You are currently viewing ΣΗΜΩΝΙΔΗ  « Ἴαμβος τῶν γυναικῶν». Μετάφραση Γεωργία Παπαδάκη.

ΣΗΜΩΝΙΔΗ  « Ἴαμβος τῶν γυναικῶν». Μετάφραση Γεωργία Παπαδάκη.

Σχ. 1

 

Χωριστά κάθε γυναίκας το μυαλό το έφτιαξε ο θεός

από την πρώτη τη στιγμή.

Τη μια, από γουρούνα που ’χει την τρίχα της ορθή·

παντού, μέσα στο σπίτι αυτηνής

όλα ανάκατα με τις ακαθαρσίες είναι,

μένουνε ασυγύριστα και κατά γης σβαρνιούνται·

και άλουστη ελόγου της, ντυμένη ρούχα άπλυτα,

πάνω στη βρόμα την περνά, κάθεται και παχαίνει.

Άλλη την έπλασε απ’ την παμπόνηρη αλεπού,

γυναίκα που τα πάντα ξέρει· μήτε απ’ τα κακά

τίποτε της ξεφεύγει μηδέ απ’ τα καλά·

κι από αυτά πολλές φορές κακό το λέει το καλό

και το κακό καλό· κι άλλοτε άλλη πανουργία βρίσκει.

 

[……………………………………………………..]

Την άλλη από τη θάλασσα [την έπλασε]·

αυτή δυο πρόσωπα στους στοχασμούς της έχει·

τη μια ημέρα όλο χαρά και όλο γέλιο είναι·

κι αν μες στο σπιτικό της κανένας ξένος τηνε δει,

τέτοια παινέματα γι’ αυτή θα πει:

«Α, δεν υπάρχει άλλη γυναίκα από τούτη πιο καλή

ανάμεσα σε όλους τους ανθρώπους μηδέ και πιο σωστή».

Την άλλη την ημέρα, δεν υποφέρεται μήτε να την κοιτάξεις

μήτε να την κοντοζυγώσεις, γιατί ’ναι τότε σαν τρελή,

είν’ απλησίαστη καταπώς σκύλα γύρω απ’ τα παιδιά της,

και γίνεται θεριό και μισητή σε όλους,

ίσα σε φίλους και σ’ οχτρούς.

Όπως συμβαίνει με τη θάλασσα

που στέκει ακίνητη και άβλαβη πολλές φορές

χαρά μεγάλη δίνοντας στους ναυτικούς μέσα στο καλοκαίρι,

όμως πολλές φορές μανιάζει

και με τα βροντερά τα κύματα δέρνεται εδώ κι εκεί·

σ’ αυτήν προπάντων τέτοια γυναίκα στη διάθεσή της

μοιάζει· φύση διαφορετική κάθε φορά, έχει και το θαλασσοπέλαγος.

[………………………………………………………….]

Μιαν άλλη πάλι, φοράδα σφριγηλή με χαίτη πλούσια τη γέννησε·

ετούτη από έργα δουλικά και παιδεμούς τραβιέται μακριά,

κι ούτε μπορεί χερόμυλο ν’ αγγίξει

ούτε και κόσκινο να πάρει να σηκώσει

ούτε σκουπίδια έξω από το σπίτι να πετάξει,

μα ούτε και σιμά στον φούρνο να καθίσει,

μιας κι αποφεύγει την καπνιά.

Από ανάγκη, άλλωστε, κάνει τον άντρα φίλο της.

Από την καθημερινή βρομιά θε να πλυθεί

δύο φορές κι άλλοτε τρεις, κι αλείφεται με μύρα

και έχει μακριά πάντα μαλλιά, πυκνά και χτενισμένα,

μ’ ανθούς να τα σκιάζουν.

Αληθινά, γυναίκα σαν κι αυτήν ωραίο θέαμα για άλλους είναι,

όμως ζημιά για κείνον που την έχει καταντά,

εκτός κι αν κάποιος είναι βασιλιάς ή άρχοντας με σκήπτρο

που κάτι τέτοια την ψυχή τους γεμίζουν με καμάρι.

