You are currently viewing Πωλλέτα Ψυχογυιοπούλου: Ισμήνη Κωνσταντοπούλου- Μαρία Σταθέα …Και πέρα η θάλασσα. 51 τάνκα. Λεξίτυπον, 2025, ISBN: 978-960-597-389-6

Πωλλέτα Ψυχογυιοπούλου: Ισμήνη Κωνσταντοπούλου- Μαρία Σταθέα …Και πέρα η θάλασσα. 51 τάνκα. Λεξίτυπον, 2025, ISBN: 978-960-597-389-6

Ένα ποιητικό ταξίδι στην ψυχή της Μάνης και του ανθρώπου

 

Η ποίηση, σε κάθε της μορφή, αποτελεί μια γέφυρα μεταξύ του εσωτερικού κόσμου και της εξωτερικής πραγματικότητας. Μια από τις αρχαιότερες και πιο διαχρονικές ποιητικές μορφές είναι το τάνκα, ένα είδος ιαπωνικής ποίησης που κυριολεκτικά σημαίνει «κοντό τραγούδι». Με ιστορία που χρονολογείται πάνω από 1300 χρόνια, το τάνκα έχει διαμορφώσει την ιαπωνική λογοτεχνία και κουλτούρα, επηρεάζοντας βαθιά την έκφραση συναισθημάτων και εικόνων. Σε αυτό το πνεύμα κινείται και η ποιητική συλλογή …Και πέρα η θάλασσα: 51 τάνκα των Ισμήνης Κωνσταντοπούλου και Μαρίας Σταθέα (Λεξίτυπον, 2025, ISBN: 978-960-597-389-6), η οποία μας προσκαλεί σε ένα βαθύτατα αισθαντικό και στοχαστικό ταξίδι. Μέσα από αυτά τα μικρά «σφηνάκια» ποίησης, ξεδιπλώνεται μια συναρπαστική απεικόνιση της Μάνης, της φύσης αλλά και της ίδιας της ανθρώπινης ψυχής.

Ο τίτλος της συλλογής, …Και πέρα η θάλασσα 51 τάνκα λειτουργεί ως άμεση πρόσκληση όσο και ως οδηγός. Η φράση «Και πέρα η θάλασσα» είναι υποβλητική και πολυσήμαντη. Αφήνει χώρο στη φαντασία, ενώ παράλληλα ενημερώνει και καθοδηγεί τον/την αναγνώστη/-στρια. Η Μάνη, άρρηκτα συνδεδεμένη με τη θάλασσα, παρουσιάζεται εδώ ως ένας ορίζοντας– ένα όριο που όμως υποδηλώνει και πέρασμα, υπέρβαση. Το «πέρα» παραπέμπει σε μια διάσταση πέραν του ορατού: σε μια υπόσχεση, μια εσωτερική αναζήτηση. Η θάλασσα, με τη συμβολική της δύναμη – το νερό σε κίνηση, το απέραντο, το άγνωστο – ενισχύει αυτή την ιδέα του ταξιδιού, είτε φυσικού είτε πνευματικού, προς την ελευθερία ή την απεραντοσύνη της σκέψης και του συναισθήματος. Ταυτόχρονα, λειτουργεί ως σύμβολο γαλήνης και ενδοσκόπησης, παραπέμποντας στη στοχαστική φύση της συλλογής. Η προσθήκη του αριθμού «51 τάνκα» ξεκαθαρίζει αμέσως τη φόρμα και το ύφος των ποιημάτων, προετοιμάζοντας για τη λιτή, συμπυκνωμένη, αλλά και βαθιά ποιητική προσέγγιση. Ο συγκεκριμένος αριθμός ενισχύει την αίσθηση πληρότητας και συνόλου – σαν 51 κομμάτια ενός ενιαίου ποιητικού μωσαϊκού.

