκιανός παρουσιάζει τον φερώνυμο αυλητή να ρωτάει τον δάσκαλό του πώς μετά από όλα όσα έμαθε γύρω από την αυλητική τέχνη θα μπορέσει να δοξαστεί (1): « Δεν ξέρω», λέει, « πώς θα γινόταν από αυτή την τέχνη να περιβληθώ με δόξα από τους πολλούς και με την εύνοια του πλήθους,
καὶ δείκνυσθαι τῷ δακτύλῳ, καὶ ἤν που φανῶ, εὐθὺς ἐπιστρέφεσθαι
πάντας εἰς ἐμὲ καὶ λέγειν τοὔνομα, οὗτος Ἁρμονίδης ἐκεῖνός ἐστιν
ὁ ἄριστος αὐλητής, […]
και να με δείχνουν με το δάκτυλο και, όπου φανώ, ευθύς όλοι να γυρίζουν
προς εμένα και να λένε ονομαστικά: « Αυτός είναι ο Αρμονίδης, εκείνος
ο άριστος αυλητής, […]
Ανατρέχουμε και πάλι στον Διόδωρο τον Σικελιώτη και στο κεφάλαιο όπου εξιστορεί το πώς οι Αθηναίοι, ενώ σημείωσαν σπουδαία νίκη στη ναυμαχία των Αργινουσών, καταδίκασαν άδικα σε θάνατο τους επικεφαλής στρατηγούς.6 Σύντομα οι Αθηναίοι μεταμελήθηκαν και πέρασαν από δίκη τον Καλλίξενο που πρότεινε την ποινή, με την κατηγορία ότι εξαπάτησε τον δήμο. Ο Καλλίξενος ρίχτηκε στη δημόσια φυλακή απ’ όπου δραπέτευσε προς τους εχθρούς των Αθηναίων στη Δεκέλεια, (ΙΓ 103,2):
ὅπως διαφυγὼν τὸν θάνατον μὴ μόνον Ἀθήνησιν, ἀλλὰ καὶ παρὰ τοῖς ἄλλοις
Ἕλλησι δακτυλοδεικτουμένην ἔχῃ τὴν πονηρίαν παρ’ ὅλον τὸν βίον.
για να καταφέρει, γλιτώνοντας τον θάνατο να έχει σ’ όλη του τη ζωή
όχι μόνο στην Αθήνα, αλλά και στους άλλους ΄Ελληνες
δακτυλοδεικτούμενη τη φαυλότητά του.
Ένα ρήμα που σχημάτισαν οι αρχαίοι ΄Ελληνες με δεύτερο συνθετικό τη λέξη δάκτυλος είναι το καταδακτυλίζω· σχετίζεται κυρίως με την παιδεραστική σχέση και σημαίνει αγγίζω, βάζω δάκτυλο στα οπίσθια κάποιου. Με αφορμή αυτή την έννοια επιστρέφουμε στις αριστοφάνειες Νεφέλες και συνεχίζουμε τη μετάφραση της στιχομυθίας ανάμεσα στον Σωκράτη και τον Στρεψιάδη από τον στίχο 652, στον οποίο σταματήσαμε:
ΣΤΡ. Κατὰ δάκτυλον; ΣΩ. Νὴ τὸν Δί’. ΣΤΡ. Ἀλλ’ οἶδ’. ΣΩ. Εἰπὲ δή.
ΣΤΡ. Τίς ἄλλος ἀντὶ τουτουὶ τοῦ δακτύλου;
Πρὸ τοῦ μέν, ἔτ’ ἐμοῦ παιδὸς ὄντος, οὑτοσί.
ΣΩ. Ἀγρεῖος εἶ καὶ σκαιός.
ΣΤΡ. «Κατά δάκτυλον;»
ΣΩ. Ναι, μά τον Δία!
ΣΤΡ. Μα αυτό το ξέρω.
ΣΩ. Πες μου λοιπόν.
ΣΤΡ. (Δείχνοντας τον δείκτη του) Ποιος άλλος υπάρχει εκτός από αυτόν τον
δάχτυλο; ΄Αλλοτε, σαν ήμουνα παιδί ακόμη, νά, ετούτος δω (δείχνει τον
μεσαίο).7
ΣΩ. Είσαι αγροίκος κι άξεστος.
Και το άρθρο μας τελειώνει με τη λέξη με την οποία ξεκίνησε, το ουσιαστικό δακτυλήθρα, τη θήκη που χρησιμοποιούνταν ως περίβλημα τού δακτύλου άλλοτε κατά τού ψύχους, άλλοτε για προστασία από έγκαυμα, όπως εμφαίνεται από τα παρατιθέμενα αποσπάσματα.
