Αργότερα άρχισα ν’ αρρωσταίνω συχνά και κατάλαβα ότι ο Νώε ποτέ δεν είδε τον κόσμο τόσο καθαρά όσο μέσα από την κιβωτό κι ας ήτανε κατάκλειστη, κι ας άπλωνε νύχτα πάνω στη γη.
Προυστ, Οι Χαρές και οι Μέρες.
Τ’ αληθινά βιβλία δεν πρέπει να ‘ναι γεννήματα της μέρας και των ομιλιών αλλά του σκοταδιού και της σιωπής.
Προυστ, Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο.
«Το έργο του συγγραφέα», έλεγε ο Προυστ, «δεν είναι παρά ένα είδος οπτικού οργάνου που το προσφέρει στον αναγνώστη για να του επιτρέψει να διακρίνει ότι, δίχως το βιβλίο αυτό δεν θα είχε ίσως δει στον ίδιο τον εαυτό του».
Κι ο Παύλος Ζάννας, από τις φυλακές της Αίγινας όπου ήταν έγκλειστος από τη Χούντα [η φυλακή, αυτή ήταν η Κιβωτός του, λέει ο Σαββίδης] δεν διαφωνεί: «Στο βάθος δεν κρατάει κανείς ημερολόγιο αποκλειστικά για τον εαυτό του: συνειδητά ή ασυνείδητα μιαν επικοινωνία αναζητά μ’ έναν τωρινό ή μελλοντικό γνωστό ή άγνωστο αναγνώστη – ή μ’ αυτόν τον ‘άλλον’ που θα είναι ο εαυτός του αργότερα».
Εκεί λοιπόν στο μισοσκότεινο κελί όταν έξω «όλα τά ‘σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά», ο τριανταεννιάχρονος διανοούμενος, λόγιος και λάτρης της λογοτεχνίας και του Κινηματογράφου Π.Α. Ζάννας έπρεπε να βρει κάτι να γεμίζει τις μέρες του. Κάτι που να διαρκέσει. Είχε ‘κερδίσει’ μιαν υπερδεκαετή φυλάκιση για τη συμμετοχή του στην αντιστασιακή οργάνωση «Δημοκρατική Άμυνα» αλλά αφέθηκε ελεύθερος στις αρχές του 1972 «λόγω ανηκέστου βλάβης» της υγείας του. Αυτά λοιπόν τα τρεισήμισι χρόνια από τα 39 ως τα 43 του βρέθηκε να μεταφράζει ύστερα από προτροπή του Στρατή Τσίρκα το μυθιστόρημα – ποταμό του Μαρσέλ Προυστ, Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο [1913 -1927]. Το εγχείρημα αυτό στάθηκε γι αυτόν εκτός από μια λογοτεχνική περιπέτεια, ένα έργο ζωής και βοήθησε τον φυλακισμένο αρχικά αναγνώστη του Προυστ να ξανακερδίσει ή να ανακτήσει τον χαμένο χρόνο.
Από τη μεριά του Σουάν 3 τόμοι [1969-1970]
Στον ίσκιο των ανθισμένων κοριτσιών 3 τόμοι [1971-1974]. Δηλαδή ως φυλακισμένος του δικτατορικού καθεστώτος μετάφρασε ολόκληρο τον Σουάν και μέρος του δεύτερου μέρους του έργου.
Συνέχισε ελεύθερος πια:
Η μεριά του Γκερμάντ 3 τόμοι [1976-1979]
Σόδομα και Γόμορα 2 τόμοι [1981-1985]
Η φυλακισμένη πρώτος τόμος [1988].
Δηλαδή έφτασε ως τον πέμπτο τόμο της μυθιστορηματικής σύνθεσης. Όλοι οι τόμοι εκδόθηκαν από τις εκδόσεις Ηριδανός του Αλέκου Παπακώστα αρχικά.
Τώρα το έργο συμπληρωμένο κυκλοφορεί από την Εστία, χάρις στη φιλότιμη προσπάθεια του Παναγιώτη Πούλου, καθηγητή Φιλοσοφίας και Αισθητικής στο Τμήμα Θεωρίας της Τέχνης στην ΑΣΚΤ, που μετέφρασε το έκτο (Η Αλμπερτίν αγνοούμενη, 2014) και το έβδομο (Ο ανακτημένος χρόνος, Σεπτέμβριος 2018) μέρος στην ολοκληρωμένη πλέον έκδοση της Εστίας. Ο τελευταίος αυτός μεταφραστής ομολογεί:
«Αν δεν είχε κάνει την αρχή ο Ζάννας, δεν θα αποτολμούσα να ασχοληθώ με τη μετάφραση του Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο. Αλλά δέχτηκα να μεταφράσω τους τόμους που δεν πρόλαβε εκείνος, για να ολοκληρωθεί η έκδοση. Είναι μοναστηριακή εργασία, είναι αμέτρητες οι ώρες που πρέπει να αφιερώσεις».