Από τα πρώτα κιόλας ποιήματα, η Μάνη αναδεικνύεται όχι απλώς ως τόπος, αλλά σχεδόν ως πρόσωπο με ταυτότητα. Στο τάνκα 1(σ.18), η «Άτρωτη Μάνη, πέτρα κι ασπάλαθοι, ψυχή και βόλια» εμφανίζεται άγρια, στιβαρή και λυγερή, αγναντεύοντας τα πέλαγα. Η εικόνα της Μάνης ως φύλακα της ιστορίας και του πελάγους είναι ισχυρή και επιβλητική. Στο τάνκα 4(σ.21), οι «Άγονες πέτρες» που «κυκλάμινα κρατάνε στην αγκαλιά τους» αποκαλύπτουν τη δύναμη της ζωής να ανθίζει ακόμα και στις πιο σκληρές συνθήκες. Η φύση, ακόμη και σε ένα τόσο τραχύ τοπίο, προσφέρει ομορφιά και ποίηση. Η Μάνη παρουσιάζεται επίσης ως πλανεύτρα (τάνκα 10,σ.27)), μια σύγχρονη Κίρκη που σαγηνεύει και αιχμαλωτίζει. Στο τάνκα 13 (σ.30), μια «χούφτα βράχοι» αρκούν για να δημιουργήσουν «κρυφό λιμάνι», έναν χώρο ασφάλειας και περισυλλογής, υπογραμμίζοντας την πολυπλοκότητα του τοπίου: άγριο και ταυτόχρονα φιλόξενο.

Η φύση συνολικά κατέχει πρωταγωνιστικό ρόλο. Εμφανίζεται όχι απλώς ως σκηνικό, αλλά ως ζωντανή, σχεδόν ιερή παρουσία. Το τάνκα 7 (σ.24) υμνεί τη γη που «Προσφέρει μέλι, βοτάνια» σε όλους – η φύση είναι δότρια και γενναιόδωρη. Η θάλασσα, με τα «γλυκόπικρα κύματα», γίνεται μεταφορά της ίδιας της ζωής: ένα μίγμα χαράς και λύπης. Η «ηλιαχτίδα στον Ταΰγετο» (τάνκα 23,σ.40), που «πανηγυρίζει» και σχηματίζει «λαμπρό φωτοστέφανο», καθιστά το φως σύμβολο ελπίδας και θαυμασμού μπροστά στην ομορφιά του κόσμου. Ακόμα και οι πιο ταπεινές εικόνες, όπως ένα «μικρό σπουργίτι» που τραγουδά μόνο του (τάνκα 35,σ.52), αποπνέουν μια αίσθηση συνέχειας, ζωής και ελπίδας μέσα στον κύκλο των εποχών.

Η συλλογή, ωστόσο, δεν μένει στην εξωτερική απεικόνιση. Εισχωρεί βαθιά στον ανθρώπινο ψυχισμό και την πνευματική διάσταση της ύπαρξης. Το τάνκα 40 (σ.57), «Βουλιάζω μέσα σε θεία λικνίσματα γλαυκού ονείρου», μιλά για γαλήνη, ενδοσκόπηση, λευκότητα. Στο τάνκα 45(σ.62), η σύνδεση με τη φύση είναι θεμελιώδης: «Και ο άνθρωπος παιδί σου είναι, Φύση. Κομμάτι θεού». Ο άνθρωπος, ως «μικρός θεός και δαίμων», φέρει μέσα του αντιθέσεις – φως και σκιά, δημιουργία και καταστροφή. Στο τάνκα 46 (σ.63), η αγάπη και η φιλία παρουσιάζονται ως «θεϊκά δώρα», ενώ ταπεινά «τα λουλούδια γέρνουν το κεφάλι», υποδηλώνοντας την ευγένεια της φύσης ως καθρέφτη του ανθρώπου. Το τάνκα 49 (σ. 66) είναι ύμνος ταπεινότητας και πίστης: «Ω! Μέγα Σύμπαν! Απροκάλυπτα πιστοί στον Αόρατο!». Η ψυχή γονατίζει μπροστά στο μεγαλείο του κόσμου. Το ποιητικό υποκείμενο γονατίζει μπροστά σε αυτή τη μεγαλοσύνη, αναγνωρίζοντας τη δική του μικρότητα. Και τέλος, το τάνκα 51(σ.68) αποτελεί μια λυτρωτική έξοδο: «Αποτινάζω τις άδειες μέρες μου κι όλες τις λύπες. Καινούρια είναι μέρα. Ανοίγω τα φτερά μου». Μια δήλωση ελπίδας, αναγέννησης και νέας αρχής.

