You are currently viewing Λίζα Διονυσιάδου: Μυρωδιές και αναμνήσεις

Λίζα Διονυσιάδου: Μυρωδιές και αναμνήσεις

Τίποτα δεν ζωντανεύει το παρελθόν πιο αποτελεσματικά από μια μυρωδιά που έχει συσχετισθεί με αυτήν.

                                                                                    Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ.

 Ένας άλλος απολαυστικός Ρώσσος, ο Πίτερ Ουστίνοφ, που ήξερε να κλείνει το μάτι στη ζωή, άλλοτε με χιούμορ και άλλοτε με σκεπτικισμό, περιγράφει κάπου μέσα στο βιβλίο του «Για τη ζωή και άλλα μικροπράγματα» (τον βρίσκω εκπληκτικό τον τίτλο), πως μια μυρωδιά, είναι ικανή να εκφράζει ένα ολόκληρο έθνος.

  Σε μια επίσκεψή του στο Λένινγκραντ,  διαπιστώνει πως, όπως και πριν από πολλά χρόνια, η μυρωδιά  σούπας από λάχανο, όχι χθεσινής, αλλά προχθεσινής ή και περισσότερων ημερών, κυριαρχούσε στους χώρους των ρωσικών πολυκατοικιών. Την ίδια περίοδο, στο Βερολίνο, η μυρωδιά της λαχανόσουπας ήταν ανακατεμένη με λιβάνι.

Ο Προυστ, στο βιβλίο του «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο», περιγράφει πως μια έντονη παιδική του ανάμνηση επιστρέφει με το άρωμα ενός μπισκότου, βουτηγμένου στο τσάι από άνθη φλαμουριάς, στο σπίτι της θείας του στο Κομπρέ. Και αυτή η ανάμνηση τον έκανε τόσο ευτυχισμένο, που, μέσα από το φλυτζάνι με το τσάι, έβγαιναν λουλούδια, σπίτια, η εκκλησία της πλατείας και πρόσωπα της πόλης.

Μια μυρωδιά, είναι από μόνη της ικανή να ενώνει γενιές μεταξύ τους. Η μυρωδιά από παλιά βιβλία μπορεί συχνά  να λέει πολύ περισσότερα από όσα έχουν γραφτεί για το περιεχόμενό τους.  Ένα βιβλιοπωλείο είναι στενά δεμένο με την μυρωδιά των βιβλίων.

 Μια μυρωδιά, όπως και η ανθρωπιά, έχει τη δύναμη να ενώνει ανθρώπους μεταξύ τους.

Κάθε σπίτι έχει την δική του μυρωδιά.

Στο σπίτι του παππού μου κυριαρχούσε η μυρωδιά από παστά ψάρια που ετοίμαζε ο ίδιος σαν μεζέ για το ούζο του. Οι γκρίνιες της γιαγιάς μου πάνω σε αυτό το ζήτημα, θαρρείς και ήταν ποτισμένες από παστές σαρδέλες. Όταν μας επισκεπτόταν η ανιψιά του παππού, κόρη του πεθαμένου αδελφού του που έμενε απέναντι, έφερνε μαζί της μια μυρωδιά από δυνατή κολόνια, από την οποία, εγώ ως παιδί, προτιμούσα τις σαρδέλες.

Μια μυρωδιά από κλεισούρα σε σπίτι ενός γείτονα, κουρασμένου μοναχικού ανθρώπου, συνδυασμένη με την θλιμμένη όψη του, είναι επίσης μια ανάμνηση που δεν με εγκαταλείπει ποτέ.

Αναμνήσεις πασχαλινές, ποτισμένες με ξεχωριστές μυρωδιές. Μυρωδιές από ανθισμένες πασχαλιές που μοσχοβολάνε, μυρωδιές από σπιτικά τσουρέκια που σιγοψήνονται στο φούρνο, μυρωδιές από κουλουράκια με γεύση βανίλια, που γυαλίζουν, μυρωδιές από το ξύδι, για να δέσει η κόκκινη βαφή των βαμμένων αυγών, ακόμη και μυρωδιές από σοκολατένια αβγά.

Αναμνήσεις Χριστουγέννων από τα πατροπαράδοτα μελομακάρονα και κουραμπιέδες, πιο λαμπερές και από το δέντρο με τα φωτάκια του.

