Μέσα σ’ αυτόν τον καρβουνιασμένο Ιούλιο που μας σημάδεψε, μου ζήτησαν να γράψω ένα αφήγημα διακοσίων λέξεων.
Η πρώτη μου σκέψη ήταν ποιο ακριβώς θα έπρεπε να είναι το είδος αυτών των λέξεων. Υπάρχουν λέξεις που θα μπορούσαν να πετάξουν πάνω από αποκαΐδια, θανάτους, καταστροφές και να καμωθούν πως υπηρετούν την λογοτεχνία; Αμφιβάλλω.
Οπότε, η δεύτερη σκέψη μου ήταν πως μάλλον οι λέξεις είναι αλεξίσφαιρες και αλεξίβροχες στην απόγνωση. Κάτι σαν τους διανοούμενους σε περιόδους κρίσης.
Στο μεταξύ ήρθε ο Αύγουστος και προχωρά, κι εγώ εξακολουθώ να ανακατεύω τις σκέψεις μου με το τραγούδι των τζιτζικιών.
«Και ποιος σας είπε ότι ήρθαμε σε αυτή τη ζωή για να είμαστε ευτυχισμένοι»; Μου είπε κάποτε ο Γιώργος Χειμωνάς
Τα ίδια αυτά λόγια τα συνάντησα στο βιβλίο της Ναντιέζντας Μάντελσταμ που διαβάζω αυτό τον καιρό. Την περίοδο της απελπισίας τους, όταν πρότεινε στον άνδρα της να αυτοκτονήσουν μαζί, εκείνος αντέτεινε:
«Πώς ξέρεις τι θα γίνει μετά; Η ζωή είναι ένα δώρο που κανένας δεν θα τολμήσει να απορρίψει. Γιατί σου έχει κολλήσει ότι οφείλεις να είσαι ευτυχισμένη»;
Όπως και να το σκεφτώ όμως, η μάχη του άμαχου πληθυσμού των λέξεων με τη ζωή είναι άνιση…
