You are currently viewing  Θεώνη Αναστασοπούλου – Καπογιάννη: Δημήτρη Μπαλτά, Περιγραφές του ανεκπλήρωτου, εκδ. Κάκτος

 Θεώνη Αναστασοπούλου – Καπογιάννη: Δημήτρη Μπαλτά, Περιγραφές του ανεκπλήρωτου, εκδ. Κάκτος

   

Η ποιητική συλλογή “Περιγραφές του ανεκπλήρωτου” (εκδ. Κάκτος, 2022) αποτελεί το τέταρτο ποιητικό έργο του Δημήτρη Μπαλτά. Διακρίνει κανείς στα ποιήματα αυτά την ιδιοτυπία ενός ρεαλισμού που συμπλέκεται με μια ποίηση ιδεών.  Στην περίπτωση αυτή, η  απεικόνιση της ελλειμματικότητας της καθημερινής ζωής υποκινεί στο ποιητικό υποκείμενο σφοδρή την επιθυμία για ανύψωση σ’ ένα επίπεδο ενδεχόμενης πληρότητας. Πρόκειται, κυρίως, για την αδιάσπαστη και μαζί συγκρουσιακή σχέση ανάμεσα σε δύο επίπεδα: εκείνο μιας ωμής και συχνά φθαρτικής πραγματικότητας και το άλλο μιας πραγματικότητας ιδεατής, όπου οι βαθύτερες και ουσιαστικότερες επιθυμίες της ψυχής εκπληρώνονται. Τούτο μάλιστα είναι, θεωρώ, και το κυρίαρχο όραμα του ποιητή, το οποίο ενέπνεε επίσης τα ποιήματα των προηγούμενων συλλογών του.

Το ποίημα “Περιγραφές του ανεκπλήρωτου”, που δανείζει και τον τίτλο του στη συλλογή, αποτελεί ποίημα-πυρήνα γύρω από το οποίο περιστρέφονται ποιήματα με ποικίλες αλλά συναφείς θεματικές, τα οποία αναπτύσσονται κάθε φορά στο ύφος που αρμόζει στην καθεμιά. Ο ποιητής δοκιμάζει διάφορες φόρμες, στην προσπάθειά του ν’ ανακαλύψει τον ποιητικό βηματισμό που τον εκφράζει περισσότερο. Έτσι, στο παραπάνω ποίημα, για παράδειγμα, η εικονοποιία είναι πυκνή, κοφτή, μια σειρά εικόνων που γρήγορα διαδέχονται η μια την άλλη, σε αντιστοιχία παρόλα αυτά, για να καταλήξουν, όλες μαζί, να ομοφωνήσουν στο “ανεκπλήρωτο”: “Το πελιδνό πρόσωπο του αγοριού//Η ξεχασμένη τσάντα στην καρέκλα//…..Η σταχτιά μυρωδιά του αέρα//Το δειλό τρίξιμο της πόρτας//Η θλιβερή στάση του λεωφορείου//…Η άλλοτε μοσχοβολιστή γαρδένια στο μπαλκόνι//…” Εικόνες που μεταδίδουν την εμπειρία της απογοήτευσης για κάτι που δεν μπόρεσε να ολοκληρωθεί, δοσμένες με μια διάθεση μελαγχολίας και νοσταλγίας.

