Βρέχει στον κόσμο
Μπορεί η ποίηση να αλλάξει τον κόσμο; Τον κόσμο της Λάλυ έστω; Είναι ένα από τα ερωτήματα που προκύπτουν από τη θαυμάσια αυτή παράσταση, βασισμένη σε ένα στέρεο δομικά έργο και υποστηριζόμενη από μία εντυπωσιακή όσο και επαρκέστατη πρωταγωνίστρια καθώς και ισάξιους συμπρωταγωνιστές. Ένα τρίγωνο: η νεαρή πόρνη, ο άνεργος προαγωγός φίλος της, ο βιβλιοπώλης πελάτης. Το τρίγωνο είναι μάλλον κουαρτέτο καθώς υπάρχει και ένα πρόσωπο, η γυναίκα του βιβλιοπώλη που πεθαίνει στο νοσοκομείο, την οποία δεν βλέπουμε ποτέ, παίζοντας ωστόσο ένα κομβικό ρόλο στην μεταμόρφωση της Λάλυ, η οποία εκφωνεί τον επικήδειό της στην προτελευταία σκηνή, ένα απόσπασμα από το Νησί των θησαυρών, που της χάρισε ο πελάτης επισφραγίζοντας έτσι τη συμφωνία τους: η Λάλυ θα δουλέψει από δω και πέρα στο βιβλιοπωλείο του. Αυτό που δεν γνωρίζει όμως είναι πως θα συνεχίσει να προσφέρει και τις «υπηρεσίες» της. Οι δύο άντρες του έργου έχουν συμφωνήσει σε αυτό με κάθε λεπτομέρεια. Η αρχική σύγκρουση και αντιζηλία τους παρακάμπτεται προς χάριν της επωφελούς «συμφωνίας».
Είναι λοιπόν η Λάλυ καταδικασμένη; Τι πιο εύκολο να εικάσει κανείς για μια γυναίκα που ζει μέσα στη φτώχεια σε μια περιθωριακή γειτονιά της Βαρκελώνης; Τι περιθώρια έχει να πετάξει μακριά από τον βρώμικο δρόμο της μοίρας της; Υπάρχει τίποτε φαγώσιμο; ρωτά ο πελάτης. Μόνο φτηνό ουίσκυ. Στον άξονα αυτό αναπτύσσεται ένα βαθύτερο επίπεδο ανάγνωσης του έργου. Συνεχείς οι διακειμενικές αναφορές με κυριότερες αυτήν του τσεχωφικού Γλάρου, από όπου και το μοτίβο της ελευθερίας, αλλά και του κινηματογραφικού Pretty woman, χωρίς το happy end ασφαλώς, με σήμα κατατεθέν την ξανθιά περούκα, από όπου το μοτίβο της καλοκάγαθης, ευαίσθητης πόρνης που κλαίει συγκινημένη πρώτη φορά – στην όπερα εκεί – στο μουσείο εδώ όπου πηγαίνει προς άγραν πελατών. Την ίδια συγκίνηση προκαλούν στη Λάλυ και τα στιχάκια, του Δάντη ή του Ρεμπώ, τους δικούς της θησαυρούς, που βρίσκει στα σοκολατάκια που της προσφέρει ο πελάτης, και που μαζεύει κάτω από το κρεβάτι.
Εκεί που κρύβεται ο φίλος και προαγωγός της για να της κάνει παρέα. Δεν θα με φιλήσεις; της λέει μετά από μία σκηνή αντιζηλίας και ενώ εκείνη φεύγει για να συναντήσει τον βιβλιοπώλη. Το ίδιο και ο τελευταίος: ζηλεύει όταν ανακαλύπτει τον φίλο της κάτω από το κρεβάτι. Έχουν αισθήματα και οι δύο. Μπορούν να νικήσουν τον εαυτό τους όμως; Ο νεαρός στο τέλος θα τη βιάσει, για να της ζητήσει μετά συγνώμη, ενώ ο γηραιότερος «σωτήρας» θα την εξαπατήσει: καθώς η Λάλυ όταν παίρνει στα χέρια της το βιβλίο του Ρ. Λ. Στήβενσον που της χαρίζει ο βιβλιοπώλης είναι πια σίγουρη: η ζωή της έχει μόλις αλλάξει.
Το επίπεδο αυτό ανάγνωσης του έργου ενισχύεται και απογειώνεται από τη σκηνοθεσία. Απόλυτα ρεαλιστική αλλά με και μια αντίστιξη περισσότερο συμβολιστική: την προβολή σε video wall, και σε δεύτερο πλάνο καθώς στο πρώτο δεσπόζει το κρεβάτι, του παραθύρου του ημιυπόγειου διαμερίσματος της Λάλυ που βλέπει στον δρόμο πίσω από μια διάφανη κουρτίνα. Εκεί όσο προχωρά η παράσταση θα βλέπουμε και ακούμε τον γλάρο, εκεί θα δούμε τη Λάλυ να εκφωνεί τον επικήδειο off voice, εκεί ακόμη θα δούμε στην τελευταία σεκάνς μαύρο τον γλάρο να δεσπόζει, με την επίσης μαυροφορεμένη Λάλυ να κατευθύνεται στο βάθος της σκηνής – να προοιωνίζεται και το δικό της τέλος; Είμαι γλάρος, αντηχεί εδώ ξεκάθαρα η τσεχωφική φωνή, σύμβολο της ελευθερίας και της αυτοδιάθεσης, ανδρών και γυναικών, έστω και μέσω της αυτοχειρίας – αναφορά που σήμερα μπορεί λόγου χάριν να τοποθετηθεί μέσα σε μια συνάφεια διαφιλονικούμενων πρακτικών όπως η υποβοηθούμενη αυτοκτονία κ.ο.κ.
Το υπερμέγεθες κρεβάτι που δέσποζε στη σκηνή τελικά εξυπηρέτησε απόλυτα τη σκηνοθετική γραμμή. Η σιγανή, θλιμένη βροχή στη Βαρκελώνη – τι ωραία η παρήχηση… Η πανέμορφη, υποβλητική καταλάνικη μπαλάντα στην έναρξη αλλά και σύνολη η μουσική του Κυπουργού, φώτα, σκηνικά και κοστούμια συνέτειναν στην ανάλαφρη αίσθηση άνεσης και χάρης – ποητικότητας ακόμη που απέπνεε η παράσταση, σίγουρα όχι χάριν του συνεχούς name dropping – και σε πείσμα μάλιστα του ζοφερού θέματος και της κατάληξής της. Ίσως η μαεστρία του σκηνοθέτη αφήνει να εννοηθεί πως η Λάλυ μπορεί να τα καταφέρει, ότι κάτι άλλο, κάτι μπορεί να γίνει, χωρίς να ξέρουμε τι, αλλάζοντας τη μοίρα των γυναικών στη θέση της Λάλυ σε όλον τον κόσμο… Ίσως η ελλείπουσα κάθαρση εδώ να συνίσταται σε αυτό ακριβώς: στην ακατάβλητη δύναμη ενός πνεύματος που έχει μόλις αφυπνιστεί.
ΣΘ