Portrait of the black Frisian horse with a long splendor mane

 

Και άλλη μια απ’ τη μαϊμού [την έκανε]·

κι αυτό το πιο μεγάλο είναι κακό

που πάνω απ’ όλα έδωσε στ’ αρσενικά ο Δίας.

Το πρόσωπο κακάσχημο·

μέσ’ απ’ την πόλη σαν περνά τέτοια γυναίκα,

περίγελως σε όλους τους ανθρώπους γίνεται·

λαιμό έχει κοντό, κινείται με το ζόρι,

είναι χωρίς γλουτούς, με σκέλη ζουριασμένα. Α, δύσμοιρος ο άντρας

που τέτοια συμφορά μέσα στην αγκαλιά του βάζει!

Μα ξέρει όλα τα τερτίπια αυτή και τρόπους

όπως η μαϊμού· κι ούτε τα γέλια τηνε νοιάζουνε·

μήτε καλό μπορεί να κάνει σε κανέναν,

μόνο αυτό κοιτά κι αυτό όλη τη μέρα σκέφτεται,

πώς σε κάποιον το μεγαλύτερο κακό να κάνει.

[…………………………………………………….]

Την άλλη από τη μέλισσα [την έπλασε]·

καλότυχος όποιος γυναίκα του την πήρε,

γιατί εκείνη μοναχά ψόγος δεν την αγγίζει,

και κάτω απ’ το κουμάντο της το βιος προκόβει κι αυγατίζει·

αγάπη δίνοντας κι αγάπη παίρνοντας από το ταίρι της

γερνά μαζί του, αφού γενιά καλή κι ονομαστή στον κόσμο φέρει.

Αυτή ανάμεσα σε όλες τις γυναίκες είναι η πιο ξεχωριστή

και χάρη θεϊκή την περιβάλλει.

Και μήτε ευχαρίστηση νιώθει να κάθεται με θηλυκά

που προστυχοκουβέντες λένε.

Τέτοιες γυναίκες είναι χάρισμα στους άντρες

απ’ τον Δία, γυναίκες εξαιρετικές, περίσσια μυαλωμένες.

[…………………………………………………….]

Λοιπόν, όπου γυναίκα υπάρχει, ούτε στο σπίτι

φίλο που ’ρχεται να τονε δέχεται κανείς με προθυμιά.

Εκείνη που σου φαίνεται πιο τίμια πως είναι,

αυτή την πιο μεγάλη τη ζημιά θα τύχει να την κάνει·

βλέπεις, ο άντρας χάσκει, κι από την άλλη οι γείτονες

ευχαριστιούνται σαν βλέπουνε κι αυτόν πως έκανε το λάθος.

Και ο καθείς, σαν τη δική του τη γυναίκα θυμηθεί,

θα την εγκωμιάσει, όμως του αλλουνού θα την κατηγορήσει·

κι ενώ την ίδια μοίρα έχουμε, ωστόσο δεν το ξέρουμε.

Γιατί ο Δίας ετούτο έκανε το μέγιστο κακό

και με χαλκά μάς τύλιξε, με άσπαστα δεσμά,

από παλιά, όταν ο ΄Αδης δέχτηκε

αυτούς που πολεμήσανε μ’αιτία μια γυναίκα.

                             Η Ελένη με τον Πάρη. Πίνακας τού Ζακ-Λουί Νταβίντ.