Ο Ζάννας πέθανε ένα μόλις χρόνο μετά την ολοκλήρωση και της Φυλακισμένης σε ηλικία 60 ετών από καρδιακή προσβολή, αλλιώς υποθέτουμε πως θα ολοκλήρωνε τη μετάφραση του έργου ζητώντας τη βοήθεια του Σουάν που θα ήταν εκεί πλάι στο γραφείο του όπως και στο κελί του. Όπου δεν υπήρχε γραφείο αλλά ο Ζάννας χρησιμοποιούσε αντ’ αυτού μια σανίδα πάνω σε μία πολυθρόνα.
Μια λεπτομέρεια: ο Προυστ [1871-1922] που έπασχε από βαριάς μορφής άσθμα πέθανε 51 ετών απομονωμένος σε δωμάτιο μονωμένο με φελλό για να προλάβει να ολοκληρώσει το αριστουργηματικό μυθιστόρημά του – αν και δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει την αναθεώρηση των τελικών τόμων που ανέλαβε ο αδελφός του.
Το Αναζητώντας αρχίζει με τη θρυλική πια φράση: «Για χρόνια πλάγιαζα νωρίς» και συνεχίζει: «Μερικές φορές, μόλις έσβηνα το κερί, τα μάτια μου έκλειναν τόσο γρήγορα, ώστε δεν πρόφταινα ν’ αναλογιστώ: «Με παίρνει ο ύπνος».
Σε άλλο σημείο υπάρχει μια συναφής φράση:
«Ένας άνθρωπος που κοιμάται κρατά σε κύκλο ολόγυρά του το νήμα που δένει τις ώρες, την τάξη που ακολουθούν τα χρόνια και οι κόσμοι».
Το έργο είναι γνωστό τόσο για το μέγεθός του (3.200 σελίδες, στην πρώτη γαλλική έκδοση), όσο και για το θέμα της ακούσιας μνήμης, με πιο γνωστό το παράδειγμα του γλυκού – της περιώνυμης μαντλέν βουτηγμένης στο τσάι, αλλά και το φιλί της μητέρας του πριν μπορέσει να τον πάρει ο ύπνος που περιγράφεται κι αυτό στην αρχή του πρώτου τόμου.
Το μυθιστόρημα αποτελεί ανασκοπήσεις του συγγραφέα από την παιδική του ηλικία και τις εμπειρίες του κατά την ενηλικίωση στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα στην αριστοκρατική Γαλλία, ενώ σκέφτεται τον χαμένο χρόνο και την απώλεια του νοήματος στον κόσμο.
Η μετάφραση του Π.Α. Ζάννα βραβεύτηκε το 1974 με το ετήσιο βραβείο του Ιδρύματος Hautvillers, στο Παρίσι, για την πιο αξιόλογη μετάφραση γαλλικού λογοτεχνικού έργου.
Παράλληλα έγραφε ημερολόγιο, όπως προαναφέραμε. Ιδού δύο χαρακτηριστικές εγγραφές:
17.1.71 «Μουσική σήμερα στον θάλαμο και γιορτή του Αντώνη (Γούλα). Κουαρτέτο του Μπραμς, κι ακόμα τραγούδια διάφορα, που μερικά σε πολιορκούν από παντού και σε συγκλονίζουν – δάκρυα της φυλακής την ώρα που είναι ήσυχα, κι έξι άνθρωποι κλειδωμένοι μαζί. Πώς να μιλήσω – πώς να μετρήσω, πώς να τραγουδήσω. Μονάχα εσύ θα ξέρεις, και θα μιλώ την ίδια γλώσσα».
Και στις 8.2.71
«[…] Απόψε ήρθε κάπου στην Αίγινα ένα λούνα παρκ και τα μεγάφωνά του φωνάζουν το λαό κι αναγγέλλουν τα ζώα της ζούγκλας και μας θυμίζουν τον δίσκο του Μαρκόπουλου “Χρονικό”, που έχει μερικά πολύ ωραία τραγούδια και καλούς στίχους, ανάμεσα στα οποία το “Περάστε κόσμε… το καφενείο η Ελλάς… οι αλυσίδες δωρεάν…” κτλ.