Βέβαια, το βασικό ερώτημα που διατρέχει, ρητά ή υπόρρητα, τα περισσότερα ποιήματα είναι αυτό περί του νοήματος της ζωής (π.χ. “Ζωή αποδεκατισμένη”. “Καμώματα”). Κι ο έρωτας προβάλλεται ως η κατεξοχήν υπόσχεση ευτυχίας ( π.χ. “Μεταμφίεση”, “Στο κοσμηματοπωλείο”). Όμως, την προσμονή διαδέχεται η ματαίωση και η διαπίστωση του ανεκπλήρωτου (π.χ. “Στον αέρα”). Τα ποιήματα “Λαμπιόνια” και “Ενυδρείο”  αποτελούν μεταφορές της ανθρώπινης κατάστασης. Προβάλλονται σ’ αυτά, κυρίως, η φθαρτότητα του σώματος και τα πάσης φύσεως όρια μέσα στα οποία είναι υποχρεωμένος να ζει ο άνθρωπος. Σε αναζήτηση διεξόδου “Με φτιασιδωμένες απολαύσεις, πρόσκαιρες,//ενδυναμώνεται η απεγνωσμένη ψυχή//…” (“Ενυδρείο”). Είμαστε όντα πεπερασμένα χρονικά. “Είμαστε δεσμώτες του χρόνου”, όπως υπογραμμίζεται  στο τρίστιχο ομότιτλο ποίημα, το οποίο ο ποιητής επιλέγει να βάλει ως επίλογο στη συγκεκριμένη συλλογή. Η θνητότητά μας, άλλωστε, είναι σύμφυτη με τη χρονικότητα ως διαρκή αλλαγή και προσωρινότητα. Στο ποίημα “Ωρα μεσημεριού” ανάγλυφα παρουσιάζεται όχι μόνο μια γενικότερη απερήμωση αλλά και η απειλητική παρουσία του θανάτου: “Ώρα μεσημεριού//ήλιος με δόντια//σιγή νεκρική//πόλη νεκρή.//Πάλι πέρασε//ο ψυχοπομπός//με κόκκινο φανάρι.” Παρόλα αυτά, η ελπίδα, και η ουτοπία ακόμη, αντιμετωπίζεται ως ζωτική ανάγκη: “Ας έχουν περάσει τόσα αύριο,//ας μην έχει αλλάξει τίποτα,//πάντα το παρηγορητικό “θα” ενός//ουτοπικά πολλά υποσχόμενου αύριο//θα…σε συντηρεί” (από το ποίημα Το “θα”).Έτσι, η έλλειψη επικοινωνίας ανάμεσα στους ανθρώπους, η μοναξιά και η εγκατάλειψη μπορεί να οδηγήσει στην επαφή με τη φύση και τα ζώα. Κάτι τέτοιο αναδεικνύεται ως ιδιαίτερα ενθαρρυντικό στα ποιήματα “Η κυρία με το σκυλάκι” και “Μια μικρή Οδύσσεια”.

Συνδεδεμένα με το ερώτημα περί του νοήματος της ζωής και τη διάθεση ενδοσκόπησης, γενικότερα, είναι και κάποια ποιήματα στα οποία ο ποιητής αναφέρεται στη δική του σχέση  με την ποίηση και την εσωτερική αναγκαιότητα που τον ωθεί προς αυτήν: “Ποίηση, πάλι υπέπεσα στην ανάγκη σου.//Βοήθησέ με” (από το ποίημα“Βοήθησέ με”). “Γιατί, αν λείψει η ποίηση,//πώς θα ειπωθεί το ανείπωτο,//….Να διαβάζεις κάπου-κάπου//παντοτινούς στίχους λησμονημένων ποιητών//…” (από το ποίημα “Ποιητικώς ειρημένον”). Άλλωστε, η ποίηση και η τέχνη, γενικότερα, μας προστατεύει από τη φθαρτική επίδραση της καθημερινότητας: “Τέχνη τίκτει τείχη,//τείχη παντοία//μα πάνω απ’ όλα τείχη επιβίωσης//…” (από το ποίημα “Τέχνη τίκτει τείχη”).

Δεν θα μπορούσε, επίσης, να μην αναφερθεί κανείς και στην κοινωνική διάσταση κάποιων ποιημάτων, εφόσον η ανθρώπινη κατάσταση διαμορφώνεται, σε μεγάλο βαθμό, από τις ισχύουσες αντικειμενικές συνθήκες: “Μιλούν αυτοί που δεν γνωρίζουν//τι θα πει λιοπύρι και μεροκάματο,//που δεν έχουν πιάσει ασβέστη και χώμα” (από το ποίημα “Βαφτίσια”). Ανάλογης κατεύθυνσης είναι και το ποίημα  “Τρόχισμα”: “Βρήκαν τη λύση,//όπως τη βρίσκουν πάντα.//Σκότωσαν το χαμόγελο”.

Φαίνεται εντέλει ότι, παρά την αδιέξοδη και συχνά επώδυνη σχέση που βιώνει ανάμεσα στην καθημερινότητα και σε μια εξυψωμένη  πραγματικότητα, ο Δημήτρης Μπαλτάς, αν και αρκετά νέος ακόμη, διαθέτει τις αρετές του λόγου που του επιτρέπουν δημιουργικά να χαράζει τον δρόμο του προς την ακεραίωση του εαυτού.

 

 

Θεώνη Αναστασοπούλου-Καπογιάννη, Δρ  Σύγχρονης φιλοσοφίας

 

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.