Ταξίδευα στο σύμπαν, ανάμεσα σε ήλιους και γαλαξίες.
Δεν υπήρχαν αστέρια. Ούτε η γη υπήρχε ακόμη. Μη φανταστείς πως ήμουν σε διαστημόπλοιο, όχι. Έτσι ταξίδευα , όπως με βλέπεις τώρα. Στα χέρια μου κρατούσα ένα τηλεσκόπιο. Αν με ρωτούσες τι ήταν, δεν θα ήξερα να σου πω. Περιπλανιόμουν για ώρες, ίσως και μέρες, δεν ξέρω . Δεν υπήρχε ο χρόνος. Δεν ξεχώριζες την μέρα από τη νύχτα.
Κάποια στιγμή άκουσα ψαλμωδίες. Συνοδευόταν από μια παράξενη μουσική, που δεν την είχα ξανακούσει και αν τότε με ρωτούσες τι ήταν μουσική, δεν μπορούσα να σου απαντήσω.
Χωρίς να το καταλάβω, βρέθηκα μέσα σε ένα νεφέλωμα. Όχι σαν αυτά που βλέπουμε στον ουρανό, αλλά κάτι πολύ μεγαλύτερο, απλωμένο όσο έφτανε το βλέμμα μου. Χωρίς τέλος, παρά μόνο αρχή. Εκεί υπήρχαν αμέτρητοι άγγελοι. Άλλοι κινούνταν με μαθηματική ακρίβεια, άλλοι στριφογύριζαν στον χώρο, γύρω από τον εαυτό τους. Μερικοί με παρατηρούσαν χωρίς μάτια. Άλλοι είχαν σχηματίσει έναν κύκλο, τόσο τεράστιο που αν υπήρχε η γη, θα την έκρυβε ολόκληρη. Αυτά ήταν τα πιο παράξενα γιατί ενώ νόμιζες πως χόρευαν, όταν τα πλησίασα στεκόντουσαν ακίνητα σαν αγάλματα στη θέση τους.
Στο κέντρο του κύκλο βρισκόταν Εκείνος. Δεν ήταν άνθρωπος, ίσως να ήταν ο θεός αλλά μπορεί και όχι. Ήταν ένας πελώριο ημιδιαφανές ον, ένας μηχανισμός από φως και δεδομένα. Χόρευε ή μάλλον περιστρεφόταν σε έναν δικό του ρυθμό κι όχι της μουσικής. Σε κάθε στροφή άλλαζε τις μορφές του, λογάριθμοι, αριθμοί στίγματα φωτός, όπως οι οθόνες των κομπιούτερ μόνο που εδώ δεν υπήρχαν οθόνες. Σε κάθε αλλαγή παράξενα όντα τον πλησίαζαν λες και ήταν μαγνήτης που αυτός τα απορροφούσε. Όταν τον άγγιζαν, τα δεδομένα άλλαζαν χρώμα. Στεκόμουν και τον κοιτούσα, ίσως ώρες, ή χρόνια, μπορεί και αιώνες, δεν ξέρω. Απορροφούσε συνέχεια στοιχεία. Εκατομμύρια δεδομένα και τα χρώματα του σώματός του άλλαζαν αδιάκοπα λες και ο σκληρός του δίσκος δεν είχε όρια.
Δεν είχε φωνή κι όμως μιλούσε, ήταν μέσα στον εγκέφαλό μου, οι σκέψεις μου δεν ήταν πια δικές μου.
Με πλησίασε χωρίς να κινηθεί. Το τηλεσκόπιο στα χέρια μου, άρχισε να διαλύεται και να γίνεται γράμματα και αριθμοί σε φωτεινά στίγματα. Ένοιωσα πως με διάβαζε και πως κάθε μου σκέψη μετατρεπόταν σε κώδικα.
Και ύστερα…
Άρχισα να πέφτω, να πέφτω, χωρίς σταματημό.
Έπεφτα ανάμεσα σε καλώδια που δεν ήταν ύλη μα σχήματα φωτός, ένα παράξενο μπλε φως. Έπεφτα μέσα από το μοναδικό πέρασμα που υπήρχε κι εφόσον δεν υπήρχε ο χρόνος για να μετρήσω την πτώση μου αφέθηκα σε αυτή.
Ώσπου χτύπησα το κεφάλι μου σε κάτι σκληρό.
Άνοιξα τα μάτια μου. Ήμουν σ΄ ένα δωμάτιο. εκεί υπήρχαν παντού οθόνες που έδειχναν το σύμπαν να γεννιέται και να πεθαίνει. Στο στήθος μου ήταν καρφωμένο ένα μικροτσίπ και από μπράτσα μου έβγαιναν δύο καλώδια, ένα μαύρο κι ένα κόκκινο.
Ο υποτιθέμενος θεός ήταν μπροστά σε μια κονσόλα . Μόλις αντιλήφθηκε πως τον κοιτούσα, το σώμα του έγινε εκτυφλωτικά λευκό. Για μια στιγμή νόμιζα πως θα έπαιρνε ανθρώπινη μορφή. Όμως όχι, έλαμψε ολόκληρο το δωμάτιο και αμέσως ακούστηκε ένα κλικ .
Είχα συνδεθεί.
Ζαφειρούλα Παλαπουγιούκ.