Όμως, μόλις τελείωσε η ανακοίνωση του λούνα παρκ, τα μεγάφωνά του άρχισαν να παίζουν τα παλιά και τα πιο όμορφα ρεμπέτικα: Τσιτσάνη, Παπαϊωάννου. Ανοίξαμε το παράθυρο, ακούμε τώρα το “Όμορφη Θεσσαλονίκη”, μας έπιασε όλους μια απροσδιόριστη θλίψη, το πραγματικό φυλακίστικο, βουβό, μελαγχολικό παράπονο ή νοσταλγία, όλα αυτά που εκφράζονται στα καλά ρεμπέτικα» (Ημερολόγιο Φυλακής).
Το εν λόγω ημερολόγιο δεν πληροί τις προυποθέσεις ενός κοινού ημερολογίου. Ο Π.Α. Ζάννας καταγράφει εκτός από τις καθημερινές του σκέψεις και διαθέσεις, παραθέματα από βιβλία που του φέρνουν. Μιλά και για τις δυσκολίες τις μετάφρασης εν γένει, κάνει απόπειρες μετάφρασης άλλων άσχετων με το Αναζητώντας χωρίων από κείμενα ή ποιήματα. Έχουμε δηλαδή να κάνουμε με ένα πολυποίκιλο περιεχόμενο που εκτείνεται από: «Δουλεύω – η μετάφραση με δένει με τον έξω κόσμο» και «αρχίζω να φοβάμαι. Γυρίζω στον Προυστ» ως την πιο προσωπική αποστροφή στη σύζυγό του στην οποία απευθύνεται το Ημερολόγιο: «Μια καινούργια φωτογραφία σου- μ’ αρέσεις και μου λείπεις… Η φυλακή αρχίζει να κουράζει… Σχεδόν δυο χρόνια». Μέσα από όλα αυτά παρακολουθούμε τη βασανιστική πορεία ενός διανοούμενου που προσπαθεί να επιβιώσει ψυχικά, πνευματικά και συναισθηματικά στο χώρο της φυλακής. Προφανώς η πάλη με το πρωτότυπο έργο τον βοηθάει να ισορροπεί μέσα στο χρόνο και το χώρο.
Κι όταν κυκλοφόρησε ο πρώτος τόμος Από τη μεριά του Σουάν στα τέλη του 1969 σε ένα ανυπόγραφο σημείωμα από το Βήμα διαβάζουμε [ο ΠΑΖ έτσι υπέγραφε] «ρύθμισε τη φράση του πάνω στη μεγάλη φράση του ασθματικού Προυστ και μετέφερε στα ελληνικά όλη τη δύναμη, το πολύπλοκο και την αστραφτερή χάρη των εικόνων της γαλλικής». Άλλωστε ο ΠΑΖ δε γνώριζε μόνο άριστα την ψυχολογία των ηρώων αλλά και από μουσική και ζωγραφική δύο τέχνες από τις οποίες κυριολεκτικά ξεχειλίζει το έργο.
Στη φυλακή της Αίγινας είχε τη στήριξη της παρέας «πολύ στενών και αγαπημένων φίλων», των πέντε που καταδικάστηκαν μαζί του πρώτα και κύρια. Εκεί, έγκλειστος, ξεπέρασε τις «αστικές» προκαταλήψεις που είχε αφήσει ο Εμφύλιος, συμφωνώντας με τους συγκρατούμενούς του ότι ο διάλογος με την αριστερά πρέπει να είναι μόνιμος και ανοιχτός.
Οι λέξεις σωσίβια, η λογοτεχνία πεδίο ελευθερίας.
Αλλά ποιος ήταν ο Παύλος Ζάννας πριν γίνει ΠΑΖ, κι οι πρόγονοί του.