Οι ευωδιαστές μυρωδιές της ‘Άνοιξης, του χώματος μετά τις πρώτες   Φθινοπωρινές βροχές, του Καλοκαιρινού νυχτολούλουδου και της αλμύρας της θάλασσας, του καφέ κάτω από τον πλάτανο, στην πλατεία του χωριού, του ψημένου κάστανου και του καμένου ξύλου τις κρύες  Χειμωνιάτικες νύχτες.

Πόλεις, επίσης χαρακτηρίζονται από μυρωδιές. Παράδειγμα, το Εδιμβούργο από την μυρωδιά της μπύρας, κάποιες πόλεις της Ανατολής από κανέλα, μοσχοκάρυδο, μπαχάρια. Άλλες από δέρμα, όπως η Φεζ στο Μαρόκο.

 H πιο αρχέγονη αίσθηση, η μυρωδιά, ικανή να ενώνει ή να χωρίζει εραστές.

«Άχνα βασιλικού πάνω απ’ το σγουρό εφηβαίο», έγραψε ο  Ελύτης.

Στο μυθιστόρημα του Πάτρικ Ζίσκιντ «Το άρωμα», ο σκοτεινός του ήρωας Ζαν Μπατίστ,  προικισμένος με την πιο ευαίσθητη όσφρηση του κόσμου, άοσμος ο ίδιος, καταλήγει, (όχι τυχαία) ημίθεος, με όπλο του, το συγκλονιστικότερο άρωμα που υπάρχει. Αυτό, της ανθρώπινης ύπαρξης.

Ναι ! Η μυρωδιά, απολύτως συνδυασμένη με την ανθρώπινη ύπαρξη, σφραγίζει ανεξίτηλα, τόπους, εποχές, ηλικίες, καταστάσεις.

Από την απαλή μωρουδιακή, την ζεστή της μητρικής αγκαλιάς, μέχρι τις τρυφερές του παππού και της γιαγιάς και την παγωμένη του θανάτου.

Που πηγαίνουν αλήθεια όλες αυτές οι χαραγμένες στη μνήμη μυρωδιές, όταν, οι αλλαγές στην ζωή μας,  με πυραυλική ταχύτητα, παράγουν νέες, απροσδιόριστες, άχρωμες, διεθνείς μυρωδιές, γεννημένες από την παγκόσμια ώσμωση, ή καλύτερα, από την παγκόσμια θολούρα, που αφανίζει λίγο -λίγο ότι μας ξεχώριζε, ότι μας μάγευε, και μας οδηγούσε σε δρόμους που χάνονται μέσα στον πολτό που μας ξεβράζει ο χείμαρρος της παγκοσμιοποίησης ;

Η μνήμη, σύμφωνα με την σκέψη του Μίλαν Κούντερα, διατρέχει ένα απειροελάχιστο κομματάκι της ζωής που ζήσαμε. Μπορεί να συγκρατήσει ένα μικρό κομματάκι, δίχως να ξέρει γιατί αυτό και όχι κάποιο άλλο, αφού η επιλογή αυτή γίνεται μυστηριωδώς, ανεξάρτητα από τη θέλησή μας ή τα συμφέροντά μας. Αδύνατον να ανασυσταθεί η πραγματικότητα, όπως ακριβώς ήταν.

Σε αυτήν ακριβώς την διεργασία του ανθρώπινου μυαλού, της ανάστασης  των αναμνήσεων, οι μυρωδιές έρχονται να παίξουν καθοριστικό, σχεδόν πρωταγωνιστικό ρόλο.

Ευτυχώς για τους ανθρώπους, δεν χάνονται ! Μένουν για πάντα ζωγραφισμένες στο υποσυνείδητο και αυτό είναι πραγματικά μαγικό.

Λίζα Διονυσιάδου

Η Λίζα Διονυσιάδου γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη και ζει στην Αθήνα και την Αίγινα. Σπούδασε Αρχιτεκτονική στην Σοβιετική Μόσχα και εργάσθηκε σε Αθήνα και Πειραιά. Ασχολείται με την λογοτεχνική γραφή τα τελευταία είκοσι χρόνια. Έχει εκδώσει ποιήματα (ΟΔΟΣ ΠΑΝΟΣ), μικρές ιστορίες (ΡΟΕΣ) και μυθιστορίες (ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ).

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.