Ο Ξενοφών τελειώνει το έργο του Κύρου Παιδεία, στο οποίο, όπως έχουμε ξανά επισημάνει, ανέδειξε τον Κύρο Β΄, τον βασιλιά των Μήδων και των Περσών, ως το παράδειγμα του τέλειου και χρηστού βασιλιά, δίνοντας μιαν εικόνα τής κατάπτωσης της ασιατικής κοινωνίας σε όλους σχεδόν τους τομείς μετά τον θάνατο τού Κύρου. Ασέβεια προς τους θεούς, αδικία προς τους ανθρώπους, μαλθακότητα, οινοποσία, τρυφηλότητα χαρακτηρίζουν πλέον τους Πέρσες. Και ως δείγμα της διαβόητης περσικής τρυφηλότητας ο ιστορικός σημειώνει εκτός των άλλων (VIII 17):
Ἀλλὰ μὴν καὶ ἐν τῷ χειμῶνι οὐ μόνον κεφαλὴν καὶ σῶμα καὶ πόδας
ἀρκεῖ αὐτοῖς ἐσκεπάσθαι, ἀλλὰ καὶ περὶ ἄκραις ταῖς χερσὶ χειρῖδας
δασείας καὶ δακτυλήθρας ἔχουσιν.
Αλλά και τον χειμώνα όχι μόνο το κεφάλι, το σώμα και τα πόδια
δεν τους αρκεί να καλύπτουν, αλλά και στις άκρες των χεριών
φορούν γάντια πυκνοϋφασμένα και δακτυλήθρες.
Ο δε Αθήναιος στους Δειπνοσοφιστές του αναφέρεται σε κάποιον Πίθυλλο, ο οποίος ήταν τόσο μεγάλος λάτρης των απολαύσεων που (Α 10d):
μόνος δ’ οὗτος τῶν ἀπολαυστικῶν καὶ δακτυλήθρας ἔχων ἐσθίειν λέγεται
τὸ ὄψον, ἵν’ ὡς θερμότατον ὁ τρισάθλιος ἀναδιδῷ τῇ γλώττῃ.
Μόνος δε αυτός από τους έκδοτους στις απολαύσεις λέγεται ότι έτρωγε
το πολυτελές φαγητό του μεταχειριζόμενος δακτυλήθρες, για να το γεύεται
ο τρισάθλιος με τη γλώσσα του όσο το δυνατόν θερμότερο.
1)Για τον Θεόκριτο και το ποιητικό είδος Εἰδύλλιον βλ. το άρθρο μας με θέμα τη φράση «Φτύνω στον κόρφο» (7/2/2018).
2)Βλ. το άρθρο μας με θέμα τις λέξεις Λαθικηδής — Λαθάνεμος (28/10/2023).
3)Ο ἐνόπλιος (← ὅπλον) ήταν πολεμικός ρυθμός.
4)Ετεροθαλής αδελφός του Μ. Αλεξάνδρου, γιος τού Φιλίππου και της Λαρισαίας Φιλίννης.
5)Για τον Δημάρατο έχουμε μιλήσει και στο άρθρο μας με θέμα τη φράση «Κτενίζω κείμενο» (23/5/2019).
6)Το 406 π. Χ., στη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου, συνήφθη ναυμαχία μεταξύ Αθηναίων και Λακεδαιμονίων κοντά στις νησίδες Αργινούσες, μεταξύ Λέσβου και Μικρασιατικών παραλίων, κατά την οποία ο στόλος των Λακεδαιμονίων υπέστη συντριπτική ήττα. Η νίκη αυτή κηλιδώθηκε από την καταδίκη των έξι Αθηναίων στρατηγών σε θάνατο, με την κατηγορία ότι δεν περισυνέλεξαν τους ναυαγούς. Η δίκη διεξήχθη όχι σε δικαστήριο, αλλά στην εκκλησία τού δήμου, όπου μάταια ο Σωκράτης υπερασπίστηκε τους στρατηγούς απέναντι στο αποχαλινωμένο πλήθος.
7)Κατά τον Φρόυντ, στην παιδική ηλικία η πρωκτική ζώνη είναι πολύ ευαίσθητη και υπάρχουν παιδιά, στην ηλικία των δέκα-δώδεκα ετών, που ασκούν την πρακτική τού «καταδακτυλισμού», τού πρωκτικού αυνανισμού. Φαίνεται λοιπόν ότι σε αυτό αναφέρεται ο Στρεψιάδης. Μέχρι σήμερα, δε, η αρχαιοτάτη χειρονομία τής έκτασης του μεσαίου δακτύλου παραμένει προσβλητική και άσεμνη.