Στα ψηλά βουνά, στον ανοιχτό ορίζοντα, στο Λιβάδι Ολύμπου, ένα κεφαλοχώρι στα 1.200 μέτρα υψόμετρο, γεννήθηκε ο Βλάχος Δημήτριος Ζάννας το 1850. Μικρός κατέβηκε στα Φάρσαλα και από κει στη Θεσσαλονίκη, για να φτιάξει τη ζωή του. Στον φούρνο του Παπαγεωργίου, ενός συντοπίτη του, βρήκε τον δρόμο του. Εκτιμώντας τα χαρίσματα του νεαρού, ο Παπαγεωργίου τον έστειλε να σπουδάσει Ιατρική στην Αθήνα και στη συνέχεια στη Γερμανία. Επιστρέφοντας παντρεύτηκε τη θυγατέρα του Παπαγεωργίου και διέπρεψε ως σπουδαίος γιατρός. Φίλος του Καμπούρογλου, του γιατρού του σουλτάνου, ήταν σεβαστός από τους Τούρκους και, όντας υπεράνω υποψίας, αφοσιώθηκε στον Μακεδονικό Αγώνα. Το σπίτι του υπήρξε συντονιστικό κέντρο και καταφύγιο των μακεδονομάχων. Άνθρωπος με πλούσιο κοινωνικό και φιλανθρωπικό έργο, άφησε πίσω του δυο γιους, τον Κωνσταντίνο και τον Αλέξανδρο, που και οι δύο αγωνίστηκαν σε δύσκολες εποχές για το καλό της χώρας, πολέμησαν για την ελευθερία της, διώχθηκαν από Ιταλούς και Γερμανούς στην Κατοχή. Τα χρόνια της ειρήνης συνέβαλαν στον εκσυγχρονισμό της.
Ο γιος του, Αλέξανδρος, γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1892. Πήγε για σπουδές μηχανικού στη Γερμανία, παντρεύτηκε τη Βιργινία Δέλτα (1897-1980), κόρη της Πηνελόπης Δέλτα, μέσω της οποίας συνδέθηκε με τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Στενός συνεργάτης και υπουργός του Βενιζέλου, φίλος του Νικολάου Πλαστήρα, στέλεχος του Κόμματος των Φιλελευθέρων, συμμετείχε ενεργά στην πολιτική ζωή της χώρας έως και τον θάνατό του το 1963.
Γιος του ήταν ο Παύλος Ζάννας (1928-1989) που από το 1955 μέχρι τον θάνατό του πρόσφερε πολλά στον «πολιτιστικό εκσυγχρονισμό» της μεταπολεμικής, μετεμφυλιακής Θεσσαλονίκης. H γυναίκα του, η Μίνα (πιανίστρια), με την οποία απέκτησε δυο γιους, φώτιζε σταθερά τη σκέψη του και την ψυχή του.
Σπούδασε στη Γενεύη Πολιτικές Επιστήμες (1947-1952). Παντρεύεται τη Μίνα και το 1954 εγκαθίστανται στη Θεσσαλονίκη.
«[…] Η δεκαετία του ’50 υπήρξε η εποχή της δεξιάς μετά τον σπαραγμό του Εμφυλίου. Η όποια αριστερά έμεινε τότε εξορισμένη ή φιμωμένη, πάντως ακόμα στο περιθώριο και σιωπηλή ή λιγομίλητη, μόλις προς το τέλος της δεκαετίας άρχισε να σπάζει τον λογοκριμένο κλοιό της. Αυτή η βαριά σκιά έπεφτε στη Θεσσαλονίκη τότε ακόμη πιο πηχτή απ’ ό,τι στην Αθήνα, πνιγηρή και ασφυκτική» σημείωνε στο «Βήμα» ο Δημήτρης Μαρωνίτης (24.6.1990).
Ο Παύλος Ζάννας, κοσμοπολίτης και λάτρης του κινηματογράφου, εύκολα ανταποκρίθηκε στην παρότρυνση του Ανρί Ερέ, διευθυντή τότε του Γαλλικού Ινστιτούτου, που είχε εμπειρία από την οργάνωση κινηματογραφικών λεσχών στη Γαλλία. Με την ορμή των 26 χρόνων του, ο Ζάννας ξεκίνησε την Κινηματογραφική Λέσχη της «Τέχνης», με εβδομαδιαίες προβολές ταινιών σπουδαίων ξένων κινηματογραφιστών που αγνοούσαν οι κινηματογράφοι της πόλης.
Μέχρι το 1967 προβλήθηκαν συνολικά 309 ταινίες, κάποιες ενταγμένες σε ειδικά αφιερώματα, για τις οποίες διανεμήθηκαν στο κοινό πολυγραφημένες 161 έντυπες εισηγήσεις.
Ο Ζάννας διορίστηκε το 1965 από τον Γεώργιο Παπανδρέου γενικός διευθυντής της Διεθνούς Εκθέσεως Θεσσαλονίκης, βασικό του μέλημα ήταν να εξελίξει την Εβδομάδα Ελληνικού Κινηματογράφου με προβολές ξένων ταινιών μία εβδομάδα πριν από το κυρίως ελληνικό πρόγραμμα. Το πρώτο «διεθνές» φεστιβάλ έγινε το 1966 – μάλιστα βραβεύτηκαν δύο σημαντικές ταινίες: το Ο πόλεμος τελείωσε του Aλέν Ρενέ και το Οι σκιές των λησμονημένων προγόνων του Σεργκέι Παρατζάνοφ.