 

 

 

1)Ο Σημωνίδης ήταν ιαμβογράφος ποιητής, λίγο νεότερος του Αρχιλόχου (περ. 660-600 π. Χ.). Για τη ζωή του ελάχιστες πληροφορίες διαθέτουμε. Γεννήθηκε στη Σάμο, αλλά συνδέθηκε με την Αμοργό ⸺ εξού και η επωνυμία του Ἀμοργῖνος, σε αντιδιαστολή προς τον ομότεχνό του Σιμωνίδη από την Κέα ⸺ όπου έζησε ως άποικος. Εκτός από ιάμβους έγραψε και ελεγείες. Από το έργο του έχουν διασωθεί ιαμβικά αποσπάσματα, τα περισσότερα ολιγόστιχα και δύο πολύστιχα.  Από τα τελευταία το πιο γνωστό είναι ο λεγόμενος Ἴαμβος τῶν γυναικῶν, ένα σκωπτικό ποίημα για τις γυναίκες⸺ έχει διατυπωθεί η εκδοχή ότι δεν πρόκειται για απόσπασμα, αλλά για σχεδόν ολόκληρο τον ίαμβο. Στα ποιήματά του ο Σημωνίδης δεν μιλάει για την προσωπική του ζωή. Με στίχους που τους διαπερνάει κάποια απαισιοδοξία και θλίψη σατιρίζει κοινωνικά θέματα, κι αυτό το κάνει νηφάλιος χωρίς την ένταση του Αρχιλόχου, αλλά και χωρίς την οξυδέρκεια και τη μεγάλη εκφραστικότητα εκείνου.

Στον εκτενή ίαμβό του για τις γυναίκες, τον αποτελούμενο από 118 στίχους, ο ποιητής χλευάζει το γυναικείο φύλο με απόψεις που εκφράζουν τη λαϊκή αντίληψη της εποχής για τη γυναίκα· αντίληψη μισογυνισμού, που πρωτοεμφανίζεται στην ποίηση με τον Ησίοδο. Ο Σημωνίδης ψέγει με δριμύτητα και με ωμή γλώσσα τον χαρακτήρα των γυναικών, πλάθοντας επτά κακούς γυναικείους τύπους με βάση την καταγωγή τους από κάποιο ζώο: Από γουρούνι (η ακάθαρτη γυναίκα), από αλεπού (η πονηρή), από σκυλί ( η υστερική και γκρινιάρα), από γαϊδούρι (η πεισματάρα και φαγού), από νυφίτσα (η δύστροπη και κλέφτρα), από άλογο (η φιλάρεσκη και σπάταλη), από μαϊμού (η πανάσχημη)· σκιαγραφεί ακόμη δύο τύπους, τον έναν προερχόμενο από τη γη (η κουτή και τεμπέλα) και τον άλλο από τη θάλασσα (η αλλοπρόσαλλη), και μόνο ο δέκατος τύπος, αυτός της γυναίκας – μέλισσας, εγκωμιάζεται και εξυμνείται. Και στο τελευταίο τμήμα τού ιάμβου ο ποιητής ελεεινολογεί το ανδρικό φύλο για «το μέγιστο κακό» που του έχει στείλει ο Δίας.

Παραθέτουμε 77 στίχους από τους 118 του ποιήματος.

Γεωργία Παπαδάκη

H Γεωργία Παπαδάκη γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα. Σπούδασε Κλασική Φιλολογία και Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπου υπηρέτησε για δέκα χρόνια ως Βοηθός στον Τομέα Αρχαιολογίας και, παράλληλα, έλαβε μέρος σε διάφορες ανασκαφές. Τα τελευταία χρόνια μελετάει αρχαίους συγγραφείς και μεταφράζει αγαπημένα της κείμενα της ελληνικής γραμματείας. Από το Α΄Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας έχει παρουσιάσει παλαιότερα μια σειρά σχετικών εκπομπών με τον τίτλο « Είτε βραδιάζει είτε φέγγει, μένει λευκό το γιασεμί». ΄Εχουν εκδοθεί εξι βιβλία της: "Aνθολογία αρχαίας ελληνικής ερωτικής ποίησης", "Ο δικός μας Αριστοφάνης",  "Μούσας άγγιγμα", " Αισχύλος. Ο ποιητής του μεγαλοπρεπούς και του τιτανικού", "Σοφοκλής. Η «μέλισσα» του αρχαίου ποιητικού λόγου", "Η γυναίκα και ο γυναικείος λόγος στο έργο του Ευριπίδη".

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.