Η γλώσσα των ποιημάτων χαρακτηρίζεται από απλότητα και πυκνότητα, χωρίς να χάνει σε δύναμη ή εικονοπλασία. Με λέξεις καθημερινές, αλλά προσεκτικά επιλεγμένες, οι ποιήτριες δημιουργούν ολοζώντανες εικόνες: «Άτρωτη Μάνη, πέτρα κι ασπάλαθοι», «κυκλάμινα στις άγονες πέτρες», «ηλιαχτίδα στον Ταΰγετο». Η χρήση συμβόλων είναι έντονη: η θάλασσα ως αντίφαση «γλυκόπικρα κύματα», η πέτρα ως αντοχή, ο άνθρωπος ως διττό ον. Οι αντιθέσεις, όπως «θεός και δαίμων», «πίκρα και γλύκα», αναδεικνύουν την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης εμπειρίας. Το ύφος είναι λυρικό και συγκρατημένο. Υπαινικτικό, συγκινητικό χωρίς υπερβολές, με έναν βαθιά στοχαστικό τόνο. Τα συναισθήματα δεν διατυπώνονται άμεσα, αλλά υποβάλλονται μέσα από εικόνες και παύσεις, αφήνοντας χώρο στον/στην αναγνώστη/-στρια να προβάλει τα δικά του βιώματα.

Ο ρυθμός των ποιημάτων είναι αργός, διαλογιστικός και βαθιά εναρμονισμένος με τη μορφή 5-7-5-7-7 συλλαβών. Η απουσία ομοιοκαταληξίας ενισχύει την φυσική ροή και την ήρεμη ανάσα του λόγου. Οι παύσεις και οι σιωπές που προκύπτουν από τη δομή λειτουργούν όχι ως κενά, αλλά ως χώροι σκέψης. Επαναλαμβανόμενα μοτίβα – όπως η θάλασσα, η πέτρα, ο στοχασμός – προσφέρουν θεματική συνοχή, δίνοντας στην ανάγνωση έναν υπόγειο, ρυθμικό παλμό.

Μέσα από αυτές τις ποιητικές ανάσες, η Ισμήνη Κωνσταντοπούλου και η Μαρία Σταθέα δεν μας χαρίζουν απλώς μια συλλογή τάνκα – μας προσφέρουν ένα εσωτερικό ταξίδι. Μικρά ποιήματα με μεγάλη ψυχή, που φωτίζουν στιγμές, τοπία και συναισθήματα με μια λιτή, μα διαυγή φλόγα. Μας καλούν να σταθούμε λίγο, να σιωπήσουμε, να δούμε αλλιώς τον κόσμο – και τον εαυτό μας. Τα τάνκα τους είναι ψίθυροι του τοπίου και της ψυχής. Με λόγο εικονοπλαστικό, λεπταίσθητο και βαθιά ανθρώπινο, μας οδηγούν στη Μάνη της πέτρας και της θάλασσας, για να φτάσουμε τελικά στη μυστική μας Μάνη – εκείνη της καρδιάς.

Συνοψίζοντας, αυτά τα 51 ποιήματα δεν μετριούνται με αριθμούς. Είναι 51 χτύποι της καρδιάς, 51 σιωπές γεμάτες φως. Μας διδάσκουν ότι η ουσία χωρά σε λίγες λέξεις – όταν οι λέξεις είναι αληθινές. Και στο τέλος, σαν ήσυχο κύμα που επιστρέφει στη στεριά, μας αφήνουν με μια αίσθηση ανανέωσης, με μια υπόσχεση: «Ανοίγω τα φτερά μου» – έτοιμος/-η για μια καινούρια πτήση, σε κόσμους πιο φωτεινούς, πιο ελαφρούς.

Εύχομαι οι λέξεις της Ισμήνης Κωνσταντοπούλου και της Μαρίας Σταθέα να να συνεχίσουν να ταξιδεύουν: από χέρι σε χέρι και από ψυχή σε ψυχή. Και κάθε αναγνώστης/-στρια να ανακαλύπτει μέσα στους στίχους τους μια δική του εικόνα, μια μνήμη ή ένα αίσθημα που θα τον/την συντροφεύει. Σαν ένα μικρό, διακριτικό φτερούγισμα… κάθε φορά που θα στέκεται αντικριστά στη θάλασσα.

 

Αφήστε μια απάντηση

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.