Υπήρξε πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου από το 1981 έως το 1986. Ακόμα, με την εμπειρία του από τη μεταφραστική περιπέτεια του πολύτομου μυθιστορήματος του Προυστ συμμετείχε ως ιδρυτικό μέλος στη δημιουργία του Κέντρου Λογοτεχνικής Μετάφρασης του Γαλλικού Ινστιτούτου. Η Κατρίν Βελισσάρη θυμάται:
«Ο Παύλος Ζάννας ήταν μεγάλη προσωπικότητα. Είχε το ανάστημα και τα χαρακτηριστικά ενός δημόσιου άνδρα. Είχε πεποιθήσεις και αξίες. Ήταν άνθρωπος ντόμπρος, αλλά ταυτόχρονα γεμάτος ανθρωπιά. Είχε την αίσθηση του ανθρωπισμού, ένα έντονο, χαρακτηριστικό, ελληνικό προτέρημα, θα έλεγα.
Ήταν λόγιος. Είχε όραμα για τον τόπο, την ιστορία και τον πολιτισμό της χώρας του. Θα ήτανε πιθανότατα ένας υπέροχος υπουργός Πολιτισμού, ίσως όπως ο Μαλρό στην εποχή του στη Γαλλία! Η Ιστορία, όμως, έχει γραφτεί διαφορετικά!
Μου είχε κάνει μεγάλη εντύπωση, θυμάμαι όταν, τη δεκαετία του ’80, που τον γνώρισα, ερχόταν στο μικροσκοπικό μου γραφείο στο ισόγειο του Γαλλικού Ινστιτούτου για να συζητήσουμε για το παρόν και το μέλλον του Λογοτεχνικού Κέντρου Μετάφρασης, του CTL, το οποίο είχαμε δημιουργήσει πρόσφατα μαζί με τον Jean-Pierre Armengaud, τότε διευθυντή του Ινστιτούτου, και τους Τίτο Πατρίκιο, Πέτρο Παπαδόπουλο και Φίλιππο Δρακονταειδή. Μου έδινε αναφορά για κάθε κίνηση που έκανε, ταπεινά και με σεβασμό! Αυτός ο διάσημος άντρας κι εγώ, μια νέα κοπέλα που μόλις είχε τελειώσει τις σπουδές της και είχε έρθει στην Ελλάδα, και δεν ήξερε πολλά πράγματα για την ελληνική πραγματικότητα! Έτσι ήταν ο Παύλος. Είχε εμπιστοσύνη στους ανθρώπους, πάντα ήθελε να τους ενθαρρύνει. Ήταν γενναιόδωρος. Μια μοναδική συνάντηση, μια σημαντική συνεργασία».
Το 1978 άρχισε να επιμελείται την έκδοση του αρχείου της γιαγιάς του, Π. Σ. Δέλτα:
Δέλτα, Π.Σ.· Βενιζέλος, Ελευθέριος K. (1978). Zάννας, Π.A., επιμ. A΄. Ημερολόγιο-Αναμνήσεις-Μαρτυρίες-Αλληλογραφία. Αθήνα: Ερμής.
Πλαστήρας, Νικόλαος (1979). Zάννας, Π.A., επιμ. B΄. Eκστρατεία Oύκρανίας 1919, Kίνημα 6 Mαρτίου 1933, Aλληλογραφία. Αθήνα: Ερμής.
Δέλτα, Π.Σ. (1980). Zάννας, Π.A., επιμ. Γ΄. Πρώτες ενθυμήσεις. Αθήνα: Ερμής κ. α.
«O Παύλος Ζάννας ανήκει στους σπάνιους ανθρώπους της δράσης και του στοχασμού αποδεικνύοντας ότι ο χρόνος μπορεί να κερδηθεί όχι μόνο στα περιορισμένα όρια του προσωπικού βίου αλλά και στην ευρύτερη διάσταση της συλλογικής ιστορικής εμπειρίας», σημειώνει στη LIFO ως κατακλείδα του πολύ εμπεριστατωμένου άρθρου της.
-ΠΑΥΛΟΣ Α. ΖΑΝΝΑΣ, Πετροκαλαμήθρες, δοκίμια κ.ά. 1960-1989, ΔΙΑΤΤΩΝ, 1990
-ΠΑΥΛΟΣ Α. ΖΑΝΝΑΣ, ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΦΥΛΑΚΗΣ, ΕΡΜΗΣ, 2000